Language of document :

Προσφυγή της 23ης Δεκεμβρίου 2009 - Toshiba κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-519/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Toshiba Corp. (εκπρόσωποι: J. MacLennan, Solicitor, A. Schulz, J. Jourdan και P. Berghe, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ (άρθρου 101 ΣΛΕΕ) και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ στην υπόθεση COMP/39.129 - μετασχηματιστές ισχύος, καθόσον αφορά την προσφεύγουσα·

να ακυρώσει το επιβληθέν στην προσφεύγουσα πρόστιμο·

επικουρικώς, στην περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση διατηρηθεί σε ισχύ εν όλω ή εν μέρει, να μειώσει το επιβληθέν στην προσφεύγουσα πρόστιμο·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας·

να απευθύνει οποιαδήποτε άλλη διαταγή κρίνει αναγκαία προκειμένου να εκτελεσθεί η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 2009 (υπόθεση COMP/39.129 - μετασχηματιστές ισχύος), καθόσον η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα υπέχει ευθύνη λόγω παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ ως εκ του ότι η προσφεύγουσα συμμετείχε στην κατανομή αγορών μέσω μιας προφορικής συμφωνίας (που αποκαλείται "Gentlemen's Agreement") μεταξύ των Ευρωπαίων και των Ιαπώνων παραγωγών μετασχηματιστών ισχύος σχετικά με τον σεβασμό των εκατέρωθεν εγχώριων αγορών και την αποχή από την πώληση προϊόντων στις αγορές αυτές. Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ζητεί τη μείωση του επιβληθέντος σ' αυτήν προστίμου.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις ισχυρισμούς.

Πρώτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε επαρκώς κατά νόμον την ύπαρξη μιας συμφωνίας "Gentlemen's Agreement" και τη συμμετοχή της προσφεύγουσας σε μια τέτοια συμφωνία ή έστω σε οποιαδήποτε συμφωνία ή εναρμονισμένη πρακτική μεταξύ των Ευρωπαίων και των Ιαπώνων παραγωγών μετασχηματιστών ισχύος.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να θεμελιώσει δικαιοδοσία έναντι της φερόμενης ως συμφωνίας "Gentlemen's Agreement", έστω και αν η ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας θεωρηθεί αποδεδειγμένη, πράγμα το οποίο δεν ισχύει εν προκειμένω. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, εξαιτίας των πολύ υψηλών φραγμών εισόδου στην αγορά, μια τέτοια συμφωνία δεν ήταν ικανή να έχει άμεσες και ουσιώδεις συνέπειες επί του ανταγωνισμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να ασκήσει επιρροή στη διάρθρωση του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου.

Με τον τρίτο ισχυρισμό της, ο οποίος προβλήθηκε επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη όταν έλαβε απόφαση σχετικά με τη διάρκεια της παραβάσεως και της συμμετοχής της προσφεύγουσας στην εν λόγω παράβαση. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι ορισμένες συσκέψεις είχαν οποιοδήποτε αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού ή οποιαδήποτε συνέπεια θίγουσα τον ανταγωνισμό και ότι η προσφεύγουσα, μετέχοντας στις συσκέψεις αυτές, παρέβη το ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού.

Όλως επικουρικώς, με τον τέταρτο ισχυρισμό της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και περί τα πράγματα, καθορίζοντας το βασικό ποσό του προστίμου. Πρώτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη όσον αφορά την επιλογή του έτους αναφοράς για τον υπολογισμό της αξίας των πωλήσεων της προσφεύγουσας και ότι, ως εκ τούτου, παρεξέκλινε από τη μεθοδολογία που καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή προστίμων. Περαιτέρω, κατά τη γνώμη της προσφεύγουσας, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ως εκ του ότι αγνόησε τους πολύ υψηλούς φραγμούς εισόδου στην ευρωπαϊκή αγορά και ως εκ του ότι θεώρησε ότι η Toshiba θα μπορούσε να επιτύχει, εντός της αγοράς του ΕΟΧ, μερίδιο αγοράς ίσο προς το μερίδιο αγοράς που κατείχε παγκοσμίως. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, επίσης, ότι η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως την παράγραφο 18 των κατευθυντηρίων γραμμών για την επιβολή προστίμων προκειμένου να δικαιολογήσει το γεγονός ότι η εκτίμηση της αξίας των πωλήσεων της προσφεύγουσας εντός του ΕΟΧ έγινε με βάση τις πωλήσεις της σε παγκόσμιο επίπεδο παρά με βάση την εξέταση μόνον των αγορών που επηρεάσθηκαν από την προβαλλόμενη παράβαση. Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα φρονεί ότι το επιβληθέν σ' αυτήν πρόστιμο είναι δυσανάλογο.

____________