Language of document : ECLI:EU:C:2022:209

Υπόθεση C723/20

Galapagos BidCo. S.a.r.l.

κατά

DE, υπό την ιδιότητα του συνδίκου πτωχεύσεως της Galapagos S.A. κ.λπ.

(αίτηση του Bundesgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

 Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Μαρτίου 2022

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕE) 2015/848 – Διαδικασίες αφερεγγυότητας – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Διεθνής δικαιοδοσία – Μεταφορά του κέντρου των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη σε άλλο κράτος μέλος μετά την υποβολή αιτήσεως ενάρξεως κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας»

Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διαδικασίες αφερεγγυότητας – Κανονισμός 2015/848 – Διεθνής δικαιοδοσία για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας – Δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται το κέντρο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη κατά τον χρόνο ενάρξεως της διαδικασίας – Μεταφορά του κέντρου των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη σε άλλο κράτος μέλος πριν την απόφαση περί ενάρξεως της εν λόγω διαδικασίας – Δικαστήριο άλλου κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε μεταγενέστερα αίτηση προς τον ίδιο σκοπό – Διατήρηση της αποκλειστικής αρμοδιότητας – Συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου – Συνέπειες της λήξεως της μεταβατικής περιόδου

(Κανονισμός 2015/848 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1)

(βλ. σκέψεις 29-31, 33-36, 38, 40)

Σύνοψη

Η Galapagos, εταιρία χαρτοφυλακίου με καταστατική έδρα το Λουξεμβούργο, μετέφερε την κεντρική της διοίκηση στο Fareham (Ηνωμένο Βασίλειο) τον Ιούνιο του 2019. Στις 22 Αυγούστου 2019, οι σύνδικοι πτωχεύσεώς της υπέβαλαν ενώπιον των βρετανικών δικαστηρίων (1) αίτηση για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας. Την επομένη, οι εν λόγω σύνδικοι πτωχεύσεως αντικαταστάθηκαν από νέο σύνδικο πτωχεύσεως ο οποίος ίδρυσε για λογαριασμό της Galapagos γραφείο στο Ντίσελντορφ (Γερμανία) και επιδίωξε, άνευ αποτελέσματος, την παραίτηση από την αίτηση αυτή.

Στη συνέχεια, η Galapagos υπέβαλε άλλη αίτηση για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας, αυτή τη φορά ενώπιον του Amtsgericht Düsseldorf (ειρηνοδικείου Ντίσελντορφ, Γερμανία), η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του οικείου δικαστηρίου. Το ίδιο δικαστήριο επελήφθη εκ νέου αιτήσεως για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας, η οποία υποβλήθηκε αυτή τη φορά από δύο άλλες δανείστριες εταιρίες της Galapagos. Στο πλαίσιο της τελευταίας αυτής αιτήσεως, το Amtsgericht Düsseldorf (ειρηνοδικείο Ντίσελντορφ) διόρισε προσωρινό σύνδικο πτωχεύσεως και διέταξε τη λήψη προσωρινών μέτρων, εκτιμώντας ότι το κέντρο των κύριων συμφερόντων της Galapagos κατά τον χρόνο υποβολής της εν λόγω αιτήσεως βρισκόταν στο Ντίσελντορφ.

Η Galapagos BidCo., η οποία είναι συγχρόνως θυγατρική εταιρία και δανείστρια της Galapagos, άσκησε ενώπιον του Landgericht Düsseldorf (πρωτοδικείου Ντίσελντορφ, Γερμανία) άμεση προσφυγή με αίτημα την εξαφάνιση της διατάξεως του Amtsgericht Düsseldorf (ειρηνοδικείου Ντίσελντορφ) λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του γερμανικού δικαστηρίου. Κατόπιν της απορρίψεως του εν λόγω ενδίκου μέσου, η Galapagos BidCo. προσέφυγε ενώπιον του Bundesgerichtshof (Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου.

Το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει ότι η τύχη της αιτήσεως αναιρέσεως που εκκρεμεί ενώπιόν του εξαρτάται από την ερμηνεία του κανονισμού 2015/848 (2), ιδίως δε από την ερμηνεία του άρθρου του εν λόγω κανονισμού που προβλέπει τους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων των κρατών μελών όσον αφορά τις διαδικασίες αφερεγγυότητας (3). Διευκρινίζοντας ότι κατά τον χρόνο υποβολής του προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο τα βρετανικά δικαστήρια δεν είχαν ακόμα εκδώσει απόφαση επί της πρώτης αιτήσεως, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, μεταξύ άλλων, εάν διατηρείται η αποκλειστική αρμοδιότητα του δικαστηρίου κράτους μέλους ενώπιον του οποίου υποβλήθηκε αίτηση ενάρξεως κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας σε περίπτωση μεταφοράς του κέντρου των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη σε άλλο κράτος μέλος μετά την υποβολή της επίμαχης αιτήσεως, αλλά πριν το εν λόγω δικαστήριο αποφανθεί επ’ αυτής.

Με την απόφασή του, το Δικαστήριο ερμηνεύει τον κανονισμό 2015/848, κρίνοντας ότι το δικαστήριο κράτους μέλους το οποίο έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας διατηρεί αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία για την έναρξη τέτοιας διαδικασίας όταν το κέντρο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη μεταφέρεται σε άλλο κράτος μέλος μετά την υποβολή της σχετικής αιτήσεως αλλά πριν το εν λόγω δικαστήριο αποφανθεί επ’ αυτής. Κατά συνέπεια, και εφόσον ο ως άνω κανονισμός εξακολουθεί να έχει εφαρμογή επί της εν λόγω αιτήσεως, το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους που επελήφθη μεταγενέστερα αιτήσεως υποβληθείσας προς τον ίδιο σκοπό δεν μπορεί, καταρχήν, να κρίνει ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας, εφόσον το πρώτο δικαστήριο δεν έχει ακόμη αποφανθεί ότι στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

Το Δικαστήριο επισημαίνει ευθύς εξαρχής ότι, όσον αφορά τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών μελών σχετικά με διαδικασίες αφερεγγυότητας, ο κανονισμός 2015/848, ο οποίος έχει εφαρμογή εν προκειμένω, επιδιώκει με πανομοιότυπη διατύπωση τους ίδιους σκοπούς με τον προϊσχύσαντα κανονισμό 1346/2000 (4). Κατά συνέπεια, η νομολογία του Δικαστηρίου αναφορικά με την ερμηνεία των κανόνων που θεσπίζει ο κανονισμός 1346/2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία παραμένει κρίσιμη για την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/848, το οποίο αφορά το προδικαστικό ερώτημα.

Επομένως, η αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία που απονέμουν οι εν λόγω κανονισμοί στα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του διατηρείται όταν ο εν λόγω οφειλέτης μεταφέρει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους μετά την υποβολή της αιτήσεως, αλλά πριν από την έναρξη της διαδικασίας. Το Δικαστήριο καταλήγει στη διαπίστωση αυτή παραπέμποντας στις σκέψεις προγενέστερων αποφάσεών του (5).

Εν συνεχεία, το Δικαστήριο εξετάζει τις συνέπειες της διατηρήσεως αυτής της αρμοδιότητας του δικαστηρίου κράτους μέλους που επελήφθη αρχικώς της υποθέσεως επί της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων άλλου κράτους μέλους να επιληφθούν νέων αιτήσεων για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας. Διαπιστώνει ότι από τον κανονισμό 2015/848 προκύπτει ότι μπορεί να κινηθεί μόνο μία κύρια διαδικασία και ότι η διαδικασία αυτή παράγει τα αποτελέσματά της σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία έχει εφαρμογή ο οικείος κανονισμός. Επιπλέον, στο δικαστήριο κράτους μέλους που επιλαμβάνεται αιτήσεως για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας εναπόκειται να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν έχει διεθνή δικαιοδοσία και, προς τον σκοπό αυτόν, να εξακριβώσει αν το κέντρο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος. Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, το αρχικώς επιληφθέν δικαστήριο δεν θα πρέπει να κηρύσσει την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας. Αντιθέτως, αν ο έλεγχος επιβεβαιώσει τη δικαιοδοσία του, κάθε απόφαση περί ενάρξεως διαδικασίας αφερεγγυότητας που εκδίδεται από το δικαστήριο αυτό αναγνωρίζεται, σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, σε όλα τα άλλα κράτη μέλη μόλις αρχίσει να παράγει τα αποτελέσματά της στο κράτος μέλος ενάρξεως της διαδικασίας. Επομένως, τα δικαστήρια των τελευταίων αυτών κρατών μελών δεν μπορούν, καταρχήν, να κρίνουν ότι έχουν διεθνή δικαιοδοσία να κηρύξουν την έναρξη τέτοιας διαδικασίας, εφόσον το πρώτο δικαστήριο δεν έχει αποφανθεί και κρίνει ότι στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας.

Εντούτοις, όταν το αρχικώς επιληφθέν δικαστήριο είναι βρετανικό δικαστήριο, αν, κατά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στη Συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (6), το δικαστήριο αυτό δεν έχει αποφανθεί, ο κανονισμός 2015/848 δεν απαιτεί πλέον δικαστήριο κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται το κέντρο των κύριων συμφερόντων της Galapagos, να απέχει από το να κρίνει ότι είναι αρμόδιο για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.


1      Εν προκειμένω, το High Court of Justice (England and Wales), Chancery Division (Business and Property Courts, Insolvency and Companies list) [ανώτερο δικαστήριο (Αγγλία και Ουαλία), τμήμα εμπορικών και λοιπών ιδιωτικών διαφορών (υποθέσεις εμπορικού και εμπραγμάτου δικαίου, αφερεγγυότητας και εταιριών), Ηνωμένο Βασίλειο].


2      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ 2015, L 141, σ. 19).


3      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ 2015, L 141, σ. 19). Κατ’ ουσίαν, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι αρμόδια για την έναρξη της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας είναι τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται το κέντρο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη.


4      Ο κανονισμός (ΕΚ) 1346/2000 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ 2000, L 160, σ. 1), καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό 2015/848.


5      Απόφαση της 17ης Ιανουαρίου 2006, Staubitz-Schreiber (C‑1/04, EU:C:2006:39).


6      ΕΕ 2020, L 29, σ. 7.