Language of document : ECLI:EU:T:2015:113

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα)

της 26ης Φεβρουαρίου 2015 (*)

«ΕΓΤΠΕ — Τμήμα Εγγυήσεων — ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ — Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση — Μέτρα αγροτικής αναπτύξεως — «Φυσικά μειονεκτήματα» και ενισχύσεις για τη γεωργία και το περιβάλλον — Καταλληλότητα των ελέγχων — Κατ’ αποκοπήν δημοσιονομικές διορθώσεις — Αναλογικότητα»

Στην υπόθεση T‑365/13,

Δημοκρατία της Λιθουανίας, εκπροσωπούμενη από τον D. Kriaučiūnas, την R. Krasuckaitė και την A. Petrauskaitė,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από την A. Steiblytė και τον G. von Rintelen,

καθής,

με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως της εκτελεστικής αποφάσεως 2013/214/ΕΕ της Επιτροπής, της 2ας Μαΐου 2013, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 123, σ. 11),

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. van der Woude (εισηγητή), πρόεδρο, I. Wiszniewska-Białecka και I. Ulloa Rubio, δικαστές,

γραμματέας: C. Heeren, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 11ης Σεπτεμβρίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Με την εκτελεστική απόφαση 2013/214/ΕΕ, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΕ L 123, σ. 11, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μεταξύ των δαπανών που εξαιρέθηκαν από την κοινοτική χρηματοδότηση, απέκλεισε ορισμένες δαπάνες που πραγματοποίησε η Δημοκρατία της Λιθουανίας κατά τα οικονομικά έτη 2008 και 2009. Οι αποκλεισθείσες δαπάνες σχετίζονταν με μέτρα στηρίξεως του ΕΓΤΑΑ, τα οποία εντάσσονταν στον άξονα 2 του προγράμματος αγροτικής αναπτύξεως της Λιθουανίας, για την περίοδο 2007/2013 (στο εξής: πρόγραμμα), το οποίο εγκρίθηκε με την απόφαση C(2007) 5076 της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2007, η οποία τροποποιήθηκε εσχάτως με την απόφαση C(2009) 10216 της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2009.

2        Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν ελέγχου ο οποίος πραγματοποιήθηκε στη Λιθουανία, από τις 21 έως τις 25 Σεπτεμβρίου 2009, στο πλαίσιο της εκκαθαρίσεως των λογαριασμών του ΕΓΤΑΑ, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν το σύστημα διαχειρίσεως του άξονα 2 του προγράμματος ήταν σύμφωνο προς τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3        Η έκθεση ελέγχου η οποία καταρτίστηκε κατόπιν της ως άνω έρευνας κοινοποιήθηκε στη Δημοκρατία της Λιθουανίας, με έγγραφο της 10ης Δεκεμβρίου 2009. Η απάντηση των αρχών της Λιθουανίας περιήλθε στην Επιτροπή την 1η Φεβρουαρίου 2010.

4        Η Επιτροπή συγκάλεσε διμερή διαβούλευση, η οποία έλαβε χώρα στις 21 Οκτωβρίου 2010. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαβουλεύσεως, οι εκπρόσωποι της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και της Επιτροπής συζήτησαν επί των αποτελεσμάτων του ελέγχου. Τα πρακτικά της ως άνω διαβουλεύσεως εστάλησαν στις αρχές της Λιθουανίας στις 13 Δεκεμβρίου 2010.

5        Με έγγραφο της 10ης Νοεμβρίου 2011, η Επιτροπή κοινοποίησε επισήμως στη Δημοκρατία της Λιθουανίας τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τον έλεγχό της, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (ΕΕ L 171, σ. 90). Με το έγγραφο αυτό, η Επιτροπή πρότεινε την εφαρμογή, όσον αφορά τις δαπάνες που αντιστοιχούσαν στα αιτήματα που κατατέθηκαν το 2008 και το 2009, κατ’ αποκοπήν δημοσιονομικής διορθώσεως ύψους 5 % για το μέτρο των γεωργο-περιβαλλοντικών ρυθμίσεων (μέτρο αριθ. 214) και ύψους 2 % για το μέτρο ενισχύσεως των γεωργών σε περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα, πλην των ορεινών περιοχών (μέτρο αριθ. 212) (στο εξής: μέτρο σχετικά με τα φυσικά μειονεκτήματα).

6        Με έγγραφο της 22ας Δεκεμβρίου 2011, οι αρχές της Λιθουανίας προσέφυγαν στο όργανο συμβιβασμού σχετικά με αυτήν την πρόταση δημοσιονομικής διορθώσεως, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού 885/2006. Στις 30 Μαρτίου 2012, το όργανο συμβιβασμού εξέδωσε την τελική έκθεσή του. Η Επιτροπή έλαβε μερικώς υπόψη τα πορίσματα της εκθέσεως αυτής.

7        Με έγγραφο της 23ης Νοεμβρίου 2012, η Επιτροπή τροποποίησε την τελική της θέση.

8        Η προσβαλλόμενη απόφαση διαβιβάστηκε στη Δημοκρατία της Λιθουανίας στις 3 Μαΐου 2013, συνοδευόμενη από συγκεφαλαιωτική έκθεση των λόγων της δημοσιονομικής διορθώσεως. Με την απόφαση αυτή, επιβλήθηκε δημοσιονομική διόρθωση ύψους 3 448 510 ευρώ για τα έτη καταθέσεως αιτημάτων 2008 και 2009, όσον αφορά τα μέτρα 1 και 9 του άξονα 2 του προγράμματος.

9        Κατ’ ουσίαν, η Επιτροπή δικαιολόγησε την επιβολή δημοσιονομικής διορθώσεως ως εξής:

–        δεν επληρούτο το κριτήριο της επιλεξιμότητας σχετικά με την πυκνότητα των ζώων, όσον αφορά το μέτρο σχετικά με τα φυσικά μειονεκτήματα,

–        οι δεσμεύσεις σχετικά με το γεωργο-περιβαλλοντικό μέτρο δεν επαληθεύτηκαν στο 100 % των αγροτεμαχίων,

–        ο έλεγχος της δεσμεύσεως σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων δεν ήταν επαρκής, διότι έγινε μόνο οπτική επαλήθευση.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

10      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Ιουλίου 2013, η Δημοκρατία της Λιθουανίας άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

11      Η Δημοκρατία της Λιθουανίας ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, καθόσον με αυτήν αποκλείονται από τη χρηματοδότηση ορισμένες δαπάνες που η Δημοκρατία της Λιθουανίας πραγματοποίησε στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ,

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

12      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Λιθουανίας στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

13      Η Δημοκρατία της Λιθουανίας προβάλλει προς στήριξη της προσφυγής της πέντε λόγους ακυρώσεως. Οι δύο πρώτοι λόγοι αναφέρονται στο μέτρο σχετικά με τα φυσικά μειονεκτήματα. Ο πρώτος λόγος αφορά παράβαση των άρθρων 10 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) 1975/2006 της Επιτροπής, της 7ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1698/2005 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου καθώς και την πολλαπλή συμμόρφωση σε σχέση με μέτρα στήριξης της αγροτικής ανάπτυξης (ΕΕ L 368, σ. 74), και του άρθρου 48 του κανονισμού (ΕΚ) 1974/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1698/2005 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 368, σ. 15). Ο δεύτερος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 31, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ L 209, σ. 1) και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

14      Οι λοιποί λόγοι σχετίζονται με το γεωργο-περιβαλλοντικό μέτρο. Ο τρίτος λόγος, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 14, παράγραφος 2, του κανονισμού 1975/2006, του άρθρου 48, παράγραφος 1, του κανονισμού 1974/2006, και του άρθρου 29 του κανονισμού (ΕΚ) 796/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της πολλαπλής συμμόρφωσης, της διαφοροποίησης και του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) 1782/2003 και στον κανονισμό (ΕΚ) 73/2009 του Συμβουλίου, καθώς και των κανόνων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) 479/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 141, σ. 18), αφορά τον έλεγχο των δεσμεύσεων στο σύνολο των αγροτεμαχίων. Ο τέταρτος και ο πέμπτος λόγος με τους οποίους προβάλλεται, αφενός, παράβαση του άρθρου 10 του κανονισμού 1975/2006 και, αφετέρου, παράβαση του άρθρου 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005, καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, αφορούν την επαλήθευση της τηρήσεως των δεσμεύσεων στον τομέα της χρήσεως λιπασμάτων.

[παραλειπόμενα]

 Επί του πέμπτου λόγου, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005, καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας

108    Η Δημοκρατία της Λιθουανίας αμφισβητεί την επιβολή δημοσιονομικής διορθώσεως ύψους 5 % για τα γεωργο-περιβαλλοντικά μέτρα που αφορά το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων, βάσει του πορίσματος της Επιτροπής ότι οι οπτικοί έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν ήταν ανεπαρκείς. Υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική διόρθωση του 5 % είναι δυσανάλογη σε σχέση προς την προβαλλόμενη παράβαση, και υπερβαίνει το μέτρο που είναι πρόσφορο και αναγκαίο για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.

109    Η Δημοκρατία της Λιθουανίας επισημαίνει ότι, στην έκθεσή του, το όργανο συμβιβασμού αμφισβήτησε το βάσιμο της δημοσιονομικής διορθώσεως ύψους 5 %. Συγκεκριμένα, οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν αναδρομικώς απέδειξαν ότι δεν υφίστατο η παραμικρή παράβαση, με αποτέλεσμα η προβαλλόμενη παράβαση να έχει δημιουργήσει περιορισμένης μόνον εκτάσεως κίνδυνο για το ΕΓΤΑΑ (βλ. σκέψη 96 ανωτέρω).

110    Υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005, η Επιτροπή υπολογίζει τα ποσά που πρέπει να αποκλείονται από την κοινοτική χρηματοδότηση λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, τη φύση και τη σοβαρότητα της παραβάσεως και, αφετέρου, την οικονομική ζημία που προκλήθηκε εις βάρος της Ένωσης.

111    Συναφώς, το έγγραφο αριθ. VI/5330/97 προβλέπει την εφαρμογή ποσοστού διορθώσεως ύψους 5 % στην περίπτωση στην οποία έχουν μεν διενεργηθεί όλοι οι βασικοί έλεγχοι, αλλά όχι στον αριθμό, με τη συχνότητα ή την αυστηρότητα που επιβάλλουν οι κανονισμοί, δεδομένου ότι μπορεί ευλόγως να συναχθεί ότι με τους ελέγχους αυτούς δεν επιτυγχάνεται το προσδοκώμενο επίπεδο διασφαλίσεως του νομοτύπου των αιτήσεων και ότι ο κίνδυνος ζημίας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης είναι σοβαρός (βλ. σκέψη 55 ανωτέρω).

112    Στην προκειμένη περίπτωση, όσον αφορά, πρώτον, τη φύση και τη σοβαρότητα της παραβάσεως, η Επιτροπή ευλόγως υποστηρίζει ότι, εάν οι έλεγχοι σχετικά με το κριτήριο της χρήσεως των λιπασμάτων είναι αποκλειστικώς και μόνον οπτικοί, η ανεπάρκεια αυτή πρέπει να εκληφθεί ως πλημμέλεια θίγουσα ένα θεμελιώδες στοιχείο του ελέγχου, με αποτέλεσμα να είναι, καταρχήν, δυνατόν να δικαιολογείται δημοσιονομική διόρθωση ύψους 5 %, σύμφωνα με το έγγραφο VI/5330/97 (βλέπε σκέψη 111 ανωτέρω).

113    Επιπροσθέτως, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, η εν λόγω δημοσιονομική διόρθωση εφαρμόστηκε μόνο στα μέτρα που αφορά το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων. Τούτο προκύπτει από τη συγκεφαλαιωτική έκθεση και δεν αμφισβητείται από την προσφεύγουσα.

114    Εντούτοις, όσον αφορά, δεύτερον, τη σημασία των χρηματοοικονομικών κινδύνων που συνεπάγεται ο ανεπαρκής έλεγχος των μέτρων που αφορά το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων, πρέπει να εξακριβωθεί εάν η Επιτροπή ορθώς έκρινε ότι η ανεπάρκεια αυτή συνεπαγόταν σημαντικό κίνδυνο ζημίας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης, σύμφωνα με το έγγραφο VI/5330/97 (βλ. σκέψη 111 ανωτέρω).

115    Κατά τη νομολογία, καίτοι απόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη παραβάσεως των κανόνων της Ένωσης, εντούτοις, άπαξ αποδειχθεί η παράβαση αυτή, απόκειται στο κράτος μέλος να αποδείξει, ενδεχομένως, ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη όσον αφορά τις απορρέουσες εξ αυτής χρηματοοικονομικές συνέπειες (απόφαση της 7ης Ιουλίου 2005, Ελλάδα κατά Επιτροπής, C‑5/03, Συλλογή, EU:C:2005:426, σκέψη 38).

116    Στην προκειμένη περίπτωση, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, όταν, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, κλήθηκε από το Γενικό Δικαστήριο να διευκρινίσει τη φύση των ενδελεχέστερων ελέγχων οι οποίοι πραγματοποιήθηκαν εκ των υστέρων, προκειμένου να εξακριβωθεί η αξιοπιστία των οπτικών ελέγχων που είχαν πραγματοποιηθεί το 2008 και το 2009, εξήγησε ότι, κατόπιν των συστάσεων που διατυπώθηκαν στην έκθεση ελέγχου η οποία κοινοποιήθηκε στις αρχές της Λιθουανίας στις 10 Δεκεμβρίου 2009, οι εκ των υστέρων έλεγχοι είχαν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις μεθόδους που υπέδειξε η Επιτροπή, ιδίως διά της επαληθεύσεως των αποδείξεων και των τιμολογίων του 10 % των οικείων γεωργών.

117    Η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν κατά τους εκ των υστέρων ελέγχους ήταν σύμφωνες προς τις συστάσεις της. Υποστήριξε ότι οι έλεγχοι αυτοί δεν εξάλειψαν την αρχική πλημμέλεια.

118    Καθόσον από τους εν λόγω εκ των υστέρων ελέγχους, οι οποίοι βασίζονται σε συνδυασμό μεθόδων, και πραγματοποιήθηκαν στο 10 % του δείγματος, δεν προέκυψε η διαπίστωση καμίας παραβάσεως στους 215 αιτούντες που ελέγχθηκαν (βλ. σκέψη 109 ανωτέρω), κρίνεται ότι η Δημοκρατία της Λιθουανίας απέδειξε αρκούντως κατά νόμον ότι, στην πράξη, η έλλειψη διασταυρούμενων ελέγχων σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης είχε ως συνέπεια χαμηλό, και μόνον, χρηματοοικονομικό κίνδυνο για τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Εντούτοις, σύμφωνα με τις διατάξεις του εγγράφου αριθ. VI/5330/97 (βλ. σκέψη 55 ανωτέρω), ο κίνδυνος αυτός δεν δικαιολογούσε την εφαρμογή δημοσιονομικής διορθώσεως ύψους 5 % όσον αφορούσε τα οικεία μέτρα, δεδομένου ότι παρόμοια δημοσιονομική διόρθωση προβλέπεται αποκλειστικώς όταν ο κίνδυνος ζημίας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης είναι σημαντικός.

119    Κατά συνέπεια, η επιβολή δημοσιονομικής διορθώσεως ύψους 5 % όσον αφορά τα γεωργο-περιβαλλοντικά μέτρα που συνδέονται προς το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων αντιβαίνει στο άρθρο 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005 και στην αρχή της αναλογικότητας.

120    Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως είναι βάσιμος. Η προσφυγή απορρίπτεται ως προς τους λοιπούς τέσσερις λόγους.

121    Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, καθόσον με αυτήν επιβάλλεται δημοσιονομική διόρθωση ύψους 5 % όσον αφορά τα γεωργο-περιβαλλοντικά μέτρα τα οποία συνδέονται προς το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων.

 Επί των δικαστικών εξόδων

122    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, όταν οι ηττηθέντες διάδικοι είναι περισσότεροι του ενός, το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει για την κατανομή των εξόδων.

123    Στην προκειμένη περίπτωση, έκαστος των διαδίκων καταδικάζεται στα δικά του δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την εκτελεστική απόφαση 2013/214/ΕE της Επιτροπής, της 2ας Μαΐου 2013, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), καθόσον με αυτήν επιβάλλεται δημοσιονομική διόρθωση ύψους 5 % όσον αφορά τα γεωργο-περιβαλλοντικά μέτρα τα οποία συνδέονται προς το κριτήριο σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων.

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Δημοκρατία της Λιθουανίας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

Van der Woude

Wiszniewska-Białecka

Ulloa Rubio

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 26 Φεβρουαρίου 2015.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική.


1 —      Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.