Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2014 ο Alvaro Sesma Merino κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 11 Δεκεμβρίου 2013 στην υπόθεση F-125/12, Sesma Merino κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-127/14 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Alvaro Sesma Merino (El Campello, Ισπανία) (εκπρόσωπος: H. Tettenborn, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να αναιρέσει στο σύνολό της την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίτο τμήμα) της 11ης Δεκεμβρίου 2013 στην υπόθεση F–125/12 και να κάνει δεκτά τα αιτήματα του αναιρεσείοντος στην υπό κρίση υπόθεση,

επικουρικώς, μετά την αναίρεση της προπαρατεθείσας αποφάσεως, να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαικής Ένωσης,

να ακυρώσει την έκθεση αξιολογήσεως (appraisal report) του αναιρεσείοντος για το 2011, ως είχε την 1η Φεβρουαρίου 2012, καθώς και τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τα οποία απεστάλησαν στις 2 Φεβρουαρίου 2012 στις 2:51 μ.μ. και στις 3:49μ.μ. αντιστοίχως, στο μέτρο που ορίζουν τους σκοπούς που επέβαλε το ΓΕΕΑ στον αναιρεσείοντα για το διάστημα από την 1η Οκτωβρίου 2011 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2012,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ να καταβάλει στον αναιρεσείοντα εύλογη αποζημίωση, ο καθορισμός του ύψους της οποίας επαφίεται στο Γενικό Δικαστήριο, για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης και την αποκατάσταση των μη υλικών ζημιών που αυτός υπέστη,

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στο σύνολο των εξόδων της διαδικασίας – ήτοι της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και της αναιρετικής διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεως ο αναιρεσείων προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως.

Ο πρώτος λόγος αναιρέσεως αφορά παράβαση του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ.

Ο αναιρεσείων διατείνεται ότι, αντιθέτως προς τη θέση του αντιδίκου κατ’ αναίρεση στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ο καθορισμός των σκοπών μπορεί κάλλιστα να συνιστά μέτρο το οποίο αφορά άμεσα και ατομικά την έννομη κατάσταση του ενδιαφερομένου και μπορεί να αφορά άμεσα συγκεκριμένη έννομη κατάσταση.

Μεταξύ άλλων, ο αναιρεσείων επισημαίνει, συναφώς, ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέτασε απλώς αν ο καθορισμός των σκοπών που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα για τη μελλοντική αξιολόγηση του υπαλλήλου, αντί να εξετάσει αν ο καθορισμός των σκοπών παρήγαγε αυτός καθεαυτόν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα για τον αναιρεσείοντα, ζήτημα στο οποίο θα έπρεπε εν πάση περιπτώσει να δοθεί καταφατική απάντηση. Ο αναιρεσείων προσάπτει στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι συγχέει τον καθορισμό των σκοπών με την αξιολόγηση του αναιρεσείοντος. Επιπλέον, προσκρούει στο καθήκον επιμέλειας και στην αρχή της αναλογικότητας, και επομένως στην αρχή του κράτους δικαίου, η υποχρέωση του υπαλλήλου να υπομείνει επί ένα ολόκληρο έτος ενδεχομένως απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, συνεπεία των ως άνω απαράδεκτων σκοπών που του επιβλήθηκαν, χωρίς να μπορεί να τους προσβάλει ευθέως.Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως αφορά παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Ο αναιρεσείων προβάλλει ότι παραβιάσθηκε το θεμελιώδες δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας λόγω του ότι δεν εξετάσθηκε η ουσία της υποθέσεως. Επισημαίνει ότι παραβιάσθηκαν και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και ισχυρίζεται ότι τέτοιου είδους παράβαση συνιστά εν πάση περιπτώσει βλαπτική πράξη, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ. Ο τρίτος λόγος αναιρέσεως αφορά παράβαση των κανόνων της λογικήςΟ αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι η θεώρηση του καθορισμού των σκοπών ως απλό προπαρασκευαστικό μέτρο ενόψει της αξιολογήσεως συνιστά παράβαση των κανόνων της λογικής.Το ίδιο ισχύει και ως προς τη διαπίστωση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι ο καθορισμός των σκοπών

μπορεί υπό ορισμένες συνθήκες να θεωρηθεί ως βλαπτική πράξη κατά το άρθρο 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ. Εντούτοις, η εξέταση των συνθηκών αυτών συνιστά ακριβώς εξέταση του βασίμου. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αναγνωρίζει, κατά συνέπεια, ότι είναι αναγκαία η παροχή νομικής προστασίας, την οποία, ωστόσο, αρνείται εν

συνεχεία – κατά τρόπο παράλογο – ως απαράδεκτη.