Language of document : ECLI:EU:T:2015:153

Υπόθεση T‑89/09

(Δημοσίευση αποσπασμάτων)

Pollmeier Massivholz GmbH & Co. KG

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις — Κρατικά μέτρα για την εγκατάσταση ενός πριονιστηρίου στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης — Προσφυγή ακυρώσεως — Έγγραφο προς τους καταγγέλλοντες — Πράξη μη δεκτική προσφυγής — Απαράδεκτο — Απόφαση που διαπιστώνει ότι δεν υφίσταται κρατική ενίσχυση — Μη κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας — Σοβαρές δυσχέρειες — Υπολογισμός του στοιχείου ενισχύσεως το οποίο ενέχουν οι κρατικές εγγυήσεις — Ανακοίνωση της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων — Προβληματική επιχείρηση — Πώληση δημόσιας εκτάσεως — Δικαιώματα άμυνας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 17ης Μαρτίου 2015

1.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Γενικό καθεστώς ενισχύσεων εγκεκριμένο από την Επιτροπή — Κοινοποίηση των ατομικών μέτρων εκτελέσεως — Υποχρέωση — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 87 § 1 EK και 88 §§ 2 και 3 EK)

2.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Γενικό καθεστώς ενισχύσεων εγκεκριμένο από την Επιτροπή — Ατομική ενίσχυση που εμφανίζεται ως εμπίπτουσα στο πλαίσιο της εγκρίσεως — Εξέταση από την Επιτροπή — Εκτίμηση κατά κύριο λόγο με γνώμονα την απόφαση περί εγκρίσεως και επικουρικώς με γνώμονα τη Συνθήκη

(Άρθρα 87 § 1 EK και 88 §§ 2 και 3 EK)

3.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Νομικό καθεστώς το οποίο έχει εφαρμογή ratione temporis — Καθορισμός με βάση τη φύση του μέτρου ως υφιστάμενης ή ως νέας ενισχύσεως — Κοινοποίηση η οποία δεν επηρεάζει την έννομη κατάσταση

(Άρθρο 88 § 3 EK)

4.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Νομική φύση — Ερμηνεία βάσει αντικειμενικών στοιχείων — Πλήρης έλεγχος — Σοβαρές δυσχέρειες — Δικαστικός έλεγχος — Έκταση — Έλεγχος ο οποίος υπερβαίνει την αναζήτηση πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως

(Άρθρα 87 § 1 EK και 88 § 3 EK)

5.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της ασκήσεως της εξουσίας εκτιμήσεως της Επιτροπής — Νομική φύση — Ενδεικτικοί κανόνες συμπεριφοράς που συνεπάγονται αυτοπεριορισμό της εξουσίας εκτιμήσεως της Επιτροπής — Υποχρέωση τηρήσεως των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου

(Άρθρα 87 § 1 EK και 88 § 3 EK)

6.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Ενισχύσεις ήσσονος σημασίας — Ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων — Υπολογισμός του στοιχείου ενισχύσεως το οποίο ενέχει μια κρατική εγγύηση — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Υποχρέωση εφαρμογής της ανακοινώσεως για τις εγγυήσεις — Μη εφαρμογή της ανακοινώσεως αυτής με συνέπεια τη μη κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας — Δεν επιτρέπεται

(Άρθρα 87 EΚ και 88 EΚ· κανονισμός 69/2001 της Επιτροπής, άρθρο 2 §§ 1 έως 3· Ανακοίνωση 2000/C 71/14 της Επιτροπής, σημεία 1.4, 3.2, 3.5 και 4.5)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 65)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 66, 67)

3.      Το νομικό καθεστώς που έχει εφαρμογή, ratione temporis, σε ένα μέτρο δεν καθορίζεται από την κοινοποίηση του μέτρου αυτού, αλλά από τη φύση του εν λόγω μέτρου ως υφιστάμενης ενισχύσεως μη υποκείμενης καταρχήν στην υποχρέωση κοινοποιήσεως ή ως νέας ενισχύσεως, υποκείμενης, κατά το άρθρο 88, παράγραφος 3, ΕΚ, σε υποχρέωση κοινοποιήσεως και σε απαγόρευση εφαρμογής. Η κοινοποίηση συνιστά αποκλειστικώς διαδικαστικό μέσο το οποίο έχει σκοπό να παράσχει στην Επιτροπή δυνατότητα ελέγχου του εν λόγω μέτρου και δεν προκύπτουν εξ αυτής δικαιώματα.

(βλ. σκέψη 70)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 150)

5.      Η Επιτροπή, θεσπίζοντας κανόνες συμπεριφοράς και αναγγέλλοντας με τη δημοσίευσή τους ότι θα τους εφαρμόζει πλέον στις περιπτώσεις που οι κανόνες αυτοί αφορούν, αυτοπεριορίζεται κατά την άσκηση της εξουσίας της εκτιμήσεως και δεν μπορεί να αποκλίνει από τους κανόνες αυτούς, διότι άλλως θα της επιβληθούν ενδεχομένως κυρώσεις λόγω παραβιάσεως γενικών αρχών του δικαίου, όπως είναι η ίση μεταχείριση ή η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, εκτός αν παραθέσει λόγους που να δικαιολογούν, με γνώμονα τις ίδιες αρχές, την παρέκκλιση από τους κανόνες που η ίδια έχει θεσπίσει. Στον επιμέρους τομέα των κρατικών ενισχύσεων, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει κατευθυντήριες γραμμές για την άσκηση της εξουσίας της εκτιμήσεως και, εφόσον δεν παρεκκλίνουν από τους κανόνες της Συνθήκης, οι ενδεικτικοί κανόνες τους οποίους περιέχουν δεσμεύουν το εν λόγω θεσμικό όργανο.

(βλ. σκέψεις 151, 152)

6.      Στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, δεδομένου ότι οι κρατικές εγγυήσεις αντιπροσωπεύουν ένα είδος ενισχύσεως που χορηγείται με άλλη μορφή πλην της επιδοτήσεως και δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 69/2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, πρέπει να υπολογισθεί το στοιχείο ενισχύσεως το οποίο περιέχουν οι εγγυήσεις αυτές. Το ύψος του στοιχείου αυτού ενισχύσεως θα καθορίσει αν οι ως άνω εγγυήσεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανόνα de minimis ο οποίος ίσχυε κατά το χρονικό σημείο της χορηγήσεώς τους.

Η Επιτροπή παρέσχε διευκρινίσεις ως προς την πρακτική που ακολουθεί κατά τον υπολογισμό του στοιχείου ενισχύσεως των εγγυήσεων στην ανακοίνωσή της για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (ανακοίνωση του 2000 για τις εγγυήσεις).

Η ανακοίνωση του 2000 για τις εγγυήσεις αποτελεί τμήμα του νομικού πλαισίου βάσει του οποίου η Επιτροπή οφείλει να εξετάσει τις επίδικες εγγυήσεις και, ιδίως, την εκ μέρους των εθνικών αρχών χρήση του κατ’ αποκοπήν συντελεστή του 0,5 % του εγγυημένου ποσού προκειμένου να καθορίσει το στοιχείο ενισχύσεως το οποίο ενέχουν οι εν λόγω εγγυήσεις. Η μη εφαρμογή της ανακοινώσεως αυτής δεν μπορεί να δικαιολογηθεί για τον λόγο ότι η επίμαχη ενίσχυση δεν υπερβαίνει το όριο de minimis. Ειδικότερα, το συμπέρασμα ότι οι επίδικες εγγυήσεις υπόκεινται στο καθεστώς de minimis προϋποθέτει ότι έχει προηγουμένως εξετασθεί κατά πόσον είναι νόμιμη η χρήση του ως άνω κατ’ αποκοπήν συντελεστή ώστε να κριθεί ότι το στοιχείο ενισχύσεως το οποίο ενέχουν οι εν λόγω εγγυήσεις δεν υπερβαίνει το όριο de minimis.

Συνεπώς, η μη εξέταση από την Επιτροπή, υπό το πρίσμα της ανακοινώσεως του 2000 για τις εγγυήσεις, της νομιμότητας της χρήσεως του συντελεστή του εγγυημένου ποσού προκειμένου να καθοριστεί το στοιχείο ενισχύσεως το οποίο ενέχουν οι επίδικες εγγυήσεις συνιστά ένδειξη υπάρξεως σοβαρών δυσχερειών όσον αφορά το ζήτημα αν τέτοιες εγγυήσεις μπορούν να χαρακτηρισθούν ως ήσσονος σημασίας ενισχύσεις. Η ύπαρξη τέτοιων δυσχερειών πρέπει να οδηγήσει την Επιτροπή να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας.

(βλ. σκέψεις 157, 158, 167-169, 186)