Language of document : ECLI:EU:T:2014:815

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 25ης Σεπτεμβρίου 2014

Υπόθεση T‑86/13 P

Diana Grazyte

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Έκτακτοι υπάλληλοι — Αποδοχές — Επίδομα αποδημίας — Προϋπόθεση προβλεπόμενη στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ — Δεκαετής περίοδος αναφοράς — Υπηρεσία σε διεθνή οργανισμό»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίτο τμήμα) της 5ης Δεκεμβρίου 2012, Grazyte κατά Επιτροπής (F‑76/11, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:F:2012:173).

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Η Diana Grazyte φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την παρούσα διαδικασία.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Αποδοχές — Επίδομα αποδημίας — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Παροχή υπηρεσιών σε άλλο κράτος ή σε διεθνή οργανισμό — Έννοια — Παροχή υπηρεσιών στο Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ETF) και στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) — Εμπίπτει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρο 4 § 1)

2.      Υπάλληλοι — Αποδοχές — Επίδομα αποδημίας — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Συνήθης διαμονή του υπαλλήλου, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, εκτός του κράτους μέλους στο οποίο υπηρετεί — Υπολογισμός της περιόδου αυτής — Δεν λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι κατά τις οποίες έχουν παρασχεθεί υπηρεσίες σε άλλο κράτος ή σε διεθνή οργανισμό — Επιτρέπεται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρο 4 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Υπάλληλοι — Αποδοχές — Επίδομα αποδημίας — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Προϋποθέσεις στηριζόμενες σε αντικειμενικά στοιχεία — Λαμβάνονται υπόψη οι λόγοι για τους οποίους ο ενδιαφερόμενος αποφάσισε να φύγει από τη χώρα της οποίας έχει ή είχε την ιθαγένεια — Δεν επιτρέπεται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρο 4 § 1, στοιχείο β΄)

1.      Το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ETF) και η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), ως οργανισμοί που έχει ιδρύσει η Ένωση, πρέπει να χαρακτηριστούν διεθνείς οργανισμοί, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ.

Εξάλλου, αφού η άσκηση δραστηριοτήτων εντός της Επιτροπής θεωρείται ως παροχή υπηρεσιών σε διεθνή οργανισμό, υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως, δεν θα ήταν δικαιολογημένη από καμία άποψη η επιλογή άλλης λύσης σχετικά με τους οργανισμούς της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 33 έως 35)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 1989, Atala-Palmerini κατά Επιτροπής, 201/88, Συλλογή, EU:C:1989:365, σκέψη 6

ΓΔΕΕ: αποφάσεις της 30ής Μαρτίου 1993, Βαρδάκας κατά Επιτροπής, T‑4/92, Συλλογή, EU:T:1993:29, σκέψη 47, και της 3ης Μαΐου 2001, Λιάσκου κατά Συμβουλίου, T‑60/00, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:T:2001:129, σκέψεις 49 και 50

2.      Όσον αφορά τις προϋποθέσεις χορηγήσεως του επιδόματος αποδημίας, το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ προβλέπει ότι ο υπάλληλος πρέπει να αποδείξει ότι είχε τη συνήθη διαμονή του εκτός του ευρωπαϊκού εδάφους του κράτους στο οποίο υπηρετεί και του οποίου έχει ή είχε την ιθαγένεια και ότι ο λόγος δεν ήταν η εκ μέρους του άσκηση καθηκόντων σε κρατική υπηρεσία ή σε διεθνή οργανισμό. Αν ο υπάλληλος είχε όντως τη συνήθη διαμονή του εκτός του εδάφους του κράτους στο οποίο υπηρετεί, αλλά παρείχε τις υπηρεσίες του σε ορισμένο κράτος ή σε διεθνή οργανισμό, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο εν λόγω υπάλληλος έχει διακόψει τους σταθερούς δεσμούς που απέκτησε με τη χώρα στην οποία υπηρετούσε και της οποίας έχει ή είχε την ιθαγένεια. Επομένως, το γεγονός και μόνο ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετούς περιόδου αναφοράς ο ενδιαφερόμενος έχει παράσχει τις υπηρεσίες του σε ορισμένο κράτος ή σε διεθνή οργανισμό είναι αυτό που ανατρέπει το τεκμήριο ότι έχουν διακοπεί οι σταθεροί δεσμούς που απέκτησε ο ενδιαφερόμενος με τη χώρα στην οποία υπηρετούσε και της οποίας έχει ή είχε την ιθαγένεια.

Κατά συνέπεια, κατά τον υπολογισμό της δεκαετούς περιόδου αναφοράς, θα πρέπει να μη λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος άσκησε καθήκοντα σε κρατική υπηρεσία ή σε διεθνή οργανισμό, με αποτέλεσμα την ανάλογη επιμήκυνση της περιόδου αναφοράς. Συγκεκριμένα, η άποψη ότι η παροχή εργασίας σε κρατική υπηρεσία ή σε διεθνή οργανισμό δεν θα πρέπει να έχει καμία συνέπεια, όσον αφορά την οριοθέτηση της περιόδου αυτής, θα αντέβαινε τόσο στο γράμμα όσο και στους σκοπούς του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, διότι θα στηριζόταν, στην πράξη, στην εξομοίωση της εργασίας αυτής προς την εργασία που παρέχεται σε οποιονδήποτε άλλο εργοδότη.

(βλ. σκέψεις 50, 51 και 54)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2008, Adam κατά Επιτροπής, C‑211/06 P, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:C:2008:34, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΓΔΕΕ: απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2000, Lemaître κατά Επιτροπής, T‑317/99, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:T:2000:218, σκέψη 59

3.      Από το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ δεν προκύπτει σε καμία περίπτωση ότι οι λόγοι που οδήγησαν στη μετοίκηση ή στην απόφαση παραμονής στη νέα χώρα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση του επιδόματος αποδημίας. Συγκεκριμένα, η επί της ουσίας εξέταση των διαφόρων λόγων που οδήγησαν τον ενδιαφερόμενο να φύγει από τη χώρα της οποίας έχει ή είχε την ιθαγένεια και να εγκατασταθεί σε άλλη χώρα στηρίζεται κατ’ ανάγκην σε υποκειμενικές εκτιμήσεις, πράγμα ασυμβίβαστο τόσο με το γράμμα όσο και με τους σκοπούς της εν λόγω διάταξης.

Κατά τα λοιπά, από το άρθρο 4 του παραρτήματος VII του ΚΥΚ δεν μπορεί να συναχθεί σε καμία περίπτωση ότι οι συντάκτες του είχαν την πρόθεση να αποδώσουν ιδιαίτερη σημασία στο χρονικό σημείο της μεταφοράς της κατοικίας ή διαμονής εκτός του κράτους του οποίου ο ενδιαφερόμενος έχει ή είχε την ιθαγένεια ή στους λόγους που οδήγησαν στη μεταφορά αυτή.

(βλ. σκέψεις 56, 58 και 78)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: αποφάσεις της 8ης Απριλίου 1992, Costacurta Gelabert κατά Επιτροπής, T‑18/91, Συλλογή, EU:T:1992:56, σκέψη 42, και της 13ης Απριλίου 2000, Reichert κατά Κοινοβουλίου, T‑18/98, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:T:2000:113, σκέψη 25