Language of document : ECLI:EU:T:2010:342

Υπόθεση T-58/09

Schemaventotto SpA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Προσφυγή ακυρώσεως – Συγκεντρώσεις – Εγκατάλειψη του σχεδίου συγκεντρώσεως – Απόφαση περί περατώσεως διαδικασίας κινηθείσας δυνάμει του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 – Πράξη μη υποκείμενη σε προσφυγή – Απαράδεκτο»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Κανονισμός 139/2004 – Διαδικασία ελέγχου – Δημόσιο συμφέρον που αναφέρεται στο άρθρο 21, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού – Αρμοδιότητα της Επιτροπής για την έκδοση αποφάσεως σχετικής με την αναγνώριση προστατευόμενου από εθνικά μέτρα δημοσίου συμφέροντος – Όρια

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 8 και 21 § 4)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Απόφαση της Επιτροπής να μη δώσει συνέχεια, μετά την εγκατάλειψη σχεδίου συγκεντρώσεως, σε διαδικασία κινηθείσα δυνάμει του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού 139/2004 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων – Διαδικασία προσλαμβάνουσα τον χαρακτήρα διαδικασίας διαπιστώσεως παραβάσεως – Δεν εμπίπτει

(Άρθρα 86 § 3 ΕΚ, 226 ΕΚ και 230 ΕΚ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 21 § 4)

1.      Οσάκις κράτος μέλος ανακοινώνει δημόσιο συμφέρον άλλο από αυτά που αναγνωρίζονται από τον κανονισμό 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, του οποίου την προστασία επιθυμεί να διασφαλίσει, η Επιτροπή κινεί την προβλεπόμενη από το άρθρο 21, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού διαδικασία ελέγχου. Η Επιτροπή υποχρεούται να προβεί στην εξέταση του συμβατού του συμφέροντος αυτού με τις γενικές αρχές και τις λοιπές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου πριν ενημερώσει για την απόφασή της το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, εντός 25 εργάσιμων ημερών από την εν λόγω ανακοίνωση, αποφεύγοντας, κατά το μέτρο του δυνατού, να λάβει απόφαση μόνον αφότου τα εθνικά μέτρα θα έχουν οριστικά παραλύσει τη σχεδιαζόμενη πράξη συγκεντρώσεως. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της αποφάσεως που λαμβάνει δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού 139/2004, υποχρεούται να εκδώσει έναντι του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους απόφαση συνιστάμενη είτε στην αναγνώριση του συμφέροντος περί του οποίου πρόκειται ως σύμφωνου με τις γενικές αρχές και τις λοιπές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου είτε στη μη αναγνώρισή του, λόγω του ότι δεν συμβιβάζεται με τις οικείες αρχές και διατάξεις.

Δεδομένου ότι η διαδικασία του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού 139/2004 αναφέρεται στον έλεγχο συγκεκριμένων πράξεων συγκεντρώσεως, η αρμοδιότητα της Επιτροπής να εκδώσει απόφαση εξαρτάται, πάντως, από τη σύναψη της συμφωνίας περί συγκεντρώσεως. Συναφώς, όπως ακριβώς η Επιτροπή δεν είναι αρμόδια να εκδώσει απόφαση δυνάμει του κανονισμού 139/2004 πριν από τη σύναψη παρόμοιας συμφωνίας, ομοίως παύει να είναι αρμόδια ευθύς μόλις η εν λόγω συμφωνία καταγγελθεί, έστω και αν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις συνέχιζαν τις διαπραγματεύσεις τους με σκοπό τη σύναψη συμφωνίας «υπό άλλη μορφή».

Κατά συνέπεια, σε περίπτωση εγκαταλείψεως σχεδίου συγκεντρώσεως, η Επιτροπή δεν έχει πλέον αρμοδιότητα να περατώσει την κινηθείσα δυνάμει του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού 139/2004 διαδικασία με την έκδοση αποφάσεως σχετικής με την αναγνώριση προστατευόμενου από εθνικά μέτρα δημοσίου συμφέροντος.

(βλ. σκέψεις 112, 115-117)

2.      Το έγγραφο της Επιτροπής με το οποίο αυτή ενημερώνει το κράτος μέλος για την απόφασή της να μη δώσει συνέχεια σε διαδικασία κινηθείσα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα της προσφεύγουσας επιχειρήσεως που μετέσχε σε σχέδιο συγκεντρώσεως το οποίο εν συνεχεία εγκαταλείφθηκε, μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική της θέση. Επομένως, μια τέτοια απόφαση δεν συνιστά πράξη δυνάμενη να προσβληθεί.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή, συνεχίζοντας τη διαδικασία του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού 139/2004, μετά την εγκατάλειψη του σχεδίου συγκεντρώσεως εκ μέρους των οικείων επιχειρήσεων, δεν έχει πλέον την πρόθεση να εκδώσει απόφαση σχετική με την αναγνώριση του εννόμου συμφέροντος στην προστασία του οποίου απέβλεπαν τα εθνικά μέτρα, αλλά μάλλον απόφαση με την οποία να διαπιστώνεται ότι το οικείο κράτος μέλος παρέβη το άρθρο 21 του εν λόγω κανονισμού.

Επομένως, ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Επιτροπή εγκαταλείπει το πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 21, παράγραφος 4, του κανονισμού, συνεχίζοντας τη διαδικασία αυτή ως διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως όπως αυτή προβλέπεται από το άρθρο 226 ΕΚ ή το άρθρο 86, παράγραφος 3, ΕΚ. Πάντως, η Επιτροπή έχει συναφώς διακριτική ευχέρεια για την κίνηση διαδικασίας λόγω παραβάσεως δυνάμει των ως άνω άρθρων 226 ΕΚ και 86, παράγραφος 3, ΕΚ.

(βλ. σκέψεις 120, 124-125)