Language of document : ECLI:EU:C:2017:448

Υπόθεση C‑258/14

Eugenia Florescu κ.λπ.

κατά

Casa Judeţeană de Pensii Sibiu κ.λπ.

(αίτηση του Curtea de Apel Alba Iuliaγια την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 143 ΣΛΕΕ – Δυσχέρειες στο ισοζύγιο πληρωμών κράτους μέλους – Χρηματοδοτική συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του δικαιούχου κράτους μέλους – Κοινωνική πολιτική – Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως – Εθνική νομοθεσία η οποία απαγορεύει τη σώρευση συντάξεως του δημόσιου τομέα με εισοδήματα από την άσκηση μισθωτών δραστηριοτήτων σε δημόσιο φορέα – Διαφορετική μεταχείριση των προσώπων που διορίζονται για συνταγματικώς ορισμένη θητεία και των τακτικών δικαστών»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)της 13ης Ιουνίου 2017

1.        Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Πράξεις των θεσμικών οργάνων – Μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και κράτους μέλους δικαιούχου χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης περί εξειδικεύσεως της δεσμεύσεως αυτού του κράτους μέλους να τηρήσει ορισμένους οικονομικούς στόχους – Περιλαμβάνεται

(Άρθρα 143 ΣΛΕΕ και 267 ΣΛΕΕ· κανονισμός 332/2002 του Συμβουλίου, άρθρο 3α)

2.        Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Ισοζύγιο πληρωμών – Δυσχέρειες κράτους μέλους – Μνημόνιο συμφωνίας με τη Ρουμανία περί εξειδικεύσεως της δεσμεύσεως αυτού του κράτους μέλους να τηρήσει ορισμένους οικονομικούς στόχους – Υποχρέωση της Ρουμανίας να θεσπίσει διατάξεις για τη μη σώρευση των συντάξεων με εισοδήματα από την άσκηση μισθωτών δραστηριοτήτων – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 143 ΣΛΕΕ· κανονισμός 332/2002 του Συμβουλίου· απόφαση 2009/459 του Συμβουλίου)

3.        Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Ισοζύγιο πληρωμών – Δυσχέρειες κράτους μέλους – Μνημόνιο συμφωνίας με τη Ρουμανία περί εξειδικεύσεως της δεσμεύσεως αυτού του κράτους μέλους να τηρήσει ορισμένους οικονομικούς στόχους – Θέσπιση εθνικής νομοθεσίας η οποία απαγορεύει τη σώρευση συντάξεως με εισοδήματα από την άσκηση μισθωτών δραστηριοτήτων – Προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 6 ΣΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 17 και 52 § 1· απόφαση 2009/459 του Συμβουλίου)

4.        Κοινωνική πολιτική – Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία – Οδηγία 2000/78 – Πεδίο εφαρμογής – Εθνική νομοθεσία η οποία απαγορεύει, σε ορισμένες περιπτώσεις, τη σώρευση συντάξεως με εισοδήματα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας στον δημόσιο τομέα – Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των τακτικών δικαστών και των προσώπων που διορίζονται με θητεία προβλεπόμενη από το εθνικό Σύνταγμα – Αποκλείεται

(Οδηγία 2000/78 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 2, στοιχείο βʹ)

1.      Το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρουμανίας, που συνήφθη στο Βουκουρέστι και στις Βρυξέλλες στις 23 Ιουνίου 2009, πρέπει να θεωρηθεί πράξη θεσμικού οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, η οποία είναι δυνατόν να υποβληθεί στην ερμηνεία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το μνημόνιο αυτό έχει ως νομική βάση το άρθρο 143 ΣΛΕΕ, το οποίο παρέχει στην Ένωση την αρμοδιότητα να χορηγεί αμοιβαία συνδρομή σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ και το οποίο αντιμετωπίζει δυσχέρειες ή σοβαρή απειλή δυσχερειών στο ισοζύγιο πληρωμών του. Ως πράξη η οποία έχει ως νομική βάση τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που μνημονεύονται στις σκέψεις 31 έως 33 της παρούσας αποφάσεως και η οποία συνήφθη, μεταξύ άλλων, από την Ένωση, εκπροσωπούμενη από την Επιτροπή, το μνημόνιο συμφωνίας συνιστά πράξη θεσμικού οργάνου της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 267, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

(βλ. σκέψεις 31, 35, 36, διατακτ. 1)

2.      Το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρουμανίας, που συνήφθη στο Βουκουρέστι και στις Βρυξέλλες στις 23 Ιουνίου 2009, έχει την έννοια ότι δεν επιβάλλει τη θέσπιση εθνικής νομοθεσίας, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία απαγορεύει τη σώρευση της καθαρής συντάξεως του δημόσιου τομέα με τα εισοδήματα από δραστηριότητες που ασκούνται σε δημόσιους φορείς, όταν το ύψος της συντάξεως αυτής υπερβαίνει το ύψος του μέσου ακαθάριστου εθνικού μισθού βάσει του οποίου καταρτίστηκε ο κρατικός προϋπολογισμός για την κοινωνική ασφάλιση.

Συναφώς, όπως υπογραμμίστηκε στο πλαίσιο της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, το μνημόνιο συμφωνίας αποτελεί την εξειδίκευση δεσμεύσεως μεταξύ της Ένωσης και κράτους μέλους σχετικά με οικονομικό πρόγραμμα το οποίο παρέχει στο οικείο κράτος μέλος τη δυνατότητα να υπαχθεί σε μηχανισμό μεσοπρόθεσμης οικονομικής στηρίξεως των ισοζυγίων πληρωμών των κρατών μελών, όπως προβλέπει το άρθρο 143 ΣΛΕΕ και διευκρινίζει ο κανονισμός 332/2002. Περιλαμβάνει δε ορισμένες απαιτήσεις οικονομικής πολιτικής, που συμφωνήθηκαν από κοινού μεταξύ της Επιτροπής και των ρουμανικών αρχών βάσει των διατάξεων της αποφάσεως 2009/459, από την τήρηση των οποίων εξαρτάται η χορήγηση της χρηματοδοτικής συνδρομής. Πάντως, το μνημόνιο συμφωνίας είναι μεν δεσμευτικό, αλλά δεν περιέχει καμία ειδική διάταξη επιβάλλουσα τη θέσπιση της επίμαχης στην κύρια δίκη εθνικής νομοθεσίας.

(βλ. σκέψεις 38, 41, 42, διατακτ. 2)

3.      Το άρθρο 6 ΣΕΕ και το άρθρο 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία απαγορεύει τη σώρευση της καθαρής συντάξεως του δημόσιου τομέα με εισοδήματα από δραστηριότητες που ασκούνται σε δημόσιους φορείς, όταν η σύνταξη αυτή υπερβαίνει ορισμένο ύψος.

Συναφώς πρέπει να παρατηρηθεί, κατ’ αρχάς, ότι, όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 2 του νόμου 329/2009, η διάταξη αυτή έχει έκτακτο χαρακτήρα και προσωρινή ισχύ. Επιπλέον, δεν θίγει το κατ’ αρχήν δικαίωμα συντάξεως καθεαυτό, αλλά περιορίζει την άσκησή του υπό σαφώς προσδιορισμένες και οριοθετημένες συνθήκες, ήτοι όταν ο συνταξιούχος ασκεί συγχρόνως δραστηριότητα σε δημόσιους φορείς και όταν η σύνταξη υπερβαίνει ορισμένο ύψος. Όσον αφορά, ειδικότερα, την επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία, με αυτήν επιδιώκεται τόσο η μείωση των μισθολογικών δαπανών του δημόσιου τομέα όσο και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, σκοποί οι οποίοι έχουν οριστεί με την απόφαση 2009/459 και το μνημόνιο συμφωνίας, προς άμβλυνση των δυσχερειών του ισοζυγίου πληρωμών που ώθησαν τη Ρουμανία να ζητήσει και να λάβει χρηματοδοτική συνδρομή από την Ένωση. Οι ως άνω σκοποί αποτελούν σκοπούς γενικού συμφέροντος.

Όσον αφορά την καταλληλότητα και την αναγκαιότητα της επίμαχης στην κύρια δίκη νομοθεσίας πρέπει να υπομνησθεί ότι, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων οικονομικών συνθηκών, τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως όταν λαμβάνουν αποφάσεις οικονομικού περιεχομένου και είναι τα πλέον αρμόδια να καθορίσουν ποια μέτρα είναι κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.

(βλ. σκέψεις 55-57, 60, διατακτ. 3)

4.      Το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή επί της ερμηνείας εθνικής νομοθεσίας, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, σύμφωνα με την οποία η προβλεπόμενη σ’ αυτήν απαγόρευση σωρεύσεως της καθαρής συντάξεως με εισοδήματα από δραστηριότητες που ασκούνται σε δημόσιους φορείς, όταν το ύψος της συντάξεως αυτής υπερβαίνει το ύψος του μέσου ακαθάριστου εθνικού μισθού βάσει του οποίου καταρτίστηκε ο κρατικός προϋπολογισμός για την κοινωνική ασφάλιση, ισχύει για τους τακτικούς δικαστές και όχι για πρόσωπα που διορίζονται με θητεία προβλεπόμενη από το εθνικό Σύνταγμα.

(βλ. σκέψη 66, διατακτ. 4)