Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Okręgowy w Warszawie (Πολωνία) στις 9 Δεκεμβρίου 2020 – ποινική διαδικασία κατά M. M.

(Υπόθεση C-671/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Αιτούν δικαστήριο

Sąd Okręgowy w Warszawie

Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

M. M.

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχει το δίκαιο της Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 2 ΣΕΕ και η εκεί προβλεπόμενη αξία του κράτους δικαίου, το άρθρο 19, παράγραφος 1, ΣΕΕ καθώς και οι αρχές της υπεροχής, της καλόπιστης συνεργασίας και της ασφάλειας δικαίου– την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή κανονιστικής ρύθμισης κράτους μέλους, όπως το άρθρο 41b, παράγραφοι 1 και 3, του ustawa z dnia 27 lipca 2001 r. – Prawo o ustroju sądów powszechnych (p.u.s.p.) [(νόμου της 7ης Ιουλίου 2001 – νόμος περί οργανώσεως των τακτικών δικαστηρίων, στο εξής: p.u.s.p.)], κατά την οποία ο πρόεδρος δικαστηρίου έχει τη δυνατότητα –ενεργώντας αυτοτελώς και χωρίς η κρίση του να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο– να λάβει απόφαση περί μεταβολής της σύνθεσης του δικαστηρίου κατόπιν χορήγησης άδειας εκ μέρους οργάνου όπως το πειθαρχικό τμήμα για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά δικαστή που είχε αρχικώς τοποθετηθεί στη σύνθεση του δικαστηρίου (του δικαστή του περιφερειακού δικαστηρίου I. T.), άδειας η οποία συνοδεύεται από διαταγή υποχρεωτικής αναστολής της άσκησης των υπηρεσιακών καθηκόντων του εν λόγω δικαστή, πράγμα που συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, την απαγόρευση συμμετοχής του συγκεκριμένου δικαστή σε σχηματισμούς που δικάζουν υποθέσεις που του είχαν ανατεθεί, περιλαμβανομένων και των υποθέσεων που του είχαν ανατεθεί πριν τη χορήγηση της προαναφερθείσας άδειας;

Έχει το δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα οι διατάξεις που παρατίθενται στο πρώτο ερώτημα, την έννοια ότι αντιτίθεται σε:

α)    κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως το άρθρο 42a, παράγραφοι 1 και 2, και το άρθρο 107, παράγραφος 1, σημείο 3, του p.u.s.p., η οποία απαγορεύει σε εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει –στο πλαίσιο ελέγχου του κατά πόσον το δικαστήριο αυτό πληροί την απαίτηση περί δικαστηρίου που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως– αν η άδεια του πειθαρχικού τμήματος για την οποία γίνεται λόγος στο πρώτο ερώτημα έχει δεσμευτική ισχύ και αν συντρέχουν οι απαιτούμενες για τη χορήγησή της νόμιμες προϋποθέσεις, οι οποίες έχουν ως άμεση συνέπεια τη μεταβολή της σύνθεσης του δικαστηρίου, προβλέποντας παράλληλα ότι η απόπειρα τέτοιου ελέγχου επισύρει την πειθαρχική ευθύνη του δικαστή;

β)    νομολογία εθνικού οργάνου, όπως το Συνταγματικό Δικαστήριο, από την οποία προκύπτει ότι οι πράξεις των εθνικών αρχών, όπως είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας και το Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο, στον τομέα του διορισμού προσώπων σε όργανο όπως το πειθαρχικό τμήμα, εκφεύγουν του δικαστικού ελέγχου, ακόμη και υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης, ανεξαρτήτως της σοβαρότητας και του βαθμού παραβίασης, και ότι η πράξη διορισμού προσώπου σε θέση δικαστή είναι οριστική και απρόσβλητη;

Έχει το δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα οι διατάξεις που παρατίθενται στο πρώτο ερώτημα, την έννοια ότι αντιτίθεται στην αναγνώριση δεσμευτικής ισχύος στην άδεια που αναφέρεται στο πρώτο ερώτημα, ιδίως όσον αφορά την αναστολή άσκησης των υπηρεσιακών καθηκόντων του δικαστή, εφόσον αυτή έχει χορηγηθεί από όργανο όπως το πειθαρχικό τμήμα, με αποτέλεσμα:

α)    όλες οι κρατικές αρχές (συμπεριλαμβανομένου του αιτούντος δικαστηρίου, καθώς και τα όργανα που είναι αρμόδια για τον καθορισμό και την τροποποίηση της σύνθεσης εθνικού δικαστηρίου, ειδικότερα ο πρόεδρος δικαστηρίου) να υποχρεούνται να μη λάβουν υπόψη την εν λόγω άδεια και να επιτρέψουν στον δικαστή του εθνικού δικαστηρίου ως προς τον οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια αυτή να μετέχει στον δικαστικό σχηματισμό του οικείου δικαστηρίου,

β)    το δικαστήριο στη σύνθεση του οποίου δεν μετέχει ο δικαστής που είχε αρχικώς οριστεί για να εκδικάσει συγκεκριμένη υπόθεση –εκ μόνου του γεγονότος ότι η προαναφερθείσα άδεια αφορά τον εν λόγω δικαστή– να μην αποτελεί δικαστήριο που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως και να μην μπορεί, ως εκ τούτου, να αποφανθεί, ως «δικαστήριο», επί ζητημάτων σχετικών με την εφαρμογή ή την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης;

Έχει σημασία για την απάντηση στα προηγούμενα ερωτήματα το γεγονός ότι το πειθαρχικό τμήμα και το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν διασφαλίζουν αποτελεσματική δικαστική προστασία λόγω έλλειψης ανεξαρτησίας και διαπιστωθεισών παραβάσεων των κανόνων περί διορισμού των μελών τους;

____________