Language of document : ECLI:EU:T:2010:250

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 22ας Ιουνίου 2010 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού κοινοτικού σήματος CARBON CAPITAL MARKETS Emissions Compliance Solutions & Carbon Finance – Προγενέστερο κοινοτικό και προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα CM Capital Markets – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Απουσία κινδύνου συγχύσεως – Απουσία ομοιότητας μεταξύ των σημείων – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]»

Στην υπόθεση T‑490/08,

CM Capital Markets Holding, SA, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τους T. Villate Consonni και J. Calderón Chavero, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον J. Crespo Carrillo,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Carbon Capital Markets Ltd, με έδρα την Οξφόρδη (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τον E. Hardcastle, solicitor,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 (υπόθεση R 16/2008‑1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της CM Capital Markets Holding, SA και της Carbon Capital Markets Ltd,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους I. Pelikánová, πρόεδρο, K. Jürimäe (εισηγήτρια) και S. Soldevila Fragoso, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 17 Νοεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 12 Μαΐου 2009,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 1η Μαΐου 2009,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός ενός μηνός από της κοινοποιήσεως της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως της εισηγήτριας δικαστή και κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 9 Ιουνίου 2005, η παρεμβαίνουσα Carbon Capital Markets Ltd υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε [που αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το κατωτέρω εικονιστικό σημείο:

Image not found

3        Οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στην κλάση 36 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες· αγορά και πώληση συμβολαίων για προθεσμιακές παραδόσεις εμπορευμάτων· διαμεσολάβηση στην αγορά και πώληση συμβολαίων για προθεσμιακές παραδόσεις εμπορευμάτων· χρηματοδότηση εμπορευμάτων· υπηρεσίες επενδύσεων σε εμπορεύματα· υπηρεσίες χρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης εμπορευμάτων· παροχή πληροφοριών τιμολόγησης σχετικά με εμπορεύματα· επενδύσεις κεφαλαίου· επενδυτικές υπηρεσίες· υπηρεσίες σχετικές με την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών· διαπραγμάτευση δικαιωμάτων προαίρεσης (οψιόν)· εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών· διαπραγμάτευση μετοχικών κεφαλαίων· διαπραγμάτευση μετοχών· διαμεσολάβηση στην αγορά και πώληση συμβολαίων για προθεσμιακές παραδόσεις εμπορευμάτων· υπηρεσίες διαχείρισης κινδύνων· χρηματοδότηση εξαγορών· υπηρεσίες παροχής πληροφοριών και συμβουλών σε σχέση με την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών».

4        Η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 50/2005, της 12ης Δεκεμβρίου 2005.

5        Στις 10 Μαρτίου 2006, η προσφεύγουσα CM Capital Markets Holding, SA άσκησε, δυνάμει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 41 του κανονισμού 207/2009), ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του αιτούμενου σήματος για τις υπηρεσίες που προαναφέρθηκαν στη σκέψη 3.

6        Η ανακοπή στηρίχθηκε σε δύο καταχωρίσεις του κατωτέρω εικονιστικού σημείου κυανού και γκρίζου χρώματος (στο εξής: προγενέστερα σήματα):

Image not found

7        Το σημείο αυτό είχε αποτελέσει αντικείμενο:

–        αφενός, της κοινοτικής καταχωρίσεως αριθ. 3409281, της 6ης Ιουλίου 2005, για τις υπηρεσίες οι οποίες εμπίπτουν στις κλάσεις 35, 36 και 42 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας και αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 35: «Υπηρεσίες μελετών τιμής κόστους· συμβουλευτικές υπηρεσίες σε θέματα οργάνωσης και διεύθυνσης επιχειρήσεων· παροχή συνδρομής για τη διεύθυνση βιομηχανικών επιχειρήσεων· παροχή επαγγελματικών συμβουλών σε θέματα που αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα, τις προσλήψεις προσωπικού, τη διαχείριση του προσωπικού· λογιστικές υπηρεσίες· κατάρτιση φορολογικών δηλώσεων· υπηρεσίες στατιστικών πληροφοριών· μελέτες της αγοράς»·

–        κλάση 36: «Αναλογιστικές υπηρεσίες· διαχείριση χρηματοοικονομικών προϊόντων· γραφεία είσπραξης οφειλών και ενοικίων· υπηρεσίες χρηματοοικονομικής ανάλυσης· υπηρεσίες χρηματιστή· υπηρεσίες εκδόσεως ομολόγων και αξιών· φορολογικές και χρηματοοικονομικές εκτιμήσεις· φορολογικές εμπειρογνωμοσύνες· υπηρεσίες εταιριών επενδύσεων (investment trust) και εταιριών χαρτοφυλακίου (holding)· χρηματοοικονομικές, νομισματικές και χρηματιστηριακές υπηρεσίες· υπηρεσίες συστάσεως και επενδύσεως κεφαλαίων· υπηρεσίες δημοσίευσης τιμών συναλλάγματος και δημοσίευση τιμών χρηματιστηρίου»·

–        κλάση 42: «Υπηρεσίες βιομηχανικών αναλύσεων και ερευνών· σχεδιασμός και ανάπτυξη ηλεκτρονικών υπολογιστών· υπηρεσίες παροχής συμβουλών στον τομέα του προγραμματισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών· μελέτες, αναλύσεις, σχεδιασμός έργων λογισμικού και συστημάτων πληροφορικής· παροχή συμβουλών επί θεμάτων πληροφορικής, εκμίσθωση ηλεκτρονικών υπολογιστών λογισμικό υπολογιστών· σχεδιασμός και δημιουργία ιστοσελίδων· επιστημονικές και τεχνολογικές υπηρεσίες, καθώς και οι σχετικές υπηρεσίες ερευνών και σχεδιασμού· υπηρεσίες βιομηχανικών αναλύσεων και ερευνών· παροχή συμβουλών και νομική συμπαράσταση»·

–        αφετέρου, της ισπανικής καταχωρίσεως αριθ. 2381503, της 5ης Οκτωβρίου 2001, για τις υπηρεσίες οι οποίες εμπίπτουν στην κλάση 36 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και υπηρεσίες ανταλλαγής συναλλάγματος».

8        Η ανακοπή στηριζόταν επί όλων των υπηρεσιών που προστατεύονταν από τα προγενέστερα σήματα.

9        Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της ανακοπής ήταν ο προβλεπόμενος από το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009).

10      Στις 30 Οκτωβρίου 2007, το τμήμα ανακοπών του ΓΕΕΑ απέρριψε την ανακοπή, κρίνοντας κατ’ ουσίαν ότι δεν υφίστατο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων.

11      Στις 17 Δεκεμβρίου 2007, η προσφεύγουσα άσκησε ενώπιον του ΓΕΕΑ προσφυγή δυνάμει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009) κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

12      Με απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή. Ειδικότερα έκρινε, στο σημείο 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, καίτοι οι υπηρεσίες τις οποίες προσδιόριζαν τα επίμαχα σήματα ήταν «ουσιαστικά οι ίδιες», εντούτοις τα εν λόγω σήματα δεν εμφάνιζαν επαρκή βαθμό ομοιότητας ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγχύσεώς τους, λαμβανομένου υπόψη ότι η φράση «capital markets» αναφέρεται γενικώς στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, τα προγενέστερα σήματα έχουν εγγενώς περιορισμένο διακριτικό χαρακτήρα και το ενδιαφερόμενο κοινό είναι ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο.

 Αιτήματα των διαδίκων

13      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, με αποτέλεσμα να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αίτηση καταχωρίσεως σήματος·

–        να δεχθεί τους ισχυρισμούς της·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

14      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

15      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, με αποτέλεσμα να επιτραπεί εξ ολοκλήρου η καταχώριση του αιτούμενου σήματος·

–        να δεχθεί τους ισχυρισμούς της·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

16      Η προσφεύγουσα προβάλλει ένα μοναδικό λόγο ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

 Επιχειρήματα των διαδίκων

17      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως έκρινε ότι δεν υφίστατο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημάτων.

18      Πρώτον, η προσφεύγουσα φρονεί ότι οι υπηρεσίες τις οποίες αφορούν τα επίμαχα σήματα ταυτίζονται, όπως επισήμανε το τμήμα προσφυγών.

19      Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, ότι τα επίμαχα σήματα είναι «σχεδόν ίδια».

20      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, αφενός, τρεις λέξεις, ήτοι «carbon», «capital» και «markets», που περιλαμβάνονται στο αιτούμενο σήμα, και, αφετέρου, το γράμμα «c» και οι δύο λέξεις, ήτοι «capital» και «markets», που περιλαμβάνονται στα προγενέστερα σήματα, αποτελούν τα προέχοντα στοιχεία των εν λόγω σημάτων. Επισημαίνει συναφώς ότι οι λέξεις «capital» και «markets» είναι κοινές στα επίμαχα σημεία. Επιπλέον, το γράμμα «c» των προγενεστέρων σημάτων είναι το αρχικό γράμμα της λέξεως «carbon» του αιτούμενου σήματος, στην οποία παραπέμπει το εν λόγω γράμμα. Ειδικότερα, κατά την προσφεύγουσα, τα επίμαχα σήματα υποδηλώνουν και προστατεύουν υπηρεσίες συνδεόμενες με τις αγορές του διοξειδίου του άνθρακα, τις οποίες υπηρεσίες διαθέτουν στο εμπόριο οι εν λόγω εταιρίες.

21      Η προσφεύγουσα τονίζει συναφώς ότι, όπως προκύπτει από την πρακτική λήψεως αποφάσεων του ΓΕΕΑ και από τη νομολογία, ο καταναλωτής αναγνωρίζει και συγκρατεί στη μνήμη του ένα σύνθετο σήμα βάσει του λεκτικού και όχι του γραφιστικού στοιχείου του, το οποίο είναι αμελητέο εν προκειμένω, τα δε σύνθετα σήματα ταυτίζονται όταν περιέχουν πανομοιότυπα λεκτικά στοιχεία. Αφενός σημειώνεται ότι τα λεκτικά στοιχεία των επίμαχων σημάτων «συμπίπτουν κατά ποσοστό άνω του 70 %», πράγμα που έχει επισημάνει σε πολλές υποθέσεις το τμήμα ανακοπών του ΓΕΕΑ προκειμένου να συναγάγει την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως. Αφετέρου, οι διαφορές ως προς τη γραφιστική απόδοση των επίμαχων σημάτων δεν αρκούν για να αποφευχθεί ο κίνδυνος συγχύσεως. Η προσφεύγουσα τονίζει συναφώς ότι, στο πλαίσιο του αιτούμενου σήματος, το γραφιστικό στοιχείο καθώς και το λεκτικό στοιχείο «emissions compliance solutions & carbon finance» είναι αμελητέα.

22      Τρίτον, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι το τμήμα προσφυγών δεν «έλαβε», σε συμμόρφωση με τη νομολογία, «στον αναγκαίο βαθμό υπόψη του το γεγονός ότι, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι υπηρεσίες ταυτίζονται, το όριο και η διάκριση μεταξύ των [επίμαχων] σημάτων [θα έπρεπε] να είναι σαφή και άμεσα». Συναφώς, η προσφεύγουσα τονίζει ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία, αφενός, ο μέσος καταναλωτής σπανίως έχει τη δυνατότητα να συγκρίνει απευθείας τα διάφορα σήματα και κατά συνέπεια επαφίεται στην ατελή εικόνα που έχει συγκρατήσει στη μνήμη του και, αφετέρου, ένας τέτοιος καταναλωτής δεν διαθέτει ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις ούτε είναι εξειδικευμένος. Επομένως, η προσφεύγουσα φρονεί ότι, όπως επισήμανε το Πρωτοδικείο [νυν Γενικό Δικαστήριο] στην απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2002, T‑104/01, Oberhauser κατά ΓΕΕΑ – Petit Liberto (Fifties) (Συλλογή 2002, σ. II‑4359, σκέψη 50), το τμήμα προσφυγών έπρεπε εν προκειμένω να έχει κρίνει ότι «[η] ταύτιση των υπηρεσιών τις οποίες αφορούν τα επίμαχα σήματα έχει ως συνέπεια να μετριάζονται οι ενδεχόμενες διαφορές μεταξύ των [επίμαχων] σημείων».

23      Τέταρτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ο κίνδυνος συσχέτισης των επίμαχων σημάτων, καθόσον είναι πολύ πιθανό ο καταναλωτής που γνωρίζει τα προγενέστερα σήματα και την εμπορική προέλευσή τους να τα συσχετίσει με το αιτούμενο σήμα.

24      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

25      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, το αιτούμενο σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση εάν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητας με προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος συγχύσεως περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχετίσεως με το προγενέστερο σήμα. Επιπλέον, δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, σημεία i και ii, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, σημεία i και ii, του κανονισμού 207/2009), ως προγενέστερα σήματα πρέπει να νοούνται τα σήματα που έχουν καταχωρισθεί σε κράτος μέλος και στην Κοινότητα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία της αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος.

26      Κατά πάγια νομολογία, συνιστά κίνδυνο συγχύσεως το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί στο κοινό η πεποίθηση ότι τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από επιχειρήσεις που συνδέονται οικονομικά μεταξύ τους. Κατά την ίδια νομολογία, ο κίνδυνος συγχύσεως πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, αναλόγως του τρόπου με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τα επίμαχα σημεία και τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες και λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, ιδίως δε της αμφίδρομης σχέσεως μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 9ης Ιουλίου 2003, T‑162/01, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ – Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), Συλλογή 2003, σ. II‑2821, σκέψεις 30 έως 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

27      Η παρούσα περίπτωση πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα της ως άνω νομολογίας.

 Επί του ενδιαφερομένου κοινού

28      Κατά τη νομολογία, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο μέσος καταναλωτής της οικείας κατηγορίας προϊόντων, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως συνετός και ενημερωμένος. Πρέπει επίσης να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι το επίπεδο προσοχής του μέσου καταναλωτή μπορεί να ποικίλλει αναλόγως της κατηγορίας των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Φεβρουαρίου 2007, T‑256/04, Mundipharma κατά ΓΕΕΑ – Altana Pharma (RESPICUR), Συλλογή 2007, σ. II‑449, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

29      Εν προκειμένω, πρώτον, οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι προγενέστερα σήματα είναι ένα κοινοτικό και ένα ισπανικό σήμα, το τμήμα προσφυγών ορθώς επισήμανε, στο σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι ο τρόπος με τον οποίον αντιλαμβάνεται τα επίμαχα σήματα ο χρήστης των υπηρεσιών πρέπει να συνεκτιμηθεί ως προς ολόκληρο το κοινοτικό έδαφος [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαρτίου 2007, T‑322/05, Brinkmann κατά ΓΕΕΑ – Terra Networks (Terranus), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 29 και 30].

30      Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών συμπέρανε, επίσης στο σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι «ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο», έχοντας προηγουμένως διαπιστώσει ότι «τα προγενέστερα σήματα προσδιορίζουν υπηρεσίες οι οποίες απευθύνονται σε εξειδικευμένη ομάδα προσώπων –μεταξύ άλλων, σε ειδικούς, σε χρηματομεσίτες και σε άλλα πρόσωπα τα οποία δραστηριοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στις κεφαλαιαγορές– και [ότι] οι υπηρεσίες τις οποίες αφορά το αιτούμενο σήμα απευθύνονται στο ίδιο κοινό».

31      Αφενός, πρέπει να επισημανθεί ότι, καίτοι η προσφεύγουσα στα υπομνήματά της αναφέρεται ρητώς σε νομολογία κατά την οποία, κατ’ ουσίαν, ο μέσος καταναλωτής δεν διαθέτει ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις ούτε είναι εξειδικευμένος, εντούτοις δεν προβάλλει ρητώς τον ισχυρισμό ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως κατά τον προσδιορισμό του ενδιαφερόμενου κοινού. Αφετέρου, η προσφεύγουσα δεν προβάλλει κανένα επιχείρημα ή στοιχείο προκειμένου να αποδείξει ότι οι χρήστες των σχετικών υπηρεσιών, έστω και αν υποτεθεί ότι είναι τελικοί καταναλωτές και όχι μόνον επαγγελματίες, δεν είναι ιδιαίτερα συνετοί και καλώς ενημερωμένοι, όπως επισήμανε το τμήμα προσφυγών, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών τις οποίες αφορούν τα επίμαχα σήματα. Επομένως, ως προς το σημείο αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών.

32      Τρίτον, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο, πρέπει να επισημανθεί ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε, στο σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως και χωρίς τούτο να αμφισβητείται από τους διαδίκους, ότι το εν λόγω κοινό είναι εξοικειωμένο με τη βασική αγγλική χρηματοοικονομική ορολογία.

33      Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, πρέπει να κριθεί ότι το ενδιαφερόμενο κοινό απαρτίζεται από καταναλωτές διεσπαρμένους σε ολόκληρο το κοινοτικό έδαφος, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα συνετοί, καλώς ενημερωμένοι και γνώστες της βασικής αγγλικής χρηματοοικονομικής ορολογίας.

 Επί της συγκρίσεως των υπηρεσιών

34      Οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς επισήμανε, στο σημείο 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι «οι σχετικές υπηρεσίες είναι ουσιαστικά οι ίδιες». Πράγματι, κατά το μέτρο που οι υπηρεσίες ειδικότερα της κλάσεως 36 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας τις οποίες αφορούν τα προγενέστερα σήματα περιλαμβάνουν τις ίδιες σειρές χρηματοοικονομικών υπηρεσιών με τις εμπίπτουσες στην ίδια κλάση υπηρεσίες τις οποίες αφορά το αιτούμενο σήμα, πρέπει να κριθεί ότι οι σχετικές υπηρεσίες ταυτίζονται [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Απριλίου 2007, T‑333/04 και T‑334/04, House of Donuts κατά ΓΕΕΑ – Panrico (House of donuts), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 41].

 Επί της συγκρίσεως των σημείων

35      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως πρέπει, όσον αφορά την οπτική, ηχητική ή εννοιολογική ομοιότητα των επίμαχων σημείων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που αυτά προκαλούν, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των διακριτικών και προεχόντων στοιχείων τους [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Οκτωβρίου 2003, T‑292/01, Phillips-Van Heusen κατά ΓΕΕΑ – Pash Textilvertrieb und Einzelhandel (BASS), Συλλογή 2003, σ. II‑4335, σκέψη 47 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

36      Η εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ δύο σημάτων δεν μπορεί να περιορίζεται στην εξέταση ενός μόνον από τα στοιχεία που συναποτελούν το σύνθετο σήμα και στη σύγκρισή του με το άλλο σήμα. Αντιθέτως, κατά τη σύγκριση αυτή, τα επίμαχα σήματα πρέπει να εξετάζονται το καθένα ως ενιαίο σύνολο, πράγμα που δεν αποκλείει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, το ενδεχόμενο να προέχουν στη συνολική εντύπωση που προκαλεί ένα σύνθετο σήμα στη μνήμη του ενδιαφερόμενου κοινού ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία που το συναποτελούν (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Ιουνίου 2007, C‑334/05 P, ΓΕΕΑ κατά Shaker, Συλλογή 2007, σ. I‑4529, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Το προέχον στοιχείο μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την εκτίμηση της ομοιότητας μόνο στην περίπτωση που όλα τα άλλα στοιχεία που συναποτελούν το σήμα είναι αμελητέα (αποφάσεις του Δικαστηρίου ΓΕΕΑ κατά Shaker, προπαρατεθείσα, σκέψη 42, και της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, C‑193/06 P, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 42). Τούτο μπορεί ιδίως να συμβαίνει όταν το ως άνω συνθετικό στοιχείο είναι ικανό αφεαυτού να προέχει στην εικόνα του εν λόγω σήματος την οποία συγκρατεί στη μνήμη του το ενδιαφερόμενο κοινό, με αποτέλεσμα όλα τα λοιπά στοιχεία που συναποτελούν το σήμα να είναι αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντυπώσεως την οποία προκαλεί (προπαρατεθείσα απόφαση Nestlé κατά ΓΕΕΑ, σκέψη 43).

37      Πρώτον, ως προς τα τυχόν προέχοντα στοιχεία των επίμαχων σημάτων, πρέπει να επισημανθεί εν προκειμένω ότι, ενώ η προσφεύγουσα προβάλλει ότι τα λεκτικά στοιχεία «carbon», «capital» και «markets» του αιτούμενου σήματος και «c», «capital» και «markets» των προγενεστέρων σημάτων είναι τα προέχοντα στοιχεία των επίμαχων σημείων και ότι, στο πλαίσιο του αιτούμενου σήματος, το εικονιστικό στοιχείο και η φράση «emissions compliance solutions & carbon finance» είναι αμελητέα, το τμήμα προσφυγών δεν ανέφερε στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι εκτιμούσε ως προέχοντα ορισμένα από τα στοιχεία των επίμαχων σημάτων. Απεναντίας, στο σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως, αρνήθηκε ρητώς ότι οι όροι «capital» και «markets» αποτελούν «παράγοντα καθοριστικής σημασίας» στο πλαίσιο της συγκρίσεως των επίμαχων σημείων. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών κατ’ ουσίαν διαπίστωσε, αφενός, ότι οι όροι «capital» και «markets» αποτελούσαν γενικούς όρους στο πλαίσιο του χρηματοοικονομικού τομέα και, αφετέρου, ότι, κατά τη νομολογία, το ενδιαφερόμενο κοινό γενικώς δεν εξελάμβανε ένα περιγραφικό στοιχείο που αποτελούσε τμήμα συνθέτου σήματος ως το διακριτικό και προέχον στοιχείο της συνολικής εντυπώσεως την οποία προκαλούσε το σήμα αυτό.

38      Πρώτον, διαπιστώνεται ότι το αιτούμενο σήμα αποτελείται από γραφιστικό στοιχείο που συνίσταται σε δύο διασταυρούμενους δακτυλίους, στα δεξιά του οποίου αναγράφεται το λεκτικό στοιχείο «carbon capital markets», άνωθεν του λεκτικού στοιχείου «emissions compliance solutions & carbon finance».

39      Καταρχάς, ως προς το λεκτικό στοιχείο «carbon capital markets», πρέπει να επισημανθεί ότι, στην περίπτωση που ορισμένα στοιχεία του σήματος είναι περιγραφικά των προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα ή των προϊόντων και υπηρεσιών που προσδιορίζονται στην αίτηση καταχωρίσεως, στα στοιχεία αυτά δεν αναγνωρίζεται παρά ασθενής, ή και πολύ ασθενής, διακριτικός χαρακτήρας [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 12ης Σεπτεμβρίου 2007, T‑363/04, Koipe κατά ΓΕΕΑ – Aceites del Sur (La Española), Συλλογή 2007, σ. II‑3355, σκέψη 92, και της 13ης Δεκεμβρίου 2007, T‑242/06, Cabrera Sánchez κατά ΓΕΕΑ – Industrias Cárnicas Valle (el charcutero artesano), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Λόγω του ασθενούς, ή και πολύ ασθενούς, διακριτικού χαρακτήρα τους, τα περιγραφικά στοιχεία ενός σήματος γενικώς δεν θεωρούνται από το κοινό ως προέχοντα στη συνολική εντύπωση την οποία προκαλεί το σήμα, εκτός αν, λόγω ιδίως της θέσεως ή του μεγέθους τους, είναι ικανά να επιβληθούν στην αντίληψη του κοινού και να διατηρηθούν στη μνήμη του [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου el charcutero artesano, προπαρατεθείσα, σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 12ης Νοεμβρίου 2008, T‑7/04, Shaker κατά ΓΕΕΑ – Limiñana y Botella (Limoncello della Costiera Amalfitana shaker), Συλλογή 2008, σ. II‑3085, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Τούτο εντούτοις δεν σημαίνει ότι τα περιγραφικά στοιχεία του σήματος είναι αναγκαστικά αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντυπώσεως την οποία προκαλεί το σήμα. Συναφώς, πρέπει, ιδίως, να διερευνηθεί κατά πόσον άλλα στοιχεία του σήματος είναι ικανά αφ’ εαυτών να προέχουν στην εικόνα του σήματος την οποία συγκρατεί στη μνήμη του το ενδιαφερόμενο κοινό (βλ. σκέψη 36 ανωτέρω).

40      Εν προκειμένω, πρέπει να επισημανθεί, αφενός, ότι η φράση «capital markets» είναι περιγραφική του συνόλου των υπηρεσιών τις οποίες σκοπεί να προστατεύσει το αιτούμενο σήμα και, αφετέρου, ότι η λέξη «carbon» παραπέμπει σε μέρος των εν λόγω υπηρεσιών, όπως είναι οι υπηρεσίες που συνδέονται με την «εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών», τις οποίες το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο είναι ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο, αντιλαμβάνεται ως αναφορά στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες που συνδέονται με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Επιπλέον, η φράση «carbon capital markets» σχηματίζει λογική συντακτική ενότητα την οποία το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται ως «κεφαλαιαγορές ανθρακούχων εκπομπών».

41      Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η φράση «carbon capital markets» δεν μπορεί να θεωρηθεί ως το προέχον στοιχείο του αιτούμενου σήματος.

42      Εν συνεχεία, διαπιστώνεται ότι, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, το γραφιστικό στοιχείο και το λεκτικό στοιχείο «emissions compliance solutions & carbon finance» δεν μπορούν να θεωρηθούν αμελητέα. Πράγματι, αφενός, καίτοι το γραφιστικό στοιχείο του αιτούμενου σήματος έχει προδήλως διακοσμητικό χαρακτήρα, εντούτοις απεικονίζεται στην αρχή του σημείου και έτσι είναι αμέσως ορατό. Αφετέρου, μολονότι η φράση «emissions compliance solutions & carbon finance», την οποία το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται ως «λύσεις για τη συμμόρφωση προς τους κανόνες όσον αφορά τις εκπομπές και οικονομικά των ανθρακούχων εκπομπών», αναγράφεται με μικρούς χαρακτήρες που δεν είναι αμέσως αναγνώσιμοι, εντούτοις διαπιστώνεται ότι η φράση αυτή καταλαμβάνει στο εν λόγω σημείο μήκος αντίστοιχο προς εκείνο της φράσεως «carbon capital markets» και επεξηγεί τη φράση αυτή.

43      Επομένως, ούτε το εικονιστικό στοιχείο ούτε τα λεκτικά στοιχεία του αιτούμενου σήματος μπορούν να θεωρηθούν προέχοντα ή αμελητέα. Κατά συνέπεια, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνολική εντύπωση που προκαλεί το αιτούμενο σήμα [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Δεκεμβρίου 2008, T‑90/06, Tomorrow Focus κατά ΓΕΕΑ – Information Builders (Tomorrow Focus), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 29].

44      Δεύτερον, ως προς τα προγενέστερα σήματα, πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως επισήμανε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως, αφενός, αποτελούνται από γραφιστικό στοιχείο συνιστάμενο σε ορθογώνιο πλαίσιο το οποίο επικαλύπτεται από το κεφαλαίο γράμμα «c» και σε κυματοειδή γραμμή δυνάμενη κατά την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών να γίνει αντιληπτή ως πρωτότυπα σχεδιασμένο «m» αφετέρου δε, κάτωθεν του εν λόγω εικονιστικού στοιχείου και στο κέντρο, αναγράφεται με πεζούς χαρακτήρες, με την εξαίρεση των αρχικών γραμμάτων της, η φράση «capital markets». Ενώ η λέξη «capital» έχει το ίδιο γκρίζο χρώμα με το γράμμα «c» του εικονιστικού στοιχείου, η λέξη «markets» αναγράφεται με το ίδιο γαλάζιο χρώμα με την κυματοειδή γραμμή.

45      Συναφώς, πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το ενδιαφερόμενο κοινό προσδίδει μεγαλύτερη σημασία στα λεκτικά απ’ ό,τι στα εικονιστικά στοιχεία ενός σύνθετου σήματος, οπότε προέχοντα στα προγενέστερα σήματα είναι το γράμμα «c» και τα λεκτικά στοιχεία «capital» και «markets».

46      Πράγματι, αφενός, ως προς το εικονιστικό στοιχείο των προγενεστέρων σημάτων, πρέπει να επισημανθεί ότι το γράμμα «c» και, ενδεχομένως, τα γράμματα «c» και «m», εφόσον υποτεθεί ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν εκλαμβάνει το πρωτότυπα σχεδιασμένο γράμμα «m» ως απλή κυματοειδή γραμμή, αποτελούν οπτικό σύνολο μη δυνάμενο να διαχωριστεί από το ορθογώνιο πλαίσιο εντός του οποίου αναγράφονται. Κατά συνέπεια, ικανό να προσελκύσει ιδιαιτέρως την προσοχή του ενδιαφερόμενου κοινού είναι, όπως επισήμανε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το γραφιστικό στοιχείο συνολικά, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα του, και όχι το μεμονωμένο γράμμα «c» ή, ενδεχομένως, τα γράμματα «c» και «m».

47      Αφετέρου, ως προς το λεκτικό στοιχείο των προγενεστέρων σημάτων, διαπιστώνεται ότι, καίτοι, όπως εκτέθηκε στη σκέψη 40 ανωτέρω σχετικά με το αιτούμενο σήμα, η φράση «capital markets», η οποία είναι περιγραφική των υπηρεσιών τις οποίες αφορούν τα προγενέστερα σήματα, καταρχήν δεν δύναται να κυριαρχήσει στη συνολική εντύπωση που προκαλείται από τα προγενέστερα σήματα, εντούτοις αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για τη σύγκριση των επίμαχων σημείων, ιδίως διότι στα προγενέστερα σήματα κατέχει από οπτικής απόψεως θέση εξίσου σημαντική με το γραφιστικό στοιχείο.

48      Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, πρέπει κατά συνέπεια να κριθεί ότι η οπτική, ηχητική και εννοιολογική σύγκριση των εν λόγω σημάτων πρέπει να γίνει με βάση τη συνολική εντύπωση που προκαλείται από τα γραφιστικά και λεκτικά στοιχεία του αιτούμενου σήματος και των προγενεστέρων σημάτων, χωρίς κάποιο εξ αυτών να μπορεί να θεωρηθεί προέχον ή αμελητέο, και όχι υπό το πρίσμα των λεκτικών στοιχείων τους και μόνον, όπως εσφαλμένως υποστηρίζει η προσφεύγουσα.

49      Δεύτερον, ως προς την οπτική σύγκριση των επίμαχων σημάτων, διαπιστώνεται ότι, καίτοι, όπως επισημαίνει η προσφεύγουσα, τα εν λόγω σήματα έχουν κοινά τα λεκτικά στοιχεία «capital» και «markets», εντούτοις, όπως επισήμανε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως, η οπτική τους διαμόρφωση είναι διαφορετική.

50      Πράγματι, ενώ το γραφιστικό στοιχείο του αιτούμενου σήματος προηγείται, αφενός, της φράσεως «carbon capital markets», η οποία αναγράφεται στα δεξιά του εν λόγω στοιχείου με κεφαλαίους έντονους χαρακτήρες και, αφετέρου, της φράσεως «emissions compliance solutions & carbon finance», αντιθέτως, το γραφιστικό στοιχείο των προγενεστέρων σημάτων είναι τοποθετημένο άνωθεν του λεκτικού στοιχείου «capital markets», οπότε τα λεκτικά και γραφιστικά στοιχεία των προγενεστέρων σημάτων αποτελούν ένα γραφιστικό σύνολο που διαφέρει από εκείνο του αιτούμενου σήματος. Επιπλέον, η οπτική διαφορά μεταξύ των επίμαχων σημάτων επιτείνεται όχι μόνο λόγω του ότι, αφενός, το γραφιστικό στοιχείο του αιτούμενου σήματος και, αφετέρου, το γράμμα «c», ή, ενδεχομένως, τα γράμματα «c» και «m», που περιλαμβάνονται στο γραφιστικό στοιχείο των προγενεστέρων σημάτων, κατέχουν την αρχική θέση στα σημεία αυτά, αλλά και λόγω του ότι οι όροι «capital» και «markets», που είναι τα μόνα κοινά στοιχεία των επίμαχων σημείων, αναγράφονται με διαφορετικά χρώματα και χαρακτήρες.

51      Πρέπει ως εκ τούτου να επισημανθεί ότι, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, τα επίμαχα σήματα, εκτιμώμενα συνολικά, δεν ομοιάζουν από οπτικής απόψεως.

52      Τρίτον, ως προς την ηχητική σύγκριση των επίμαχων σημάτων, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στο σημείο 19 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, παρά τις διαφορές που οφείλονται στο ότι τα προγενέστερα σήματα γίνονται αντιληπτά υπό την έννοια ότι περιλαμβάνουν ένα φώνημα και πέντε συλλαβές ενώ το αιτούμενο σήμα περιλαμβάνει επτά συλλαβές, τα επίμαχα σήματα εμφανίζουν κάποια ομοιότητα λόγω της παρουσίας της φράσεως «capital markets».

53      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την εκτίμηση αυτή του τμήματος προσφυγών, προβάλλοντας ότι τα επίμαχα σήματα είναι «σχεδόν ίδια», καθόσον η μόνη διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο ότι τα προγενέστερα σήματα περιέχουν το γράμμα «c» ενώ το αιτούμενο σήμα τη λέξη «carbon».

54      Πάντως, καίτοι οι πέντε συλλαβές της φράσεως «capital markets» στα επίμαχα σήματα είναι οι ίδιες και ακολουθούν την ίδια σειρά, εντούτοις, πέραν του ότι το αιτούμενο σήμα περιέχει τη φράση «emissions compliance solutions & carbon finance», η οποία δεν περιλαμβάνεται στα προγενέστερα σήματα, τα επίμαχα σήματα διαφέρουν και κατά το ότι το αιτούμενο σήμα περιλαμβάνει δύο συλλαβές περισσότερες, ήτοι «car» και «bon», από εκείνες που συνθέτουν τα προγενέστερα σήματα, κατά το ότι οι δύο αυτές συλλαβές ηχούν διαφορετικά απ’ ό,τι το γράμμα «c» ή, ενδεχομένως, τα γράμματα «c» και «m» που απαντούν στα προγενέστερα σήματα και κατά το ότι οι ηχητικές αυτές διαφορές γίνονται αμέσως αντιληπτές όταν προφέρονται τα επίμαχα σήματα.

55      Συναφώς, πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία και την πρακτική λήψεως αποφάσεων του ΓΕΕΑ την οποία επικαλείται, τα σύνθετα σήματα ταυτίζονται όταν περιέχουν τα ίδια λεκτικά στοιχεία. Πράγματι, εν προκειμένω δεν έχει εν πάση περιπτώσει εφαρμογή η ως άνω αρχή, δεδομένου ότι, όπως εκτέθηκε στη σκέψη 54 ανωτέρω, μέρος των λεκτικών στοιχείων των επίμαχων σημάτων δεν ταυτίζεται και τα εν λόγω λεκτικά στοιχεία ουδόλως είναι αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντυπώσεως που προκαλείται από τα σήματα αυτά.

56      Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη διαπιστώνοντας ότι τα επίμαχα σήματα, εκτιμώμενα συνολικά, παρουσίαζαν μόνον κάποια ηχητική ομοιότητα.

57      Τέταρτον, όσον αφορά την εννοιολογική σύγκριση των επίμαχων σημάτων, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι αυτά είχαν διαφορετικές σημασίες καθόσον, κατ’ ουσίαν, το γράμμα «c» που περιλαμβάνεται στα προγενέστερα σήματα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συντομογραφία της λέξεως «carbon» η οποία περιλαμβάνεται στο αιτούμενο σήμα, αλλά μάλλον της λέξεως «capital» η οποία περιλαμβάνεται στα προγενέστερα σήματα, όπως και το πρωτότυπα σχεδιασμένο γράμμα «m» γίνεται αντιληπτό ως συντομογραφία της λέξεως «markets».

58      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την εκτίμηση αυτή του τμήματος προσφυγών υποστηρίζοντας ότι τα επίμαχα σήματα έχουν την ίδια σημασία, καθόσον το γράμμα «c» το οποίο περιλαμβάνεται στα προγενέστερα σήματα πρέπει να γίνεται αντιληπτό ως αναφορά στον όρο «carbon» ο οποίος αναγράφεται ρητώς στο αιτούμενο σήμα. Κατ’ αυτήν, το γράμμα «c» στα προγενέστερα σήματα παραπέμπει στη λέξη «carbon», δεδομένου ότι τα επίμαχα σήματα προστατεύουν τις ίδιες υπηρεσίες, οι οποίες συνδέονται με τις αγορές του διοξειδίου του άνθρακα, τις οποίες υπηρεσίες διαθέτουν στο εμπόριο οι εν λόγω εταιρίες.

59      Συναφώς, πρέπει καταρχάς να επισημανθεί ότι το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο απαρτίζεται από καταναλωτές ιδιαίτερα συνετούς, καλώς ενημερωμένους και γνώστες της βασικής αγγλικής χρηματοοικονομικής ορολογίας, ελάχιστη σημασία προσδίδει στην έννοια των όρων «capital» και «markets», οι οποίοι είναι περιγραφικοί των εν λόγω υπηρεσιών και δεν του παρέχουν τη δυνατότητα να εξακριβώσει την εμπορική προέλευση των επίμαχων σημάτων.

60      Επιπλέον, αφενός, όπως παρατήρησε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να επισημανθεί όχι μόνον ότι υφίσταται πολύ μεγάλος αριθμός λέξεων που αρχίζουν με το γράμμα «c», αλλά και ότι το ενδιαφερόμενο κοινό ενδέχεται να αντιληφθεί το εν λόγω γράμμα ως αναφορά μάλλον στη λέξη «capital» παρά στη λέξη «carbon». Πράγματι, στα προγενέστερα σήματα, το γράμμα «c» αναγράφεται άνωθεν της λέξεως «capital», στο ίδιο χρώμα με τη λέξη αυτή και με γραμματοσειρά και μέγεθος γραμμάτων ίδια με εκείνα της εν λόγω λέξεως, οπότε το ενδιαφερόμενο κοινό είναι πιθανόν να αντιληφθεί το γράμμα «c» ως παραπομπή στη λέξη «capital». Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από το ότι, αν η κυματοειδής γραμμή γινόταν αντιληπτή ως πρωτότυπα σχεδιασμένο «m», τα γράμματα «c» και «m» θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά είτε ως τα αρχικά αντιστοίχως των λέξεων «capital» και «markets», που είναι γραμμένες με τα ίδια χρώματα, είτε, όπως επισημαίνει το ΓΕΕΑ, ως συντομογραφία της εταιρικής επωνυμίας της προσφεύγουσας.

61      Αφετέρου, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το γεγονός ότι τα επίμαχα σήματα προσδιορίζουν τις ίδιες υπηρεσίες δεν είναι δυνατόν να θέσει υπό αμφισβήτηση το συμπέρασμα (βλ. σκέψη 60 ανωτέρω) ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν μπορεί εν προκειμένω να συσχετίσει το γράμμα «c» το οποίο αναγράφεται στα προγενέστερα σήματα με τη λέξη «carbon» η οποία αναγράφεται στο αιτούμενο σήμα.

62      Πρέπει κατά συνέπεια να επισημανθεί, όπως έπραξε και το τμήμα προσφυγών, ότι τα επίμαχα σήματα παραπέμπουν σε διαφορετικές έννοιες και επομένως ότι, εκτιμώμενα συνολικά, δεν ομοιάζουν από εννοιολογικής απόψεως.

63      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω διαπιστώσεων, πρέπει να κριθεί ότι, όπως επισήμανε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως και αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, τα επίμαχα σημεία είναι διαφορετικά. Πράγματι, στο πλαίσιο της συνολικής εντυπώσεως την οποία προκαλούν τα επίμαχα σημεία, η μεταξύ τους οπτική και η εννοιολογική διαφορά αρκεί για να εξουδετερώσει την περιορισμένη ηχητική ομοιότητά τους, ιδίως καθόσον, εν προκειμένω, το ενδιαφερόμενο κοινό είναι ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο.

 Επί του κινδύνου συγχύσεως

64      Το τμήμα προσφυγών έκρινε, στο σημείο 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, παρά την ταύτιση των υπηρεσιών τις οποίες αφορούν τα επίμαχα σήματα, δεν υπήρχε μεταξύ τους επαρκής ομοιότητα ώστε να συναχθεί κίνδυνος συγχύσεως, δεδομένου ότι η φράση «capital markets» αναφερόταν γενικώς στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, το ενδιαφερόμενο κοινό ήταν ιδιαίτερα συνετό και καλώς ενημερωμένο και τα προγενέστερα σήματα είχαν εγγενώς ασθενή διακριτικό χαρακτήρα.

65      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών, κατ’ ουσίαν, ότι δεν έκρινε ότι υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως μολονότι από τη νομολογία προκύπτει ότι η ταύτιση των υπηρεσιών τις οποίες αφορούν τα επίμαχα σήματα έχει ως συνέπεια να μετριάζονται οι ενδεχόμενες διαφορές μεταξύ των επίμαχων σημείων.

66      Συναφώς, αρκεί η επισήμανση ότι, λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων σημείων (βλ. σκέψη 63 ανωτέρω), ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν υπήρχε άμεσος κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του αιτούμενου σήματος και των προγενεστέρων σημάτων, παρά την ταύτιση των υπηρεσιών τις οποίες αφορούσαν. Πράγματι, η απουσία ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων σημείων δεν αντισταθμίζεται, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως, από το γεγονός ότι οι προσδιοριζόμενες υπηρεσίες ταυτίζονται [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Φεβρουαρίου 2009, T‑265/06, Lee/DE κατά ΓΕΕΑ – Cooperativa italiana di ristorazione (PIAZZA del SOLE), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 56].

67      Επιπλέον, κατά το μέτρο που η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι υπάρχει κίνδυνος συσχετίσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων καθόσον είναι πολύ πιθανό ο καταναλωτής ο οποίος γνωρίζει τα προγενέστερα σήματα και την εμπορική προέλευσή τους να συσχετίσει τα σήματα αυτά με το αιτούμενο σήμα, το επιχείρημα αυτό είναι απορριπτέο δεδομένου ότι, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 63 ανωτέρω, τα επίμαχα σημεία είναι διαφορετικά [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Δεκεμβρίου 2008, T‑287/06, Torres κατά ΓΕΕΑ – Bodegas Peñalba López (Torre Albéniz), Συλλογή 2008, σ. II‑3817, σκέψη 81].

68      Υπό το πρίσμα όλων των ανωτέρω σκέψεων, ο μοναδικός λόγος ακυρώσεως τον οποίο προέβαλε η προσφεύγουσα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

69      Ως εκ τούτου, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

70      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη CM Capital Markets Holding, SA στα δικαστικά έξοδα.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.