Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 14 Ιανουαρίου 2008 η Marta Andreasen κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 8 Νοεμβρίου 2007 στην υπόθεση F-40/05, Andreasen κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-17/08 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Marta Andreasen (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: B. Marthoz, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 8ης Νοεμβρίου 2007 στην υπόθεση F-40/05 και να αποφανθεί επί της διαφοράς, να δεχθεί τα αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας πρωτοδίκως, συμπεριλαμβανομένου του αιτήματος περί αποζημιώσεως,

να καταδικάσει την αντίδικο κατ' αναίρεση στα δικαστικά έξοδα,

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων,

επικουρικώς, να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 8ης Νοεμβρίου 2007 στην υπόθεση F-40/05, να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης και να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την αίτηση αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή-αγωγή με αντικείμενο, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως της 30ής Οκτωβρίου 2004 με την οποία η Επιτροπή της επέβαλε την πειθαρχική κύρωση της παύσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και, αφετέρου, την επιδίκαση αποζημιώσεως.

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει πέντε λόγους.

Καταρχάς, ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παρέβη το άρθρο 10 του παραρτήματος IΧ του ΚΥΚ, καθόσον δεν διενήργησε έλεγχο της νομιμότητας και της αναλογικότητας της πρωτοδίκως προσβληθείσας αποφάσεως σε σχέση με την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υποθέσεως και της ιδιαίτερης καταστάσεως της αναιρεσείουσας που συνδέεται με τον χαρακτήρα των καθηκόντων που είχε ασκήσει.

Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως αντλείται από παραβίαση των αρχών της νομιμότητας των κοινοτικών πράξεων, της διαχρονικής εφαρμογής των κοινοτικών πράξεων και της ασφαλείας δικαίου, καθόσον το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δεν αιτιολόγησε την απόφασή του επί των σημείων που αφορούν την εφαρμογή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, των κανόνων που περιέχονται στον παλαιό και στον νέο ΚΥΚ.

Επί πλέον, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παραμόρφωση των πραγματικών στοιχείων που υποβλήθηκαν στην εκτίμησή του.

Προβάλλει επίσης πλάνη εκτιμήσεως και την εκ μέρους του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης παράβαση των άρθρων 11, 12, 17 και 21 του ΚΥΚ, καθόσον αυτό δεν αιτιολόγησε κατά νόμο την απόφασή του, δεδομένου ότι ενέκρινε τον τρόπο με τον οποίο η προσβαλλομένη πρωτοδίκως απόφαση εφάρμοσε τις διατάξεις αυτές.

Τέλος, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παραβίασε επίσης της αρχές που αναγνωρίζονται στα άρθρα 6, παράγραφος 1, και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στα άρθρα 41 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

____________