Language of document : ECLI:EU:T:2011:481

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 15ης Σεπτεμβρίου 2011 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία εκπτώσεως – Κοινοτικό λεκτικό σήμα CENTROTHERM – Ουσιαστική χρήση του σήματος – Άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009–Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών – Άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 – Παραδεκτό των νέων αποδεικτικών στοιχείων – Άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας – Κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95»

Στην υπόθεση T‑434/09,

Centrotherm Systemtechnik GmbH, με έδρα το Brilon (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους J. Albrecht και U. Vormbrock, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον G. Schneider και τη R. Manea,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG, με έδρα το Blaubeuren (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον O. Löffel, avocat,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τέταρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 25ης Αυγούστου 2009 (υπόθεση R 6/2008‑4), στο πλαίσιο διαδικασίας κηρύξεως εκπτώσεως μεταξύ της centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG και της Centrotherm Systemtechnik GmbH,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Moavero Milanesi, πρόεδρο, N. Wahl (εισηγητή) και S. Soldevila Fragoso, δικαστές,

γραμματέας: T. Weiler, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 26 Οκτωβρίου 2009,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 15 Φεβρουαρίου 2010,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 2 Φεβρουαρίου 2010,

έχοντας υπόψη τα αιτήματα περί διεξαγωγής επ’ ακροατηρίου συζητήσεως,

έχοντας υπόψη τη διάταξη της 30ής Μαρτίου 2011 περί συνεκδικάσεως των υποθέσεων T‑427/09 και T‑434/09 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 5ης Μαΐου 2011,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 7 Σεπτεμβρίου 1999 η προσφεύγουσα Centrotherm Systemtechnik GmbH υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 1, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [έχει αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο CENTROTHERM.

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, εμπίπτουν στις κλάσεις 11, 17, 19 και 42 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και έχει τροποποιηθεί, που αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 11: «Αγωγοί απομάκρυνσης καυσαερίων θερμότητας, συσκευές απομάκρυνσης καπνού για καμινάδες, σωλήνες για λέβητες θέρμανσης· πρόσθετα τμήματα για καυστήρες αερίου· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων θερμότητας, κλιματισμού, παραγωγής ατμού, αποξήρανσης και αερισμού· συσκευές διήθησης αέρα και μέρη αυτών· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων αερίου· κρουνοί σωληνώσεων· ολισθητήρες καμινάδων»·

–        κλάση 17: «Συνδετικά τμήματα σωλήνων, στόμια σωλήνων, ενισχύσεις αγωγών, εύκαμπτοι σωλήνες, όλα τα προαναφερθέντα είδη όχι από μέταλλο· εμφράξεις, μέσα εμφράξεων· υλικά έμφραξης, στεγανοποίησης και μόνωσης· εν μέρει κατεργασμένες πλαστικές ύλες (ημικατεργασμένες)· πλαστικά προϊόντα, περιλαμβανόμενα στην κλάση 17»·

–        κλάση 19: «Υλικά οικοδομών· σωλήνες, σωληνώσεις, ειδικότερα για κατασκευαστικές χρήσεις· αγωγοί υδροδότησης, σωλήνες διακλάδωσης· ενισχύσεις για κατασκευαστικές χρήσεις· μέρη επένδυσης τοιχίων και τοίχων, κατασκευαστικές πλάκες, πλάκες· εξαρτήματα επιμήκυνσης για καμινάδες, σωλήνες καμινάδων, κορυφές καμινάδων, καλύπτρες καμινάδων, χιτώνια καμινάδων, όλα τα προαναφερθέντα είδη όχι από μέταλλο»·

–        κλάση 42: «Παροχή συμβουλών σε θέματα κατασκευών, σχεδιασμός κατασκευών, υπηρεσίες μηχανικού, τεχνικός σχεδιασμός έργου· εκπόνηση τεχνικών γνωμοδοτήσεων».

4        Το σήμα CENTROTHERM καταχωρίστηκε ως κοινοτικό για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αναφέρονται στη σκέψη 3 ανωτέρω, στις 19 Ιανουαρίου 2001.

5        Στις 7 Φεβρουαρίου 2007 η παρεμβαίνουσα centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG υπέβαλε στο ΓΕΕΑ αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως από τα δικαιώματα επί του σήματος CENTROTHERM, δυνάμει των άρθρων 15 και 50, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρα 15 και 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009] σε σχέση με όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τις οποίες είχε καταχωριστεί το σήμα αυτό.

6        Στις 15 Φεβρουαρίου 2007 κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως και της τάχθηκε τρίμηνη προθεσμία να υποβάλει τυχόν παρατηρήσεις και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος εντός τριών μηνών.

7        Με τις παρατηρήσεις της της 11ης Μαΐου 2007 η προσφεύγουσα αμφισβήτησε την αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως και παρέθεσε, προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του επίμαχου σήματος, τα εξής στοιχεία:

–        δεκατέσσερις ψηφιακές φωτογραφίες,

–        τέσσερα τιμολόγια,

–        μια «eidesstattliche Versicherung» (υπεύθυνη δήλωση), υπογεγραμμένη από τον W. υπό την ιδιότητα του διαχειριστή της προσφεύγουσας.

8        Η προσφεύγουσα δήλωσε ότι διαθέτει πολλά αντίγραφα τιμολογίων, τα οποία, όμως, δεν προσκόμισε, επικαλούμενη, αρχικώς, λόγους απορρήτου. Ισχυριζόμενη ότι δύναται να προσκομίσει και άλλα έγγραφα, ζήτησε από το τμήμα ακυρώσεων του ΓΕΕΑ να λάβει τα κατάλληλα διαδικαστικά μέτρα, ώστε, εφόσον απαιτηθεί, να καταστεί δυνατόν να κατατεθούν και άλλα αποδεικτικά στοιχεία και ατομικά έγγραφα στον φάκελο της υποθέσεως.

9        Στις 30 Οκτωβρίου 2007 το τμήμα ακυρώσεων, διαπιστώνοντας ότι τα προσκομισθέντα από την προσφεύγουσα αποδεικτικά στοιχεία δεν επαρκούν προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος CENTROTHERM, κήρυξε την προσφεύγουσα έκπτωτη από τα δικαιώματά της επί του σήματος αυτού.

10      Στις 14 Δεκεμβρίου 2007 η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του τέταρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, το οποίο δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή με απόφαση της 25ης Αυγούστου 2009 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση). Η προσφεύγουσα προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι το τμήμα ακυρώσεων έπρεπε να της ζητήσει πρόσθετα πληροφοριακά έγγραφα. Προσήψε επίσης στο τμήμα ακυρώσεων ότι δεν έλαβε υπόψη του τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στον φάκελο άλλης εκκρεμούς ενώπιον του ΓΕΕΑ υποθέσεως, η οποία αφορά το σήμα CENTROTHERM.

11      Το τμήμα προσφυγών ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων και απέρριψε την αίτηση εκπτώσεως για τα προϊόντα «αγωγοί απομάκρυνσης καυσαερίων θερμότητας, συσκευές απομάκρυνσης καπνού για καμινάδες, σωλήνες για λέβητες θέρμανσης· πρόσθετα τμήματα για καυστήρες αερίου· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων θερμότητας· μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων αερίου· κρουνοί σωληνώσεων· ολισθητήρες καμινάδων», της κλάσεως 11, «συνδετικά τμήματα σωλήνων, στόμια σωλήνων, ενισχύσεις αγωγών, εύκαμπτοι σωλήνες, όλα τα προαναφερθέντα είδη όχι από μέταλλο», της κλάσεως 17, και «σωλήνες, σωληνώσεις, ειδικότερα για κατασκευαστικές χρήσεις· σωλήνες διακλάδωσης· σωλήνες καμινάδων», της κλάσεως 19. Το τμήμα προσφυγών απέρριψε την προσφυγή κατά τα λοιπά.

12      Ειδικότερα, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι αποδείχθηκε η ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM κατά την πενταετία πριν την υποβολή της αιτήσεως, δηλαδή πριν της 7 Φεβρουαρίου 2007 (στο εξής: κρίσιμο χρονικό διάστημα), για τα προϊόντα που παρατίθενται στη σκέψη 11 ανωτέρω, διότι οι μεν φωτογραφίες που προσκόμισε η προσφεύγουσα εμφαίνουν τη φύση της χρήσεως του σήματος, τα δε προσκομισθέντα τιμολόγια αποδεικνύουν ότι τα προαναφερθέντα προϊόντα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο με το επίμαχο σήμα.

13      Αντιθέτως, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, όσον αφορά τα λοιπά προϊόντα και υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωριστεί το σήμα CENTROTHERM (βλ. σκέψη 3 ανωτέρω), η προσφεύγουσα προσκόμισε ως αποδεικτικό στοιχείο μόνον τη δήλωση του διαχειριστή της, πράγμα που δεν αρκεί προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι το τμήμα ακυρώσεων δεν ήταν υποχρεωμένο να ζητήσει άλλα έγγραφα ούτε να λάβει υπόψη του τον φάκελο άλλης εκκρεμούς ενώπιον του ΓΕΕΑ υποθέσεως.

 Αιτήματα των διαδίκων

14      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέτρο που γίνεται δεκτή η αίτηση εκπτώσεως από τα δικαιώματα επί του σήματος CENTROTHERM,

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

15      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

16      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να απορρίψει την προσφυγή.

 Σκεπτικό

17      Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως, καθώς και ένσταση ελλείψεως νομιμότητας. Οι λόγοι ακυρώσεως αντλούνται, αντιστοίχως, από εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών της χρήσεως στοιχείων που προσκομίστηκαν στο τμήμα ακυρώσεων του ΓΕΕΑ, από παράβαση της υποχρεώσεως αυτεπάγγελτης εξετάσεως των πραγματικών περιστατικών, σύμφωνα με το άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, και από παράλειψη συνεκτιμήσεως αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν στο τμήμα προσφυγών. Η ένσταση ελλείψεως νομιμότητας προβάλλεται επικουρικώς και στρέφεται κατά του κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 (ΕΕ L 303, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών της χρήσεως στοιχείων που προσκομίστηκαν στο τμήμα ακυρώσεων

 Επιχειρήματα των διαδίκων

18      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα έγγραφα που προσκόμισε στο τμήμα ακυρώσεων (βλ. σκέψη 7 ανωτέρω) αποδεικνύουν επαρκώς κατά νόμο την ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM, διότι περιέχουν πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τον τόπο, τη χρονική διάρκεια, την έκταση και τη φύση της χρήσεως του επίδικου σήματος για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που παρατίθενται στη σκέψη 3 ανωτέρω.

19      Ειδικότερα, προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν εκτίμησε ορθώς την αποδεικτική αξία της υπεύθυνης δηλώσεως του διαχειριστή της. Συναφώς, κατά την προσφεύγουσα, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω δήλωση είναι εξ ολοκλήρου ακριβής, δεδομένου ότι η πλειονότητα των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν επιβεβαιώνονται από συμπληρωματικά που περιλαμβάνονται στον φάκελο της υποθέσεως.

20      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν την απόρριψη αυτού του λόγου ακυρώσεως.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

21      Πρέπει, καταρχάς, να υπομνηστεί η διαδικασία και ο σκοπός της εκπτώσεως από δικαίωμα επί σήματος, καθώς και οι αρχές που διέπουν τη διεξαγωγή αποδείξεων στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.

22      Κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009, ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο ΓΕΕΑ, εάν δεν έχει γίνει επί πέντε συνεχή έτη ουσιαστική χρήση του σήματος εντός της Ένωσης για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση.

23      Ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 ορίζει ότι, σε περίπτωση υποβολής αιτήσεως για κήρυξη εκπτώσεως, το ΓΕΕΑ τάσσει στον δικαιούχο του κοινοτικού σήματος προθεσμία προκειμένου αυτός να αποδείξει τη χρήση του σήματος. Αν δεν προσκομιστούν αποδεικτικά στοιχεία εντός της ταχθείσας προθεσμίας, κηρύσσεται η έκπτωση από τα δικαιώματα επί του κοινοτικού σήματος. Κατά τον κανόνα 22, παράγραφος 3, του κανονισμού 2868/95, ο οποίος εφαρμόζεται στις αιτήσεις κηρύξεως εκπτώσεως δυνάμει του κανόνα 40, παράγραφος 5, του ίδιου κανονισμού, από τα αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να προκύπτει ο τόπος, η διάρκεια, η σημασία και η φύση της χρήσεως του σήματος.

24      Η ratio legis της απαιτήσεως για ουσιαστική χρήση του σήματος, ως προϋπόθεση για την προστασία του σήματος από το δίκαιο της Ένωσης, έγκειται στο γεγονός ότι το μητρώο του ΓΕΕΑ δεν έχει χαρακτήρα πάγιο και στατικό και δεν παρέχει στον αδρανή δικαιούχο απεριόριστης διάρκειας μονοπώλιο επί του σήματος. Αντιθέτως και σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού 207/2009, το εν λόγω μητρώο πρέπει να αποτυπώνει πιστά τις ενδείξεις που χρησιμοποιούν πραγματικά οι επιχειρήσεις στην αγορά, προς διάκριση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους στον οικονομικό βίο (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, διάταξη του Δικαστηρίου της 27ης Ιανουαρίου 2004, C‑259/02, La Mer Technology, Συλλογή 2004, σ. I‑1159, σκέψεις 18 έως 22).

25      Κατά τη νομολογία, ουσιαστική χρήση ενός σήματος γίνεται όταν αυτό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία, που συνίσταται στην εγγύηση της ταυτότητας προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωριστεί, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, αποκλειομένης της συμβολικής χρήσεως που αποσκοπεί στη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα. Επιπλέον, η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως του σήματος επιτάσσει το σήμα αυτό, όπως προστατεύεται στην οικεία επικράτεια, να χρησιμοποιείται δημόσια και έναντι των τρίτων [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, T‑418/03, La Mer Technology κατά ΓΕΕΑ – Laboratoires Goëmar (LA MER), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 54 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

26      Μολονότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό, βάσει της έννοιας της ουσιαστικής χρήσεως, ότι ένα σήμα χρησιμοποιείται πραγματικά και ουσιαστικά σε συγκεκριμένη αγορά όταν η χρήση του είναι ελάχιστη και ανεπαρκής, εντούτοις η απαίτηση για ουσιαστική χρήση δεν αποσκοπεί στην εκτίμηση της εμπορικής επιτυχίας ούτε στον έλεγχο της οικονομικής στρατηγικής μιας επιχειρήσεως ούτε, ακόμη, στην προστασία μόνον των σημάτων που ανήκουν στις σημαντικές από απόψεως μεγέθους εμπορικές εκμεταλλεύσεις [απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Φεβρουαρίου 2006, T‑194/03, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ – Marine Enterprise Projects (BAINBRIDGE), Συλλογή 2006, σ. II‑445, σκέψη 32].

27      Ειδικότερα, κατά την εξέταση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως του σήματος σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, απαιτείται συνολική εκτίμηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στον φάκελο της υποθέσεως, λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων για τη συγκεκριμένη περίπτωση παραμέτρων. Μια τέτοια εκτίμηση πρέπει να στηρίζεται στο σύνολο των γεγονότων και περιστάσεων που μπορούν να αποδείξουν το υποστατό της εμπορικής εκμεταλλεύσεως, ιδίως στη χρήση που θεωρείται δικαιολογημένη στον οικείο οικονομικό τομέα για τη διατήρηση ή δημιουργία μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα, τη φύση των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, τα χαρακτηριστικά της αγοράς, την έκταση και τη συχνότητα χρήσεως του σήματος (βλ. απόφαση LA MER, προπαρατεθείσα, σκέψεις 53 έως 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Όσον αφορά την έκταση της χρήσεως του επίμαχου σήματος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, αφενός, η εμπορική αξία του συνόλου των δηλωτικών της χρήσεως πράξεων και, αφετέρου, η χρονική διάρκεια κατά την οποία οι δηλωτικές της χρήσεως πράξεις πραγματοποιήθηκαν, καθώς και η συχνότητα των πράξεων αυτών (βλ. απόφαση LA MER, προπαρατεθείσα, σκέψη 56 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Οι παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της εκτιμήσεως λειτουργούν σε ορισμένο βαθμό συμπληρωματικά μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο χαμηλός όγκος πωλήσεων προϊόντων ή υπηρεσιών με το επίμαχο σήμα μπορεί να αντισταθμιστεί με τη μεγάλη συχνότητα ή τη μακρά χρονική συνέχεια της χρήσεως του σήματος αυτού και αντιστρόφως. (βλ. απόφαση LA MER, προπαρατεθείσα, σκέψη 57 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

29      Πάντως, όσο πιο περιορισμένη είναι η εμπορική αξία της εκμεταλλεύσεως του σήματος τόσο περισσότερο καθίσταται αναγκαία η προσκόμιση από τον δικαιούχο του σήματος πρόσθετων ενδείξεων προκειμένου να αρθούν τυχόν αμφιβολίες για τον ουσιαστικό χαρακτήρα της χρήσεως του οικείου σήματος [απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Ιανουαρίου 2011, T‑382/08, Advance Magazine Publishers κατά ΓΕΕΑ – Capela & Irmãos (VOGUE), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 31].

30      Περαιτέρω, για την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως ενός σήματος δεν αρκούν πιθανότητες ή εικασίες, αλλ’ απαιτούνται συγκεκριμένα και αντικειμενικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την πραγματική και επαρκή χρήση του σήματος στην οικεία αγορά (βλ. απόφαση LA MER, προπαρατεθείσα, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

31      Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, πρέπει να εξεταστεί αν το τμήμα προσφυγών ορθώς εκτίμησε ότι τα προσκομισθέντα από την προσφεύγουσα στοιχεία αποδεικνύουν την ουσιαστική χρήση του σήματος CENTROTHERM για προϊόντα και υπηρεσίες πέραν των αναφερομένων στη σκέψη 11 ανωτέρω.

32      Υπενθυμίζεται ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα στο τμήμα ακυρώσεων προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος του οποίου είναι δικαιούχος είναι η υπεύθυνη δήλωση του διαχειριστή της, τέσσερα τιμολόγια και δεκατέσσερις ψηφιακές φωτογραφίες.

33      Επισημαίνεται, καταρχάς, ότι, κατά πάγια νομολογία, για την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας «έγγραφων ένορκων βεβαιώσεων ή υπεύθυνων δηλώσεων ή δηλώσεων οι οποίες έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους στο οποίο συντάσσονται», κατά την έννοια του άρθρου 78, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 207/2009, πρέπει να ελέγχεται η ακρίβεια της περιεχόμενης σ’ αυτό πληροφορίας, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, της προελεύσεως του εγγράφου, των περιστάσεων υπό τις οποίες καταρτίστηκε και του αποδέκτη του, και να εξετάζεται αν το έγγραφο είναι, ως εκ του περιεχομένου του, λογικό και αξιόπιστο [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 16ης Δεκεμβρίου 2008, T‑86/07, Deichmann-Schuhe κατά ΓΕΕΑ – Design for Woman (DEITECH), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 47, και της 13ης Μαΐου 2009, T‑183/08, Schuhpark Fascies κατά ΓΕΕΑ – Leder & Schuh (jello SCHUHPARK), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 38].

34      Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτό ότι, λόγω των προφανών δεσμών μεταξύ του υπογράφοντος τη δήλωση και της προσφεύγουσας, η εν λόγω δήλωση έχει αποδεικτική αξία μόνον εφόσον επιβεβαιώνεται από το περιεχόμενο των δεκατεσσάρων φωτογραφιών και των τεσσάρων τιμολογίων που προσκομίστηκαν.

35      Όσον αφορά τα τιμολόγια, διαπιστώνεται ότι τρία εξ αυτών εκδόθηκαν τον Ιούλιο του 2006 και αφορούν τη Δανία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, ενώ ένα εξ αυτών εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2007 και αφορά τη Γερμανία. Η λέξη «centrotherm» εμφανίζεται στην επικεφαλίδα των τιμολογίων αυτών μαζί με τον λογότυπο της προσφεύγουσας, χρησιμοποιούμενη ως επωνυμία της επιχειρήσεως, και με την ταχυδρομική διεύθυνσή της.

36      Από τα τιμολόγια αυτά προκύπτει ότι η προσφεύγουσα πώλησε διάφορα υλικά υδραυλικών εργασιών (σωλήνες, συνδέσμους, συστήματα συνδέσεως με καυστήρα, γωνίες, καλύμματα συστημάτων απομακρύνσεως καπνού) σε τέσσερις πελάτες έναντι ποσού που αντιστοιχεί, περιλαμβανομένου του τιμολογίου του 2007, σε λιγότερο από το 0,03 % του κύκλου εργασιών που κατά δήλωση του διαχειριστή της πραγματοποίησε η προσφεύγουσα το 2006 από την πώληση προϊόντων με το σήμα CENTROTHERM.

37      Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις βάσει των στοιχείων που η προσφεύγουσα προσκόμισε στο ΓΕΕΑ είναι σχετικά περιορισμένες σε σχέση με το ποσό που δήλωσε ο διαχειριστής. Επομένως, το τμήμα προσφυγών, ακόμη και αν λάμβανε υπόψη την εν λόγω δήλωση, θα διαπίστωνε ότι ο φάκελος της υποθέσεως δεν περιλαμβάνει στοιχεία ικανά να επιβεβαιώσουν το περιεχόμενο της δηλώσεως αυτής. Επιπλέον, όσον αφορά τη χρονική διάσταση της χρήσεως του σήματος, τα εν λόγω τιμολόγια καλύπτουν πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα, και μάλιστα συγκεκριμένες μόνον ημερομηνίες, δηλαδή τις 12, 18 και 21 Ιουλίου 2006 και 9 Ιανουαρίου 2007.

38      Όσον αφορά τις προσκομισθείσες φωτογραφίες, διαπιστώνεται ότι το σήμα CENTROTHERM διακρίνεται καθαρά σε επτά μόνον από τις δεκατέσσερις, και συγκεκριμένα:

–        τυπωμένο σε δύο σωλήνες,

–        τυπωμένο σε δύο αντικείμενα που φαίνεται να είναι μέρη σωλήνων,

–        σε αυτοκόλλητο τοποθετημένο σε αντικείμενο που φαίνεται να είναι παλέτα.

39      Σε τέσσερις άλλες φωτογραφίες το επίδικο σήμα δεν διακρίνεται καθόλου.

40      Στις λοιπές τρεις φωτογραφίες διακρίνονται στοιχεία μόνον του σήματος CENTROTHERM, δηλαδή:

–        τα γράμματα «centroth» στο στόμιο σωλήνα,

–        το λογότυπο της προσφεύγουσας εταιρίας, καθώς και, κοντά στο λογότυπο αυτό, δυσανάγνωστο κείμενο το οποίο πιθανώς αντιστοιχεί στο κείμενο που περιλαμβάνεται στην επικεφαλίδα των προσκομισθέντων τιμολογίων, σε σωλήνα και σε αντικείμενο που φαίνεται να είναι το στόμιο σωλήνα.

41      Διαπιστώνεται επίσης ότι οι φωτογραφίες δεν φέρουν ημερομηνία και ότι, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα παραδέχθηκε ότι δεν ελήφθησαν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα.

42      Εξάλλου, από τις εν λόγω φωτογραφίες δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ποια προϊόντα είναι συσκευασμένα επάνω στην παλέτα και στα δύο χαρτοκιβώτια επί των οποίων έχουν τοποθετηθεί τα αυτοκόλλητα CENTROTHERM. Μολονότι δύο από τα αυτοκόλλητα αυτά φέρουν ένδειξη σχετική με υδραυλικές εργασίες, εντούτοις ούτε από τις φωτογραφίες ούτε από τα τιμολόγια προκύπτουν στοιχεία σχετικά με πραγματικό περιεχόμενο των συσκευασιών αυτών.

43      Επιπλέον, οι αριθμοί προϊόντος που διακρίνονται στα αυτοκόλλητα δεν αντιστοιχούν προς τους αριθμούς προϊόντος που αναγράφονται στα τιμολόγια της προσφεύγουσας. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί, βάσει των εν λόγω φωτογραφιών και τιμολογίων, αν οι συσκευασίες επί των οποίων έχουν επικολληθεί τα αυτοκόλλητα με το σήμα CENTROTHERM όντως παραδόθηκαν από την προσφεύγουσα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα.

44      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ούτε οι φωτογραφίες ούτε τα τιμολόγια επιβεβαιώνουν τη δήλωση του διαχειριστή της προσφεύγουσας ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα τα ακόλουθα προϊόντα πωλούνταν με το σήμα CENTROTHERM: μηχανικά μέρη εγκαταστάσεων θερμότητας, κλιματισμού, παραγωγής ατμού, αποξήρανσης και αερισμού· συσκευές διήθησης αέρα και μέρη αυτών· συνδετικά τμήματα σωλήνων· υλικά έμφραξης, στεγανοποίησης και μόνωσης· εν μέρει κατεργασμένες πλαστικές ύλες· υλικά οικοδομών, ενισχύσεις για κατασκευαστικές χρήσεις· μέρη επένδυσης τοιχίων και τοίχων, κατασκευαστικές πλάκες, πλάκες· εξαρτήματα επιμήκυνσης για καμινάδες, κορυφές καμινάδων, καλύπτρες καμινάδων, χιτώνια καμινάδων.

45      Κατά συνολική εκτίμηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, το συμπέρασμα ότι το σήμα CENTROTHERM αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα για προϊόντα και υπηρεσίες πέραν των αναφερομένων στη σκέψη 11 ανωτέρω μπορεί να στηριχθεί μόνο σε πιθανολόγηση ή εικασίες.

46      Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.

 Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με παραβίαση της υποχρεώσεως αυτεπάγγελτης εξετάσεως των πραγματικών περιστατικών

 Επιχειρήματα των διαδίκων

47      Η προσφεύγουσα φρονεί ότι το ΓΕΕΑ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, παραβιάζοντας την υποχρέωση αυτεπάγγελτης εξετάσεως των πραγματικών περιστατικών. Κατά την προσφεύγουσα, το τμήμα ακυρώσεων παρέβη το άρθρο 76, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009, διότι δεν έλαβε υπόψη του στοιχεία από τον φάκελο της υποθέσεως του ΓΕΕΑ σχετικά με την αίτηση κηρύξεως ακυρότητας του σήματος CENTROTHERM, η οποία υποβλήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2006 από εταιρία συνδεόμενη με την παρεμβαίνουσα

48      Ο σχετικός με τη διαδικασία της ακυρώσεως φάκελος του ΓΕΕΑ περιείχε στοιχεία κρίσιμα για την εξέταση της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος CENTROTHERM, ιδίως όσον αφορά την επιβεβαίωση της παρουσίας του στην αγορά της παραγωγής συστημάτων διαφυγής αερίων από πλαστικά υλικά για λέβητες συμπύκνωσης, αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις προϊόντων της προσφεύγουσας από το 1994 έως το 2001, καθώς και παραπομπές στον διαδικτυακό τόπο αυτής.

49      Κατά την προσφεύγουσα, από τα στοιχεία αυτά προκύπτει σχεδόν μετά βεβαιότητας ότι, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, πωλούσε πολλά προϊόντα με το σήμα CENTROTHERM.

50      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

51      Υπενθυμίζεται, καταρχάς, ότι το άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 έχει ως εξής: «[κατά] την ενώπιόν του διαδικασία, το ΓΕΕΑ εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά αυτεπαγγέλτως· εντούτοις, σε διαδικασία που αφορά τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου της καταχωρίσεως, η εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι καθώς και στα υποβληθέντα από αυτούς αιτήματα».

52      Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι η κήρυξη της ακυρότητας, όπως και η άρνηση της καταχωρίσεως, μπορεί να στηριχθεί τόσο σε λόγους απόλυτους όσο και σε λόγους σχετικούς

53      Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 51, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του αν δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος επί πέντε έτη (άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009), αν το σήμα έχει καταστεί, λόγω ενεργειών ή αδράνειας του δικαιούχου, συνήθης εμπορική ονομασία προϊόντος ή υπηρεσίας για την οποία έχει καταχωρισθεί (άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009) ή αν το σήμα ενδέχεται να παραπλανήσει το κοινό, λόγω της χρήσεως που γίνεται από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του (άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 207/2009).

54      Ενώ οι δύο τελευταίες προϋποθέσεις αφορούν απόλυτους λόγους απαραδέκτου, όπως προκύπτει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ έως δ΄, και ζ΄, του κανονισμού 207/2009, η πρώτη σχετίζεται με διάταξη που αφορά την εξέταση των σχετικών λόγων απαραδέκτου, δηλαδή το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009. Επομένως, κατά την εκ μέρους του ΓΕΕΑ εξέταση του ζητήματος της ουσιαστικής χρήσεως του κοινοτικού σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας εκπτώσεως έχει εφαρμογή το άρθρο 76, παράγραφος 1, in fine, του κανονισμού 207/2009, το οποίο ορίζει ότι η εξέταση περιορίζεται στα περιστατικά που προβάλλουν οι διάδικοι.

55      Είναι, συνεπώς, εσφαλμένη η θέση της προσφεύγουσας ότι το ΓΕΕΑ κακώς περιόρισε την εξέτασή του στα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η ίδια.

56      Επομένως, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.

 Επί του τρίτου λόγου, σχετικά με παράλειψη συνεκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν στο τμήμα προσφυγών

 Επιχειρήματα των διαδίκων

57      Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το ΓΕΕΑ έπρεπε να λάβει υπόψη του στοιχεία αποδεικτικά της χρήσεως του επίδικου σήματος, τα οποία η προσφεύγουσα προσκόμισε για πρώτη φορά στο τμήμα προσφυγών.

58      Συναφώς, υποστηρίζει ότι το άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και το άρθρο 76, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009, καθώς και ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι το ΓΕΕΑ υποχρεούται να συμπληρώνει τον σχετικό με διαδικασία εκπτώσεως φάκελο όταν ο φάκελος είναι προδήλως ελλιπής. Επομένως, εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών έπρεπε να λάβει υπόψη του τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του.

59      Επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών, ακόμη και αν δεν έχει τέτοια υποχρέωση, όφειλε, στο πλαίσιο της ορθής ασκήσεως της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει δυνάμει του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, να λάβει υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του.

60      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν την απόρριψη του συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

61      Υπενθυμίζεται, πρώτον, ότι, όπως διαπιστώθηκε με τις σκέψεις 51 έως 54 ανωτέρω, κατά την εκ μέρους του ΓΕΕΑ εξέταση του ζητήματος της ουσιαστικής χρήσεως του κοινοτικού σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας εκπτώσεως έχει εφαρμογή το άρθρο 76, παράγραφος 1, in fine, του κανονισμού 207/2009. Κατά την εν λόγω διάταξη, το ΓΕΕΑ εξετάζει μόνον τα πραγματικά περιστατικά που προβάλλουν οι διάδικοι. Κατά συνέπεια, είναι απορριπτέα η θέση της προσφεύγουσας ότι το ΓΕΕΑ έχει την υποχρέωση να συμπληρώνει αυτεπαγγέλτως τον φάκελο της υποθέσεως.

62      Δεύτερον, το δικαίωμα των μετεχόντων σε διαδικασία ενώπιον του ΓΕΕΑ να προβάλλουν πραγματικά περιστατικά και να προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία μετά τη λήξη των προθεσμιών που τάσσονται προς τούτο δεν ασκείται άνευ προϋποθέσεων, αλλ’ αντιθέτως εξαρτάται, όπως προκύπτει από τη νομολογία, από την προϋπόθεση ότι δεν προσκρούει σε αντίθετη διάταξη. Επομένως, το ΓΕΕΑ έχει εξουσία να εκτιμήσει αν θα λάβει υπόψη τα εκπροθέσμως προβληθέντα πραγματικά στοιχεία ή τα εκπροθέσμως προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία μόνον αν πληρούται η προϋπόθεση αυτή [απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 2007, T‑86/05, K & L Ruppert Stiftung κατά ΓΕΕΑ – Lopes de Almeida Cunha κ.λπ. (CORPO livre), Συλλογή 2007, σ. II‑4923, σκέψη 47].

63      Εν προκειμένω, πάντως, υπάρχει διάταξη, ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95, η οποία απαγορεύει τη συνεκτίμηση των στοιχείων που προσκομίστηκαν στο τμήμα προσφυγών.

64      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο τρίτος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.

 Επί της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας του κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95

 Επιχειρήματα των διαδίκων

65      Η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, ότι ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 δεν έχει εφαρμογή, κατά το μέτρο που δεν επιτρέπει στο ΓΕΕΑ να λαμβάνει υπόψη του εκπρόθεσμα αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο της διαδικασίας εκπτώσεως του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 207/2009. Συναφώς, υποστηρίζει ότι ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 αντιβαίνει στο άρθρο 202 ΕΚ, καθώς και στο άρθρο 57, παράγραφος 1, στο άρθρο 76, παράγραφος 1, και στο άρθρο 162, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009. Επιπλέον, κατά την προσφεύγουσα, ο εν λόγω κανόνας αντιβαίνει στις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου, ιδίως στην αρχή της αναλογικότητας, στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας και στο δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

66      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν την απόρριψη της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

67      Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι όντως οι κανόνες του κανονισμού 2868/95 δεν μπορούν να αντιβαίνουν στις διατάξεις και στο σύστημα του κανονισμού 207/2009, πλην όμως ουδεμία αντίθεση διαπιστώνεται μεταξύ του κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 και των διατάξεων του κανονισμού 207/2009 σχετικά με την έκπτωση από το δικαίωμα.

68      Συγκεκριμένα, ενώ ο κανονισμός 207/2009 θεσπίζει τον ουσιαστικό κανόνα, δηλαδή την έκπτωση από το δικαίωμα επί κοινοτικού σήματος του οποίου δεν γίνεται ουσιαστική χρήση, ο κανονισμός 2868/95 καθορίζει τους εφαρμοστέους διαδικαστικούς κανόνας, ιδίως όσον αφορά την κατανομή του βάρους αποδείξεως και τις συνέπειες της μη τηρήσεως των προθεσμιών. Εξάλλου, όπως διαπιστώθηκε προηγουμένως (βλ. σκέψεις 51 έως 54 ανωτέρω), από την οικονομία του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι, όσον αφορά την αίτηση για κήρυξη εκπτώσεως από το δικαίωμα λόγω μη ουσιαστικής χρήσεως, η εκ μέρους του ΓΕΕΑ εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα και στα πραγματικά περιστατικά που έχουν προβάλει οι μετέχοντες στη διαδικασία.

69      Διαπιστώνεται ότι τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας ουδόλως αποδεικνύουν ότι η διαδικαστικής φύσεως διάταξη του κανόνα 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95, κατά την οποία το βάρος αποδείξεως φέρει ο δικαιούχος του σήματος και μη εμπρόθεσμη προσκόμιση επαρκών αποδεικτικών στοιχείων συνεπάγεται την κήρυξη της εκπτώσεως, έρχεται σε αντίθεση με τον κανονισμό 207/2009.

70      Όσον αφορά τα περί παραβιάσεως της αρχής της αναλογικότητας, υπενθυμίζεται ότι η άνευ εύλογης αιτίας μη τήρηση των προθεσμιών προσφυγής, οι οποίες είναι θεμελιώδεις για την εύρυθμη λειτουργία του κοινοτικού συστήματος, μπορεί να επισύρει κυρώσεις βάσει της σχετικής με την απώλεια δικαιώματος κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως, χωρίς να παραβιάζεται η εν λόγω αρχή [βλ., συναφώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Σεπτεμβρίου 2008, T‑218/06, Neurim Pharmaceuticals (1991) κατά ΓΕΕΑ – Eurim-Pharm Arzneimittel (Neurim PHARMACEUTICALS), Συλλογή 2008, σ. II‑2275, σκέψη 55].

71      Διαπιστώνεται, τέλος, ότι είναι αβάσιμη η θέση ότι ο κανόνας 40, παράγραφος 5, του κανονισμού 2868/95 προσβάλλει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Ο εν λόγω κανόνας ουδόλως θίγει τα δικαιώματα του δικαιούχου κοινοτικού σήματος, εκτός αν αυτός επιλέξει, όπως εν προκειμένω η προσφεύγουσα, να μην υποβάλει στο ΓΕΕΑ, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, στοιχεία που αποδεικνύουν την ουσιαστική χρήση του σήματος.

72      Κατόπιν των προεκτεθέντων, η προβληθείσα από την προσφεύγουσα ένσταση ελλείψεως νομιμότητας είναι επίσης απορριπτέα.

73      Συνεπώς, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

74      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

75      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει αυτή να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα του ΓΕΕΑ. Η παρεμβαίνουσα, δεδομένου ότι δεν ζήτησε να καταδικαστεί η προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Centrotherm Systemtechnik GmbH στα δικαστικά έξοδα.

3)      Η centrotherm Clean Solutions GmbH & Co. KG φέρει τα δικαστικά της έξοδα.

Moavero Milanesi

Wahl

Soldevila Fragoso

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 15 Σεπτεμβρίου 2011.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.