Language of document : ECLI:EU:T:2024:216

Υπόθεση T411/22

Dexia

κατά

Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΣΕ)

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο πενταμελές τμήμα) της 10ης Απριλίου 2024

«Οικονομική και Νομισματική Ένωση – Τραπεζική ένωση – Ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων (ΕΜΕ) – Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ) – Απόφαση του ΕΣΕ σχετικά με τον υπολογισμό των εκ των προτέρων εισφορών για την περίοδο συνεισφοράς 2022 – Άρθρο 70, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 806/2014 – Πλάνη περί το δίκαιο – Περιορισμός των διαχρονικών αποτελεσμάτων της δικαστικής απόφασης»

1.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων – Εκ των προτέρων εισφορές στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ) – Ετήσιο ανώτατο όριο του συνολικού ποσού των επιμέρους εισφορών στο ΕΤΕ, καθορισθέν στο 12,5 % του τελικού επιπέδου-στόχου – Πεδίο εφαρμογής – Εφαρμογή κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου

(Κανονισμός 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 70 § 2, εδ. 1 και 4)

(βλ. σκέψεις 30, 38)

2.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων – Εκ των προτέρων εισφορές στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ) – Ετήσιο ανώτατο όριο του συνολικού ποσού των επιμέρους εισφορών στο ΕΤΕ, καθορισθέν στο 12,5 % του τελικού επιπέδου-στόχου – Περιεχόμενο – Μη υπέρβαση του ανωτάτου ορίου από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (ΕΣΕ) – Κριτήρια εκτιμήσεως – Δυναμική προσέγγιση του τελικού επιπέδου-στόχου

(Κανονισμός 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 69 § 1 και άρθρο 70 § 2, εδ. 1 και 4)

(βλ. σκέψεις 41, 45-48)

Σύνοψη

Επιληφθέν προσφυγής ακυρώσεως, την οποία κάνει δεκτή, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει την απόφαση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (στο εξής: ΕΣΕ) σχετικά με τον καθορισμό των εκ των προτέρων εισφορών των πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (στο εξής: ΕΤΕ) για το έτος 2022 (1). Το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται, για πρώτη φορά, επί του κανόνα που προβλέπεται στο άρθρο 70, παράγραφος 2, πρώτο και τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 806/2014 (2), κατά τον οποίο οι εκ των προτέρων εισφορές που οφείλονται από το σύνολο των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών δεν υπερβαίνουν το 12,5 % του τελικού επιπέδου-στόχου του ΕΤΕ (στο εξής: ανώτατο όριο του 12,5 %).

Η προσφεύγουσα Dexia ήταν πιστωτικό ίδρυμα με έδρα τη Γαλλία. Στις 11 Απριλίου 2022, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το ΕΣΕ καθόρισε, σύμφωνα με το άρθρο 70, παράγραφος 2, του κανονισμού 806/2014, τις εκ των προτέρων εισφορές προς το ΕΤΕ, για το έτος 2022, των πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων, περιλαμβανομένης της προσφεύγουσας. Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που την αφορά.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Κατ’ αρχάς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το άρθρο 69, παράγραφος 1, του κανονισμού 806/2014 ορίζει ότι, έως το τέλος της αρχικής οκταετούς περιόδου, υπολογιζομένης από την 1η Ιανουαρίου 2016 (στο εξής: αρχική περίοδος), τα διαθέσιμα στο πλαίσιο του ΕΤΕ χρηματοδοτικά μέσα πρέπει να ανέρχονται στο τελικό επίπεδο‑στόχο, το οποίο αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 1 % του ποσού των καλυπτόμενων καταθέσεων του συνόλου των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών (στο εξής: οικεία ιδρύματα). Σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού 806/2014, κατά την εν λόγω περίοδο, οι εκ των προτέρων εισφορές κατανέμονται όσο το δυνατόν ισομερώς χρονικά μέχρις ότου επιτευχθεί το τελικό επίπεδο‑στόχος, αλλά λαμβανομένης δεόντως υπόψη της φάσης του οικονομικού κύκλου, καθώς και του αντικτύπου των φιλοκυκλικών εισφορών στη χρηματοοικονομική θέση των ιδρυμάτων. Επιπλέον, βάσει του άρθρου 70, παράγραφος 2, πρώτο και τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 806/2014, το ΕΣΕ υπολογίζει ετησίως τις επιμέρους εισφορές, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι εισφορές που οφείλονται από το σύνολο των οικείων ιδρυμάτων δεν υπερβαίνουν το 12,5 % του τελικού επιπέδου-στόχου του ΕΤΕ.

Κατά πρώτον, όσον αφορά την κατά χρόνο εφαρμογή της απαίτησης περί ανωτάτου ορίου 12,5 %, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η απαίτηση αυτή έχει εφαρμογή κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου. Πράγματι, όπως προκύπτει σαφώς από τις διατάξεις του κανονισμού 806/2014, το ΕΣΕ πρέπει να συμμορφώνεται ετησίως προς την απαίτηση του ανώτατου ορίου του 12,5 %, χωρίς να περιορίζει χρονικά την εφαρμογή της στο μετά την αρχική περίοδο διάστημα (3). Ομοίως, ουδεμία άλλη διάταξη του εν λόγω κανονισμού υποδηλώνει ότι η απαίτηση περί ανωτάτου ορίου 12,5 % δεν εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου ή ότι το ΕΣΕ μπορεί να παρεκκλίνει από την ως άνω απαίτηση κατά την περίοδο αυτή. Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από το ιστορικό θεσπίσεως του ίδιου κανονισμού, από το οποίο προκύπτει ότι, στην πρόταση κανονισμού της Επιτροπής (4), η αρχική περίοδος για τη σύσταση του ΕΤΕ εκτεινόταν σε δέκα έτη. Εν συνεχεία, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν τη σύντμηση της αρχικής περιόδου σε οκτώ έτη και αποφάσισαν, συγχρόνως, να αυξήσουν σε 12,5 % το εν λόγω ανώτατο όριο. Επομένως, ο νομοθέτης της Ένωσης συνέδεσε τον αριθμό των ετών της αρχικής περιόδου με το ποσοστό του ανωτάτου ορίου. Ως εκ τούτου, το ανώτατο όριο του 12,5 % εφαρμόζεται κατά την αρχική περίοδο.

Κατά δεύτερον, όσον αφορά το περιεχόμενο της απαίτησης περί ανωτάτου ορίου 12,5 %, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι το ΕΣΕ οφείλει να μεριμνά ώστε οι εισφορές που οφείλονται από τα οικεία ιδρύματα να μην υπερβαίνουν το 12,5 % του τελικού επιπέδου-στόχου (5). Συναφώς, η επίμαχη ρύθμιση (6) βασίζεται σε δυναμική προσέγγιση του τελικού επιπέδου-στόχου, υπό την έννοια ότι τούτο πρέπει να καθορίζεται σε σχέση με το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων στο τέλος της αρχικής περιόδου. Η απαίτηση του ανωτάτου ορίου του 12,5 % εφαρμόζεται σε σχέση με το εν λόγω τελικό επίπεδο-στόχο.

Τούτου δοθέντος, στο μέτρο που ο υπολογισμός των εκ των προτέρων εισφορών είναι διαδικασία επαναλαμβανόμενη σε ετήσια βάση, η οποία στηρίζεται στον καθορισμό ενός τελικού επιπέδου-στόχου που πρέπει να έχει επιτευχθεί στο τέλος της αρχικής περιόδου, εν συνεχεία δε ενός ετήσιου επιπέδου-στόχου που πρέπει να κατανεμηθεί μεταξύ των ιδρυμάτων, απόκειται στο ΕΣΕ να εκτιμά, για κάθε περίοδο εισφορών, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια το τελικό επίπεδο-στόχο βάσει των διαθέσιμων κατά τον χρόνο της εκτίμησης στοιχείων (στο εξής: προβλεπόμενο τελικό επίπεδο-στόχος). Επομένως, καθοριστικής σημασίας, για την εφαρμογή του ανωτάτου ορίου του 12,5 %, είναι το προβλεπόμενο τελικό επίπεδο-στόχος.

Κατά συνέπεια, όταν το ΕΣΕ υπολογίζει τις εκ των προτέρων εισφορές κατά τη διάρκεια δεδομένης περιόδου συνεισφοράς, οφείλει να μεριμνά ώστε το ποσό των εκ των προτέρων εισφορών που οφείλονται από το σύνολο των οικείων ιδρυμάτων να μην υπερβαίνει το 12,5 % του προβλεπόμενου τελικού επιπέδου-στόχου.

Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι το ως άνω συμπέρασμα δεν αναιρείται από το επιχείρημα του ΕΣΕ ότι η απαίτηση του ανωτάτου ορίου του 12,5 % θα πρέπει είτε να μη ληφθεί υπόψη είτε να ερμηνευθεί ελαστικά. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, αφενός, ότι η έννοια των κρίσιμων διατάξεων προκύπτει χωρίς αμφισημία από το ίδιο το γράμμα τους (7). Αφετέρου, οι διατάξεις που προβλέπουν, μεταξύ άλλων, ότι οι εκ των προτέρων εισφορές πρέπει να κατανέμονται όσο το δυνατόν ισομερώς χρονικά μέχρις ότου επιτευχθεί το τελικό επίπεδο-στόχος (8) δεν επιτρέπουν την ερμηνεία του ανωτάτου ορίου του 12,5 % ως μη δεσμευτικού ή ως αμιγώς ενδεικτικού.

Κατά τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει αν, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το ΕΣΕ συμμορφώθηκε προς την απαίτηση περί ανωτάτου ορίου 12,5 %. Συναφώς, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει κατ’ αρχάς ότι το προβλεπόμενο τελικό επίπεδο-στόχος εκτιμήθηκε στο ποσό των 79 987 450 580 ευρώ. Επομένως, το ΕΣΕ όφειλε να μεριμνήσει ώστε το συνολικό ποσό των εκ των προτέρων εισφορών να μην υπερβαίνει το ποσό των 9 998 431 322,50 ευρώ. Όπως προκύπτει, όμως, από την προσβαλλόμενη απόφαση, το ΕΣΕ καθόρισε το ετήσιο επίπεδο-στόχο για την περίοδο συνεισφοράς 2022 σε 14 253 573 821,46 ευρώ, ποσό το οποίο μειώθηκε σε 13 675 366 302,18 ευρώ κατόπιν ορισμένων αφαιρέσεων.

Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση καθόρισε το ποσό των εκ των προτέρων εισφορών που οφείλονταν από το σύνολο των οικείων ιδρυμάτων σε ύψος που υπερέβαινε το ανώτατο όριο του 12,5 % του προβλεπόμενου τελικού επιπέδου-στόχου και ότι το ΕΣΕ παρέβη το άρθρο 70, παράγραφος 2, πρώτο και τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 806/2014. Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η ως άνω πλάνη περί το δίκαιο είναι αφ’ εαυτής ικανή να επισύρει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης κατά το μέρος που αφορά την προσφεύγουσα.

Εντούτοις, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπό κρίση υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο διατηρεί σε ισχύ τα αποτελέσματα της προσβαλλόμενης απόφασης κατά το μέρος που αφορά την προσφεύγουσα έως ότου το ΕΣΕ λάβει τα μέτρα που απαιτούνται λόγω της ως άνω ακυρώσεως, τούτο δε εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία η παρούσα απόφαση θα καταστεί αμετάκλητη.


1      Απόφαση SRB/ES/2022/18 του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΣΕ), της 11ης Απριλίου 2022, σχετικά με τον υπολογισμό των εκ των προτέρων εισφορών προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ) για το 2022 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).


2      Κανονισμός (ΕΕ) 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ 2014, L 225, σ. 1).


3      Άρθρο 69, παράγραφος 2, και άρθρο 70, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 806/2014.


4      Πρόταση COM(2013) 520 final της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2013· πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ενιαίων κανόνων και ενιαίας διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης τραπεζών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


5      Όπως προβλέπεται στο άρθρο 69, παράγραφος 1, του κανονισμού 806/2014.


6      Άρθρο 69, παράγραφος 1, του κανονισμού 806/2014.


7      Άρθρο 70, παράγραφος 2, πρώτο και τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 806/2014.


8      Άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού 806/2014.