Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 14 Απριλίου 2021 ο Petr Fryč κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 11 Φεβρουαρίου 2021 στην υπόθεση T-92/20, Fryč κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-239/21 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Petr Fryč (εκπρόσωπος: Š. Oharková, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αποφανθεί ότι η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο Γενικό Δικαστήριο για επανεξέταση και ότι το Γενικό Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει και τα επιχειρήματα που περιλαμβάνονται στο υπόμνημα απαντήσεως της 2ας Οκτωβρίου 2020, διότι τα επιχειρήματα αυτά δεν ελήφθησαν διόλου υπόψη στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου,

σε περίπτωση που δεν αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο για επανεξέταση, να αποφανθεί ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης παρέβησαν κατάφωρα τις υποχρεώσεις τους και τον ζημίωσαν, διότι:

α)    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τον γενικό κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία (στο εξής: ΓΚΑΚ) υπό μορφή η οποία, μεταξύ άλλων, υπερβαίνει τα όρια της νομοθετικής εξουσιοδότησης που απορρέει από τις Συνθήκες, δεν διασφαλίζει την τήρηση των συνταγματικών αρχών που ορίζουν ότι τυχόν προσβολές του ανταγωνισμού με συνέπειες για την κοινή αγορά επιτρέπονται μόνον κατ’ εξαίρεση και κατόπιν αιτιολόγησης και επέτρεψε παρανόμως, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (στο εξής: ΕΠΕΚ), τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης η οποία έβλαψε τη δραστηριότητα της επιχείρησης του αναιρεσείοντος·

β)    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε, με την από 3 Δεκεμβρίου 2007 απόφασή της, το επιχειρησιακό πρόγραμμα που ήταν αντίθετο προς τις Συνθήκες και προς τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων χωρίς να δημοσιεύσει την εν λόγω απόφαση·

γ)    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εξέτασε δεόντως τις καταγγελίες του αναιρεσείοντος με τις οποίες αυτός αμφισβητούσε τη νομιμότητα του ΕΠΕΚ, διότι, αφενός, δεν ήλεγξε υπό ποιες περιστάσεις σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε το ΕΠΕΚ και, αφετέρου, δεν αιτιολόγησε δεόντως την απόρριψη των καταγγελιών του αναιρεσείοντος·

δ)    το Γενικό Δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει την υπόθεση επί της ουσίας, στο πλαίσιο της προσφυγής που ασκήθηκε με αίτημα την ακύρωση του ΓΚΑΚ, και απέρριψε την προσφυγή ως προδήλως αβάσιμη, αθετώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη συνταγματική υποχρέωσή του να εφαρμόζει την αρχή της αναλογικότητας, ενώ παράλληλα, ενεργώντας με υπερβολική τυπολατρία και μεροληψία, προσέβαλε το συνταγματικό δικαίωμα του αναιρεσείοντος για αποτελεσματική δικαστική προστασία και για πρόσβαση σε αμερόληπτο δικαστήριο·

να υποχρεώσει την Επιτροπή να του καταβάλει το ποσό των 4 800 000 ευρώ προς αποκατάσταση της προαναφερθείσας ζημίας εντός τριών ημερών από την τελεσιδικία της αποφάσεως,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία πρέπει να καταβληθούν εις χείρας του πληρεξουσίου δικηγόρου του.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς του αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει τους ακόλουθους λόγους:

1.    Ο πρώτος λόγος αναιρέσεως στηρίζεται στις συνέπειες του υφιστάμενου συστήματος κρατικών ενισχύσεων, το οποίο έχει μεταβάλει κατά τρόπο αφύσικο και επιζήμιο τη συνολική οικονομική διάρθρωση. Καταλήγει δε σε στρέβλωση της λειτουργίας της αγοράς στο σύνολό της και παραβίαση των οικονομικών αρχών, όπου η επιτυχία στην αγορά καθορίζεται κυρίως από τη δυνατότητα αξιοποίησης κρατικών ενισχύσεων, οι οποίες χορηγούνται με πολιτικά κριτήρια και όχι βάσει του νόμου.

2.    Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως στηρίζεται στην έλλειψη ελέγχου της δράσης της Επιτροπής. Το σύστημα κρατικών ενισχύσεων καθίσταται κατ’ αυτόν τον τρόπο λευκή επιταγή για τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να κρίνουν ως συμβατό με την κοινή αγορά οιονδήποτε τομέα από τους απαριθμούμενους ή μεταγενέστερα καθοριζόμενους από τα ίδια.

3.    Ο τρίτος λόγος αναιρέσεως στηρίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση της ημερομηνίας έναρξης της ισχύουσας προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής. Ο αναιρεσείων είχε την πεποίθηση ότι εντός της Ένωσης υφίσταται μηχανισμός ο οποίος διασφαλίζει τη διαρκή εξέταση από την Επιτροπή των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει του άρθρου 107 ΣΛΕΕ (της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) προκειμένου να διαπιστωθεί αν επηρεάζουν την κοινή αγορά, όπως ορίζει το άρθρο 108, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Γι’ αυτόν τον λόγο ο αναιρεσείων απευθύνθηκε στην Επιτροπή και της ζήτησε να ελέγξει την περίπτωση των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνταν στην Τσεχική Δημοκρατία στο πλαίσιο του ΕΠΕΚ. Η Επιτροπή απέρριψε το αίτημα αυτό και ο αναιρεσείων συνήγαγε εκ τούτου ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 108 ΣΛΕΕ σύστημα ελέγχου δεν λειτουργεί. Κατά τον αναιρεσείοντα, η προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούσε την ύστατη επιλογή στην οποία ήλπιζε ότι δεν θα ήταν αναγκαίο να καταφύγει. Ο αναιρεσείων κατέβαλε προσπάθειες πέραν του μέσου όρου για να επισημάνει στην Επιτροπή τις παραλείψεις της στο πλαίσιο του σχεδιασμού και της υλοποίησης του ΕΠΕΚ, γι’ αυτό και με βεβαιότητα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αδράνησε κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία έτρεχε η προθεσμία άσκησης προσφυγής.

4.    Ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως στηρίζεται σε υπέρτερο έννομο συμφέρον. Ανεξαρτήτως της αποφάσεως του Δικαστηρίου επί του ζητήματος της ενδεχόμενης παραγραφής του δικαιώματος του αναιρεσείοντος, ο αναιρεσείων είναι πεπεισμένος ότι, δεδομένης της σημασίας του ζητήματος αυτού όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της, είναι αναγκαίο να αποφανθεί ρητώς το Δικαστήριο ποιος φέρει την ευθύνη σε περίπτωση εσφαλμένης πολιτικής ενισχύσεων, εάν δηλαδή στην περίπτωση αυτή ευθύνεται η Ευρωπαϊκή Ένωση ή το κράτος μέλος.

____________