Language of document : ECLI:EU:F:2009:104

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Σεπτεμβρίου 2009

Υπόθεση F-124/07

Joachim Behmer

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Προαγωγή – Περίοδος προαγωγών 2005 – Νομιμότητα των οδηγιών που διέπουν τη διαδικασία προαγωγών – Διαβούλευση με την επιτροπή του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως – Διαδικασία απονομής των μορίων αξιολογήσεως εντός του Κοινοβουλίου – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Διάκριση εις βάρος των εκπροσώπων του προσωπικού»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο J. Behmer ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του Κοινοβουλίου να μην απονείμει σ’ αυτόν δύο μόρια αξιολογήσεως για το 2005, καθώς και την ακύρωση της αποφάσεως περί μη προαγωγής του στον βαθμό AD13 κατά την περίοδο προαγωγών 2006.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση βαθμολογίας – Κατάρτιση – Υπάλληλοι ασκούντες καθήκοντα εκπροσωπήσεως του προσωπικού

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43· παράρτημα II, άρθρο 1, εδ. 6)

2.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Απόφαση απονομής μορίων αξιολογήσεως – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έκταση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

3.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Απονομή μορίων αξιολογήσεως αποκλειστικώς από τη γενική διεύθυνση στην οποία είναι τοποθετημένος ο υπάλληλος

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

4.      Υπάλληλοι – ΚΥΚ – Γενικές εκτελεστικές διατάξεις – Υποχρέωση εκδόσεώς τους

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 45 και 110 § 1)

5.      Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας – Έκταση – Πράξεις κατά των οποίων δύναται να προβληθεί – Μέτρα καταργηθέντα κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών – Δεν περιλαμβάνονται

(Άρθρο 241 ΕΚ)

6.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Κριτήρια – Προσόντα – Συνεκτίμηση της αρχαιότητας – Επικουρικός χαρακτήρας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

7.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Διαδικασία

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

8.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Διαδικαστικές λεπτομέρειες – Υποχρέωση συγκριτικής εξετάσεως των προσόντων όλων των προαγώγιμων υπαλλήλων – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

1.      Μολονότι, κατά το άρθρο 1, έκτο εδάφιο, πρώτη περίοδος, του παραρτήματος II του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ), τα καθήκοντα εκπροσωπήσεως του προσωπικού πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως μέρος της υπηρεσίας την οποία οφείλει να παρέχει ένας υπάλληλος, η άσκηση τέτοιων καθηκόντων δεν δικαιολογεί, αυτή καθαυτήν, πριμοδότηση του υπαλλήλου με αυξημένο αριθμό μορίων. Εξάλλου, η μη συνεκτίμηση των καθηκόντων εκπροσωπήσεως του προσωπικού δεν δύναται, αυτή καθαυτήν, να αποτελέσει ένδειξη διακρίσεως ή στοιχείο από το οποίο τεκμαίρεται η ύπαρξη διακρίσεως.

(βλ. σκέψεις 50, 51 και 165)

Παραπομπή:

ΔΔΔ: 13 Δεκεμβρίου 2007, F‑108/06, Diomede Basili κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 37

2.      Ακύρωση μιας αποφάσεως απονομής μορίων αξιολογήσεως η οποία αφίσταται από τη γνώμη της επιτροπής εκθέσεων άνευ προσδιορισμού των λόγων της διαφοροποιήσεως αυτής επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η γνώμη της επιτροπής εκθέσεων επισήμαινε ειδικές περιστάσεις οι οποίες ήγειραν αμφιβολίες περί του κύρους ή του βασίμου των προτάσεων απονομής μορίων αξιολογήσεως.

(βλ. σκέψη 60)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 16 Μαΐου 2006, T‑73/05, Magone κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑107 και II‑A‑2‑485, σκέψη 54

3.      Στο πλαίσιο του συστήματος απονομής των μορίων αξιολογήσεως που εφαρμόζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η συγκριτική εξέταση των προσόντων υπαλλήλου εν όψει της απονομής των μορίων αξιολογήσεως δύναται να διενεργηθεί μόνο στο εσωτερικό της γενικής διευθύνσεως στην οποία αυτός υπάγεται και, συνεπώς, έκαστος των προαγώγιμων υπαλλήλων συγκεκριμένης διευθύνσεως αμιλλάται για περιορισμένο αριθμό μορίων αξιολογήσεως με τους λοιπούς υπαλλήλους της αυτής διευθύνσεως ή υπηρεσίας, ανεξαρτήτως βαθμού ή ομάδας καθηκόντων.

(βλ. σκέψη 64)

Παραπομπή:

ΔΔΔ: 8 Οκτωβρίου 2008, F‑44/07, Barbin κατά Κοινοβουλίου, μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψεις 43 και 44

4.      Ένα κοινοτικό όργανο υπέχει υποχρέωση εκδόσεως εκτελεστικών μέτρων κατόπιν γνώμης της επιτροπής του ΚΥΚ και κατόπιν διαβουλεύσεως με την επιτροπή προσωπικού, κατά το άρθρο 110, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, μόνο σε περίπτωση διατάξεως επιτακτικού χαρακτήρα ή οσάκις οι διατάξεις του ΚΥΚ στερούνται σαφήνειας και ακρίβειας σε βαθμόν ώστε να επιδέχονται αυθαίρετη εφαρμογή.

Όσον αφορά την έκδοση οδηγιών που διέπουν τη διαδικασία προαγωγών, επιβάλλεται η διαπίστωση, αφενός, ότι το άρθρο 45 του ΚΥΚ δεν επιτάσσει την έκδοση γενικών εκτελεστικών διατάξεων κατά την έννοια του άρθρου 110, παράγραφος 1, του ΚΥΚ και, αφετέρου, ότι δεν προκύπτει ότι το εν λόγω άρθρο 45 στερείται σαφήνειας και ακρίβειας σε βαθμόν ώστε, για την αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής του, να καθίσταται αναγκαία η έκδοση γενικών εκτελεστικών διατάξεων.

(βλ. σκέψεις 91 και 92)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 31 Μαρτίου 1965, 16/64, Rauch κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 45· 31 Μαρτίου 1965, 23/64, Vandevyvere κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 49· 8 Ιουλίου 1965, 19/63 και 65/63, Prakash κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 137

ΠΕΚ: 9 Ιουλίου 1997, T‑156/95, Echauz Brigaldi κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑171 και II‑509, σκέψη 53

5.      Η ένσταση ελλείψεως νομιμότητας πρέπει να περιορίζεται σε ό,τι είναι αναγκαίο για την επίλυση της διαφοράς, υπό την έννοια ότι, αφενός, η γενική πράξη της οποίας αμφισβητείται η νομιμότητα πρέπει να εφαρμόζεται άμεσα ή έμμεσα στην επίδικη υπόθεση και, αφετέρου, μεταξύ της ατομικής αποφάσεως και της εν λόγω γενικής πράξεως πρέπει να υφίσταται άμεσος νομικός δεσμός.

Ο προσφεύγων δεν δύναται να αντλήσει όφελος από την ακύρωση μέτρων ήδη ανίσχυρων κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών. Επομένως, ένσταση ελλείψεως νομιμότητας προβαλλόμενη κατά μέτρων εφαρμογής καταργηθέντων προ της ασκήσεως της προσφυγής πρέπει να απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

(βλ. σκέψεις 95 και 96)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 26 Οκτωβρίου 1993, T‑6/92 και T‑52/92, Reinarz κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. II‑1047, σκέψη 57· 15 Σεπτεμβρίου 1998, T‑23/96, De Persio κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. I‑A‑483 και II‑1413, σκέψη 54

6.      Η αρχαιότητα δεν καταλέγεται μεταξύ των καθοριστικών για την προαγωγή κριτηρίων που προβλέπονται από το άρθρο 45 του ΚΥΚ, αλλά αποτελεί κριτήριο το οποίο λαμβάνεται υπόψη επικουρικώς. Ως εκ τούτου, εσωτερική ρύθμιση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την οποία η συγκριτική εξέταση των προσόντων περιλαμβάνει την ανάλυση της σταθερότητας των προσόντων των υπαλλήλων από της τελευταίας προαγωγής πρέπει να ερμηνεύεται εντός των ορίων που καθορίζονται από το άρθρο 45 του ΚΥΚ και από τους λοιπούς εσωτερικούς κανόνες που ισχύουν στο Κοινοβούλιο. Συνεπώς, η αρχαιότητα δεν αποτελεί το κύριο κριτήριο προαγωγής, η δε Διοίκηση δύναται να τη λάβει υπόψη για την ανάδειξη των επικρατέστερων υποψηφίων μόνον επικουρικώς. Η αρχαιότητα συνεκτιμάται, εντούτοις, στο πλαίσιο άλλων στοιχείων που προβλέπονται από τα μέτρα εφαρμογής, τα οποία δεν υποχρεώνουν τη Διοίκηση να λαμβάνει υπόψη τη συνολική επαγγελματική διαδρομή ενός υπαλλήλου.

(βλ. σκέψεις 106, 110, 141 και 142)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 9 Απριλίου 2003, T‑134/02, Tejada Fernández κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑125 και II‑609, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

7.      Στο πλαίσιο του συστήματος προαγωγών που εφαρμόζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, οι συστάσεις της συμβουλευτικής επιτροπής προαγωγών αποτελούν απλώς στάδιο της διαδικασίας προαγωγών και δεν δεσμεύουν τη Διοίκηση. Ως εκ τούτου, προκειμένου για διαδικασία προαγωγής η οποία ολοκληρώνεται με απόφαση περί μη προαγωγής υπαλλήλου, το γεγονός ότι, κατά τον χρόνο εκδόσεως των συστάσεών της, η εν λόγω επιτροπή δεν είχε στη διάθεσή της την οριστική απόφαση απονομής μορίων αξιολογήσεως για τον συγκεκριμένο υπάλληλο στερείται σημασίας αν η εν λόγω αρχή τελεί εν γνώσει της οριστικής αυτής αποφάσεως κατά τον χρόνο εκδόσεως των αποφάσεών της περί προαγωγής.

(βλ. σκέψεις 132 και 133)

8.      Υποχρέωση της συμβουλευτική επιτροπής προαγωγών να προβαίνει σε συγκριτική εξέταση των προσόντων όλων των υποψηφίων δεν προβλέπεται ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 45 του ΚΥΚ ούτε από τα εσωτερικά μέτρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Συνεπώς η εν λόγω επιτροπή δεν υποχρεούται να εξετάζει τις εκθέσεις βαθμολογίας και τα συνοπτικά δελτία αξιολογήσεως του συνόλου των υπαλλήλων, αλλά οφείλει απλώς να έχει στην κατοχή της τα εν λόγω έγγραφα για την περίπτωση κατά την οποία κρίνει σκόπιμο να τα συμβουλευθεί.

Εξάλλου, δεδομένου ότι δεν υποχρεούται να προβαίνει σε συγκριτική εξέταση των προσόντων όλων των υποψηφίων, η επιτροπή προαγωγών δύναται, κατά την εκτέλεση του έργου της, να στηρίζεται αποκλειστικώς στους καταλόγους προτεινόμενων υπαλλήλων που καταρτίζονται από τις γενικές διευθύνσεις. Τούτο δε κατά μείζονα λόγο διότι, εφόσον η συγκριτική εξέταση των προσόντων έχει πραγματοποιηθεί από τις γενικές διευθύνσεις για τους σκοπούς των συστάσεων που αυτές συντάσσουν, η επιτροπή προαγωγών δύναται να βασίζεται στις συστάσεις αυτές προκειμένου να έχει μια συγκριτική εικόνα των προσόντων των υπαλλήλων.

(βλ. σκέψεις 140 και 146)