Language of document : ECLI:EU:T:2014:1058

Υπόθεση T‑235/12

CEDC International sp. z o.o.

κατά

Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχώρισης κοινοτικού τρισδιάστατου σήματος — Σχήμα φύλλου χόρτου μέσα σε φιάλη — Προγενέστερο εθνικό τρισδιάστατο σήμα — Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος — Άρθρο 75 και άρθρο 76, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για πρώτη φορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών — Διακριτική ευχέρεια την οποία παρέχει το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 — Υποχρέωση αιτιολόγησης»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα)

της 11ης Δεκεμβρίου 2014

1.      Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία προσφυγής — Προσφυγή ενώπιον του δικαστή της Ένωσης — Αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου — Επανεξέταση των πραγματικών περιστατικών υπό το πρίσμα αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιόν του — Αποκλείεται

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 135 § 4· κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 65)

2.      Κοινοτικό σήμα — Δικονομικές διατάξεις — Αιτιολόγηση των αποφάσεων — Άρθρο 75, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009 — Ίδιο περιεχόμενο με το περιεχόμενο του άρθρου 296 ΣΛΕΕ — Παράθεση έμμεσης αιτιολογίας από το τμήμα προσφυγών — Επιτρέπεται

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 75, πρώτη περίοδος)

3.      Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία προσφυγής — Προσφυγή κατά απόφασης του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ — Εξέτασή της από το τμήμα προσφυγών — Περιεχόμενο — Πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προβλήθηκαν εμπροθέσμως προς στήριξη της ανακοπής — Συνεκτίμηση — Διακριτική ευχέρεια του τμήματος προσφυγών — Υποχρέωση του τμήματος προσφυγών να παραθέσει αιτιολογία

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 42 § 2 και 76 § 2)

4.      Κοινοτικό σήμα — Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή — Εξέταση της ανακοπής — Απόδειξη της χρήσης του προγενέστερου σήματος — Ουσιαστική χρήση — Κριτήρια εκτίμησης — Τρισδιάστατα σήματα

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 42 § 2)

5.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Θεραπεία της έλλειψης αιτιολογίας κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας — Δεν επιτρέπεται

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ)

6.      Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία προσφυγής — Προσφυγή κατά απόφασης του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ — Εξέτασή της από το τμήμα προσφυγών — Περιεχόμενο — Πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προβλήθηκαν εμπροθέσμως προς στήριξη της ανακοπής — Συνεκτίμηση — Διακριτική ευχέρεια του τμήματος προσφυγών — Μη ύπαρξη αντίθετης διάταξης — Απόδειξη της χρήσης του προγενέστερου σήματος

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 42 §§ 1 έως 3 και 76 § 2· κανονισμός 2868/95 της Επιτροπής, άρθρο 1, κανόνας 22 § 2)

7.      Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία προσφυγής — Προσφυγή κατά απόφασης του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ — Εξέτασή της από το τμήμα προσφυγών — Περιεχόμενο — Πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προβλήθηκαν εμπροθέσμως προς στήριξη της ανακοπής — Συνεκτίμηση — Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 76 § 2· κανονισμός 2868/95 της Επιτροπής, άρθρο 1, κανόνας 22 § 2)

1.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψη 25)

2.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 42, 96, 97)

3.      Από το γράμμα του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα, προκύπτει ότι οι διάδικοι εξακολουθούν κατά κανόνα, αν δεν υπάρχει αντίθετη διάταξη, να έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν πραγματικά περιστατικά και να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ακόμη και μετά τη λήξη των προθεσμιών που τάσσουν προς τούτο οι διατάξεις του κανονισμού 207/2009 και ότι δεν επιβάλλεται στο Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) καμία απαγόρευση συνεκτίμησης πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων που προβλήθηκαν ή προσκομίστηκαν εκπροθέσμως, δηλαδή μετά τη λήξη της προθεσμίας που έταξε το τμήμα ανακοπών και, ενδεχομένως, για πρώτη φορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, διευκρινίζοντας ότι το ΓΕΕΑ «μπορεί» να μη λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που προβλήθηκαν ή προσκομίστηκαν εκπροθέσμως, παρέχει στην πράξη στο ΓΕΕΑ ευρεία διακριτική ευχέρεια, προκειμένου να κρίνει, αιτιολογώντας την απόφασή του επ’ αυτού του σημείου, αν πρέπει να τα λάβει υπόψη ή όχι.

Υπέρ της διακριτικής ευχέρειας του ΓΕΕΑ να λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που προβλήθηκαν ή προσκομίστηκαν εκπροθέσμως από τους διαδίκους συνηγορούν λόγοι ασφάλειας δικαίου και χρηστής διοίκησης. Συγκεκριμένα, η ευχέρεια αυτή είναι ικανή να συμβάλει στην αποφυγή της καταχώρισης σημάτων των οποίων η χρήση ενδέχεται ακολούθως να αμφισβητηθεί επιτυχώς σε διαδικασία ακύρωσης ή σε διαδικασία παραποίησης σήματος.

Εντούτοις, από το γράμμα του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι η εκπρόθεσμη επίκληση πραγματικών περιστατικών ή προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων δεν συνεπάγεται ότι ο διάδικος που προβαίνει σε αυτή μπορεί να αξιώσει άνευ ετέρου από το ΓΕΕΑ να συνεκτιμήσει τα εν λόγω περιστατικά ή στοιχεία. H ενδεχόμενη συνεκτίμηση από το ΓΕΕΑ τέτοιων συμπληρωματικών αποδεικτικών στοιχείων δεν συνιστά σε καμία περίπτωση «χάρη» προς τον έναν ή τον άλλο διάδικο, αλλά πρέπει να αποτελεί απόρροια της αντικειμενικής και αιτιολογημένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας την οποία παρέχει στον εν λόγω οργανισμό το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009. Η απαιτούμενη υποχρέωση αιτιολόγησης αυτή καθίσταται επιτακτικότερη στην περίπτωση που το ΓΕΕΑ αποφασίζει να μη δεχθεί τα εκπροθέσμως προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία.

Η συνεκτίμηση των εκπροθέσμως προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων από το ΓΕΕΑ μπορεί να δικαιολογηθεί ιδίως όταν το ΓΕΕΑ θεωρεί, αφενός, ότι τα εκπροθέσμως προβληθέντα στοιχεία ενδέχεται εκ πρώτης όψεως να είναι πράγματι λυσιτελή για την έκβαση της ασκηθείσας ενώπιόν του ανακοπής και, αφετέρου, ότι το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο προσκομίστηκαν εκπροθέσμως τα στοιχεία αυτά, αλλά και οι σχετικές περιστάσεις, δεν εμποδίζουν τη συνεκτίμηση αυτή.

(βλ. σκέψεις 44-46, 57, 60, 62)

4.      Σε περίπτωση που ένα σήμα είναι τρισδιάστατο, δεν επιτρέπεται η στατική, δισδιάστατη εξέτασή του, αλλά επιβάλλεται μια δυναμική, τρισδιάστατη αξιολόγησή του. Ο ενδιαφερόμενος καταναλωτής προσλαμβάνει όντως με τις αισθήσεις του τα τρισδιάστατα σήματα καταρχήν από πολλές πλευρές. Όσον αφορά τις αποδείξεις της χρήσης των σημάτων αυτών, οι αποδείξεις αυτές πρέπει να συνεκτιμώνται όχι ως δισδιάστατες αναπαραστάσεις της οπτικής εικόνας τους, αλλά ως αναπαραστάσεις της τρισδιάστατης πρόσληψής τους από τον ενδιαφερόμενο καταναλωτή. Κατά συνέπεια, οι απεικονίσεις ενός τρισδιάστατου σήματος από τα πλάγια και από πίσω μπορούν καταρχήν να είναι πραγματικά λυσιτελείς ενόψει της εκτίμησης της ουσιαστικής χρήσης του σήματος αυτού και δεν επιτρέπεται να αποφασίζεται η μη συνεκτίμησή τους με μόνη αιτιολογία το ότι δεν πρόκειται για απεικονίσεις του μπροστινού μέρους.

(βλ. σκέψη 65)

5.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 71, 72)

6.      Το άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα, δεν θέτει, ως διάταξη ουσιαστικού δικαίου, καμία προϋπόθεση ως προς την προθεσμία που τάσσεται στον ανακόπτοντα για την προσκόμιση της απόδειξης της χρήσης του προγενέστερου σήματος. Επομένως, η απόρριψη της ανακοπής, «αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω», αποτελεί απόρροια της εκτίμησης των προσκομιζόμενων αποδείξεων επί της ουσίας και όχι απόρροια της μη τήρησης μιας διαδικαστικής προθεσμίας. Επομένως, το άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009 δεν επηρεάζει τη διακριτική ευχέρεια που παρέχει στο Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) το άρθρο 76, παράγραφος 2, του ίδιου αυτού κανονισμού σχετικά με την απόφασή του αν θα λάβει υπόψη ορισμένα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν εκπρόθεσμα ενώπιόν του.

Ο κανόνας 22, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, ορίζει ότι, αν ο ανακόπτων υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει γίνει χρήση του σήματος ή ότι συντρέχουν βάσιμοι λόγοι για τη μη χρήση, το ΓΕΕΑ τον καλεί να προσκομίσει, εντός της προθεσμίας που του τάσσει, τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία. Αν ο ανακόπτων δεν προσκομίσει αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία εμπρόθεσμα, το ΓΕΕΑ απορρίπτει την ανακοπή.

Συναφώς, μολονότι από το γράμμα του κανόνα 22, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95 συνάγεται ασφαλώς ότι, όταν καμία απόδειξη της χρήσης του οικείου σήματος δεν έχει προσκομιστεί εντός της προθεσμίας που έχει τάξει το ΓΕΕΑ, το ΓΕΕΑ πρέπει καταρχήν να διαπιστώνει αυτεπαγγέλτως την απουσία ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, η συναγωγή του συμπεράσματος αυτού δεν επιβάλλεται αντίθετα στην περίπτωση κατά την οποία έχουν προσκομιστεί εντός της εν λόγω προθεσμίας αποδεικτικά στοιχεία της χρήσης αυτής. Στην περίπτωση αυτή δηλαδή και εφόσον δεν προκύπτει εκ πρώτης όψεως ότι τα στοιχεία αυτά είναι τελείως αλυσιτελή για την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του σήματος, η διαδικασία πρέπει να συνεχιστεί. Επομένως, το ΓΕΕΑ οφείλει ιδίως, όπως προβλέπει το άρθρο 42, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, να καλεί τους διαδίκους, όποτε το κρίνει αναγκαίο, να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί των εγγράφων που τους έχει κοινοποιήσει ή επί των γνωστοποιήσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Στο πλαίσιο αυτό, αν στη συνέχεια διαπιστωθεί η απουσία ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, η διαπίστωση αυτή δεν στηρίζεται στην εφαρμογή του κανόνα 22, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95, ο οποίος αποτελεί κυρίως διαδικαστική διάταξη, αλλά αποκλειστικώς και μόνο στην εφαρμογή των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων του άρθρου 42 του κανονισμού 207/2009.

Από τα παραπάνω προκύπτει δηλαδή ότι η προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για τη χρήση του σήματος, τα οποία προστίθενται σε αποδεικτικά στοιχεία που έχουν προσκομιστεί εντός της προθεσμίας την οποία έχει τάξει το ΓΕΕΑ βάσει του κανόνα 22, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95, εξακολουθεί να είναι δυνατή και μετά την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας και ότι το ΓΕΕΑ μπορεί κάλλιστα να λαμβάνει υπόψη τα εκπροθέσμως προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, κάνοντας χρήση της διακριτικής ευχέρειας που του παρέχει το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009. Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα είναι ότι ο κανόνας 22, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95 δεν εμποδίζει το τμήμα προσφυγών να ασκεί τη διακριτική ευχέρεια την οποία του παρέχει το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 και να συνεκτιμά ενδεχομένως τα συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του.

(βλ. σκέψεις 76-78, 82-86)

7.      Κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας η οποία παρέχεται στο Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) σχετικά με τη συνεκτίμηση των εκπροθέσμως προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, απαιτείται να μην είναι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται μετά τη λήξη της προθεσμίας την οποία έταξε το τμήμα ανακοπών τα πρώτα και μοναδικά αποδεικτικά στοιχεία της χρήσης, αλλά να πρόκειται για «συμπληρωματικά» ή «πρόσθετα» αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία να προστίθενται σε λυσιτελή αποδεικτικά στοιχεία που έχουν προσκομιστεί εμπροθέσμως. Δεν είναι υποχρεωτική η ύπαρξη ουσιαστικής σχέσης των συμπληρωματικών στοιχείων με τα στοιχεία που προσκομίστηκαν προηγουμένως, αλλά τα συμπληρωματικά αυτά στοιχεία πρέπει να είναι εγγενώς λυσιτελή για την έκβαση της διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ.

Εξάλλου, δεν απαιτείται κατ’ ανάγκη, προκειμένου να ληφθούν υπόψη συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία για τη χρήση του σήματος τα οποία προσκομίστηκαν μετά το πέρας της προθεσμίας του κανόνα 22, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, να βρισκόταν ο ενδιαφερόμενος σε αδυναμία να τα προσκομίσει εμπροθέσμως.

(βλ. σκέψεις 89, 90, 95)