Language of document : ECLI:EU:T:2009:188

Υπόθεση T-292/02

Confederazione Nazionale dei Servizi (Confservizi)

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Κρατικές ενισχύσεις – Σύστημα ενισχύσεων τις οποίες χορήγησαν οι ιταλικές αρχές σε ορισμένες επιχειρήσεις παροχής δημοσίων υπηρεσιών, υπό τη μορφή φορολογικών απαλλαγών και δανείων με προνομιακό επιτόκιο – Απόφαση κηρύσσουσα τις ενισχύσεις ασυμβίβαστες προς την κοινή αγορά – Προσφυγή ακυρώσεως – Ένωση επιχειρήσεων – Η απόφαση δεν την αφορά ατομικά – Απαράδεκτο»

Περίληψη της αποφάσεως

Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο συστήματος ενισχύσεων προς την κοινή αγορά

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ, κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρα 1, στοιχείο η΄, και 20)

Προσφυγές ασκούμενες από ένωση προσώπων μπορεί να κριθούν παραδεκτές σε ορισμένες περιπτώσεις, ήτοι όταν η ένωση εκπροσωπεί τα συμφέροντα επιχειρήσεων οι οποίες νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή ή όταν η ένωση εξατομικεύεται εκ του γεγονότος ότι θίγονται τα ειδικά συμφέροντά της ως ενώσεως, ιδίως δε επειδή η πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση θίγει τη θέση της ως διαπραγματεύτριας, ή ακόμη όταν νομοθετική διάταξη αναγνωρίζει ρητώς στις ενώσεις προσώπων σειρά δυνατοτήτων διαδικαστικού χαρακτήρα.

Όσον αφορά την προσφυγή ενώσεως επιχειρήσεων κατ’ αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο συστήματος ενισχύσεων προς την κοινή αγορά, εφόσον πρόκειται για την πρώτη κατάσταση, η δυνατότητα προσδιορισμού, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ακρίβεια, του αριθμού ή ακόμη και της ταυτότητας των υποκειμένων δικαίου επί των οποίων εφαρμόζεται ένα μέτρο ουδόλως συνεπάγεται ότι το μέτρο αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά τα υποκείμενα αυτά ατομικώς, εφόσον δεν αμφισβητείται ότι, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η εφαρμογή αυτή γίνεται βάσει μιας αντικειμενικής, νομικής ή πραγματικής, καταστάσεως η οποία προσδιορίζεται από την επίδικη πράξη.

Εφόσον πρόκειται για τη δεύτερη κατάσταση, το γεγονός ότι η ένωση επιχειρήσεων μετέσχε στη διοικητική φάση δυνάμει του άρθρου 1, στοιχείο η΄, και του άρθρου 20 του κανονισμού 659/1999, περί της εφαρμογής του άρθρου 88 ΕΚ δεν καθιστά δυνατό να θεωρηθεί ότι εθίγη η θέση της ως διαπραγματεύτριας από την πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση. Συγκεκριμένα, οι εν λόγω διατάξεις δεν αναγνωρίζουν στις αντιπροσωπευτικές ενώσεις κανένα ιδιαίτερο καθεστώς σε σχέση με κάθε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος.

Εφόσον πρόκειται για την τρίτη κατάσταση, μολονότι, το άρθρο 1, στοιχείο η΄, και το άρθρο 20 του κανονισμού 659/1999 παρέχουν διαδικαστικά δικαιώματα στα ενδιαφερόμενα μέρη, το γεγονός και μόνον ότι μια ένωση επιχειρήσεων υπέβαλε παρατηρήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ και ότι μπορεί να θεωρηθεί ως ενδιαφερομένη δεν αρκεί για να κριθεί η προσφυγή της παραδεκτή.

(βλ. σκέψεις 52-53, 58-59)