Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Προσφυγή των εταιριών KM Europa Metal AG, Tréfimétaux S.A. και Europa Metalli S.p.A. κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε την 1η Απριλίου 2004

(Υπόθεση Τ-127/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Οι εταιρίες KM Europa Metal AG, με έδρα το Osnabruck (Γερμανία), Tréfimétaux S.A., με έδρα το Courbevoie Cedex (Γαλλία) και Europa Metalli S.p.A., με έδρα τη Φλωρεντία (Ιταλία), εκπροσωπούμενες από τους δικηγόρους M. Siragusa, A. Winckler, G. Cesare Rizza, T. Graf και M. Piergiovanni, άσκησαν την 1η Απριλίου 2004 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να μειώσει σημαντικά το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες με την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 16ης Δεκεμβρίου 2003 στην υπόθεση COMP/E-1/38.240,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών καθώς και στα έξοδα στα οποία προέβησαν οι προσφεύγουσες παρέχοντας τραπεζική εγγύηση προς πληρωμή του προστίμου που επιβλήθηκε στην ΚΜΕ με την επίδικη απόφαση.

Λόγοι προσφυγής και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή έκρινε ότι οι προσφεύγουσες παρέβησαν, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 81 ΕΚ και 53, παράγραφος 1, της Συμφωνίας ΕΟΧ, λόγω της συμμετοχής τους σε πλέγμα συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών που είχαν επιπτώσεις στον ΕΟΧ και στην αγορά χαλκοσωλήνων για βιομηχανική χρήση περιτυλιγμένων κατά στρώσεις σε πηνία. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επέβαλε στις προσφεύγουσες πρόστιμο 18.990.000 ευρώ, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον.

Οι προσφεύγουσες δεν αμφισβητούν την απόφαση κατά το μέρος που τους προσάπτεται παράβαση των κανόνων της Συνθήκης ΕΚ και της Συμφωνίας EΟΧ, αλλά υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και τα πραγματικά περιστατικά κατά τον υπολογισμό του ύψους του προστίμου. Καταρχάς, ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή, καθορίζοντας το βασικό ποσό του προστίμου και υπολογίζοντας τον χρόνο για τον οποίο πρέπει να επιβληθεί, παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως, διότι δεν έλαβε υπόψη τις από στατιστικής απόψεως ασήμαντες επιπτώσεις των επίμαχων συμφωνιών και το ευρύ φάσμα των δραστηριοτήτων της συμπράξεως.

Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν, περαιτέρω, ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως της σοβαρότητας της παραβάσεως, υπερεκτίμησε σημαντικά τον οικονομικό αντίκτυπο των επίμαχων συμφωνιών, λαμβάνοντας υπόψη τις διαστάσεις της αγοράς ημιτελών προϊόντων (χαλκοσωλήνων για βιομηχανική χρήση) και όχι της αγοράς μετατροπής υπηρεσιών.

Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται επίσης ότι η Επιτροπή κακώς παρέλειψε να λάβει υπόψη διάφορα ελαφρυντικά στοιχεία και συγκεκριμένα: την περιορισμένη εφαρμογή των επίμαχων συμφωνιών από τις προσφεύγουσες, την εκ μέρους τους άμεση και εθελούσια παύση της παραβάσεως, τη διαρθρωτική κρίση της βιομηχανίας σωλήνων για βιομηχανική χρήση και τη συνεργασία των προσφευγουσών με την Επιτροπή. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η κατά 30 % μείωση του ποσού του προστίμου που τους παραχωρήθηκε στηριζόταν σε εσφαλμένα στοιχεία επί των πραγματικών περιστατικών και αντέβαινε στην πρακτική της Επιτροπής και στη νομολογία. Ισχυρίζονται, περαιτέρω, ότι η Επιτροπή προέβη σε δυσμενή διάκριση σε βάρος των προσφευγουσών έναντι άλλης εταιρίας, καθόσον δέχθηκε ορισμένα ελαφρυντικά στοιχεία μόνο για την εταιρία αυτή και της επιφύλαξε σαφώς επιεικέστερη μεταχείριση χωρίς αντικειμενικό λόγο.

____________