Language of document : ECLI:EU:F:2011:40

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ (τρίτο τμήμα)

της 13ης Απριλίου 2011

Υπόθεση F‑73/09

Viktor Sukup

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Αποδοχές και αποζημιώσεις – Επίδομα συντηρουμένου τέκνου – Σχολικό επίδομα – Αναδρομική χορήγηση»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο V. Sukup ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή τού ανακοίνωσε ότι το επίδομα συντηρουμένου τέκνου και το σχολικό επίδομα δεν μπορούσαν να του χορηγηθούν αναδρομικώς.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων φέρει το σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Πράξη δυνάμενη αντικειμενικώς να θεωρηθεί ως οριστική απόφαση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90§ 1)

2.      Υπάλληλοι – Αποδοχές – Οικογενειακά επιδόματα – Επίδομα συντηρουμένου τέκνου και σχολικό επίδομα – Αναδρομική καταβολή – Επιτρέπεται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρα 2 και 3)

3.      Υπάλληλοι – Αποδοχές – Οικογενειακά επιδόματα – Επίδομα συντηρουμένου τέκνου και σχολικό επίδομα – Αναδρομική καταβολή κατόπιν του καθορισμού των δικαιωμάτων υπαλλήλου για την επίμαχη περίοδο με προγενέστερη αρνητική απόφαση – Αποκλείεται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρα 2 και 3)

4.      Υπάλληλοι – Πράξεις της διοικήσεως – Αναδρομική ισχύς – Προϋποθέσεις

5.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Αίτηση κατά το άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ – Αίτηση αναδρομικής καταβολής των επιδομάτων – Τήρηση εύλογης προθεσμίας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 § 1)

1.      Έστω και αν η αρνητική θέση την οποία λαμβάνει η διοίκηση κατόπιν αιτήσεως υπαλλήλου σχετικά με τη δυνατότητα της αναδρομικής καταβολής ενός επιδόματος, για την περίπτωση που ο υπάλληλος θα ζητήσει τη χορήγησή του, προορίζεται να εφαρμοστεί μόνον μελλοντικώς, η θέση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως ορίζουσα την καταρχήν άρνηση της διοικήσεως να καταβάλει αναδρομικώς το επίδομα. Ως εκ τούτου, συνιστά βλαπτική για τον εν λόγω υπάλληλο πράξη, χωρίς να χρειάζεται, εξάλλου, να καθοριστεί αν η αίτησή του πρέπει να θεωρηθεί ως αίτηση κατά το άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, ή ως απλή αίτηση παροχής πληροφοριών.

(βλ. σκέψη 42)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 1 Φεβρουαρίου 1979, 17/78, Deshormes κατά Επιτροπής, σκέψεις 9 έως 12

2.      Καίτοι η δυνατότητα αναδρομικής καταβολής του επιδόματος συντηρουμένου τέκνου και του σχολικού επιδόματος δεν προβλέπεται ρητώς από τον ΚΥΚ, από καμία διάταξη του ΚΥΚ δεν προκύπτει ότι ένας υπάλληλος του οποίου η κατάσταση πληροί τις προϋποθέσεις του ΚΥΚ για τη χορήγηση των εν λόγω επιδομάτων δεν μπορεί να ζητήσει την καταβολή τους για παρελθούσες περιόδους, ούτε ότι η διοίκηση μπορεί να απορρίψει την αίτηση αυτή με μόνη αιτιολογία ότι έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Πράγματι, με μια τέτοια καταβολή απλώς αντλούνται οι συνέπειες δικαιωμάτων που έχουν γεννηθεί ήδη από τον χρόνο κατά τον οποίο η κατάσταση του υπαλλήλου άρχισε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που προβλέπει ο ΚΥΚ, πράγμα το οποίο ενδέχεται να συνέβη πριν από την ημερομηνία κατά την οποία ο υπάλληλος υπέβαλε την αίτηση καταβολής των εν λόγω επιδομάτων. Συνεπώς, ο ΚΥΚ δεν αποκλείει καταρχήν τη δυνατότητα αναδρομικής καταβολής.

(βλ. σκέψη 59)

3.      Ο ΚΥΚ δεν προβλέπει ρητώς ότι ο υπάλληλος έχει δικαίωμα σε αναδρομική καταβολή του επιδόματος συντηρουμένου τέκνου ή του σχολικού επιδόματος οσάκις τα δικαιώματά του για την επίμαχη περίοδο έχουν καθοριστεί με προγενέστερη αρνητική απόφαση.

Συνεπώς, όταν η διοίκηση λαμβάνει απόφαση με την οποία αρνείται να χορηγήσει σε υπάλληλο το επίδομα συντηρουμένου τέκνου ή το σχολικό επίδομα, η απόφαση αυτή καθορίζει τα δικαιώματα του υπαλλήλου επί όσο χρονικό διάστημα παραμένει σε ισχύ. Ο υπάλληλος δεν μπορεί, επομένως, να ζητήσει την καταβολή επιδομάτων που αντιστοιχούν σε παρελθούσες περιόδους για τις οποίες τα δικαιώματά του καθορίστηκαν με την απόφαση αυτή.

(βλ. σκέψεις 64 και 65)

4.      Μια απόφαση η οποία, για πρακτικούς λόγους, δεν μπορεί να ληφθεί την ίδια την ημέρα της εισόδου του υπαλλήλου στην υπηρεσία έχει αναγκαστικώς αναδρομική ισχύ, ούτως ώστε η διοικητική κατάσταση του υπαλλήλου να καθορίζεται από την είσοδό του στην υπηρεσία.

Αυτή η αναδρομική ισχύς –η οποία δεν θίγει κανένα προηγουμένως κτηθέν δικαίωμα του υπαλλήλου– δεν είναι αντικανονική όταν η απόφαση λαμβάνεται και ανακοινώνεται στον ενδιαφερόμενο εντός αρκετά σύντομου χρονικού διαστήματος από την είσοδό του στην υπηρεσία ώστε να φαίνεται δικαιολογημένη βάσει αυτών των πρακτικής φύσεως θεωρήσεων.

(βλ. σκέψεις 70 και 71)

5.      Υπάλληλος ο οποίος δεν αποδεικνύει ότι αντιμετώπισε μια εξαιρετική κατάσταση οφειλόμενη σε λόγους για τους οποίους δεν ευθυνόταν και η οποία του απαγόρευε να υποβάλει εντός εύλογης προθεσμίας αίτηση κατά το άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, προκειμένου να διεκδικήσει ή, τουλάχιστον, να διατηρήσει τα δικαιώματά του επί επιδομάτων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπέβαλε την αίτησή του εντός εύλογης προθεσμίας αν το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του χρόνου κατά τον οποίο ο ενδιαφερόμενος ήταν σε θέση να πληροφορήσει τη διοίκηση για τις δυσχέρειες που αντιμετώπιζε και του χρόνου κατά τον οποίον της γνωστοποίησε την κατάστασή του υπερβαίνει τον αναγκαίο χρόνο για την προετοιμασία της αιτήσεως αυτής και την υποβολή της στη διοίκηση.

Λαμβανομένου υπόψη ότι δεν υφίσταται εύλογη προθεσμία για την υποβολή της εν λόγω αιτήσεως, δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να προσαφθεί στη διοίκηση ότι αντιτίθεται στην αναδρομική καταβολή των επίμαχων επιδομάτων, όχι μόνον από την είσοδο του υπαλλήλου στην υπηρεσία, αλλά και από το χρονικό σημείο κατά το οποίο αποδείχθηκε η ύπαρξη των προμνησθεισών δυσχερειών.

(βλ. σκέψεις 83 έως 85)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 29 Απριλίου 2002, T‑70/98, Hilden κατά Επιτροπής, σκέψη 42