Language of document :



Διορθωτικό στη σχετική με την υπόθεση F-103/07 ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα

(Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως C 315/45 της 22/12/2007)

Το κείμενο της δημοσιευθείσας στην ΕΕ ανακοινώσεως που αφορά την υπόθεση F-103/07, Duta κατά Δικαστηρίου, αντικαθίσταται ως εξής:

Προσφυγή-αγωγή της 5ης Οκτωβρίου 2007 - Duta κατά Δικαστηρίου

(Υπόθεση F-103/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Radu Duta (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (Εκπρόσωπος: F. Krieg, δικηγόρος)

Καθού-εναγόμενο: Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος-ενάγοντος

Ο προσφεύγων-ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις·

να αναπέμψει την υπόθεση στην αρμόδια αρχή·

να υποχρεώσει το καθού-εναγόμενο να του καταβάλει το συμβολικό ποσό του 1 ευρώ ως αποζημίωση και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων βάλλει κατά της απορρίψεως της υποψηφιότητάς του για θέση εισηγητή σε γραφείο δικαστή του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η υποψηφιότητά του απορρίφθηκε με έγγραφο της 24ης Ιανουαρίου 2007, καίτοι ο εν λόγω δικαστής είχε εκδηλώσει κατά το παρελθόν ζωηρό ενδιαφέρον για την υποψηφιότητα του προσφεύγοντος.

Ο προσφεύγων υποστηρίζει, πρώτον, ότι η απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής του ενστάσεως πάσχει ακυρότητα. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι η σύνθεση της αρμόδιας για την εξέταση των διοικητικών ενστάσεων επιτροπής του Πρωτοδικείου, η οποία επιλήφθηκε της ενστάσεώς του, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις δίκαιης δίκης που θέτει το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Ειδικότερα, τα μέλη του Πρωτοδικείου από τα οποία συγκροτήθηκε το διοικητικό αυτό όργανο δεν ήταν δυνατό να αποφανθούν αμερόληπτα επί υποθέσεως που αφορούσε έναν εκ των συναδέλφων τους.

Δεύτερον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι έτυχε δυσμενούς μεταχειρίσεως, καθόσον ο εν λόγω δικαστής δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια μετά λόγου γνώσεως.

Τέλος, ισχυρίζεται ότι, εν πάση περιπτώσει, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις παραβιάζουν τις γενικές αρχές της διαφάνειας, της καλής πίστης και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

____________