Language of document : ECLI:EU:T:2007:263

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 12ης Σεπτεμβρίου 2007 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση τρισδιάστατου κοινοτικού σήματος υπό μορφήν κεφαλής μικροφώνου – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T‑358/04,

Georg Neumann GmbH, με έδρα το Βερολίνο (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον R. Böhm, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον G. Schneider,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή που ασκήθηκε κατά της απόφασης του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ στις 17 Ιουνίου 2004 (υπόθεση R 919/2002-2), με την οποία απορρίφθηκε αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού σήματος ενός τρισδιάστατου σημείου υπό μορφήν κεφαλής μικροφώνου,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. D. Cooke, πρόεδρο, R. García-Valdecasas και I. Labucka, δικαστές,

γραμματέας: K. Andová, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 30 Αυγούστου 2004,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 5 Ιανουαρίου 2005,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 1η Απριλίου 2005,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 28ης Νοεμβρίου 2006,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 9 Δεκεμβρίου 1996, η προσφεύγουσα υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση συνίσταται στο παρατιθέμενο ευθύς αμέσως τρισδιάστατο σχήμα:

Image not found

3        Το εν λόγω σήμα συνίσταται στο σχήμα της αποκαλούμενης κεφαλής μικροφώνου που καλύπτει και προφυλάσσει το καπάκι του μικροφώνου που βρίσκεται στην άκρη μιας κοντής ράβδου, η οποία περιλαμβάνει ηλεκτρονικά στοιχεία και χρησιμεύει ως λαβή του μικροφώνου.

4        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος εμπίπτουν στην κλάση 9 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αυτός έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Μικρόφωνα, και ειδικότερα μικρόφωνα στούντιο, μικρόφωνα με πυκνωτές, μικρόφωνα διαφοράς πίεσης και τα εξαρτήματά τους (που περιλαμβάνονται στην κλάση 9)».

5        Η προσφεύγουσα διεκδίκησε την προτεραιότητα της κατάθεσης του γερμανικού σήματος υπ’ αριθ. 39625644 στις 10 Ιουνίου 1996 και της καταχωρίσεώς του στις 18 Σεπτεμβρίου 1996.

6        Ο εξεταστής, με απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2001, απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως με την αιτιολογία ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Στις αντιρρήσεις του εξεταστή επισυνάπτονται εικόνες παρόμοιων μικροφώνων που έχουν κατασκευαστεί και διατίθενται στο εμπόριο από άλλες εταιρίες. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα παραιτήθηκε από το δικαίωμά της να υποβάλει άλλες παρατηρήσεις, ο εξεταστής, με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2002, ενέμεινε στις αντιρρήσεις του και απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως.

7        Στις 6 Νοεμβρίου 2002, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής επικαλούμενη το γεγονός ότι ορισμένα από τα παρόμοιας επινοήσεως μικρόφωνα στα οποία αναφερόταν ο εξεταστής με τις αντιρρήσεις του προέρχονταν από ανταγωνιστικές επιχειρήσεις οι οποίες, κατόπιν διαβημάτων της προσφεύγουσας, σταμάτησαν να τα κατασκευάζουν και να τα εμπορεύονται. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι άλλες ανταγωνιστικές εταιρίες που εμπορεύονται μικρόφωνα παρόμοιας επινοήσεως έχουν την έδρα τους σε χώρες της Άπω Ανατολής και κατασκευάζουν προϊόντα χαμηλής ποιότητας που δεν τελούν σε άμεση ανταγωνιστική σχέση με τα δικά της προϊόντα.

8        Το δεύτερο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ, με απόφαση της 17ης Ιουνίου 2006 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), επικύρωσε την απόφαση του εξεταστή. Το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι τα στοιχεία που συνέθεταν την κεφαλή μικροφώνου ήταν συνήθη και ότι κανένα πρόσθετο στοιχείο δεν τη διαφοροποιούσε ορατά από το σύνολο των συνηθισμένων σχημάτων, έτσι ώστε να μπορεί, από το σχήμα της και μόνον, να αποτυπωθεί στη μνήμη και να αναγνωρίζεται ως προϊόν συγκεκριμένης επιχείρησης. Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σήμα αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να καταχωρισθεί μόνον αν αποκτούσε διακριτικό χαρακτήρα μετά τη χρήση του, αλλά ότι πάντως η προσφεύγουσα δεν επικαλέστηκε το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94. Το τμήμα προσφυγών έλαβε επίσης υπόψη του το γεγονός ότι η προσφεύγουσα κατόρθωσε να εμποδίσει ορισμένες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις να διαθέσουν στο εμπόριο μικρόφωνα με παρόμοιο σχήμα, αλλά θεώρησε ότι η συμπεριφορά των επιχειρήσεων αυτών δεν αρκεί για να προσδώσει διακριτικό χαρακτήρα στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

 Αιτήματα των διαδίκων

9        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

10      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

11      Η προσφεύγουσα, με έγγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 28 Ιανουαρίου 2005 και με το υπόμνημά της απαντήσεως, ζήτησε τη λήψη μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας και τη διάταξη αποδείξεων προκειμένου να αποδειχθεί ότι το ενδιαφερόμενο κοινό έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει το σχήμα της κεφαλής μικροφώνου ως ένδειξη προέλευσης και ότι τέτοια είναι η περίπτωση του επίμαχου σχήματος που διακρίνεται από τα συνήθη σχήματα.

 Σκεπτικό

 Επιχειρήματα των διαδίκων

12      Η προσφεύγουσα, με τον μοναδικό λόγο ακυρώσεως, ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών, εκτιμώντας εσφαλμένα τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

13      Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών πλανήθηκε περί το δίκαιο, καθόσον παρέβλεψε το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο κοινό στην προκειμένη περίπτωση προσέχει ιδιαίτερα το σχήμα των κεφαλών μικροφώνου και αντιλαμβάνεται στις λεπτομέρειες της εξωτερικής εμφάνισης –που για τον μη ειδικό μπορεί να φαίνεται ότι οφείλονται στη φύση του μηχανήματος– χαρακτηριστικά που εξατομικεύουν και καθιστούν δυνατή την αναγνώριση της προέλευσης των μικροφώνων αυτών. Αυτό ισχύει για τρεις λόγους.

14      Πρώτον, τα προϊόντα που διακρίνει το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι μικρόφωνα μεγάλης αξίας, ειδικότερα τα μικρόφωνα στούντιο, γεγονός που αποδεικνύεται από την τοποθέτηση κεφαλών μικροφώνου για την προστασία τους. Επομένως, δεν πρόκειται για συνηθισμένα αντικείμενα, αλλά για ακριβά όργανα υψηλής τεχνολογίας που χρήζουν προς τούτο ιδιαίτερης προσοχής.

15      Συναφώς, η προσφεύγουσα, επισημαίνοντας ότι «τα μικρόφωνα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του επίμαχου σήματος είναι, στην πράξη, αποκλειστικά μικρόφωνα στούντιο υψηλής ποιότητας και απόδοσης», ζητεί, με το υπόμνημά της απαντήσεως, να περιορισθεί εφεξής ο κατάλογος των προϊόντων στα «μικρόφωνα στούντιο και στα εξαρτήματά τους (στο μέτρο που περιλαμβάνονται στην κλάση 9)».

16      Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η ικανότητα του επίμαχου σήματος να διακρίνει το προϊόν που προσδιορίζει από τα προϊόντα άλλων κατασκευαστών πρέπει να εκτιμηθεί σε συνάρτηση με το ενδιαφερόμενο κοινό. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το κοινό αυτό καθορίστηκε ορθά από το τμήμα προσφυγών και ότι τα προϊόντα που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως απευθύνονται αναμφισβήτητα σε επαγγελματίες και ειδικούς της ακουστικής για τους οποίους τα μικρόφωνα αποτελούν ουσιώδες εργαλείο εργασίας το οποίο, ως εκ τούτο, προσέχουν ιδιαίτερα.

17      Τρίτον, το επίμαχο σχήμα δεν επιτελεί καμία λειτουργία αυτό καθαυτό και μπορεί, ως εκ τούτου, να παρουσιάζει μια ιδιαίτερη εμφάνιση που να το εξατομικεύει. Εξάλλου, η κεφαλή μικροφώνου, της οποίας το σχήμα αποτελεί το επίμαχο σήμα, διαφοροποιείται καθαρά από το υπόλοιπο μικρόφωνο και η προεξοχή της προσελκύει αυτόματα την προσοχή πάνω της, πολλώ δε μάλλον που το σύνολο του μικροφώνου δεν περιλαμβάνει κανένα άλλο εξάρτημα δυνάμενο να αφαιρεθεί.

18      Δεδομένων των περιστάσεων αυτών, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι «οι γενικές αρχές που βασίζονται στην κοινή πείρα για την αντίληψη της μορφής ενός προϊόντος από τον καταναλωτή», τις οποίες επικαλείται το ΓΕΕΑ με το υπόμνημά του αντικρούσεως, ουδαμώς επηρεάζουν την υπό κρίση υπόθεση. Πράγματι, η αρχή που αναφέρεται στη σκέψη 23 της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά την οποία στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος που αποτελείται από το σχήμα του ίδιου του προϊόντος, η αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού δεν είναι απαραίτητα η ίδια όπως στην περίπτωση λεκτικού, εικονιστικού ή τρισδιάστατου σήματος που δεν αποτελείται από το σχήμα του προϊόντος, αλλά εξαρτάται από το ενδιαφερόμενο κοινό και από τον βαθμό της προσοχής του. Έτσι, σε αντίθεση προς την υπό κρίση υπόθεση, στην απόφαση του Πρωτοδικείου της 19ης Σεπτεμβρίου 2001, Τ-337/99, Henkel κατά ΓΕΕΑ (Στρογγυλή ταμπλέτα περιλαμβάνουσα δύο στρώματα, ένα λευκό και ένα κόκκινο) (Συλλογή 2001, σ. ΙΙ-2597), που αναφέρεται στη σκέψη 23 της προσβαλλόμενης απόφασης, πρόκειται για προϊόντα τρέχουσας κατανάλωσης που απευθύνονται στο σύνολο των τελικών καταναλωτών και γι αυτόν τον λόγο κρίθηκε ότι πρέπει να εκτιμηθεί ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, «λαμβανομένης υπόψη της τεκμαιρόμενης προσοχής ενός μέσου καταναλωτή, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (απόφαση Στρογγυλή ταμπλέτα περιλαμβάνουσα δύο στρώματα, ένα λευκό και ένα κόκκινο, όπ.π., σκέψη 47).

19      Συναφώς, η προσφεύγουσα, προς στήριξη της αίτησής της για τη λήψη μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας και διατάξεως αποδείξεων (βλ. ανωτέρω σκέψη 11), υποστήριξε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι το ζήτημα της αντίληψης του ενδιαφερόμενου κοινού στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να λυθεί μόνον από ειδήμονες, ήτοι ειδικούς του ήχου.

20      Δεύτερον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών θεμελίωσε την κρίση του σε ελλιπή και ανακριβή ανάλυση των χαρακτηριστικών του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Η προσφεύγουσα συμφωνεί με το τμήμα προσφυγών ότι, όπως πολλές άλλες κεφαλές μικροφώνων, το σχήμα κεφαλής μικροφώνου που αποτελεί το επίμαχο σήμα αποτελείται από ένα κρίκο στη βάση της προστατευτικής γρίλιας, ένα καπάκι μικροφώνου τυλιγμένο σε ένα δικτυωτό πλέγμα και ένα στήριγμα που διαπερνά κάθετα τον στρογγυλό κρίκο (σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης). Η προσφεύγουσα δεν συμφωνεί όμως με τη διαπίστωση ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση «στερείται κάθε επιπρόσθετου στοιχείου που να μπορεί να θεωρηθεί εξόφθαλμο, ιδιαίτερο ή πρωτότυπο και να το διακρίνει ορατά από το κοινό και τρέχον σχήμα ενός μικροφώνου κατά τέτοιο τρόπο ώστε από το σχήμα του και μόνο να αποτυπώνεται στη μνήμη και να αναγνωρίζεται όχι σαν οποιαδήποτε κεφαλή μικροφώνου αλλά ως προϊόν συγκεκριμένης επιχείρησης» (σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης).

21      Πράγματι, οι συμμετρικές πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος εκατέρωθεν του στηρίγματος συνιστούν «αναγνωριστικό σημείο». Λόγω της τμηματικής τομής της πλάτυνσης ενός καταρχήν κυλινδρικού σώματος (με δικτυωτό πλέγμα), κάθε πλευρά φέρει το ασύνηθες σχήμα ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών που εμφανίζονται εκ πρώτης όψεως και ως εκ τούτου γίνονται αμέσως αντιληπτές (βλ. την απεικόνιση, άνω αριστερά, στην ανωτέρω σκέψη 2). Οι πλατύνσεις είναι επομένως κάθετες και καθαρά ορατές από το πλάι (βλ. την απεικόνιση κάτω δεξιά στην ανωτέρω σκέψη 2).

22      Κατά συνέπεια, η κεφαλή του μικροφώνου που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διακρίνεται αισθητά από τις συνηθισμένες και παραδοσιακές κεφαλές μικροφώνων που έχουν κυλινδρικό ή σφαιρικό σχήμα. Εξάλλου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η μορφή αυτή σχεδιάστηκε για την προσφεύγουσα την περίοδο 1960-1964 από τον Wilhelm Braun-Feldweg, γνωστό βιομηχανικό σχεδιαστή, καθηγητή βιομηχανικού design στην Ανωτέρα Σχολή πλαστικών τεχνών του Βερολίνου.

23      Τρίτον, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την κρισιμότητα των παραδειγμάτων μικροφώνων που επικαλείται ο εξεταστής με τις αντιρρήσεις της 28ης Νοεμβρίου 2001. Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι οι κατασκευαστές μικροφώνων με κεφαλές ανάλογες αυτών που αποτελούν το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αναγκάστηκαν να σταματήσουν την παραγωγή και διάθεσή τους στο εμπόριο κατόπιν των διαβημάτων της προσφεύγουσας, όπως το ανέφερε ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

24      Στην υπό κρίση υπόθεση, δεν έχει σημασία αν η εγκατάλειψη αυτή της παραγωγής και διάθεσης στο εμπόριο κεφαλών ανάλογων με αυτές που αποτελούν το επίμαχο σήμα έγινε λόγω των δικαιωμάτων που η προσφεύγουσα έλκει από το γερμανικό σήμα (του οποίου ο διακριτικός χαρακτήρας θα μπορούσε να κριθεί επαρκής) που αντιστοιχεί στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση λόγω της χρήσης του (κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, του γερμανικού νόμου περί σημάτων) ή για κάποιον λόγο που βασίζεται στο δίκαιο του ανταγωνισμού. Αποφασιστικό είναι το γεγονός ότι οι χρήσεις εκ μέρους τρίτων που επικαλείται ο εξεταστής δεν υφίστανται πλέον και επομένως δεν μπορούν να επηρεάσουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Επομένως, η διαπίστωση του τμήματος προσφυγών στη σκέψη 29 της προσβαλλόμενης απόφασης στερείται αντικειμένου.

25      Τέταρτον, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε επίσης κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομικά εσφαλμένη καθόσον στηρίζεται σε επιχειρήματα που έχει απορρίψει το Δικαστήριο με απόφαση που εκδόθηκε μετά την κατάθεση της προσφυγής στην υπό κρίση υπόθεση. Πράγματι, το τμήμα προσφυγών, για να απορρίψει την αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος λόγω έλλειψης διακριτικού χαρακτήρα, θεώρησε, αναφερόμενο στη σκέψη 36 της απόφασης του Πρωτοδικείου της 2ας Ιουλίου 2002, T‑323/00, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ (SAT.2) (Συλλογή 2002, σ. II-2839), με τη σκέψη 22 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι οι απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ έως ε΄, του κανονισμού 40/94 εξυπηρετούν σκοπούς γενικού συμφέροντος που απαιτούν τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό σημεία να μπορούν να χρησιμοποιούνται από όλους και ότι είναι αναγκαίο να αποκλειστεί η χορήγηση αποκλειστικού δικαιώματος επί ενός σημείου που θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ελεύθερα από όλους προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία ενός αθέμιτου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος προς όφελος ενός μόνον οικονομικού παράγοντος. Όμως, το Δικαστήριο, με απόφαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, C-329/02 P, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ (Συλλογή 2004, σ. I‑8317), ακύρωσε την προμνησθείσα απόφαση, θεωρώντας ότι το αναφερόμενο στη σκέψη 36 της απόφασης του Πρωτοδικείου κριτήριο δεν είναι κρίσιμο για την εφαρμογή του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

26      Το ΓΕΕΑ θεωρεί ότι νομίμως το τμήμα προσφυγών απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως του σχήματος κεφαλής μικροφώνου ως σήματος για τον λόγο ότι εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

27      Καταρχάς, όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το κοινό που αποτελείται από ειδικούς του ήχου, σε αντίθεση με τους κοινούς καταναλωτές, αντιλαμβάνεται συνήθως το σχήμα ενός μικροφώνου ως διακριτικό προελεύσεως, το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι πρόκειται στην πραγματικότητα για πραγματικό επιχείρημα που αναιρείται από τις γενικές αρχές που στηρίζονται στην κοινή πείρα ως προς την αντίληψη του σχήματος ενός προϊόντος εκ μέρους του καταναλωτή, όπως αυτές εκτίθενται στην κοινοτική νομολογία. Ως εκ τούτου, το ΓΕΕΑ θεωρεί ότι η διαπίστωση αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Εξάλλου, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το ΓΕΕΑ παρατήρησε ότι η προσφεύγουσα στηρίζει την επιχειρηματολογία της στα μικρόφωνα στούντιο, ενώ η περιγραφή των προϊόντων στην αίτηση καταχωρίσεως είναι ευρύτερη και δεν έχει περιοριστεί.

28      Περαιτέρω, το ΓΕΕΑ αμφισβητεί ότι οι πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος από μεταλλικό σύρμα αποτελούν ασύνηθες στοιχείο για μικρόφωνα.

29      Συναφώς, το ΓΕΕΑ ισχυρίζεται ότι η προσφεύγουσα, πέρα από τις προγενέστερες εθνικές καταχωρίσεις της και τις αγωγές κατά των ανταγωνιστών της για να σταματήσει τις προσβολές των δικαιωμάτων που έλκει από τις καταχωρίσεις αυτές, δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο δυνάμενο να κλονίσει τη διαπίστωση του εξεταστή ότι το σχήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αποτελεί συνηθισμένο σχήμα. Το ΓΕΕΑ θεωρεί ότι η άσκηση αγωγών φανερώνει λίγα πράγματα για την κατάσταση της αγοράς και καθιστά ακόμη λιγότερο δυνατή την απόκτηση μιας ιδέας περί της τεκμαιρομένης αντιλήψεως των καταναλωτών. Το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι, όπως μια εθνική καταχώριση δεν δεσμεύει το ΓΕΕΑ στην εκτίμησή του, τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν στο πλαίσιο μιας θεμελιωμένης στα εθνικά δίκαια αγωγής για απομίμηση δεν επηρεάζει την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα.

30      Εξάλλου, τo ΓΕΕΑ επισημαίνει ότι τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας δεν αφορούν προφανώς παρά μόνο τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η διαπίστωση του εξεταστή ισχύει για το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον τεκμαίρεται ότι οι προαναφερθέντες ανταγωνιστές εμπορεύονται επίσης τα προϊόντα τους στη Γαλλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και σε άλλα κράτη μέλη.

31      Όσον αφορά τα έγγραφα που αναφέρονται στον σχεδιαστή Braun-Feldweg που σχεδίασε το σχήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, το ΓΕΕΑ επισημαίνει ότι προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Πρωτοδικείου. Εν πάση περιπτώσει, κατά το ΓΕΕΑ το γεγονός ότι κάποιος Braun-Feldweg κατόρθωσε να σχεδιάσει ένα προϊόν εξαιρετικά τεχνικό «που να πληρ[οί] τα αισθητικά κριτήρια» επιβεβαιώνει την αισθητική σημασία του σχήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, αλλά ουδαμώς τον διακριτικό του χαρακτήρα κατά την έννοια του δικαίου των σημάτων. Το γεγονός αυτό αναγνωρίστηκε εξάλλου από το τμήμα προσφυγών με τη σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού δέχθηκε ότι ο καταναλωτής θα μπορούσε να θεωρήσει ότι το σχέδιο του μικροφώνου έχει αισθητική αξία χωρίς όμως αυτό να του προσδίδει και διακριτικό χαρακτήρα.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

32      Υπενθυμίζεται ότι ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση ως προερχόμενα από συγκεκριμένη επιχείρηση και συνεπώς καθιστά δυνατή τη διάκριση των προϊόντων ή υπηρεσιών αυτών από εκείνα άλλων επιχειρήσεων (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Οκτωβρίου 2004, C-136/02 Ρ, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. Ι-9165, σκέψη 29 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος πρέπει να εκτιμάται, αφενός, σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώριση του σήματος και, αφετέρου, σε σχέση με την περί αυτών αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, το οποίο αποτελείται από τον μέσο καταναλωτή των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 2006, C-24/05 Ρ, Storck κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2006, σ. Ι-5677, σκέψη 23 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 Επί των οικείων προϊόντων

33      Από τα επιχειρήματα που πρόβαλε η προσφεύγουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου προκύπτει ότι κατ’ αυτήν τα προϊόντα σε σχέση με τα οποία πρέπει να εκτιμηθεί ο διακριτικός χαρακτήρας του επίμαχου σήματος είναι αποκλειστικά μικρόφωνα μεγάλης αξίας και ειδικότερα μικρόφωνα στούντιο. Όμως, δεδομένου του καταλόγου που αναφέρεται ανωτέρω στη σκέψη 4, η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Πράγματι, από τη χρήση, στην περιγραφή των προϊόντων, του όρου «ειδικότερα» προκύπτει ότι τα μικρόφωνα στούντιο, τα μικρόφωνα με πυκνωτές και τα μικρόφωνα διαφοράς πίεσης δεν αναφέρονται παρά ενδεικτικά και ότι, ως εκ τούτου, ο κατάλογος των προϊόντων αφορά τα μικρόφωνα γενικά.

34      Συναφώς, μπορεί η προσφεύγουσα να κατασκευάζει μόνο μικρόφωνα υψηλής ποιότητας και μεγάλης αξίας τα οποία, ως εκ τούτου, αγοράζουν αποκλειστικά οι επαγγελματίες και οι ειδικοί της ακουστικής. Ωστόσο, κατά τη νομολογία του Πρωτοδικείου, παράγοντες ανεξάρτητοι από το δικαίωμα που παρέχει το κοινοτικό σήμα, όπως η εμπορική στρατηγική και, ιδιαίτερα, η τιμή του οικείου προϊόντος, δεν αποτελούν αντικείμενο καταχώρισης και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα ενός σήματος [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Απριλίου 2003, T-324/01 και T-110/02, Axions και Belce κατά ΓΕΕΑ (Σχηματική παράσταση πούρου σε χρώμα καφέ και σχηματική παράσταση ράβδου χρυσού σε χρώμα χρυσαφί), Συλλογή 2003, σ. ΙΙ-1897, σκέψη 36 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

35      Όμως, από τον φάκελο της υπόθεσης δεν προκύπτει ότι η υψηλή ποιότητα ή η μεγάλη αξία των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος αποτελούν στοιχεία που να επιβάλλονται αναγκαστικά από τη φύση των προϊόντων αυτών (ήτοι των μικροφώνων) ή από το σχήμα που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, όπως αναφέρεται ανωτέρω στη σκέψη 2. Αντίθετα, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι η τοποθέτηση κεφαλής μικροφώνου πιστοποιεί ότι πρόκειται για μικρόφωνα μεγάλης αξίας αντιφάσκει με τα επιχειρήματα που πρόβαλε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, σύμφωνα με τα οποία ορισμένα μικρόφωνα παρόμοιας επινοήσεως είναι προϊόντα χαμηλής ποιότητας και δεν ανταγωνίζονται άμεσα τα προϊόντα της. Από τον φάκελο της υπόθεσης δεν προκύπτει επίσης ότι το σχήμα που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προορίζεται αποκλειστικά για μικρόφωνα στούντιο. Αντίθετα, η προσφεύγουσα βεβαιώνει ότι δεν επιτελεί καμία τέτοια λειτουργία.

36      Εξάλλου, το Πρωτοδικείο κρίνει ότι δεν πρέπει να εξετασθεί το αίτημα που πρόβαλε η προσφεύγουσα επικουρικά με το υπόμνημά της απαντήσεως, το οποίο περιορίζει τον κατάλογο των προϊόντων που αναφέρονται στην αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος, όπως αναπαράγεται στην ανωτέρω σκέψη 4, στα «μικρόφωνα στούντιο και τα εξαρτήματά τους». Πράγματι, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι το αίτημα αυτό τροποποιεί την έννοια του ενδιαφερόμενου κοινού σε σχέση με το οποίο το τμήμα προσφυγών ανέλυσε τον διακριτικό χαρακτήρα του επίμαχου σήματος και, κατά συνέπεια, μεταβάλλει αναγκαστικά το αντικείμενο της διαφοράς. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, οι διάδικοι δεν μπορούν, με τα υπομνήματά τους, να μεταβάλλουν το αντικείμενο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς. Πράγματι, στο Πρωτοδικείο εναπόκειται, στο πλαίσιο της παρούσας ένδικης διαδικασίας, να ελέγχει τη νομιμότητα των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 9ης Οκτωβρίου 2002, Τ-173/00, KWS Saat κατά ΓΕΕΑ (Απόχρωση πορτοκαλί), Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-3843, σκέψη 13, και της 21ης Απριλίου 2005, T-164/03, Ampafrance κατά ΓΕΕΑ – Johnson & Johnson (monBeBé), Συλλογή 2005, σ. ΙΙ-1401, σκέψεις 20 και 21].

37      Συνεπώς, ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση πρέπει να εκτιμηθεί σε σχέση με τα προϊόντα που απαριθμούνται στον κατάλογο που αναφέρεται ανωτέρω στη σκέψη 4.

 Επί του ενδιαφερομένου κοινού

38      Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα οικεία προϊόντα δεν απευθύνονται, καταρχήν, στο ευρύ κοινό, αλλά σε ένα περιορισμένο κύκλο καταναλωτών. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτός ο μη αμφισβητούμενος από την προσφεύγουσα ορισμός που δέχθηκε το τμήμα προσφυγών με τη σκέψη 24 της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά τον οποίο τα οικεία προϊόντα απευθύνονται «σε περιορισμένο κύκλο προσώπων που διαθέτουν ειδικές γνώσεις στον τομέα των μικροφώνων».

39      Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων ως προς τα οικεία προϊόντα, ο ορισμός αυτός δεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αφορά «αποκλειστικά τους επαγγελματίες, και ειδικότερα τους τεχνικούς του ήχου για τους οποίος τα μικρόφωνα αποτελούν εργαλείο εργασίας», όπως προτείνει η προσφεύγουσα. Πράγματι, τα μικρόφωνα, χωρίς τον περιορισμό που επιχειρεί η προσφεύγουσα με το υπόμνημά της αντικρούσεως, απευθύνονται ασφαλώς σε ένα ευρύτερο κοινό, ήτοι σε καταναλωτές που δεν τα χρησιμοποιούν για επαγγελματικούς σκοπούς.

40      Εξάλλου, υπενθυμίζεται ότι η εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού αντίληψη του σήματος επηρεάζεται από τον βαθμό της προσοχής του που μεταβάλλεται αναλόγως της κατηγορίας των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 1999, C-342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. Ι-3819, σκέψη 26). Στην προκειμένη περίπτωση, τεκμαίρεται ότι, αφού τα μικρόφωνα αποτελούν προϊόντα που δεν χρησιμοποιούνται συχνά και έχουν μεγαλύτερη αξία από τα τρέχοντα καταναλωτικά προϊόντα, το κοινό επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή κατά την επιλογή των επίμαχων προϊόντων.

 Επί του διακριτικού χαρακτήρα

41      Κατά πάγια νομολογία, τα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται ο διακριτικός χαρακτήρας των τρισδιάστατων σημάτων που αποτελούνται από το σχήμα του ίδιου του προϊόντος δεν διαφέρουν από τα κριτήρια που ισχύουν για άλλες κατηγορίες σημάτων (βλ. απόφαση Storck κατά ΓΕΕΑ, όπ.π., σκέψη 24, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ως εκ τούτου, ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση πρέπει να εκτιμηθεί σε σχέση με τα κριτήρια που αναφέρονται ανωτέρω στη σκέψη 32.

42      Πάντως, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, ο τρόπος με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται το σήμα δεν είναι απαραίτητα ο ίδιος στην περίπτωση ενός τρισδιάστατου σήματος, αποτελούμενου από το σχήμα του ίδιου του προϊόντος, όπως στην περίπτωση ενός λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, αποτελούμενου από σημείο άσχετο με το σχήμα των προϊόντων που προσδιορίζει. Πράγματι, ο μέσος καταναλωτής δεν έχει τη συνήθεια να αναγνωρίζει την προέλευση των προϊόντων βάσει του σχήματος του προϊόντος ή της συσκευασίας του, χωρίς να υπάρχει κάποιο εικονιστικό ή λεκτικό στοιχείο και, κατά συνέπεια, ενδέχεται να καταστεί δυσχερέστερη η απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα ενός τέτοιου τρισδιάστατου σήματος σε σχέση με κάποιο λεκτικό ή εικονιστικό σήμα (βλ. απόφαση Storck κατά ΓΕΕΑ, όπ.π., σκέψη 25, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

43      Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνον το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον κλάδο και, λόγω αυτού του γεγονότος, μπορεί να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (βλ. απόφαση Storck κατά ΓΕΕΑ, όπ.π., σκέψη 26, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

44      Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να εξετασθεί, προεχόντως, το επιχείρημα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό προσλαμβάνει το σχήμα των κεφαλών μικροφώνου ως ένδειξη προέλευσης.

45      Συναφώς, διαπιστώνεται, αφενός, ότι, αντίθετα προς τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο υπενθυμίζοντας, με τη σκέψη 23 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι η αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού δεν είναι απαραίτητα η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος αποτελούμενου από τη μορφή του ίδιου του προϊόντος και στην περίπτωση λεκτικού ή εικονιστικού σήματος αποτελούμενου από ένα σημείο ανεξάρτητο από την εμφάνιση των προϊόντων που διακρίνει. Πράγματι, το τμήμα προσφυγών, με την άποψη αυτή, ουδαμώς θεώρησε ότι ο καταναλωτής είναι, καταρχήν, αδιάφορος για το σχήμα ως ένδειξη προέλευσης των προϊόντων ή ότι το σχήμα μιας κεφαλής μικροφώνου δεν μπορεί ποτέ να παρουσιάζει διακριτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

46      Αφετέρου, όσον αφορά την αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού στην προκειμένη περίπτωση, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι το γεγονός ότι ο μέσος καταναλωτής των οικείων προϊόντων είναι ειδικός και καταβάλλει ιδιαίτερη προσοχή δεν αρκεί, αφεαυτού, για να αποδειχθεί ότι έχει συνηθίσει να βλέπει, στο σχήμα των προϊόντων αυτών, μια ένδειξη προέλευσης. Πράγματι, αν και μπορεί να τεκμαίρεται ότι το κοινό αυτό προσέχει περισσότερο τις διάφορες τεχνικές ή αισθητικές λεπτομέρειες του προϊόντος, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι το κοινό θα αντιληφθεί ότι οι λεπτομέρειες αυτές επιτελούν τη λειτουργία σήματος. Συναφώς, το Πρωτοδικείο επισημαίνει ότι η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο για να αποδείξει την ύπαρξη πρακτικής στον οικείο τομέα που να συνίσταται στη διαφοροποίηση των προϊόντων των διαφόρων κατασκευαστών ανάλογα με το σχήμα τους. Ελλείψει τέτοιων στοιχείων, το επιχείρημα ότι το σχήμα κεφαλής μικροφώνου ενδείκνυται ιδιαίτερα για την εξατομίκευση των οικείων προϊόντων είναι εξίσου ανεπαρκές.

47      Πρέπει να προστεθεί ότι, ακόμη και αν ο μέσος καταναλωτής των επίμαχων προϊόντων ήταν πλήρως ικανός να προσλάβει το σχήμα της κεφαλής μικροφώνου ως ένδειξη της προέλευσής της, η διαπίστωση αυτή δεν θα σήμαινε ότι κάθε σχήμα κεφαλής μικροφώνου διαθέτει τον απαραίτητο διακριτικό χαρακτήρα για την καταχώρισή του ως κοινοτικό σήμα. Πράγματι, για να συναχθεί ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου θα εζητείτο η καταχώριση σε μια τέτοια περίπτωση, θα πρέπει να εξακριβωθεί αν το εν λόγω σχήμα διαθέτει επαρκή χαρακτηριστικά για να προσελκύσει την προσοχή του κοινού [βλ., κατά την έννοια αυτή, απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Νοεμβρίου 2004, Τ-393/02, Henkel κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα μιας λευκής και διαφανούς φιάλης), Συλλογή 2004, σ. ΙΙ-4115, σκέψη 34, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

48      Όσον αφορά το ζήτημα αν το επίμαχο σήμα έχει ή όχι διακριτικό χαρακτήρα, πρέπει να ληφθεί υπόψη η συνολική εντύπωση που προκαλεί το εν λόγω σήμα, γεγονός που δεν είναι ασύμβατο με μια διαδοχική εξέταση των διαφόρων στοιχείων παρουσίασης που χρησιμοποιούνται για το σήμα αυτό. Συγκεκριμένα, μπορεί να είναι χρήσιμο, κατά τη συνολική εκτίμηση, να εξετασθεί καθένα από τα συστατικά στοιχεία του οικείου σήματος (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 30ής Ιουνίου 2005, C-286/04 P, Eurocermex κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2005, σ. Ι-5797, σκέψεις 22 και 23 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

49      Σύμφωνα με την περιγραφή του επίμαχου σήματος από την προσφεύγουσα, η οποία φαίνεται ακριβής με βάση τη σχηματική απεικόνισή του στην ανωτέρω σκέψη 2, το εν λόγω σήμα χαρακτηρίζεται από τα εξής στοιχεία:

–        έναν μεταλλικό κρίκο·

–        ένα μεταλλικό στήριγμα που διαπερνά κάθετα τον κρίκο·

–        δύο μισά κεφαλών σε δικτυωτό πλέγμα αντιμέτωπα, από τον κρίκο προς το στήριγμα·

–        δύο πλατύνσεις των μισών κεφαλών που συγκλίνουν κατά μέτωπο με κατεύθυνση προς τα πάνω που βρίσκεται η σφαίρα υπό μορφήν ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών.

50      Μολονότι η προσφεύγουσα συμφωνεί με το τμήμα προσφυγών στο ότι τα τρία πρώτα από τα προαναφερθέντα στοιχεία χαρακτηρίζουν επίσης πολλές άλλες κεφαλές μικροφώνων, υποστηρίζει ότι το σχήμα της κεφαλής μικροφώνου που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διακρίνεται αισθητά από το σχήμα των συνηθισμένων και παραδοσιακών κεφαλών μικροφώνου λόγω των συμμετρικών πλατύνσεων του δικτυωτού πλέγματος εκατέρωθεν του στηρίγματος. Πράγματι, λόγω της τμηματικής τομής της πλάτυνσης ενός καταρχήν κυλινδρικού σώματος, κάθε πλευρά φέρει το ασύνηθες σχήμα ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών που εμφανίζονται καθαρά τόσο από μπροστά όσο και από το πλάι και συνιστούν «αναγνωριστικό σημείο» του επίμαχου σήματος. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να λάβει υπόψη το χαρακτηριστικό αυτό και ως εκ τούτου θεμελίωσε την περί του διακριτικού χαρακτήρα κρίση του επί ανεπαρκούς αναλύσεως του επίμαχου σήματος.

51      Συναφώς, διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών, με την περιγραφή των στοιχείων που συνθέτουν το επίμαχο σήμα και τα οποία αναφέρονται στη σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν ανέφερε τις πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος. Ωστόσο, από τη σκέψη αυτή της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει επίσης ότι το τμήμα προσφυγών θεμελίωσε την κρίση του ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση εστερείτο κάθε επιπρόσθετου στοιχείου ικανού να αποτυπώνεται στη μνήμη και να αναγνωρίζεται ως προϊόν συγκεκριμένης επιχείρησης, στην εξέταση των στοιχείων που προσκόμισε ο εξεταστής.

52      Όμως, από την ανάλυση των στοιχείων του φακέλου του τμήματος προσφυγών επιβεβαιώνεται ότι πολλές κεφαλές μικροφώνων που αναφέρει ο εξεταστής χαρακτηρίζονται από πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος ούτως ώστε η επιφάνειά τους να φέρει το σχήμα «ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών». Εξάλλου, η ίδια η προσφεύγουσα δέχεται ότι, μεταξύ των παραδειγμάτων που αναφέρει ο εξεταστής, υπάρχουν κεφαλές μικροφώνου «ανάλογης» ή «παρόμοιας» μορφής. Κατά τα λοιπά, από τον φάκελο του τμήματος προσφυγών προκύπτει ότι τα μέτρα που αυτό έλαβε έναντι ορισμένων από αυτές τις επιχειρήσεις δικαιολογούνται από το γεγονός ότι κατασκευάζουν ή εμπορεύονται κεφαλές μικροφώνων των οποίων το σχέδιο παρουσιάζει όμοια ή σχεδόν όμοια χαρακτηριστικά με εκείνα του σήματος της προσφεύγουσας.

53      Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι η ανεπάρκεια της περιγραφής των στοιχείων που συνθέτουν το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν θίγει το προαναφερθέν συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών. Εν πάση περιπτώσει, υπενθυμίζεται ότι, κατά την οικονομία του κανονισμού 40/94, η καταχώριση δεν μπορεί να γίνει παρά βάσει και εντός των ορίων της αίτησης καταχωρίσεως που υποβάλλεται στο ΓΕΕΑ. Συνεπώς, η περιγραφή από το τμήμα προσφυγών του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν επηρεάζει την εξέταση του διακριτικού χαρακτήρα του επίμαχου σήματος, καθόσον μόνον το σχήμα όπως απεικονίζεται στην ανωτέρω σκέψη 2 πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης [βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 30ής Νοεμβρίου 2005, Τ-12/04, Almdudler-Limonade κατά ΓΕΕΑ (Μορφή φιάλης αναψυκτικού), μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 42, και της 31ης Μαΐου 2006, Τ-15/05, De Waele κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα ενός λουκάνικου), Συλλογή 2006, σ. ΙΙ-1511, σκέψη 36].

54      Πρέπει να επισημανθεί ότι, εκτός από τις πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος σε σχήμα ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών, η προσφεύγουσα δεν αναφέρει κανένα χαρακτηριστικό του σχήματος που συνιστά το επίμαχο σήμα, το οποίο, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα χαρακτηριστικά, να καθιστά δυνατό στο ενδιαφερόμενο κοινό να διακρίνει τα προϊόντα της από τα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων. Το Πρωτοδικείο συμπεραίνει εξ αυτού ότι οι ενδεχόμενες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ του σχήματος που συνιστά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και των μικροφώνων που χαρακτηρίζονται από πλατύνσεις του δικτυωτού πλέγματος σε σχήμα ελλείψεων τμηματικά υπερβολικών που αναφέρονται στον φάκελο του τμήματος προσφυγών δεν είναι ικανές να προσελκύουν την προσοχή του ενδιαφερομένου κοινού ως ενδείξεις προέλευσης των επίμαχων προϊόντων. Εξάλλου, δεδομένου του βαθμού ομοιότητας μεταξύ του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και των λοιπών σχημάτων που αναλύθηκαν, το συμπέρασμα αυτό δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο κοινό ενδέχεται να καταβάλλει ιδιαίτερη προσοχή κατά την επιλογή των επίμαχων προϊόντων.

55      Εξάλλου, το γεγονός ότι το σχήμα της κεφαλής μικροφώνου που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν επιτελεί καμιά τέτοια λειτουργία δεν μπορεί να επηρεάσει το συμπέρασμα αυτό. Πράγματι, στον βαθμό που το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται το σημείο ως ένδειξη της εμπορικής προέλευσης του προϊόντος ή της υπηρεσίας, το γεγονός ότι το σημείο αυτό επιτελεί ή όχι ταυτοχρόνως μια λειτουργία πέραν του προσδιορισμού της εμπορικής προέλευσης, για παράδειγμα μια τεχνική λειτουργία, δεν ασκεί επιρροή στον διακριτικό του χαρακτήρα [βλ., απόφαση του Πρωτοδικείου KWS Saat κατά ΓΕΕΑ (Απόχρωση πορτοκαλί), όπ.π., σκέψη 30].

56      Όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διακρίνεται αισθητά από τις τρέχουσες και παραδοσιακές κεφαλές μικροφώνων που έχουν κυλινδρικό ή σφαιρικό σχήμα, διαπιστώνεται ότι το ενδιαφερόμενο κοινό, όπως προσδιορίσθηκε από το τμήμα προσφυγών, που διαθέτει ειδικές γνώσεις στον οικείο τομέα γνωρίζει, όχι μόνον τις τρέχουσες και παραδοσιακές μορφές των επίμαχων προϊόντων, αλλά και τις λιγότερο κλασσικές μορφές που μπορεί να φαίνονται ασυνήθιστες στον μη ειδικό. Το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι τα παραδείγματα που παρατίθενται στον φάκελο του τμήματος προσφυγών αποδεικνύουν επαρκώς κατά νόμον ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι συνηθισμένο στις κεφαλές μικροφώνων που παρουσιάζουν το χαρακτηριστικό που η προσφεύγουσα θεωρεί «αναγνωριστικό σημείο» του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και, επομένως, ότι ο τύπος αυτός κεφαλών μικροφώνου ανήκει στον κανόνα ή στις συνήθειες της αγοράς.

57      Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι η προσφεύγουσα αμφισβητεί την κρισιμότητα των παραδειγμάτων του εξεταστή. Η προσφεύγουσα παρατηρεί ότι, όσον αφορά τα μικρόφωνα που επικαλέστηκε ο εξεταστής και των οποίων οι κεφαλές ήταν ανάλογες εκείνων του σχήματος που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, οι κατασκευαστές τους αναγκάστηκαν να σταματήσουν την κατασκευή και διάθεσή τους στο εμπόριο, όπως εκτέθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Δεδομένου ότι η χρήση που επικαλέστηκε ο εξεταστής δεν γίνεται πλέον, ο διακριτικός χαρακτήρας του επίμαχου σήματος δεν επηρεάζεται.

58      Συναφώς, πρώτον, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι οι πραγματικοί ισχυρισμοί της προσφεύγουσας δεν αποδείχθηκαν επαρκώς κατά νόμον. Πράγματι, όπως παρατήρησε το ΓΕΕΑ κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, από το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής ή από τα παραρτήματά του δεν προκύπτει ότι ελήφθησαν επιτυχώς προστατευτικά μέτρα έναντι όλων των ανάλογων σχημάτων που επικαλείται ο εξεταστής. Ειδικότερα, όσον αφορά το μικρόφωνο Røde, προστατευτικά μέτρα ελήφθησαν μόνον έναντι του Γερμανού διανομέα των εν λόγω προϊόντων, Kotec Music Electronic.

59      Δεύτερον, διαπιστώνεται ότι από τον φάκελο του τμήματος προσφυγών προκύπτει ότι η προσφεύγουσα έλαβε προστατευτικά μέτρα έναντι ορισμένων ανάλογων σχημάτων μετά την υποβολή της αιτήσεως καταχωρίσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, η απόρριψη της λυσιτέλειας των εν λόγω παραδειγμάτων σχημάτων για τον λόγο ότι οι ανταγωνιστές της προσφεύγουσας θα σταματούσαν τη χρήση τους θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταχώριση ενός σήματος χωρίς ουσιαστικό διακριτικό χαρακτήρα κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης καταχωρίσεως. Ένα τέτοιο όμως αποτέλεσμα δεν μπορεί να γίνει δεκτό [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση του πρωτοδικείου της 6ης Μαρτίου 2003, Τ-128/01, DaimlerChrysler κατά ΓΕΕΑ (Μετόπη), Συλλογή 2003, σ. II-701, σκέψη 41].

60      Τρίτον και εν πάση περιπτώσει, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε, με τη σκέψη 29 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ότι η συμπεριφορά που υιοθέτησαν, καλώς ή κακώς, οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις δεν αρκεί στην προκειμένη περίπτωση για να προσδώσει διακριτικό χαρακτήρα στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

61      Πράγματι, όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, το ενδιαφερόμενο κοινό είναι ήδη συνηθισμένο σε σχήματα ανάλογα με εκείνο που αποτελεί το επίμαχο σήμα και λόγω της συνήθειας αυτής το εν λόγω σήμα στερείται ουσιαστικού διακριτικού χαρακτήρα. Ουδείς όμως λόγος υφίσταται να θεωρηθεί ότι το γεγονός ότι οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις εξαναγκάστηκαν να σταματήσουν την κατασκευή ή τη διάθεση στο εμπόριο προϊόντων ανάλογου σχήματος με εκείνο που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προκάλεσε ξαφνική αλλαγή στους κανόνες και τις συνήθεις του οικείου τομέα.

62      Πρέπει να προστεθεί ότι η λυσιτέλεια των παραδειγμάτων αναλόγων σχημάτων για την εξέταση του διακριτικού χαρακτήρα του επίμαχου σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, δεν μπορεί να αποκλειστεί με την αιτιολογία ότι η συμπεριφορά τρίτων που κατασκευάζουν ή εμπορεύονται προϊόντα που έχουν τα σχήματα αυτά θα μπορούσε ενδεχομένως να εμπίπτει στις εθνικές νομοθεσίες περί αθέμιτου ανταγωνισμού (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση Μορφή φιάλης αναψυκτικού, όπ.π., σκέψη 51) ή δικαίου των σημάτων. Υπενθυμίζεται, πράγματι, ότι το κοινοτικό καθεστώς σημάτων συνιστά σύστημα αυτόνομο, αποτελούμενο από σύνολο σκοπών και κανόνων που προσιδιάζουν σ’ αυτό, δεδομένου ότι η εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Κατά συνέπεια η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος δεν πρέπει να εκτιμάται παρά βάσει της οικείας κοινοτικής νομοθεσίας [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 7ης Φεβρουαρίου 2002, Τ-88/00, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα φακών τσέπης), Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-467, σκέψη 41 και Σχήμα μιας λευκής και διαφανούς φιάλης, όπ.π., σκέψη 45]. Κατά τα λοιπά, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι τα σχήματα που επικαλείται ο εξεταστής δεν απηχούν τον κανόνα ή τις πραγματικές συνήθειες του οικείου τομέα.

63      Υπό τις συνθήκες αυτές, η λυσιτέλεια των παραδειγμάτων που χρησιμοποίησε ο εξεταστής για την εξέταση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

64      Εξάλλου, όσον αφορά τα στοιχεία που αποδεικνύουν το εξαιρετικό σχέδιο της επίμαχης μορφής, υπενθυμίζεται ότι το γεγονός ότι κάποια προϊόντα έχουν ποιοτικό σχέδιο δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι ένα σήμα που αποτελείται από την τρισδιάστατη μορφή των προϊόντων αυτών καθιστά ab initio δυνατή τη διάκριση των εν λόγω προϊόντων από εκείνα άλλων επιχειρήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (απόφαση Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ, όπ.π., σκέψη 68). Κατά συνέπεια, το τμήμα προσφυγών ορθώς θεώρησε ότι είναι δυνατόν οι καταναλωτές να αντιλαμβάνονται το σχέδιο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως αισθητικό αλλά είναι απίθανο να συνδέουν το σχέδιο αυτό με την προέλευση των προϊόντων (σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης).

65      Εξάλλου, το επιχείρημα που πρόβαλε η προσφεύγουσα για πρώτη φορά κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, σύμφωνα με το οποίο το τμήμα προσφυγών, με τη σκέψη 22 της προσβαλλόμενης απόφασης, αναφέρεται εσφαλμένα στη σκέψη 36 της απόφασης SAT.2 που ακυρώθηκε από το Δικαστήριο (βλ. ανωτέρω σκέψη 25), πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να είναι απαραίτητο να εξεταστεί το παραδεκτό του. Πράγματι, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών κατέληξε στην έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση για τον λόγο ότι το σήμα αυτό δεν μπορεί, λόγω του σχήματός του, να αποτυπωθεί στη μνήμη του ενδιαφερόμενου κοινού και να αναγνωρίζεται όχι σαν οποιοδήποτε σχήμα κεφαλής μικροφώνου αλλά ως προϊόν συγκεκριμένης επιχείρησης (σκέψη 25 της προσβαλλόμενης απόφασης). Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών δεν βασίστηκε στη σκέψη 36 της απόφασης SAT.2, αλλά περιορίστηκε να προσδιορίσει αν το επίμαχο σήμα θα καθιστούσε δυνατό στο ενδιαφερόμενο κοινό να διακρίνει τα προϊόντα της προσφεύγουσας από τα προϊόντα άλλης προέλευσης. Συνεπώς, παρά τα διαλαμβανόμενα στις σκέψεις 22 και 27 της προσβαλλόμενης απόφασης, το τμήμα προσφυγών θεμελίωσε την απόφασή του εφαρμόζοντας ακριβώς τα κατάλληλα κριτήρια σύμφωνα με τη νομολογία που αναφέρεται ανωτέρω στη σκέψη 32.

66      Τέλος, πρέπει να απορριφθεί επίσης η αίτηση λήψεως μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας και διατάξεως αποδείξεων (βλ. ανωτέρω σκέψη 11). Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι στο Πρωτοδικείο εναπόκειται να εκτιμήσει τη χρησιμότητα τέτοιων μέτρων (απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Οκτωβρίου 2003, C-199/99 P, Corus UK κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. Ι-11177, σκέψη 67, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 20ής Μαρτίου 1991, T-1/90, Pérez-Mínguez Casariego κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. ΙΙ-143, σκέψη 94). Στην προκειμένη περίπτωση, το Πρωτοδικείο κρίνει ότι έχει σχηματίσει επαρκώς δικανική πεποίθηση καθόσον ο φάκελος του τμήματος προσφυγών περιλαμβάνει, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω σκέψεις, επαρκή στοιχεία για την απόδειξη του βασίμου του λόγου άρνησης καταχωρίσεως του επίδικου σήματος σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

67      Κατόπιν των ανωτέρω, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

68      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει αυτή να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τα αιτήματα του ΓΕΕΑ.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Georg Neumann GmbH στα δικαστικά έξοδα.


Cooke

García-Valdecasas

Labucka

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 12 Σεπτεμβρίου 2007.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

E. Coulon

 

      J. D. Cooke


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.