Language of document : ECLI:EU:T:2015:50

Υπόθεση T‑345/12

Akzo Nobel NV κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Ευρωπαϊκή αγορά του υπεροξειδίου του υδρογόνου και του υπερβορικού άλατος — Δημοσίευση αποφάσεως διαπιστώνουσας παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Απόρριψη αιτήσεως εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν της ανακοινώσεως περί συνεργασίας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Εμπιστευτική φύση — Επαγγελματικό απόρρητο — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 28ης Ιανουαρίου 2015

1.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση του συμβούλου ακροάσεων απορρίπτουσα, στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, αίτηση εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 296 ΣΛΕΕ· απόφαση 2011/695 της Επιτροπής, άρθρο 8)

2.      Πράξεις των οργάνων – Διαφήμιση – Τήρηση της αρχής της λήψεως των αποφάσεων με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια – Περιεχόμενο – Ευχέρεια δημοσιεύσεως των πράξεων, χωρίς ρητή προς τούτο υποχρέωση

(Άρθρο 1, εδ. 2, ΣΕΕ· άρθρο 15 ΣΛΕΕ)

3.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

4.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Περιεχόμενο – Διαφορετική μεταχείριση των εχόντων δικαίωμα ακροάσεως σε σχέση με το ευρύ κοινό

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 27 § 2 και 28 § 2)

5.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια – Δημοσιοποίηση δυνάμενη να προκαλέσει σοβαρή ζημία – Πληροφορίες που συνίσταται στην περιγραφή συστατικών παραβάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού στοιχείων – Δημοσίευση των εν λόγω πληροφοριών που καθιστά δυνατή την ευχερέστερη στοιχειοθέτηση της αστικής ευθύνης των οικείων επιχειρήσεων

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

6.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια – Συμφέροντα που ενδέχεται να θιγούν εξαιτίας της δημοσιοποιήσεως πληροφοριών που χρήζουν προστασίας – Στάθμιση του γενικού συμφέροντος για διαφάνεια της δράσεως της Ένωσης και των ευλόγων συμφερόντων που αντίκεινται στη δημοσιοποίηση – Συμφέρον της επιχειρήσεως να μην αποκαλυφθούν πληροφορίες σχετικές με τη συμπεριφορά της – Συμφέρον που δεν χρήζει ιδιαίτερης προστασίας στην περίπτωση επιχειρήσεων που έχουν μετάσχει σε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

7.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Στάθμιση του γενικού συμφέροντος για διαφάνεια της δράσεως της Ένωσης και των ευλόγων συμφερόντων που αντίκεινται στη δημοσιοποίηση – Δημοσίευση πληροφοριών τις οποίες έχουν υποβάλει οικειοθελώς στην Επιτροπή ενδιαφερόμενοι να επωφεληθούν από το πρόγραμμα επιείκειας – Στάθμιση των συμφερόντων που δικαιολογούν τη γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών και εκείνων που δικαιολογούν την προστασία τους

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής

8.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσίευση πληροφοριών τις οποίες έχει υποβάλει οικειοθελώς στην Επιτροπή μετέχουσα στην παράβαση επιχείρηση, προκειμένου να επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Ανακοινώσεις περί συνεργασίας – Αυτοπεριορισμός της εξουσίας της εκτιμήσεως – Περιεχόμενο – Απαγόρευση δημοσιοποιήσεως πληροφοριών που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις επιείκειας– Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30· ανακοινώσεις της Επιτροπής 2002/C 45/03 και 2006/C 298/11)

9.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσίευση πληροφοριών τις οποίες έχει υποβάλει οικειοθελώς στην Επιτροπή μετέχουσα στην παράβαση επιχείρηση, προκειμένου να επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Περιεχόμενο – Μεταβολή της προγενέστερης πρακτικής – Παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 30-44)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 60)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 61, 65)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 67-69)

5.      Προκειμένου οι πληροφορίες να καλύπτονται εκ φύσεως από το επαγγελματικό απόρρητο και, συνεπώς, από την προστασία έναντι της δημοσιοποιήσεως στο κοινό, απαιτείται η δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών να ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή ζημία στο πρόσωπο που τις προσκόμισε ή σε τρίτους.

Η δημοσιοποίηση πληροφοριών που συνίσταται σε συστατικά παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ στοιχεία μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημία σε επιχείρηση που μετείχε σε τέτοια παράβαση, εφόσον οι πληροφορίες αυτές διευκολύνουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα που θεωρούν ότι ζημιώθηκαν από την παράβαση να στοιχειοθετήσουν την αστική ευθύνη της επιχειρήσεως.

(βλ. σκέψεις 73, 74, 77)

6.      Προκειμένου οι πληροφορίες να καλύπτονται εκ φύσεως από το επαγγελματικό απόρρητο και, συνεπώς, από την προστασία έναντι της δημοσιοποιήσεως στο κοινό, απαιτείται τα συμφέρονται που ενδέχεται να θιγούν λόγω της δημοσιοποιήσεως να χρήζουν αντικειμενικά προστασίας. Συνέπεια της προϋποθέσεις αυτής είναι ότι η εκτίμηση του απορρήτου χαρακτήρα μιας πληροφορίας απαιτεί τη στάθμιση μεταξύ των νομίμων συμφερόντων που απαγορεύουν τη δημοσίευσή της και του γενικού συμφέροντος σύμφωνα με το οποίο οι δραστηριότητες των κοινοτικών οργάνων διεξάγονται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια.

Συναφώς, το συμφέρον μιας επιχειρήσεως, στην οποία η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο για παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού, να μη δημοσιοποιηθούν στο κοινό λεπτομέρειες της προσαπτομένης παραβάσεως δεν χρήζει ιδιαίτερης προστασίας, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος του κοινού να γνωρίζει όσο το δυνατόν πληρέστερα τους λόγους κάθε πράξεως της Επιτροπής, του συμφέροντος των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια συμπεριφορά ενδέχεται να επισύρει την επιβολή κυρώσεων και του συμφέροντος των προσώπων που θίγονται από την παράβαση να γνωρίζουν τις λεπτομέρειές της προκειμένου να επικαλεσθούν, ενδεχομένως, τα δικαιώματά τους κατά των επιχειρήσεων στις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις και ενόψει της δυνατότητας που έχει η εν λόγω επιχείρηση να υποβάλει την απόφαση αυτή σε δικαστικό έλεγχο.

(βλ. σκέψεις 79, 80)

7.      Η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων επιείκειας μπορεί να επηρεαστεί από τη γνωστοποίηση εγγράφων σχετικών με διαδικασία επιείκειας σε πρόσωπα που επιθυμούν να ασκήσουν αγωγή αποζημιώσεως, έστω και αν οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό εθνικές αρχές ή η Επιτροπή χορηγήσουν στον αιτούντα επιείκεια πλήρη ή μερική απαλλαγή από το πρόστιμο που θα μπορούσαν να του επιβάλουν. Συγκεκριμένα, πρόσωπο που έχει εμπλακεί σε προσβολή του δικαίου του ανταγωνισμού μπορεί, ενόψει του ενδεχομένου μιας τέτοιας γνωστοποιήσεως, να αποθαρρυνθεί από το να κάνει χρήση της παρεχόμενης από τέτοια προγράμματα δυνατότητας, δεδομένου ιδίως ότι τα έγγραφα που κοινοποιούνται στην Επιτροπή ή οι δηλώσεις ενώπιόν της στο πλαίσιο αυτό ενδέχεται να είναι αυτοενοχοποιητικά.

Ωστόσο, το δικαίωμα αποζημιώσεως για ζημία που έχει προκληθεί εξαιτίας συμβάσεως ή συμπεριφοράς δυνάμενης να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό συμβάλλει ουσιωδώς στη διατήρηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού εντός της Ένωσης.

Κατ’ εφαρμογήν των αρχών αυτών, στο πλαίσιο προδικαστικών διαφορών με αντικείμενο αιτήσεις προσβάσεως σε φακέλους έρευνας τηρούμενους από αρμόδιες για τον ανταγωνισμό εθνικές αρχές, υποβληθείσες από επιχειρήσεις οι οποίες διατείνονταν ότι είχαν υποστεί ζημία από παραβάσεις του δικαίου του ανταγωνισμού, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι τα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται των σχετικών διαφορών πρέπει να σταθμίζουν τα συμφέροντα τα οποία δικαιολογούν, αφενός, τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που έχουν οικειοθελώς παρασχεθεί από τους αιτούντες επιείκεια και, αφετέρου, την προστασία των πληροφοριών αυτών.

Πάντως, σε υπόθεση η οποία δεν έχει ως αντικείμενο την αμφισβήτηση αρνήσεως προσβάσεως σε έγγραφα σχετικά με διαδικασία στον τομέα του ανταγωνισμού, αλλά τη σκοπούμενη από την Επιτροπή δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε έγγραφα τα οποία προσκόμισαν ή σε δηλώσεις τις οποίες πραγματοποίησε οικειοθελώς επιχείρηση εμπλεκόμενη σε παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού, προκειμένου να επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας, και στο πλαίσιο της οποίας η εν λόγω επιχείρηση προβάλλει ότι η δημοσιοποίηση των πληροφοριών που έχει οικειοθελώς προσκομίσει κατά την έρευνα, με την προσδοκία ότι θα επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας, βλάπτει τον σκοπό των ερευνών που διενεργεί η Επιτροπή, η συγκεκριμένη άποψη δεν πείθει ότι η Επιτροπή έχει παραβεί κανόνα δικαίου, επειδή η σκοπούμενη δημοσίευση πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί στο πλαίσιο προγράμματος επιείκειας ενδέχεται να επηρεάσει την εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος στο πλαίσιο μελλοντικών ερευνών.

Επιπλέον, το ειδικό αυτό επιχείρημα στηρίζεται στο συμφέρον του κοινού να γνωρίζει όσο το δυνατόν πληρέστερα τους λόγους οποιασδήποτε ενέργειας της Επιτροπής, στο συμφέρον των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια συμπεριφορά επισύρει ενδεχομένως την επιβολή κυρώσεων και, τέλος, στο συμφέρον της Επιτροπής να διασφαλίζει την πρακτική αποτελεσματικότητα του προγράμματος επιείκειας. Ωστόσο, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση δεν μπορεί να επικαλεστεί τα ειδικά αυτά συμφέροντα, καθώς εναπόκειται αποκλειστικά στην Επιτροπή να σταθμίσει, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, αφενός, την αποτελεσματικότητα του προγράμματος επιείκειας και, αφετέρου, το συμφέρον του κοινού και των επιχειρηματιών να πληροφορηθούν το περιεχόμενο της αποφάσεώς τους και να ενεργήσουν για την προστασία των δικαιωμάτων τους.

Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το επιχείρημα ότι, κατ’ ουσίαν, οι πληροφορίες των οποίων η επιχείρηση ζητεί την εμπιστευτική μεταχείριση δεν έχουν ουσιώδη σημασία για την κατανόηση του διατακτικού της αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού της Ένωσης και, συνεπώς, δεν καλύπτονται από την υποχρέωση δημοσιότητας που υπέχει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003. Ειδικότερα, σκοπός της εν λόγω διατάξεως δεν είναι να περιοριστεί η ευχέρεια της Επιτροπής να δημοσιεύει κατά βούληση κείμενο της αποφάσεώς της πληρέστερο από το κατ’ ελάχιστον απαιτούμενο και να περιλαμβάνει σε αυτό και πληροφορίες των οποίων η δημοσίευση δεν είναι απαραίτητη, εφόσον η γνωστοποίησή τους δεν είναι ασύμβατη με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου.

(βλ. σκέψεις 83-85, 87-90)

8.      Η Επιτροπή, θεσπίζοντας κανόνες συμπεριφοράς όπως αυτοί που περιλαμβάνονται στις ανακοινώσεις περί συνεργασίας του 2002 και του 2006 και αναγγέλλοντας με τη δημοσίευσή τους ότι θα τους εφαρμόζει πλέον στις περιπτώσεις τις οποίες αφορούν οι κανόνες αυτοί, αυτοπεριορίζεται κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειάς της και δεν μπορεί να αποκλίνει άνευ λόγου από τους κανόνες αυτούς, διότι άλλως η απόφασή της ενδέχεται να ακυρωθεί λόγω παραβιάσεως γενικών αρχών του δικαίου, όπως η ίση μεταχείριση ή η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Ωστόσο, από τις ανακοινώσεις αυτές δεν προκύπτει απαγόρευση δημοσιεύσεως υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αιτήσεις επιείκειας ή σε δηλώσεις πραγματοποιηθείσες στο πλαίσιο του προγράμματος επιείκειας. Συγκεκριμένα, οι δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στις εν λόγω ανακοινώσεις αφορούν μόνον τη δημοσιοποίηση εγγράφων που έχουν παρασχεθεί οικειοθελώς από τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να επωφεληθούν από το πρόγραμμα επιείκειας, καθώς και τη δημοσιοποίηση δηλώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο αυτό από τις ίδιες επιχειρήσεις.

(βλ. σκέψεις 104, 106, 108)

9.      Μολονότι η τήρηση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης συγκαταλέγεται στα θεμελιώδη δικαιώματα του δικαίου της Ένωσης, οι επιχειρηματίες δεν μπορούν δικαιολογημένα να τρέφουν προσδοκίες για διατήρηση μιας υφισταμένης καταστάσεως, η οποία μπορεί να μεταβληθεί στο πλαίσιο της ασκήσεως της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτουν τα όργανα της Ένωσης.

Συναφώς, επιχείρηση που μετέσχε σε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης δεν μπορεί έχει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι θα διατηρηθεί η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής, η οποία συνίστατο στη μη δημοσιοποίηση πληροφοριών τις οποίες έχουν οικειοθελώς προσκομίσει οι επιχειρήσεις στο πλαίσιο αιτήσεων επιείκειας, ζητώντας την εμπιστευτική μεταχείρισή τους.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά το αν θα δημοσιεύσει ή όχι τέτοιες πληροφορίες. Το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 περιορίζει την υποχρέωση δημοσιεύσεως που υπέχει η Επιτροπή αποκλειστικά στην αναφορά των ονομάτων ενδιαφερομένων και των ουσιωδών στοιχείων των αποφάσεων που διαλαμβάνονται στην πρώτη παράγραφο της διατάξεως αυτής, προς διευκόλυνση του καθήκοντος της Επιτροπής να πληροφορεί το κοινό για τις αποφάσεις της, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των γλωσσικών δυσχερειών που συνδέονται με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει τη δυνατότητα της Επιτροπής, αν το κρίνει σκόπιμο και αν οι πόροι της το επιτρέπουν, να δημοσιεύσει το πλήρες κείμενο των εν λόγω αποφάσεων, ή τουλάχιστον ιδιαίτερα λεπτομερούς κειμένου της αποφάσεως αυτής, με την επιφύλαξη της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων και των λοιπών εμπιστευτικής φύσεως πληροφοριών.

Επομένως, μολονότι η Επιτροπή υπέχει γενική υποχρέωση να δημοσιεύει μόνον τα μη εμπιστευτικά κείμενα των αποφάσεών της, δεν είναι αναγκαίο, για τη διασφάλιση της τηρήσεως της υποχρεώσεως αυτής, να ερμηνευθεί το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 υπό την έννοια ότι παρέχει συγκεκριμένο δικαίωμα στους αποδέκτες των αποφάσεων που εκδίδονται βάσει των άρθρων 7 έως 10 και των άρθρων 23 και 24 αυτού να αντιτάσσονται στη δημοσίευση εκ μέρους της Επιτροπής στην Επίσημη Εφημερίδα και, ενδεχομένως, στον διαδικτυακό τόπο του εν λόγω θεσμικού οργάνου πληροφοριών οι οποίες, αν και δεν είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα, εντούτοις δεν είναι «ουσιώδεις» για την κατανόηση του διατακτικού των εν λόγω αποφάσεων. Συνεπώς, το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1 δεν σκοπεί να περιορίσει την ελευθερία της Επιτροπής να δημοσιεύει εκουσίως πληρέστερο κείμενο της αποφάσεώς της από το κείμενο που τουλάχιστον απαιτείται και να περιλαμβάνει στο κείμενο αυτό και πληροφοριακά στοιχεία των οποίων δεν απαιτείται η δημοσίευση, καθόσον η δημοσίευση των στοιχείων αυτών δεν είναι ασυμβίβαστη με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου.

(βλ. σκέψεις 120, 122-124)