Language of document :

Προσφυγή της 24ης Ιανουαρίου 2011 - Cargolux Airlines κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-39/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Cargolux Airlines International SA (Sandweiler, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: J. Joshua, Barrister, και G. Goeteyn, Solicitor)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει τα άρθρα 1 έως 4, κατά το μέτρο που αφορούν την προσφεύγουσα,

να ακυρώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα με το άρθρο 5,

επικουρικώς, να μειώσει ουσιωδώς το πρόστιμο κατ' ενάσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας του,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως C(2010) 7694 τελικό της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2010, στην υπόθεση COMP/39258 - Αεροπορική μεταφορά φορτίων, κατά το μέτρο που η Επιτροπή έκρινε με αυτή ότι η προσφεύγουσα παρέβη το άρθρο 101 ΣΛΕΕ και το άρθρο 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ συντονίζοντας, από κοινού με άλλους μεταφορείς, διάφορα στοιχεία της τιμής, την οποία χρεώνει για υπηρεσίες αεροπορικής μεταφοράς φορτίων, σχετικά με (i) επίναυλους καυσίμου, (ii) πρόσθετα τέλη ασφαλείας και (iii) τη μη καταβολή προμήθειας επί των προσθέτων τελών.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα επικαλείται πέντε λόγους ακυρώσεως:

1.    Πρώτος λόγος ακυρώσεως, αντλούμενος από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή μη ορθώς θεώρησε ότι η συμπεριφορά έχει ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού και καθόσον δεν απέδειξε την ύπαρξη αντίθετων προς τον ανταγωνισμό αποτελεσμάτων. Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι:

η έννοια της συμπεριφοράς έχουσας ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού δεν απαλλάσσει την Επιτροπή από την υποχρέωση να προβεί σε εκτίμηση, πράγμα που αυτή παρέλειψε να πράξει·

η απόφαση δεν περιλαμβάνει θεωρητικό συλλογισμό σε σχέση με τη ζημία, λαμβανομένου ειδικότερα υπόψη του ότι δεν ενέμεινε σε κανένα από τα επιχειρήματα που είχαν διατυπωθεί σχετικά με τον καθορισμό των βασικών τιμών.

2.    Δεύτερος λόγος ακυρώσεως, αντλούμενος από παράβαση ουσιώδους τύπου, έλλειψη αιτιολογίας, προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή παρέλειψε να καθορίσει με επαρκή ακρίβεια το περιεχόμενο και τις παραμέτρους των συμπεριφορών οι οποίες, κατά την άποψή της, συνιστούσαν ενιαίες και διαρκείς παραβάσεις.

3.    Τρίτος λόγος ακυρώσεως, αντλούμενος από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή παρέλειψε να επικαλεστεί ένα σύνολο αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων προς θεμελίωση των συμπερασμάτων της ή να αποδείξει, σύμφωνα με τα κατά νόμο κριτήρια, τα γεγονότα στα οποία στηρίζει τις διαπιστώσεις της. Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι:

κανένα από τα περιεχόμενα στην ανακοίνωση των αιτιάσεων σφάλματα, τα οποία έθεσε υπόψη της Επιτροπής κατά το χρονικό εκείνο σημείο, δεν διορθώθηκε με την απόφαση·

η Επιτροπή χρησιμοποίησε κατά τρόπο καταχρηστικό την έννοια της ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως, εμμένοντας στο ότι μια απολύτως αθώα συμπεριφορά μπορεί να αποτελεί στοιχείο του παράνομου εγχειρήματος και χρησιμοποίησε τον χαρακτηρισμό "παγκόσμια σύμπραξη", προκειμένου να δικαιολογήσει τη χρησιμοποίηση επιβαρυντικών αποδεικτικών στοιχείων τα οποία δεν έχουν σχέση με την υπόθεση.

4.    Τέταρτος λόγος ακυρώσεως, αντλούμενος από πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε η Επιτροπή, καθόσον μη ορθώς θεώρησε ότι είχε αρμοδιότητα όσον αφορά τον προβαλλόμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συντονισμό στον τομέα των πτήσεων με προέλευση αερολιμένες τρίτων χωρών και προορισμό εσωτερικούς αερολιμένες του ΕΟΧ ("πτήσεις επιστροφής"). Κατά την προσφεύγουσα, οι δραστηριότητες αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ.

5.    Πέμπτος λόγος ακυρώσεως, προβαλλόμενος προς στήριξη του αιτήματος αναθεωρήσεως του προστίμου κατ' ενάσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο οποίος αντλείται από ουσιώδη πλάνη εκτιμήσεως και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι:

οι κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τα πρόστιμα δεν είναι σύμφωνες με την κατά το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 1 απαίτηση περί θεμελιώσεως του προστίμου στη σοβαρότητα και τη διάρκεια·

η Επιτροπή υπερεκτίμησε σε μέγιστο βαθμό τη συνολική σοβαρότητα της προβαλλόμενης παραβάσεως. Τόσο το ποσοστό (16 % της αξίας των πωλήσεων) όσο και το πρόσθετο ποσό δεν δικαιολογούνται στην προκειμένη περίπτωση·

όσον αφορά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένα τη διάρκεια των παραβάσεων, απέρριψε μη ορθώς τις ελαφρυντικές περιστάσεις και δεν έλαβε υπόψη όλες τις κρίσιμες περιστάσεις, μεταξύ των οποίων τον συνολικά δίκαιο χαρακτήρα των κυρώσεων και την οικονομική κατάσταση της προσφεύγουσας.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (EE 2003, L 1, σ. 1).