Language of document :

Προσφυγή της 12ης Απριλίου 2024  – Novis κατά EIOPA

(Υπόθεση T-204/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Novis Insurance Company, Novis Versicherungsgesellschaft, Novis Compagnia di Assicurazioni, Novis Poisťovňa a.s. (Μπρατισλάβα, Σλοβακία) (εκπρόσωπος: A. Börner, S. Förster και S. Henrich, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τη σύσταση της ΕΑΑΕΣ αριθ.°EIOPA-BoS-22-293 (Ref. Ares(2022)4118763) της 16ης (ή 17ης) Μαΐου 2022 (στο εξής: προσβαλλόμενη πράξη) σχετικά με διαδικασία λόγω παράβασης του δικαίου της Ένωσης, κατά της αρμόδιας εθνικής αρχής Národná Banka Slovenska (αρμόδια εθνική αρχή), και

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους ακυρώσεως.

1.    Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος της προσφεύγουσας σε προηγούμενη ακρόαση, δυνάμει του άρθρου 41, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

Δεδομένου ότι η καθής απέκρυψε την προσβαλλόμενη πράξη -η οποία παρά τον τυπικό της χαρακτηρισμό ως σύσταση αποτελεί de facto απόφαση- και την προπαρασκευή της από την προσφεύγουσα, η τελευταία δεν ενημερώθηκε και δεν μπόρεσε να λάβει γνώση των πραγματικών περιστατικών και των πληροφοριών που αποτελούσαν το έρεισμα της πράξης αυτής, ενώ αντιθέτως πληροφορήθηκε την ύπαρξή της πολύ αργότερα. Εφόσον η προσβαλλόμενη πράξη αποσκοπούσε ειδικώς στην ανάκληση της άδειας της προσφεύγουσας, αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί ως «επώνυμος αποδέκτης» κατά την έννοια του άρθρου 39, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1 . Λαμβανομένων υπόψη των παραβάσεων και των παραλείψεων της καθής, η απόφαση που ελήφθη με την προσβαλλόμενη πράξη συνιστά παράβαση των άρθρων 17, παράγραφος 3, και 39, παράγραφος 1, του κανονισμού 1094/2010, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα του άρθρου 41, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του Χάρτη ως πρωτογενούς δικαίου της Ένωσης, καθώς και του δικαιώματος της προσφεύγουσας σε προηγούμενη ακρόαση, όπως κατοχυρώνεται στο ίδιο άρθρο.

2.    Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος της προσφεύγουσας για πρόσβαση στον φάκελο της καθής, δυνάμει του άρθρου 41, παράγραφος 2, του Χάρτη.

Δεδομένου ότι η καθής απέκρυψε την προσβαλλόμενη πράξη και την προπαρασκευή της από την προσφεύγουσα, εμπόδισε την πρόσβασή της σε έγγραφα που την αφορούν. Λαμβανομένου υπόψη ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι συνέπεια αυτής της παράλειψης, η απόφαση που ελήφθη με την προσβαλλόμενη πράξη συνιστά προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος της προσφεύγουσας για πρόσβαση στον φάκελο, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του Χάρτη.

3.    Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται προσβολή, αφενός, του δικαιώματος της προσφεύγουσας σε δίκαιη διοικητική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων συμμετοχής της προσφεύγουσας δυνάμει του άρθρου 41, παράγραφος 1 και 2, του Χάρτη, και, αφετέρου, της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας.

Αποκρύπτοντας από την προσφεύγουσα την προσβαλλόμενη πράξη και την προπαρασκευή της, και χωρίς να λάβει υπόψη τις συνέπειες της προσβαλλόμενης πράξης για την ύπαρξη της προσφεύγουσας, η καθής στήριξε την προσβαλλόμενη πράξη αποκλειστικά στις πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια εθνική αρχή χωρίς να προβεί σε περαιτέρω επαλήθευσή τους με τη συνδρομή της προσφεύγουσας. Τούτο συνιστά, αφενός, παράβαση του άρθρου 17, παράγραφος 2 και 3 και του άρθρου 35, παράγραφος 6, του κανονισμού 1094/2010, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα του άρθρου 41, παράγραφοι 1 και 2, του Χάρτη ως πρωτογενούς δικαίου της Ένωσης, και, αφετέρου, παραβίαση των θεμελιωδών αρχών της δίκαιης διοικητικής διαδικασίας, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων συμμετοχής της προσφεύγουσας, της ορθής άσκησης διακριτικής ευχέρειας και του δικαιώματος σε αμερόληπτη μεταχείριση, όπως κατοχυρώνονται στο ίδιο άρθρο.

4.    Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος της προσφεύγουσας σε πραγματική προσφυγή και αμερόληπτο δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 47, παράγραφος 1, του Χάρτη.

Δεδομένου ότι η καθής απέκρυψε την προσβαλλόμενη πράξη, την προπαρασκευή και την αιτιολογία της από την προσφεύγουσα και υπονόμευσε την ευχέρεια της προσφεύγουσας να ασκήσει το θεμελιώδες δικαίωμά της σε προηγούμενη ακρόαση και πρόσβαση στο φάκελο, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχεία α΄ και β΄, του Χάρτη, η ίδια η προσβαλλόμενη πράξη συνιστά προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος της προσφεύγουσας σε πραγματική προσφυγή και αμερόληπτο δικαστήριο, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη και στα άρθρα 39, παράγραφοι 1, 2 και 3, του κανονισμού 1094/2010.

5.    Με τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παράβαση του άρθρου 17, του κανονισμού 1094/2010.

Το άρθρο 17, παράγραφοι 3, 4 και 7, του κανονισμού 1094/2010 προβλέπει μια έμμεση διαδικασία τριών επιπέδων, όπου η καθής, η Επιτροπή και η αρμόδια εθνική αρχή έχουν αρμοδιότητες οι οποίες κατανέμονται μεταξύ των τριών φορέων, συμπίπτουν ή ακόμα και αλληλοεπικαλύπτονται. Παρά τις σαφείς ενδείξεις για αυξημένο κίνδυνο κακής επικοινωνίας και σφαλμάτων και παρά τις σοβαρές συνέπειες της προσβαλλόμενης πράξης, η καθής παρέλειψε να διερευνήσει, να τεκμηριώσει και να αξιολογήσει επαρκώς τα σχετικά πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη.

6.    Με τον έκτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη συνιστά κατάχρηση εξουσίας.

Εκδίδοντας συνειδητά μια de facto απόφαση συνοδευόμενη από ειδική εντολή προς την αρμόδια εθνική αρχή να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της προσφεύγουσας, η καθής παρέβλεψε εσκεμμένα ότι οι συστάσεις δεν είναι δεσμευτικές όπως ορίζει το άρθρο 288, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ και υπερέβη ουσιωδώς τα εγγενή όρια των αρμοδιοτήτων της βάσει του άρθρου 17 του κανονισμού 1094/2010. Τούτο συνιστά κατάχρηση εξουσίας κατά το δίκαιο της Ένωσης.

____________

1 Κανονισμός (ΕΕ) 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ 2010 L 331, σ. 48).