Language of document :

Προσφυγή της 11ης Μαρτίου 2010 - Conte κ.λπ. κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-121/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Giovanni Conte (Pomezia, Ιταλία), Casa del Pescatore Soc. coop. rl (Civitanova Marche, Ιταλία), Guidotti Giovanni & Figli Snc (Termoli, Ιταλία), Organizzazione di produttori della pesca di Civitanova Marche Soc. coop. rl (Civitanova Marche, Ιταλία), Consorzio gestione mercato ittico Manfredonia Soc. cooσ. rl (Cogemim) (Manfredonia, Ιταλία) (εκπρόσωποι: P. Cavasola, G. Micucci, V. Cannizzaro, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Αιτήματα των προσφευγόντων

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό,

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) 847/96, (ΕΚ) 2371/2002, (ΕΚ) 811/2004, (ΕΚ) 768/2005, (ΕΚ) 2115/2005, (ΕΚ) 2166/2005, (ΕΚ) 388/2006, (ΕΚ) 509/2007, (ΕΚ) 676/2007, (ΕΚ) 1098/2007, (ΕΚ) 1300/2008, (ΕΚ) 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) 2847/93, (ΕΚ) 1627/94 και (ΕΚ) 1966/2006.

Οι προσφεύγοντες στην υπό κρίση υπόθεση είναι όλοι τους επιχειρηματίες του τομέα της αλιείας υποκείμενοι στις υποχρεώσεις που προβλέπει ο προσβαλλόμενος κανονισμός.

Προς στήριξη των αιτημάτων τους προβάλλουν τους ακόλουθους ισχυρισμούς:

1. Ακυρότητα των άρθρων 9, παράγραφοι 2 και 3, και 10, παράγραφοι 1 και 2, του προσβαλλομένου κανονισμού, στον βαθμό που οι διατάξεις του προβλέπουν, για τα αλιευτικά σκάφη άνω των 15 μέτρων, απόλυτη υποχρέωση να είναι εξοπλισμένα με διπλό σύστημα παρακολούθησης: το δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης, που προβλέπεται στο άρθρο 9 και, επιπλέον, το σύστημα αυτόματης αναγνώρισης. Πρόκειται για δύο διαφορετικά συστήματα παρακολούθησης που επιτελούν κατ' ουσίαν την ίδια λειτουργία. Η υποχρέωση αυτή δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Επιπλέον, φαίνεται ότι είναι αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας, από την άποψη της αναγκαιότητας και του προσήκοντος χαρακτήρα του μέτρου. Η υποχρέωση εξοπλισμού των σκαφών με διπλό σύστημα παρακολούθησης συνεπάγεται επιπλέον χρηματοοικονομική επιβάρυνση για τους προσφεύγοντες, η οποία δεν δικαιολογείται από καμία εύλογη απαίτηση.

2. Ακυρότητα των άρθρων 15 και 17 του προσβαλλομένου κανονισμού, στον βαθμό που οι διατάξεις αυτές προβλέπουν την υποχρέωση, εις βάρος των αλιευτικών σκαφών μήκους 12 μέτρων και άνω, να διαβιβάζουν σε καθημερινή βάση ορισμένες πληροφορίες, εν πάση δε περιπτώσει πριν από την είσοδο στον λιμένα ή ακόμη και τέσσερις ώρες πριν από τον κατάπλου στον λιμένα. Οι προσφεύγοντες φρονούν ότι η υποχρέωση αυτή δεν είναι εύλογη, είναι δυσανάλογη, είναι δε πιθανώς και αδύνατο να εφαρμοστεί. Ιδίως για τα αλιευτικά σκάφη που χρησιμοποιούνται για τις δραστηριότητες αλιείας μικρής κλίμακας, σε αλιευτικές ζώνες που απέχουν λίγες μόνο ώρες από τους λιμένες, η υποχρέωση αυτή είναι αδύνατον να εκπληρωθεί, εκτός αν αποκλεισθούν τα αλιευτικά σκάφη εκτός του λιμένος εν αναμονή της παρελεύσεως των προθεσμιών.

3. Ακυρότητα του συστήματος παρακολούθησης και των επιθεωρήσεων, στο μέτρο που ο προσβαλλόμενος κανονισμός προβλέπει την απόλυτη υποχρέωση ανοχής της προσβάσεως στους χώρους του σκάφους, καθώς και στους φακέλους και στα ηλεκτρονικά έγγραφα, καθώς και ανοχής μορφών επιθεωρήσεως και ανακρίσεως διενεργουμένων από υπαλλήλους που ενεργούν χωρίς ένταλμα της δικαστικής αρχής και δεν υπόκεινται στον έλεγχο των οργάνων της δικαστικής αστυνομίας. Φρονούν ότι έτσι προσβάλλονται τα δικαιώματα επί της εμπιστευτικότητας, της κατοικίας, της ιδιωτικής και προσωπικής ζωής, καθώς και το δικαίωμα άμυνας, στις διάφορες εκφάνσεις του. Ο έλεγχος αυτός δεν προσβάλλει μόνο τα προαναφερθέντα θεμελιώδη δικαιώματα, αλλά καταλήγει επίσης, λόγω της επεμβατικότητάς του, στο να καταστήσει εντελώς κενό ουσίας το δικαίωμα του επιχειρηματία του τομέα της αλιείας επί της ασκήσεως της οικονομικής ελευθερίας του, που διασφαλίζουν οι Συνθήκες περί ιδρύσεως των Κοινοτήτων. Ένα ειδικός λόγος ακυρότητας αφορά το άρθρο 82 που επιτρέπει στους επιθεωρούντες υπαλλήλους να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν τη διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων που συνδέονται με ενδεχόμενες παραβάσεις.

4. Ακυρότητα του άρθρου 73, παράγραφος 8, του προσβαλλομένου κανονισμού, καθόσον η διάταξη αυτή αναγνωρίζει στα κράτη το δικαίωμα να επιβαρύνουν τους επιχειρηματίες του τομέα της αλιείας με το χρηματοοικονομικό βάρος του συστήματος παρακολούθησης. Διευκρινίζεται συναφώς ότι η διάταξη αυτή φαίνεται ότι είναι προδήλως άκυρη, καθόσον είναι αντίθετη προς την αρχή της κοινωνικής κατανομής των δαπανών που είναι αναγκαίες για την υλοποίηση δημοσίων συμφερόντων.

5. Ακυρότητα του άρθρου 92 του προσβαλλομένου κανονισμού, καθόσον η διάταξη αυτή προβλέπει ένα σύστημα μεταβιβάσεως της ευθύνης όσον αφορά ενδεχόμενες παραβάσεις, οι οποίες, ανεξάρτητα από το ποιος τις διέπραξε, καταλογίζονται τελικώς στον ιδιοκτήτη του αλιευτικού σκάφους και στους ενδεχομένους διαδόχους του. Διευκρινίζεται συναφώς ότι η διάταξη αυτή είναι αντίθετη προς την αρχή του προσωπικού χαρακτήρα της ευθύνης, την αρχή της προστασίας της ιδιοκτησίας και την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον δεν αποσκοπεί ευλόγως στην αποφυγή της καταστρατηγήσεως του καθεστώτος επιβολής κυρώσεων.

6. Ακυρότητα του άρθρου 103 του προσβαλλομένου κανονισμού, καθόσον η διάταξη αυτή προβλέπει ότι η μη τήρηση εκ μέρους ενός κράτους των υποχρεώσεων που προβλέπει ο κανονισμός μπορεί να επισύρει την αναστολή της χρηματοδοτικής συνδρομής που προβλέπουν οι κανονισμοί 1198/20061 και 861/20062. Κατά τους προσφεύγοντες, η αναστολή της συνδρομής συνεπάγεται μεταβίβαση της ευθύνης του κράτους στους ιδιώτες που καλούνται κατά συνέπεια να επιβαρυνθούν με τις ζημιογόνες συνέπειες μιας κρατικής συμπεριφοράς. Αυτή η μορφή μεταβίβασης της κυρώσεως είναι αντίθετη προς την αρχή του προσωπικού χαρακτήρα της κυρώσεως και την αρχή της αναλογικότητας.

7. Ακυρότητα των άρθρων 14, παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5, 17, παράγραφος 1, 58, παράγραφοι 1, 2, 3 και 5, 59, παράγραφοι 2 και 3, 60, παράγραφοι 4 και 5, 62, παράγραφος 1, 63, παράγραφος 1, 64, 65 και 66, παράγραφοι 1 και 3, 67, παράγραφος 1, και 68 του προσβαλλομένου κανονισμού. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν συναφώς ότι ο εν λόγω κανονισμός στηρίζεται αποκλειστικά στο άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, που επιτρέπει την εφαρμογή μιας κοινής πολιτικής αλιείας, και ότι τα μέτρα που προβλέπει ο κανονισμός είναι δικαιολογημένα μόνο υπό την προϋπόθεση ότι εξυπηρετούν την αλιευτική πολιτική που εφαρμόζουν τα κοινοτικά όργανα μέσω διαφόρων πράξεων. Οι προαναφερθείσες όμως διατάξεις δεν αφορούν τομείς και είδη που εμπίπτουν στην κοινή πολιτική αλιείας και, κατά συνέπεια, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 37 της Συνθήκης ΕΚ.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1198/2006 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας.

2 - Κανονισμός (ΕΚ) 861/2006, του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2006 , για τη θέσπιση κοινοτικών χρηματοδοτικών μέτρων για την εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής καθώς και στον τομέα του Δικαίου της Θάλασσας.