ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
JULIANE KOKOTT
της 12ης Μαΐου 2022 (1)
Υπόθεση C‑278/21
AquaPri A/S
κατά
Miljø- og Fødevareklagenævnet
[αίτηση του Østre Landsret (εφετείου της ανατολικής περιφέρειας, Δανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας – Ειδικές ζώνες διατήρησης – Νέα εκτίμηση των επιπτώσεων στους τόπους, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής τους – Προκαταρκτικός έλεγχος της αναγκαιότητας εκτίμησης – Αποθέσεις νιτρικού άλατος προερχόμενες από υφιστάμενο ιχθυοτροφείο – Συνεκτίμηση ενός σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού και του σχεδίου Natura 2000 του τόπου που επηρεάζεται»
I. Εισαγωγή
1. Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων (2), απαιτείται προκαταρκτική εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίων ή έργων τα οποία είναι δυνατόν να επηρεάσουν σημαντικά τις ζώνες διατήρησης. Ωστόσο, είναι τέτοια εκτίμηση επίσης απαραίτητη όταν για τη συνέχιση της λειτουργίας εγκαταστάσεως σε σχέση με την οποία έχει χορηγηθεί άδεια απαιτείται, κατά το εθνικό δίκαιο, η έκδοση νέας άδειας και η αρχική άδεια χορηγήθηκε κατά παράβαση της υποχρεώσεως εκτίμησης; Αυτό είναι το βασικό ζήτημα που τίθεται με την υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.
2. Για την περίπτωση που τέτοια εκτίμηση είναι αναγκαία, το αιτούν δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί η σημασία που προσδίδεται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού και στο σχέδιο Natura 2000 για την επίμαχη ζώνη διατήρησης.
II. Το νομικό πλαίσιο
Α. Το δίκαιο της Ένωσης
1. Η οδηγία περί οικοτόπων
3. Η έγκριση σχεδίων και έργων που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τόπο ο οποίος προστατεύεται δυνάμει της οδηγίας περί οικοτόπων ή της οδηγίας για την προστασία των πτηνών (3) ρυθμίζεται στο άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας περί οικοτόπων ως εξής:
«2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.
3. Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.»
2. Η οδηγία ΕΠΕ
4. Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΕΠΕ (4) η έννοια «έργο» νοείται ως:
«– η υλοποίηση κατασκευαστικών εργασιών ή άλλων εγκαταστάσεων ή τεχνικών κατασκευών,
– άλλες επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ή το τοπίο, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι επεμβάσεις που αφορούν την εκμετάλλευση των πόρων του εδάφους».
Β. Το δανικό δίκαιο
5. Το άρθρο 33 του Miljøbeskyttelseslov (νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος) προβλέπει ότι για ορισμένες μονάδες ή εγκαταστάσεις απαιτείται άδεια. Σύμφωνα με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, τούτο ισχύει ιδίως για τα ιχθυοτροφεία. Σύμφωνα με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, τα υφιστάμενα ιχθυοτροφεία που δεν είχαν ακόμη λάβει άδεια κατά την εν λόγω διάταξη έπρεπε, βάσει μεταβατικού καθεστώτος (5), να υποβάλουν την οικεία αίτηση χορήγησης άδειας το αργότερο έως τις 15 Μαρτίου 2014.
6. Το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, του διατάγματος περί οικοτόπων (6) μεταφέρει στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων:
«Άρθρο 6. Προτού ληφθεί απόφαση κατά το άρθρο 7, πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον το σχέδιο είναι δυνατόν, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε έναν τόπο Natura 2000. Σε εκτίμηση υπόκεινται σχέδια τα οποία δεν συνδέονται άμεσα με τη διαχείριση του τόπου Natura 2000 ή είναι αναγκαία για αυτήν.
Παράγραφος 2. Αν η αρμόδια αρχή εκτιμά ότι το σχέδιο ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε έναν τόπο Natura 2000, εκπονείται λεπτομερής εκτίμηση των επιπτώσεων του σχεδίου στον τόπο Natura 2000, στο πλαίσιο της οποίας λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός διατήρησης του οικείου τόπου. Αν η εκτίμηση των επιπτώσεων καταδείξει ότι το σχέδιο θα επηρεάσει τον διεθνώς προστατευόμενο φυσικό τόπο, δεν είναι δυνατή η χορήγηση άδειας, κατά παρέκκλιση άδειας ή έγκρισης σε σχέση με την αίτηση αυτή.»
7. Το άρθρο 7, παράγραφος 7, σημείο 6, του διατάγματος περί οικοτόπων προβλέπει ειδικότερα ότι επί χορηγήσεως αδειών κατά το άρθρο 33 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος εφαρμόζεται το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2.
«Παράγραφος 7. Οι ακόλουθες περιπτώσεις του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6:
1) έως 5) […]
6) άδεια λειτουργίας μονάδων κ.λπ. κατά το άρθρο 33, παράγραφος 1, το άρθρο 38 και το άρθρο 39 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος.»
8. Από το εθνικό σχέδιο Natura 2000 για τα έτη 2016 έως 2021 προκύπτει ότι, όσον αφορά τον τόπο Natura 2000 αριθ. 173 που βρίσκεται πλησιέστερα του ιχθυοτροφείου Onsevig, το σχέδιο επικεντρώνεται σε δράσεις σχετικές με τον τόπο, δεν περιλαμβάνει απαιτήσεις δράσεων για την ποιότητα του νερού –η οποία διασφαλίζεται από το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού– και δεν προβλέπει συγκεκριμένες απαιτήσεις για τη μείωση της απόθεσης αζώτου –η οποία επίσης διέπεται από διαφορετική νομοθεσία.
9. Στο σχέδιο διαχείρισης 2015‑2021 για τη λεκάνη απορροής ποταμού της περιοχής Sjælland (Sjælland, Δανία), το οποίο εγκρίθηκε σύμφωνα με προηγούμενη εκτίμηση των επιπτώσεων βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων και καλύπτει, μεταξύ άλλων, τους θαλάσσιους τόπους Natura 2000 αριθ. 173, 170 και 162, περιέχει δε μνεία στην πολιτική συμφωνία της 22ας Νοεμβρίου 2015, δηλαδή στο λεγόμενο «πακέτο για τρόφιμα και αγροτικά αγαθά», ορίζεται ότι προβλέπεται ποσότητα εκπομπών 43 τόνων αζώτου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα υφιστάμενα ιχθυοτροφεία που καλύπτονται από τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού μπορούν να χρησιμοποιούν πλήρως την ισχύουσα άδεια εκπομπών που διαθέτουν.
III. Τα πραγματικά περιστατικά και η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως
10. Στα δανικά ύδατα, υπάρχουν συνολικά δεκαεννέα ιχθυοτροφεία, ορισμένα εκ των οποίων βρίσκονται εντός ή πλησίον ενός τόπου Natura 2000. Υπάρχουν εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις που αφορούν επτά από τα ανωτέρω ιχθυοτροφεία. Στα εν λόγω ιχθυοτροφεία εκτρέφεται κυρίως ιριδίζουσα πέστροφα. Τα ιχθυοτροφεία εκπέμπουν, μεταξύ άλλων, άζωτο και φώσφορο, στοιχεία τα οποία είναι δυνατόν να επηρεάσουν τους παρακείμενους τόπους Natura 2000.
11. Ένα από τα επίμαχα ιχθυοτροφεία είναι το Onsevig. Το εν λόγω ιχθυοτροφείο ανήκει στην AquaPri A/S, η οποία εκπροσωπείται στην υπό κρίση υπόθεση από την Dansk Akvakultur, μια εμπορική ένωση για τον ιχθυοτροφικό κλάδο της Δανίας. Το ιχθυοτροφείο Onsevig βρίσκεται στα ύδατα του Smålandsfarvandet, περίπου 1,7 χλμ βόρεια του τόπου Natura 2000 αριθ. 173, περίπου 10,5 χλμ νότια του τόπου Natura 2000 αριθ. 170 και περίπου 12,4 χλμ νότια του τόπου Natura 2000 αριθ. 162. Ο πλησιέστερος τόπος Natura 2000, ήτοι ο τόπος αριθ. 173, προσδιορίστηκε βάσει των φυσικών οικοτόπων Sandbanks (1110), Mudflats (1140), Bays (1160), Reefs (1170) και του φυσικού οικοτόπου ειδικής προτεραιότητας Lagoons (1150). Η βάση για τον χαρακτηρισμό διάφορων περιοχών προστασίας πτηνών (αριθ. 82, 83, 85 και 86) είναι ένας μεγάλος αριθμός ενδημικών ή/και αποδημητικών πτηνών.
12. Στις 15 Φεβρουαρίου 1999 η κατά τόπον αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, Storstrøms Amt (κομητεία Storstrøm), χορήγησε άδεια για τη μετακίνηση του ιχθυοτροφείου στη σημερινή του τοποθεσία.
13. Στις 27 Οκτωβρίου 2006 η κομητεία Storstrøm χορήγησε στο ιχθυοτροφείο αναθεωρημένη άδεια η οποία του επέτρεψε να αυξήσει τις εκπομπές αζώτου κατά 0,87 τόνους, από 15,6 τόνους σε 16,47 τόνους, και να χρησιμοποιεί και να εκπέμπει χαλκό και τρία είδη αντιβιοτικών. Η κομητεία Storstrøm είχε πραγματοποιήσει έλεγχο της αναγκαιότητας εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (EΠΕ) και βάσει αυτού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αυξημένες εκπομπές αζώτου δεν θα είχαν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις στον παρακείμενο τόπο Natura 2000 αριθ. 173 και ότι το σχέδιο δεν απαιτούσε συνεπώς την πραγματοποίηση ΕΠΕ. Η κομητεία Storstrøm δεν επικαλέστηκε τους κανόνες σχετικά με τις διεθνώς προστατευόμενες φυσικές περιοχές.
14. Κατά της απόφασης ασκήθηκε προσφυγή ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών το οποίο ήταν αρμόδιο εκείνο το χρονικό διάστημα, δηλαδή του Naturklagenævnet (συμβουλίου προσφυγών για τα θέματα που αφορούν την προστασία της φύσης), σε σχέση με τις επιπτώσεις σε έναν τόπο Natura 2000. Το εν λόγω συμβούλιο επικύρωσε την απόφαση της κομητείας Storstrøm. Το συμβούλιο αυτό έκρινε ότι οι πλημμέλειες της απόφασης που αφορούσε τον έλεγχο της αναγκαιότητας υποβολής σε ΕΠΕ δεν ήταν τόσο ουσιώδεις ώστε να ακυρωθεί η απόφαση.
15. Σύμφωνα με την απόφαση της κομητείας Storstrøm της 27ης Οκτωβρίου 2006, η οποία εν συνεχεία επικυρώθηκε, το αργότερο έως τις 15 Μαρτίου 2014 έπρεπε να υποβληθεί στην εποπτική αρχή αίτηση για τη χορήγηση άδειας.
16. Ως εκ τούτου, η AquaPri υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση περιβαλλοντικής άδειας και η κεντρική περιβαλλοντική αρχή Miljøstyrelse εξέδωσε απόφαση στις 16 Δεκεμβρίου 2014 για τη χορήγηση περιβαλλοντικής άδειας στο ιχθυοτροφείο Onsevig. Σύμφωνα με την τεχνική περιβαλλοντική εκτίμηση που περιλαμβάνεται στην απόφαση, κρίθηκε ότι το ιχθυοτροφείο δεν είναι δυνατόν, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, να επηρεάσει σημαντικά τον τόπο Natura 2000 αριθ. 173. Προκειμένου να καταλήξει στην απόφαση αυτή, η εποπτική αρχή επικαλέστηκε, μεταξύ άλλων, τη χορήγηση της από 27 Οκτωβρίου 2006 άδειας από την κομητεία Storstrøm και το γεγονός ότι δεν προσκομίσθηκε μεταγενέστερα καμία πληροφορία που να αποδεικνύει ότι το ιχθυοτροφείο είχε επηρεάσει τον τόπο Natura 2000.
17. Κατά της από 16 Δεκεμβρίου 2014 απόφασης περί χορήγησης περιβαλλοντικής άδειας ασκήθηκε προσφυγή από οργάνωση για την προστασία του περιβάλλοντος ενώπιον του Miljø- og Fødevareklagenævnet (συμβουλίου προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα, Δανία), το οποίο ακύρωσε τη χορήγηση περιβαλλοντικής άδειας με απόφαση της 13ης Μαρτίου 2018. Με την απόφασή του, το εν λόγω συμβούλιο έκρινε ότι πριν από τη χορήγηση περιβαλλοντικής άδειας στο ιχθυοτροφείο Onsevig, με την οποία καθίσταται δυνατή η συνέχιση της λειτουργίας του ιχθυοτροφείου χωρίς προηγούμενη εκτίμηση των επιπτώσεων της συνολικής δραστηριότητας στον οικότοπο, θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί τέτοια εκτίμηση. Προς στήριξη του συμπεράσματος αυτού, το συμβούλιο προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα επισήμανε ότι δεν είχε προηγουμένως πραγματοποιηθεί εκτίμηση των επιπτώσεων στον οικότοπο από τη συνολική δραστηριότητα όλων των ιχθυοτροφείων της περιοχής σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δανίας για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων. Στην προκειμένη περίπτωση, το συμβούλιο προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα έκρινε ότι το φορτίο των θρεπτικών ουσιών που προέρχεται από το ιχθυοτροφείο είναι δυνατόν, από κοινού με άλλα σχέδια, να επηρεάσει σημαντικά τους τόπους Natura 2000 αριθ. 173, 170 και 162 και ότι, συνεπώς, δεν μπορεί να αποκλεισθεί εκ των προτέρων ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στους οικοτόπους βάσει των οποίων επιλέχθηκε ο οικείος τόπος.
18. Η προσφυγή της AquaPri κατά της αποφάσεως της 13ης Μαρτίου 2018 εκκρεμεί πλέον ενώπιον του Østre Landsret (εφετείου της ανατολικής περιφέρειας, Δανία). Το εθνικό δικαστήριο υποβάλλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:
1) Έχει το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση, όπως η επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση, στην οποία απαιτείται άδεια για τη συνέχιση της λειτουργίας υφιστάμενου ιχθυοτροφείου, όταν η δραστηριότητα του ιχθυοτροφείου και η εκπομπή αζώτου και άλλων στοιχείων παραμένουν αμετάβλητες σε σχέση με τη δραστηριότητα και τις εκπομπές που επιτρέπονταν το 2006, πλην όμως δεν εκτιμήθηκαν η συνολική δραστηριότητα και οι σωρευτικές επιπτώσεις του συνόλου των ιχθυοτροφείων στην περιοχή στο πλαίσιο της προηγούμενης διαδικασίας χορήγησης άδειας στο ιχθυοτροφείο, δεδομένου ότι οι αρμόδιες αρχές εκτίμησαν μόνον τις συνολικές πρόσθετες εκπομπές αζώτου και άλλων στοιχείων από το οικείο ιχθυοτροφείο;
2) Έχει σημασία, προκειμένου να δοθεί απάντηση στο πρώτο ερώτημα, το γεγονός ότι το εθνικό σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη των ιχθυοτροφείων στην περιοχή καθόσον προβλέπει μια συγκεκριμένη ποσότητα αζώτου, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα υφιστάμενα ιχθυοτροφεία στην περιοχή μπορούν να χρησιμοποιούν τις άδειες εκπομπών που κατέχουν και ότι η πραγματική ποσότητα εκπομπών που προέρχεται από τα ιχθυοτροφεία παραμένει εντός των καθορισθέντων ορίων;
3) Αν, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση, πρέπει να διενεργηθεί εκτίμηση βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, απαιτείται η αρμόδια αρχή να λάβει υπόψη, για την εκτίμηση αυτή, τα όρια εκπομπών αζώτου που προβλέπονται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 και οποιαδήποτε άλλη συναφή πληροφορία και εκτίμηση ενδέχεται να απορρέει από το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού ή το σχέδιο Natura 2000 για την περιοχή;
19. Η AquaPri A/S, το Miljø- og Fødevareklagenævn (συμβούλιο προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις και τις ανέπτυξαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 24ης Μαρτίου 2022.
IV. Ανάλυση
20. Στο επίκεντρο της υπό κρίση υποθέσεως βρίσκεται το ζήτημα σε ποιον βαθμό εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων που αφορά την εκτίμηση των επιπτώσεων (βλ. σχετικά υπό Α) στην περίπτωση της άδειας για την αμετάβλητη συνέχιση της λειτουργίας μιας εγκαταστάσεως. Για την περίπτωση που η εν λόγω διάταξη τυγχάνει εφαρμογής, το αιτούν δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί ποια σημασία προσδίδεται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού και στο σχέδιο Natura 2000 για την επίμαχη ζώνη διατήρησης. Αφενός, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν οι εκπομπές αζώτου που καθορίζονται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού έχουν σημασία για τον προκαταρκτικό έλεγχο σχετικά με την αναγκαιότητα εκτίμησης των επιπτώσεων (βλ. σχετικά υπό Β) και, αφετέρου, η σημασία των δύο εγγράφων για την ίδια την εκτίμηση των επιπτώσεων (βλ. σχετικά υπό Γ).
Α. Πρώτο προδικαστικό ερώτημα – Εκτίμηση των επιπτώσεων στο πλαίσιο της έκδοσης νέας άδειας για ένα σχέδιο
21. Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα ζητείται να διευκρινιστεί αν, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, για την έκδοση νέας άδειας για ένα σχέδιο απαιτείται εκτίμηση των επιπτώσεών του στον οικείο τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του, οσάκις οι επιπτώσεις του σχεδίου παραμένουν αμετάβλητες, πλην όμως δεν είχαν εκτιμηθεί πλήρως στο πλαίσιο της χορήγησης της προηγούμενης άδειας ούτε είχαν ληφθεί υπόψη οι σωρευτικές επιπτώσεις που το σχέδιο αυτό έχει από κοινού με άλλα σχέδια.
22. Το ερώτημα αυτό τίθεται ιδίως σε συνάρτηση με ιχθυοτροφείο, ευρισκόμενο στη θαλάσσια περιοχή πλησίον της δανικής νήσου Småland, στην οποία το 2006 χορηγήθηκε άδεια για αύξηση των εκπομπών αζώτου, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι προηγουμένως εγκριθείσες εκπομπές αζώτου για το συγκεκριμένο ιχθυοτροφείο ή οι αποθέσεις αζώτου από άλλες πηγές. Οι μετέχοντες στη διαδικασία συμφωνούν ότι η εκτίμηση που πραγματοποιήθηκε το 2006 δεν πληρούσε τις απαιτήσεις του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, δεδομένου ότι κατά την εν λόγω διάταξη πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι σωρευτικές επιπτώσεις του εκάστοτε σχεδίου. Ωστόσο, η παρούσα διαδικασία δεν αφορά τη νομιμότητα της αποφάσεως του 2006 που έχει ήδη καταστεί απρόσβλητη.
23. Προκειμένου να απαντήσω στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, θα εξηγήσω καταρχάς ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων δεν επιβάλλει υποχρέωση διεξαγωγής (νέας) εκτίμησης των επιπτώσεων σε περίπτωση που η προηγούμενη άδεια δεν πληροί τις απαιτήσεις της διάταξης αυτής (δεύτερο σκέλος του πρώτου ερωτήματος, βλ. σχετικά υπό 1). Ωστόσο, θα καταδείξω στη συνέχεια ότι για την έκδοση νέας άδειας για ένα σχέδιο που προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο απαιτείται και η πραγματοποίηση νέας εκτίμησης των επιπτώσεων (πρώτο σκέλος του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος, βλ. σχετικά υπό 2).
1. Συνέπειες παρελθοντικών σφαλμάτων κατά τη χορήγηση άδειας για ένα σχέδιο
24. Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, κάθε σχέδιο το οποίο είναι, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, δυνατόν να επηρεάσει σημαντικά ορισμένη ζώνη διατήρησης κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, υπόκειται σε (κατάλληλη) (7) εκτίμηση των επιπτώσεών του στη ζώνη, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής της.
25. Το γεγονός ότι ένα σχέδιο υλοποιείται εκτός ζώνης Natura 2000 δεν συνεπάγεται απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης των απαιτήσεων του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων (8).
26. Η εκτίμηση αυτή αποτελεί προαπαιτούμενο για την έγκριση του σχεδίου. Διότι, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων του άρθρου 6, παράγραφος 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται.
27. Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων προβλέπει, συνεπώς, μια διαδικασία εκτίμησης η οποία σκοπεί να εξασφαλίσει, βάσει ελέγχου που διεξάγεται εκ των προτέρων, ότι άδεια για σχέδια ή έργα που ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά τον οικείο τόπο θα χορηγείται μόνον εφόσον τα εν λόγω σχέδια ή έργα δεν παραβλάπτουν την ακεραιότητα του τόπου αυτού (9).
28. Αντιθέτως, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων δεν περιέχει καμία διάταξη που να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να πραγματοποιούν εκ νέου τον έλεγχο αυτόν για σχέδια για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια, αν η αρχική εκτίμηση ήταν πλημμελής (10). Συνεπώς, για τη συνέχιση της δραστηριότητας υπό πανομοιότυπες συνθήκες εκτέλεσης δεν επιβάλλεται, καταρχάς, νέα εκτίμηση (11).
29. Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνονται αποδεκτές τέτοιου είδους πλημμέλειες και ενδεχόμενες επιπτώσεις σε ζώνες διατήρησης. Αν, ακολούθως, ένα σχέδιο για το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια αποδεικνύεται ικανό να επηρεάσει την ακεραιότητα της ζώνης διατήρησης αυτής καθεαυτήν, καθόσον θα επιφέρει υποβάθμιση ή σημαντικές ενοχλήσεις, η απαγόρευση υποβαθμίσεως του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων καθιστά δυνατή την επιδίωξη του ουσιώδους σκοπού της διατήρησης και της προστασίας της ποιότητας του περιβάλλοντος, περιλαμβανομένης της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, όπως τονίζεται στην πρώτη αιτιολογική σκέψη της ίδιας οδηγίας (12). Μια δραστηριότητα είναι σύμφωνη με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων μόνον εφόσον διασφαλίζεται ότι δεν συνεπάγεται καμία ενόχληση ικανή να θίξει σημαντικά τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας, ιδίως δε τους στόχους διατήρησης που αυτή επιδιώκει. Η ύπαρξη ακόμη και πιθανότητας ή κινδύνου πρόκλησης σημαντικών ενοχλήσεων από δραστηριότητα επί ζώνης διατήρησης μπορεί να συνιστά παράβαση της εν λόγω διάταξης (13).
30. Ως εκ τούτου, η AquaPri ορθώς τονίζει ότι η υποχρέωση επανελέγχου της άδειάς της δεν απορρέει απευθείας από το άρθρο 6, παράγραφος 3, αλλά από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων. Ανάλογα με το κατά πόσον το εθνικό δίκαιο προβλέπει καθεστώς αυστηρής προστασίας για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, η αρχή της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης όσον αφορά τη διατήρηση προηγουμένως χορηγηθείσας άδειας θα μπορούσε να ασκεί επιρροή, ιδίως σε σχέση με την κατά παρέκκλιση διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 4, της ανωτέρω οδηγίας (14). Κατά συνέπεια, οι εν λόγω πτυχές θα μπορούσαν να θεμελιώσουν και αξιώσεις αποζημίωσης εκ μέρους της AquaPri σε περίπτωση διεξαγωγής (νέας) εκτίμησης των επιπτώσεων.
31. Ωστόσο, η επίδικη απόφαση του συμβουλίου προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα δεν σκοπεί στην εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων αλλά στην εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 3, της ίδιας οδηγίας. Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω διάταξη δεν επιβάλλει τη διενέργεια νέας εκτίμησης των επιπτώσεων μιας δραστηριότητας, αν οι επιπτώσεις αυτές δεν είχαν εκτιμηθεί πλήρως στο πλαίσιο της χορήγησης της προηγούμενης ισχύουσας άδειας ούτε λήφθηκαν υπόψη οι σωρευτικές επιπτώσεις που το σχέδιο αυτό έχει από κοινού με άλλα σχέδια.
2. Νέα άδεια κατά το δανικό δίκαιο
32. Εντούτοις, μπορεί επίσης να συναχθεί από τα ανωτέρω ότι, σε περίπτωση που κατά το εθνικό δίκαιο απαιτείται νέα άδεια για τέτοιου είδους σχέδια, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων δεν απαιτεί εκτίμηση των επιπτώσεων του σχεδίου στην επίμαχη περιοχή, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής της, οσάκις οι επιπτώσεις του σχεδίου παραμένουν αμετάβλητες; Αυτό είναι το αντικείμενο του πρώτου σκέλους του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος.
33. Όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, για τη συνέχιση δραστηριότητας υπό πανομοιότυπες συνθήκες δεν απαιτείται νέα εκτίμηση των επιπτώσεων και, ως εκ τούτου, ούτε χορήγηση νέας άδειας για τη δραστηριότητα αυτή.
34. Αν, ωστόσο, από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους προβλέπεται χορήγηση νέας άδειας, η άδεια αυτή μπορεί να περιλαμβάνει συμφωνία των αρμόδιων εθνικών αρχών για το εν λόγω σχέδιο κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων. Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν τη σύμφωνη γνώμη μόνον εάν διαπιστώσουν, λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο, ότι το σχέδιο δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου.
α) Χορήγηση άδειας για ένα σχέδιο;
35. Εντούτοις, η συμφωνία των αρχών κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων προϋποθέτει ότι η έγκριση αφορά ορισμένο σχέδιο.
36. Είναι μεν γεγονός ότι η οδηγία περί οικοτόπων δεν ορίζει την έννοια του «σχεδίου» (Projekt), πλην όμως το Δικαστήριο έχει κρίνει, καταρχάς, ότι η έννοια του «έργου» (Projekt), υπό το φως του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΕΠΕ, είναι κρίσιμη για την οριοθέτηση της αντίστοιχης έννοιας κατά την οδηγία περί οικοτόπων (15). Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ως έργο νοείται η υλοποίηση κατασκευαστικών ή άλλων εγκαταστάσεων ή τεχνικών κατασκευών, καθώς και άλλες επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ή το τοπίο, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι επεμβάσεις που αφορούν την εκμετάλλευση των πόρων του εδάφους.
37. Δεδομένου δε ότι το ιχθυοτροφείο αναμένεται να συνεχίσει να λειτουργεί ως έχει, αντικείμενο της άδειας δεν είναι η κατασκευή της εγκατάστασης. Εντούτοις, δεν αποκλείεται η επιπρόσθετη εναπόθεση αζώτου, η οποία συνδέεται ήδη με την αμετάβλητη συνέχιση της λειτουργίας του ιχθυοτροφείου, να θεωρηθεί στο μέλλον ως επέμβαση στο φυσικό περιβάλλον ζώνης διατήρησης, σύμφωνα με τον ορισμό της έννοιας του «έργου» κατά την οδηγία ΕΠΕ (16).
38. Όμως, ακόμη και αν η μελλοντική επιπρόσθετη εναπόθεση αζώτου δεν θεωρηθεί ως «επέμβαση» κατά την έννοια της οδηγίας ΕΠΕ, τούτο δεν αποκλείει την ύπαρξη σχεδίου κατά την έννοια της οδηγίας περί οικοτόπων, δεδομένου ότι η έννοια του «έργου» κατά την οδηγία ΕΠΕ είναι περισσότερο περιοριστική από τον ορισμό του «σχεδίου» κατά την οδηγία περί οικοτόπων (17). Σημασία για την εφαρμογή της οδηγίας περί οικοτόπων έχει, ιδίως, αν η επίμαχη δραστηριότητα είναι ικανή να επηρεάσει σημαντικά την ακεραιότητα μιας ζώνης διατήρησης (18).
39. Τούτο δεν δύναται να αποκλειστεί εκ των προτέρων όσον αφορά δραστηριότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επιπρόσθετη εναπόθεση αζώτου σε προστατευόμενους οικοτόπους (19), γεγονός που αποτέλεσε εξάλλου προδήλως το σημείο εκκίνησης της επίδικης αποφάσεως του συμβουλίου προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα.
40. Ωστόσο, η AquaPri επικαλείται την απόφαση Stadt Papenburg, κατά την οποία ορισμένες δραστηριότητες μπορούν να θεωρηθούν ως ενιαία πράξη, λόγω ιδίως του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, της φύσης τους ή των όρων εκτέλεσής τους, καθώς και ως ενιαίο σχέδιο κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, χωρίς να απαιτείται να διεξαχθεί νέα διαδικασία εκτίμησης βάσει της διατάξεως αυτής (20). Η εν λόγω νομολογία αφορά επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες, για τις οποίες χορηγήθηκε εφάπαξ άδεια για το μέλλον βάσει του εθνικού δικαίου. Η απόφαση Stadt Papenburg αφορούσε τη χορήγηση άδειας για την πραγματοποίηση τακτικών αναγκαίων εργασιών βυθοκόρησης σε ποταμό, προκειμένου να διευκολύνεται η πλεύση πλοίων με ορισμένο βύθισμα (21).
41. Όπως άλλωστε επισήμαναν η Επιτροπή και το συμβούλιο προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα, δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση εν προκειμένω, καθόσον η άδεια της 27ης Οκτωβρίου 2006 για τη συνέχιση της λειτουργίας του ιχθυοτροφείου δεν χορηγήθηκε με αόριστη χρονική ισχύ. Αντιθέτως, στο σώμα της εν λόγω άδειας υπογραμμιζόταν η ανάγκη εκδόσεως νέας.
β) Σημασία της άδειας κατά το άρθρο 33 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος
42. Συνεπώς, η απάντηση στο πρώτο σκέλος του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος εξαρτάται από το αν η διαλαμβανόμενη στην απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2006 απαίτηση υποβολής αιτήσεως στην εποπτική αρχή για τη χορήγηση άδειας βάσει του άρθρου 33 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος το αργότερο έως τις 15 Μαρτίου 2014 ισοδυναμεί με εκ νέου συμφωνία των αρχών κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων. Στην περίπτωση αυτή, προϋπόθεση για τη νέα συμφωνία για ένα σχέδιο θα ήταν η διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων (22).
43. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει, καταρχάς, να διευκρινιστεί ότι, σύμφωνα με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η εν λόγω απαίτηση δεν συνιστά επιβάρυνση επιβαλλόμενη από την αρμόδια για την έγκριση αρχή, αλλά απλή αναφορά σε υποχρέωση που απορρέει απευθείας από τη δανική νομοθεσία (23).
44. Το περιεχόμενο των εν λόγω διατάξεων της δανικής νομοθεσίας μπορεί να αξιολογηθεί κατά τρόπο δεσμευτικό μόνο από τα εθνικά δικαστήρια, δεδομένου ότι πρόκειται περί ζητήματος εθνικού δικαίου. Εντούτοις, το Δικαστήριο μπορεί να παράσχει στο αιτούν δικαστήριο κατευθυντήριες γραμμές σε σχέση με τα χαρακτηριστικά που πρέπει να συγκεντρώνει η ανάγκη για χορήγηση νέας άδειας, προκειμένου το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων να έχει εφαρμογή.
45. Αν η ζητηθείσα άδεια αποτελεί απλώς τυπικό στοιχείο, όπως ισχυρίζεται η AquaPri, δεν πρόκειται για «συμφωνία» κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων. Τούτο θα συνέβαινε, επί παραδείγματι, αν, βάσει των αδειών που χορηγήθηκαν κατά τα έτη 1999 και 2006, η χορήγηση της άδειας ήταν υποχρεωτική.
46. Αν, αντιθέτως, με την προβλεπόμενη στο εθνικό δίκαιο νέα άδεια πράγματι λαμβάνεται απόφαση για τη συνέχιση της δραστηριότητας, η νέα άδεια έχει την έννοια της συμφωνίας του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, η οποία προϋποθέτει τη διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων. Τούτο διότι, στην περίπτωση αυτή, στο πλαίσιο της νέας άδειας θα κριθεί κατά πόσον ο οικείος τόπος θα εξακολουθήσει να υφίσταται τις επιπτώσεις της δραστηριότητας ή αν αυτές θα παύσουν.
47. Είναι γεγονός ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία της άδειας που χορηγείται βάσει του άρθρου 33 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος. Ωστόσο, σύμφωνα με το συμβούλιο προσφυγών για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τα τρόφιμα, για την έκδοση της εν λόγω άδειας απαιτείται πλήρης έλεγχος των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν για τη χορήγησή της. Φαίνεται, συνεπώς, ότι πρόκειται για την άδεια που προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας ΕΠΕ, η οποία πρέπει να βασίζεται στην πλήρη εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του οικείου έργου (24), εφόσον για το έργο αυτό απαιτείται τέτοια εκτίμηση. Εκ πρώτης όψεως, η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνει ειδικότερα τις διατάξεις της δανικής νομοθεσίας περί μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων (25).
48. Φαίνεται, επομένως, ότι η άδεια που χορηγείται κατά το άρθρο 33 του νόμου για την προστασία του περιβάλλοντος πρέπει να θεωρηθεί ότι συνιστά συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων και ότι, ως εκ τούτου, προϋποθέτει τη διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο.
γ) Ασφάλεια δικαίου και προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης
49. Οι ανωτέρω σκέψεις δεν αναιρούνται ούτε από την αρχή της ασφάλειας δικαίου και την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Και τούτο διότι, αν για τη συνέχιση της λειτουργίας της εγκατάστασης απαιτείται από το εθνικό δίκαιο η έκδοση νέας άδειας, ο δικαιούχος της ισχύουσας άδειας δεν μπορεί να βασίζεται στο ότι το περιεχόμενο της αρχικής άδειας θα επαναληφθεί αυτούσιο και στη νέα.
50. Επομένως, το κράτος μέλος μπορεί να αποκλείσει την ύπαρξη δικαιολογημένης εμπιστοσύνης όσον αφορά τη διατήρηση σε ισχύ χορηγηθείσας άδειας, με το να προβλέπει ρητά, όπως μάλλον συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση, ήδη κατά τον χρόνο εκδόσεως της πρώτης άδειας, τη διενέργεια επανελέγχου σε μεταγενέστερο χρόνο.
51. Επικουρικώς επισημαίνεται ότι, αν εφαρμοστεί τέτοιος νομοθετικός κανόνας, τυχόν δικαιώματα αποζημιώσεως του δικαιούχου της άδειας που χορηγήθηκε κατόπιν επανελέγχου, τα οποία προσδοκά η AquaPri αν εφαρμοστεί το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ερείδονται στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
δ) Απάντηση επί του πρώτου σκέλους του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος
52. Κατόπιν των ανωτέρω, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πρώτο σκέλος του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος είναι ότι η προβλεπόμενη στο εθνικό δίκαιο νέα άδεια για δραστηριότητα που συνεχίζεται ως έχει πρέπει να θεωρείται ως παροχή συμφωνίας κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, η οποία προϋποθέτει τη διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων, εφόσον με την εν λόγω άδεια λαμβάνεται πράγματι απόφαση για τη συνέχιση της δραστηριότητας.
Β. Δεύτερο προδικαστικό ερώτημα – Το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 στο πλαίσιο του προκαταρκτικού ελέγχου
53. Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα ζητείται να διευκρινιστεί κατά πόσον οι απαιτήσεις του δανικού σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 σχετικά με τις επιτρεπόμενες τιμές εκπομπών αζώτου από ιχθυοτροφεία είναι σχετικές στο πλαίσιο του προκαταρκτικού ελέγχου ως προς τo αν πρέπει να διενεργηθεί πλήρης εκτίμηση των επιπτώσεων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων.
54. Προκειμένου να απαντήσω στο ερώτημα αυτό, θα δεχθώ ότι, κατά το δανικό δίκαιο, το εν λόγω σχέδιο έχει ενδεχομένως σημασία για τη νομιμότητα της επίδικης αποφάσεως στην κύρια δίκη, μολονότι, ως φαίνεται, εκδόθηκε το 2014, ήτοι μετά την έκδοση της νέας άδειας για το ιχθυοτροφείο.
55. Ως εκ τούτου, καταρχάς θα αναλύσω τα κριτήρια με βάση τα οποία πρέπει να διενεργείται ο προαναφερθείς προκαταρκτικός έλεγχος και στη συνέχεια θα αναλύσω διεξοδικά τη σημασία που προσλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτό η άδεια που εκδόθηκε το 2006 και το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021.
1. Η αναγκαιότητα εκτίμησης των επιπτώσεων
56. Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, είναι αναγκαία η δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων στους σκοπούς διατήρησης της οικείας ζώνης, οσάκις το σχέδιο είναι δυνατόν, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, να επηρεάσει σημαντικά ορισμένη ζώνη διατήρησης κατά την έννοια της οδηγίας αυτής.
57. Συνεπώς, υποχρέωση εκτίμησης προκύπτει οσάκις είναι πιθανό ή υπάρχει κίνδυνος το σχέδιο ή το έργο να παραβλάψει σημαντικά την ακεραιότητα του οικείου τόπου (26). Λαμβανομένης, ιδίως, υπόψη της αρχής της προλήψεως, η οποία αποτελεί ένα από τα θεμέλια της πολιτικής υψηλού επιπέδου προστασίας που ακολουθεί η Ένωση στον τομέα του περιβάλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 191, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, και υπό το πρίσμα της οποίας πρέπει να ερμηνευθεί η οδηγία περί οικοτόπων, τέτοιου είδους κίνδυνος υφίσταται εφόσον δεν μπορεί να αποκλειστεί βάσει αντικειμενικών στοιχείων ότι το συγκεκριμένο σχέδιο θα επηρεάσει τον οικείο τόπο κατά τρόπο σημαντικό (27). Η εκτίμηση του κινδύνου πρέπει να καθορίζεται, ιδίως, υπό το πρίσμα των ειδικών χαρακτηριστικών και προϋποθέσεων του τόπου τον οποίο αφορά το σχέδιο (28).
58. Αν μετά τη διενέργεια του προκαταρκτικού ελέγχου καταλείπονται αμφιβολίες ως προς την απουσία σημαντικών επιπτώσεων, επιβάλλεται να ακολουθήσει η πλήρης εκτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων (29).
2. Η άδεια που εκδόθηκε το 2006
59. Οι πλημμέλειες που παρατηρήθηκαν σε σχέση με τον προκαταρκτικό έλεγχο που διενεργήθηκε στο πλαίσιο εκδόσεως της άδειας το 2006 είναι ενδεικτικές για την εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου.
60. Ο προκαταρκτικός έλεγχος της αμετάβλητης συνέχισης λειτουργίας του ιχθυοτροφείου θα μπορούσε, καταρχήν, να συνιστά αντικειμενικό γεγονός, δυνάμενο να αποκλείσει την επιβάρυνση του οικείου τόπου (30). Και τούτο διότι ο εν λόγω έλεγχος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εγκατάσταση δεν θα επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στις ζώνες διατήρησης.
61. Η κατ’ αυτή την έννοια πραγματοποίηση προγενέστερης εκτίμησης είναι ασφαλώς εύλογη, ωστόσο προϋποθέτει ότι στο πλαίσιο αυτής είχαν αξιολογηθεί πλήρως και ορθώς οι κρίσιμες, κατά τον χρόνο εκδόσεως της μεταγενέστερης αποφάσεως, παράμετροι. Αν, όμως, κατά τον χρόνο εκδόσεως της μεταγενέστερης άδειας αποδειχθεί ότι η προγενέστερη εκτίμηση ήταν πλημμελής, δεν δύναται να αποκλειστεί βάσει αυτής το ότι το επίμαχο σχέδιο ή το επίμαχο έργο θα επηρεάσει σημαντικά τον οικείο τόπο.
62. Στην υπό κρίση υπόθεση, το πρώτο ερώτημα που διαλαμβάνεται στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στηρίζεται στην παραδοχή ότι, στο πλαίσιο του ελέγχου που είχε προηγηθεί το 2006, δεν είχε πραγματοποιηθεί εκτίμηση της συνολικής δραστηριότητας του ιχθυοτροφείου και των σωρευτικών επιπτώσεων όλων των ιχθυοτροφείων στην περιοχή, καθόσον οι αρμόδιες περιβαλλοντικές αρχές πραγματοποίησαν αποκλειστικά εκτίμηση των ζητηθεισών πρόσθετων εκπομπών αζώτου και άλλων στοιχείων από το οικείο ιχθυοτροφείο. Όμως, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, κρίσιμο είναι το ζήτημα κατά πόσον το σχέδιο θα ήταν δυνατόν, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, να επηρεάσει σημαντικά μια ζώνη διατήρησης. Συνεπώς, θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι σωρευτικές επιπτώσεις όλων των πηγών αζώτου που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσουν σημαντικά τις ζώνες διατήρησης.
63. Περαιτέρω, στο πλαίσιο της εκδόσεως νέας άδειας, θα έπρεπε να συνεκτιμηθούν και όλες οι πηγές αζώτου που έχουν προστεθεί εν τω μεταξύ.
64. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ο προκαταρκτικός έλεγχος που είχε διενεργηθεί το 2006 ήταν πλημμελής και μη δυνάμενος να αποκλείσει ότι το επίμαχο ιχθυοτροφείο, σε συνδυασμό με τις λοιπές πηγές εναπόθεσης αζώτου, θα επηρεάσει σημαντικά τον οικείο τόπο.
3. Το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021
65. Το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 μπορεί επίσης να συνιστά αντικειμενικό γεγονός, το οποίο καθιστά περιττή τη διενέργεια χωριστής εκτίμησης των επιπτώσεων που λαμβάνονται υπόψη στο σχέδιο.
66. Μάλιστα, σε σχέση ιδίως με τις αποθέσεις αζώτου από διάφορες πηγές, το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι μια εκ των προτέρων διεξαχθείσα συνολική εκτίμηση των επιπτώσεων καθιστά δυνατή την εξέταση των πιθανών σωρευτικών επιπτώσεων των διαφόρων αποθέσεων αζώτου στους οικείους τόπους (31). Εντούτοις, εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να προβαίνουν σε εμπεριστατωμένη και πλήρη εξέταση της επιστημονικής αρτιότητας της «δέουσας εκτίμησης» κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, η οποία συνοδεύει την προγραμματική αντιμετώπιση και τις διάφορες λεπτομέρειες εφαρμογής της (32).
67. Όμως, ακόμη και στο πλαίσιο τέτοιας συνολικής εκτίμησης πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο να μπορούν οι επιπτώσεις που λαμβάνονται υπόψη σε αυτήν να επηρεάσουν σημαντικά τον επίμαχο τόπο, με συνέπεια την απαλλαγή από την εξατομικευμένη εκτίμηση των εν λόγω σχεδίων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων (33).
68. Ως εκ τούτου, ένα έγγραφο όπως το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021, με το οποίο καθορίζονται οι επιτρεπόμενες εκπομπές αζώτου από ιχθυοτροφεία, πρέπει να διασφαλίζει ότι, από επιστημονική άποψη, οι αποθέσεις αζώτου που προέρχονται από τις εν λόγω εκπομπές σε συνδυασμό με τις αποθέσεις αζώτου από άλλες πηγές στους οικοτόπους δεν θα φθάνουν σε επίπεδα ικανά να επηρεάσουν τους στόχους διατήρησης των οικείων τόπων.
69. Στο πλαίσιο αυτό δεν αρκεί να λαμβάνονται υπόψη ομοειδείς πηγές, όπως εν προκειμένω άλλα ιχθυοτροφεία. Αντιθέτως, πρέπει να συνεκτιμάται η συνολική επιβάρυνση που δέχεται κάθε μεμονωμένη ζώνη διατήρησης από όλες τις πηγές αζώτου, όπως από αγροτικές καλλιέργειες, από λύματα ή από την κυκλοφορία οχημάτων (34). Τούτο διότι, από τη φύση της, η επιβάρυνση των διαφόρων τύπων οικοτόπων με άζωτο εξαρτάται από τη συνολική επιβάρυνση (35).
70. Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, στο στάδιο καθορισμού των επιτρεπόμενων ορίων εκπομπών αζώτου, δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις μέτρων που θα ληφθούν στο μέλλον με σκοπό τη μείωση των αποθέσεων αζώτου στις ζώνες διατήρησης (36).
71. Σύμφωνα με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η έγκριση του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 στηρίχθηκε σε προηγούμενη εκτίμηση των επιπτώσεων βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων. Τούτο αποτελεί, ασφαλώς, ένδειξη ότι το σχέδιο πληροί τις απαιτήσεις που προαναφέρθηκαν, εντούτοις το αιτούν δικαστήριο θα έπρεπε να εξετάσει επίσης το κατά πόσον η εκτίμηση αυτή αποκλείει πράγματι τον κίνδυνο να επηρεασθούν οι ζώνες διατήρησης από τις επιτρεπόμενες εκπομπές αζώτου.
72. Περαιτέρω, αμφιβολίες προκύπτουν και από το ότι η ποσότητα των επιτρεπόμενων εκπομπών αζώτου φέρεται να είναι προϊόν πολιτικού συμβιβασμού και να έχει καθορισθεί με σκοπό τη διευκόλυνση της συνέχισης της λειτουργίας των υφιστάμενων ιχθυοτροφείων (37). Τούτο δίδει την εντύπωση ότι με τον καθορισμό των ορίων δεν επιδιώκεται η αποτροπή της σημαντικής επιβάρυνσης των ζωνών διατήρησης.
73. Εν τέλει, όμως, η εκτίμηση της επιστημονικής αρτιότητας του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια.
74. Ανάλογα με το συμπέρασμα που θα προκύψει από την ανωτέρω εκτίμηση, το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 μπορεί, αφενός, να αποκλείσει κάθε αμφιβολία ως προς τη σοβαρή βλάβη που ενδέχεται να προκαλέσουν στις ζώνες διατήρησης οι εκπομπές αζώτου της επίμαχης εγκατάστασης. Στην περίπτωση αυτή παρέλκει η εκτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων, τουλάχιστον όσον αφορά τις εν λόγω εκπομπές.
75. Αφετέρου, αν το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 δεν δύναται να άρει τις εν λόγω αμφιβολίες, π.χ. λόγω ελλιπούς επιστημονικού ερείσματος, αποκλείεται η απαλλαγή από την εξατομικευμένη εκτίμηση των σχεδίων που εμπίπτουν στο άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί οικοτόπων.
76. Επομένως, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο καθορισμός του επιπέδου των επιτρεπόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού μπορεί να είναι κρίσιμος κατά τον προκαταρκτικό έλεγχο περί της αναγκαιότητας εκτίμησης των επιπτώσεων των εν λόγω δραστηριοτήτων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων, αν ο καθορισμός αυτός αίρει κάθε αμφιβολία ως προς το ότι οι επιπτώσεις των επίμαχων δραστηριοτήτων που καλύπτονται από το εν λόγω σχέδιο μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τον επίμαχο τόπο.
Γ. Τρίτο προδικαστικό ερώτημα – Το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 και το σχέδιο Natura 2000 στο πλαίσιο της εκτίμησης των επιπτώσεων
77. Το τρίτο προδικαστικό ερώτημα αφορά τη συνεκτίμηση του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 και του σχεδίου Natura 2000 για την επίμαχη ζώνη διατήρησης στο πλαίσιο εκτίμησης των επιπτώσεων, η οποία καθίσταται αναγκαία σε περίπτωση που στο πλαίσιο του προκαταρκτικού ελέγχου δεν κατέστη δυνατή η άρση κάθε αμφιβολίας σχετικά με τις σημαντικές επιπτώσεις σε ζώνες διατήρησης.
78. Τέτοια εκτίμηση των επιπτώσεων πρέπει, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει πλήρη, ακριβή και οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις, ώστε να αίρεται κάθε εύλογη αμφιβολία, από επιστημονικής απόψεως, όσον αφορά τις επιπτώσεις που το σχέδιο θα μπορούσε να έχει στην οικεία ζώνη διατήρησης (38).
79. Αν το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 διαλάμβανε τέτοιου είδους συμπεράσματα, σύμφωνα με τις σκέψεις που εκτέθηκαν επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος, κατά πάσα πιθανότητα παρέλκει η διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων, τουλάχιστον όσον αφορά την πιθανή επιβάρυνση λόγω αποθέσεως αζώτου.
80. Αν, αντιθέτως, η εκτίμηση των επιπτώσεων θεωρηθεί καθοριστική, με την αιτιολογία ότι το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 δεν δύναται να άρει κάθε αμφιβολία όσον αφορά την εναπόθεση αζώτου, η συνεκτίμησή του στο πλαίσιο της εκτίμησης των επιπτώσεων πρέπει να πραγματοποιηθεί με ιδιαίτερη σύνεση.
81. Αν οι προβλεπόμενες στο σχέδιο εκπομπές αζώτου από άλλες πηγές είναι αξιόπιστες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν, τουλάχιστον, για τον προσδιορισμό των επιπτώσεων που προκαλούνται από το ιχθυοτροφείο για το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια από κοινού με άλλα σχέδια ή έργα.
82. Εντούτοις, το κατά πόσον οι εν λόγω σωρευτικές επιπτώσεις δεν θα παραβλάψουν την ακεραιότητα του τόπου αυτού καθεαυτόν μπορεί να συναχθεί μόνον εφόσον το σχέδιο περιέχει πλήρη, ακριβή και οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις, ώστε να αίρεται κάθε εύλογη αμφιβολία όσον αφορά τις δυσμενείς επιπτώσεις που οι εκπομπές αζώτου θα μπορούσαν να έχουν στις ζώνες διατήρησης.
83. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί μόνον εφόσον οι αμφιβολίες που καταλείπονται στο πλαίσιο του προκαταρκτικού ελέγχου και δικαιολογούν την αναγκαιότητα συνολικής εκτίμησης των επιπτώσεων δεν δύνανται, τουλάχιστον υπό το πρίσμα της εν λόγω συνολικής εκτίμησης, να θεωρηθούν «εύλογες» από επιστημονικής απόψεως.
84. Εξάλλου, το σχέδιο Natura 2000 δεν αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στην επίμαχη ζώνη διατήρησης όσον αφορά την επιβάρυνση του τόπου από την εναπόθεση αζώτου. Τούτο διότι στο εν λόγω σχέδιο αναφέρεται ρητώς ότι αυτό δεν προσδιορίζει τις ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν όσον αφορά την ποιότητα του νερού, η οποία διασφαλίζεται από τον σχεδιασμό διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, ούτε προβλέπει συγκεκριμένες απαιτήσεις για τη μείωση της απόθεσης αζώτου, η οποία επίσης διέπεται από διαφορετική νομοθεσία.
85. Επομένως, στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι έγγραφα όπως το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 και το σχέδιο Natura 2000 της ζώνης διατήρησης είναι κρίσιμα για την εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίων σε ζώνες διατήρησης κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας περί οικοτόπων στον βαθμό που περιέχουν πλήρη, ακριβή και οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις, ώστε να αίρεται κάθε εύλογη αμφιβολία όσον αφορά τις επιπτώσεις που το σχέδιο θα μπορούσε να έχει στην οικεία ζώνη διατήρησης.
V. Πρόταση
86. Κατά συνέπεια, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ως εξής:
1) Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας δεν επιβάλλει τη διενέργεια νέας εκτίμησης των επιπτώσεων, αν οι επιπτώσεις αυτές δεν είχαν εκτιμηθεί πλήρως στο πλαίσιο της χορήγησης της προηγούμενης ισχύουσας άδειας ούτε λήφθηκαν υπόψη οι σωρευτικές επιπτώσεις που το εν λόγω σχέδιο έχει από κοινού με άλλα σχέδια.
Εντούτοις, η προβλεπόμενη στο εθνικό δίκαιο νέα άδεια για δραστηριότητα που συνεχίζεται ως έχει πρέπει να θεωρείται ως παροχή συμφωνίας για την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43, η οποία προϋποθέτει τη διενέργεια εκτίμησης των επιπτώσεων, εφόσον με την εν λόγω άδεια λαμβάνεται πράγματι απόφαση για τη συνέχιση της δραστηριότητας.
2) Ο καθορισμός του επιπέδου των επιτρεπόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού μπορεί να είναι κρίσιμος κατά τον προκαταρκτικό έλεγχο περί της αναγκαιότητας εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των εν λόγω δραστηριοτήτων κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43, αν ο καθορισμός αυτός αίρει κάθε αμφιβολία ως προς το ότι οι επιπτώσεις των επίμαχων δραστηριοτήτων που καλύπτονται από το εν λόγω σχέδιο μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τον επίμαχο τόπο.
3) Έγγραφα όπως το σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού 2015‑2021 και το σχέδιο Natura 2000 της ζώνης διατήρησης είναι κρίσιμα για την εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίων σε ζώνες διατήρησης κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43 στον βαθμό που περιέχουν πλήρη, ακριβή και οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις, ώστε να αίρεται κάθε εύλογη αμφιβολία όσον αφορά τις επιπτώσεις που το σχέδιο θα μπορούσε να έχει στην οικεία ζώνη διατήρησης.