Language of document : ECLI:EU:T:2007:360

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 28ης Νοεμβρίου 2007

Υπόθεση T-214/05

Ιπποκράτης Βουνάκης

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Έκθεση εξελίξεως σταδιοδρομίας – Περίοδος αξιολογήσεως 2003 – Προσδιορισμός των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Αναντιστοιχία μεταξύ της βαθμολογίας και των σχολίων – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως»

Αντικείμενο: Προσφυγή με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2004 περί καταρτίσεως της οριστικής εκθέσεως εξελίξεως της σταδιοδρομίας του προσφεύγοντος για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2003.

Απόφαση: Η απόφαση της 13ης Ιουλίου 2004 περί καταρτίσεως της εκθέσεως εξελίξεως της σταδιοδρομίας του Ιπποκράτη Βουνάκη για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2003 ακυρώνεται όσον αφορά το σημείο «Rendement». Η προσφυγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Επιτροπή καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση εξελίξεως σταδιοδρομίας – Υποχρέωση προσδιορισμού των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

2.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση βαθμολογίας – Εξουσία εκτιμήσεως των βαθμολογητών – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

3.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έκταση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

4.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας – Αυτοαξιολόγηση – Αντικείμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

1.      Από το άρθρο 7, παράγραφος 1, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 43 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: ΚΥΚ), τις οποίες έχει θεσπίσει η Επιτροπή, προκύπτει ότι η διοίκηση έχει την υποχρέωση να ορίσει στον υπάλληλο τους στόχους και τα κριτήρια αξιολογήσεως. Η υποχρέωση αυτή υπενθυμίζεται με τον οδηγό αξιολογήσεως, τον οποίο η Επιτροπή έχει επιβάλει στον εαυτό της ως κανόνα συμπεριφοράς.

(βλ. σκέψη 37)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 1η Δεκεμβρίου 1983, 190/82, Blomefield κατά Επιτροπής, Συλλογή 1983, σ. 3981, σκέψη 20· ΠΕΚ, 24 Ιανουαρίου 1991, T‑63/89, Latham κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. II‑19, σκέψη 25· ΠΕΚ, 30 Σεπτεμβρίου 2003, T‑296/01, Tatti κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑225 και II‑1093, σκέψη 43

2.      Οι βαθμολογητές απολαύουν ευρύτατης εξουσίας εκτιμήσεως κατά την κρίση της εργασίας των προσώπων που οφείλουν να βαθμολογήσουν. Δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κοινοτικού δικαστή, εκτός από τις περιπτώσεις πραγματικής πλάνης, πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως ή καταχρήσεως εξουσίας, να ελέγχει τη βασιμότητα της εκτιμήσεως των επαγγελματικών ικανοτήτων υπαλλήλου, όταν η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνει περίπλοκες αξιολογικές κρίσεις οι οποίες, εκ της φύσεώς τους, δεν μπορούν να επαληθευθούν αντικειμενικώς.

(βλ. σκέψη 62)

Παραπομπή: ΠΕΚ, 7 Μαΐου 2003, T‑278/01, den Hamer κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑139 και II‑665, σκέψη 58· ΠΕΚ, 13 Ιουλίου 2006, T‑165/04, Βουνάκης κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. Ι-Α-2-155 και ΙΙ‑Α-2-735, σκέψη 61

3.      Η διοίκηση υπέχει υποχρέωση να αιτιολογεί τις εκθέσεις βαθμολογίας κατά τρόπο επαρκή και εμπεριστατωμένο. Τα γενικής φύσεως σχόλια που συνοδεύουν τις αναλυτικές εκτιμήσεις πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στον βαθμολογούμενο υπάλληλο να εκτιμήσει τη βασιμότητά τους εν πλήρη γνώσει της καταστάσεως και, ενδεχομένως, στο Πρωτοδικείο να ασκήσει τον δικαστικό έλεγχό του, προς τούτο δε πρέπει να υφίσταται αντιστοιχία μεταξύ των εκτιμήσεων αυτών και των σχολίων που παρατίθενται προς αιτιολόγησή τους.

Εξάλλου, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην αιτιολογία. Η έκθεση εξελίξεως της σταδιοδρομίας πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς σε σχέση προς τις συστάσεις της επιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως, αν ο κατ’ ένσταση βαθμολογητής προτίθεται να μην τις ακολουθήσει και αν η γνωμοδότηση αναφέρει ειδικά στοιχεία δυνάμενα να προκαλέσουν αμφιβολίες ως προς το κύρος ή τη βασιμότητα της αρχικής εκτιμήσεως, απαιτείται δε, ως εκ τούτου, να περιέχει ειδική εκτίμηση του κατ’ ένσταση βαθμολογητή όσον αφορά τις συνέπειες που προκύπτουν ενδεχομένως από τα εν λόγω στοιχεία.

(βλ. σκέψεις 63 και 83)

Παραπομπή: ΠΕΚ, 21 Οκτωβρίου 1992, T‑23/91, Maurissen κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 1992, σ. II‑2377, σκέψη 41· ΠΕΚ, 12 Ιουνίου 2002, T‑187/01, Mellone κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑81 και II‑389, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· ΠΕΚ, 30 Σεπτεμβρίου 2004, T‑16/03, Ferrer de Moncada κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑261 και II‑1163, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· προμνησθείσα απόφαση Βουνάκης κατά Επιτροπής, σκέψη 84

4.      Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 4, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 43 του ΚΥΚ, τις οποίες έχει θεσπίσει η Επιτροπή, ο σκοπός της αυτοαξιολογήσεως συνίσταται στην προετοιμασία της επίσημης συζητήσεως του υπαλλήλου με τον αξιολογητή. Κατά συνέπεια, δεν εναπόκειται στον υπάλληλο να καταρτίσει τη βαθμολογία του· αρμόδιοι προς τούτο είναι ο αξιολογητής, ο βαθμολογητής και ο κατ’ ένσταση βαθμολογητής.

(βλ. σκέψη 81)