Language of document : ECLI:EU:T:2013:439

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 16ης Σεπτεμβρίου 2013 (*)

«Ρήτρα διαιτησίας – Συμβάσεις χρηματοδοτικής συνδρομής συναφθείσες στο πλαίσιο του πέμπτου και του έκτου προγράμματος-πλαισίου για κοινοτικές δράσεις έρευνας και τεχνολογικής αναπτύξεως και στο πλαίσιο του προγράμματος eTEN – Σχέδια Highway, J WeB, Care Paths, Cocoon, Secure-Justice, Qualeg, Lensis, E-Pharm Up, Liric, Grace, Clinic και E2SP – Καταγγελία των συμβάσεων – Επιστροφή των καταβληθέντων ποσών – Χρεωστικά σημειώματα – Ανταγωγή – Εκπροσώπηση της προσφεύγουσας»

Στην υπόθεση T‑435/09,

GL2006 Europe Ltd, με έδρα το Birmingham (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τον M. Gardenal και την E. Bélinguier-Raiz, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης αρχικώς από τη S. Delaude και τον N. Bambara, και στη συνέχεια από τη S. Delaude, επικουρούμενους από τον R. Van der Hout, δικηγόρο,

καθής,

με αντικείμενο, αφενός, προσφυγή ασκηθείσα από την εταιρία GL2006 Europe δυνάμει του άρθρου 238 ΕΚ, βάσει ρητρών διαιτησίας, με την οποία η προσφεύγουσα βάλλει κατά ελέγχων που διεξήγαγε η OLAF στις εγκαταστάσεις της τον Δεκέμβριο του 2008, της αποφάσεως που περιέχεται στην επιστολή της 10ης Ιουλίου 2009 και με την οποία η Επιτροπή έθεσε τέρμα στη συμμετοχή της προσφεύγουσας σε δύο σχέδια έρευνας και τεχνολογικής αναπτύξεως, καθώς και δώδεκα χρεωστικών σημειωμάτων εκδοθέντων από την Επιτροπή στις 7 Αυγούστου 2009, τα οποία αφορούσαν την επιστροφή των ποσών που κατέβαλε η Επιτροπή στην προσφεύγουσα στο πλαίσιο της συμμετοχής της σε δώδεκα σχέδια έρευνας και αναπτύξεως και, αφετέρου, ανταγωγή με αίτημα την επιστροφή των εν λόγω ποσών,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Truchot (εισηγητή), πρόεδρο, M. E. Martins Ribeiro και A. Popescu, δικαστές,

γραμματέας: Σ. Σπυροπούλου, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Δεκεμβρίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

 Ιστορικό της διαφοράς

[παραλείπονται]

2        Μεταξύ 2000 και 2006 η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εκπροσωπούμενη από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, συνήψε με την προσφεύγουσα δώδεκα συμβάσεις έχουσες ως αντικείμενο τη συμμετοχή της σε σχέδια έρευνας και αναπτύξεως έναντι χρηματοοικονομικής συνδρομής, με την οποία η Επιτροπή ανελάμβανε ορισμένες δαπάνες που θα προέκυπταν στο πλαίσιο της εκτελέσεως των επίμαχων συμβάσεων.

[παραλείπονται]

7        Τον Νοέμβριο του 2007 η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) ζήτησε να πραγματοποιηθεί συνάντηση με τη Γενική Διεύθυνση (ΓΔ) «Κοινωνία της Πληροφορίας και Μέσα Επικοινωνίας» της Επιτροπής, κατόπιν υπονοιών για τη διάπραξη απάτης από την προσφεύγουσα κατά την εκτέλεση των επίμαχων συμβάσεων. Βάσει του από 3 Δεκεμβρίου 2007 σημειώματος φακέλου της OLAF όσον αφορά τη συνάντηση αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε να αναβάλει την αξιολόγηση του σχεδίου εκθέσεως λογιστικού ελέγχου προκειμένου να πραγματοποιήσει συμπληρωματικούς ελέγχους.

[παραλείπονται]

16      Στις 10 Ιουλίου 2009 η Επιτροπή απέστειλε έγγραφο στους δικηγόρους της προσφεύγουσας με το οποίο τους ενημέρωνε ότι, αφενός, έπαυε οριστικά τη συμμετοχή της προσφεύγουσας στα σχέδια Qualeg και Cocoon, που ήταν ακόμη στο στάδιο της υλοποιήσεως, και, αφετέρου, θα ανακτούσε τα ποσά που είχε καταβάλει στην προσφεύγουσα στο πλαίσιο της συμμετοχής της στην υλοποίηση των ως άνω σχεδίων. Η προσφεύγουσα προέβαλε αντιρρήσεις κατά της ως άνω αποφάσεως με έγγραφο της 14ης Ιουλίου 2009.

17      Στις 7 Αυγούστου 2009 η Επιτροπή απέστειλε στην προσφεύγουσα δώδεκα χρεωστικά σημειώματα με αντικείμενο την επιστροφή των ποσών που η Επιτροπή είχε καταβάλει στην προσφεύγουσα στο πλαίσιο των δώδεκα συμβάσεων που είχε συνάψει με αυτήν, δηλαδή συνολικού ποσού 2 258 456,31 ευρώ.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

18      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Οκτωβρίου 2009, η προσφεύγουσα άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

19      Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 3 Νοεμβρίου 2009, η προσφεύγουσα ζήτησε την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως που περιεχόταν στο έγγραφο της Επιτροπής της 10ης Ιουλίου 2009 και των δώδεκα χρεωστικών σημειωμάτων της 7ης Αυγούστου 2009. Δεδομένου ότι δεν πληρούνταν η προϋπόθεση περί επείγοντος, με διάταξη της 15ης Μαρτίου 2010, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου απέρριψε το ως άνω αίτημα και επιφυλάχθηκε ως προς τα δικαστικά έξοδα.

20      Με το υπόμνημα αντικρούσεως το οποίο κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 26 Ιανουαρίου 2010, η Επιτροπή άσκησε ανταγωγή ζητώντας να υποχρεωθεί η προσφεύγουσα να της καταβάλει τα παρατιθέμενα στα χρεωστικά σημειώματα ποσά.

21      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κρίνει παραδεκτή την προσφυγή·

–        να διαπιστώσει ότι ο επιτόπιος έλεγχος τον οποίο διενήργησε η OLAF από τις 8 έως τις 12 Δεκεμβρίου 2008, το σχέδιο εκθέσεως λογιστικού ελέγχου και η οριστική έκθεση λογιστικού ελέγχου που ακολούθησαν, η απόφαση, που περιέχεται στην επιστολή της 10ης Ιουλίου 2009, περί καταγγελίας των συμβάσεων με τις οποίες η προσφεύγουσα μετέσχε στα σχέδια Qualeg και Cocoon, καθώς και τα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009 πάσχουν παρατυπίες και, ως εκ τούτου, να τα κηρύξει παράνομα και άκυρα·

–        να κρίνει ότι όλες οι συμβάσεις τις οποίες συνήψε η προσφεύγουσα με την Επιτροπή είναι έγκυρες·

–        επιπλέον, να διαπιστώσει ότι τα όσα διατείνεται η Επιτροπή είναι αβάσιμα·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

22      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κρίνει απαράδεκτη την προσφυγή·

–        να κρίνει ότι η απόφαση, που περιέχεται στην επιστολή της 10ης Ιουλίου 2009, περί καταγγελίας των συμβάσεων με τις οποίες η προσφεύγουσα μετείχε στα σχέδια Qualeg και Cocoon καθώς και τα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009 έχουν χαρακτήρα σύμφωνο με τις επίμαχες συμβάσεις·

–        ανταγωγικώς, να διατάξει την προσφεύγουσα να της επιστρέψει το ποσό των 2 258 456,31 ευρώ, που ισούται με το ποσό το οποίο αναγράφεται στα χρεωστικά σημειώματα, εντόκως από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής που καθοριζόταν στα εν λόγω σημειώματα·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

23      Στο υπόμνημα απαντήσεως η προσφεύγουσα επαναλαμβάνει κατ’ ουσίαν τα αιτήματα του δικογράφου της προσφυγής και προσθέτει ένα αίτημα προς το Γενικό Δικαστήριο για την απόρριψη των αιτημάτων της Επιτροπής.

 Σκεπτικό

 I – Επί της προσφυγής

24      Δυνάμει του άρθρου 113 του Κανονισμού του Διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αυτεπαγγέλτως, αφού ακούσει τους διαδίκους, να αποφανθεί ως προς το απαράδεκτο για λόγους δημοσίας τάξεως ή να διαπιστώσει ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί.

25      Το άρθρο 19 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που εφαρμόζεται στη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 53 του εν λόγω Οργανισμού, προβλέπει ότι οι διάδικοι, εκτός των κρατών μελών, των συμβαλλομένων στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ) κρατών, της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ και των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να εκπροσωπούνται από δικηγόρο που έχει δικαίωμα παραστάσεως ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους ή άλλου κράτους συμβαλλόμενου στη Συμφωνία ΕΟΧ.

26      Με επιστολή της 6ης Μαρτίου 2012, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της προσφεύγουσας γνωστοποίησαν στο Γενικό Δικαστήριο ότι πλέον δεν επιθυμούσαν να την εκπροσωπούν, διότι δεν μπορούσαν πλέον να έρθουν σε επαφή μαζί της, είχε παύσει να είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο εταιριών και δεν είχε εκπληρώσει τις χρηματικές υποχρεώσεις της προς τους ίδιους.

27      Με επιστολή της 26ης Μαρτίου 2012, η Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου ενημέρωσε τους εν λόγω δικηγόρους ότι, μέχρι η προσφεύγουσα να διορίσει νέους εκπροσώπους, θα συνέχιζε να τους αποστέλλει όλη τη σχετική με την υπό κρίση υπόθεση αλληλογραφία.

28      Με μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας της 13ης Ιουνίου 2012, το Γενικό Δικαστήριο ζήτησε από τους εν λόγω δικηγόρους:

–        να προσκομίσουν απόδειξη για το γεγονός ότι είχαν γνωστοποιήσει στην προσφεύγουσα την απόφασή τους να παύσουν να την εκπροσωπούν στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως·

–        με συστημένη επιστολή συνοδευόμενη από απόδειξη παραλαβής:

–        να ζητήσουν από την προσφεύγουσα να διορίσει νέους εκπροσώπους το αργότερο μέχρι τις 2 Ιουλίου 2012·

–        να την ενημερώσουν ότι, αν δεν προέβαινε στον διορισμό αυτόν εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γενικό Δικαστήριο επρόκειτο να διαπιστώσει αυτεπαγγέλτως ότι η προσφυγή είχε καταστεί άνευ αντικειμένου·

–        να προσκομίσουν απόδειξη για την αποστολή της ως άνω επιστολής.

29      Οι εν λόγω δικηγόροι ανταποκρίθηκαν στο αίτημα του Γενικού Δικαστηρίου με επιστολή της 20ής Ιουνίου 2012.

30      Η προθεσμία που ετάχθη στην προσφεύγουσα για τον διορισμό νέων εκπροσώπων έληξε τα μεσάνυχτα της 2ας Ιουλίου 2012, χωρίς η προσφεύγουσα να ενημερώσει το Γενικό Δικαστήριο για έναν τέτοιο διορισμό.

31      Με μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας της 10ης Ιουλίου 2012, το Γενικό Δικαστήριο κάλεσε τους διαδίκους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη δυνατότητα αυτεπάγγελτης διαπιστώσεως ότι η προσφυγή είχε καταστεί άνευ αντικειμένου και ότι η επί της προσφυγής δίκη έπρεπε να καταργηθεί, εφόσον, από τη στιγμή που η προσφεύγουσα δεν είχε διορίσει νέο εκπρόσωπο εντός της προθεσμίας που της είχε τάξει το Γενικό Δικαστήριο, είχε παύσει η εκπροσώπησή της από δικηγόρο.

32      Η Επιτροπή υπέβαλε τις παρατηρήσεις της με επιστολή της 25ης Ιουλίου 2012. Η προσφεύγουσα δεν υπέβαλε παρατηρήσεις.

33      Δεδομένης της σιωπής της προσφεύγουσας κατόπιν του προμνησθέντος στη σκέψη 28 μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας της 13ης Ιουνίου 2012, πρέπει να διαπιστωθεί αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με το άρθρο 113 του Κανονισμού Διαδικασίας, ότι η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου και ότι η δίκη καταργείται [βλ., επ’ αυτού, διατάξεις του Γενικού Δικαστηρίου της 20ής Ιουνίου 2008, T‑299/06, Leclercq κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 15· της 2ας Σεπτεμβρίου 2010, T‑123/08, Spitzer κατά ΓΕΕΑ – Homeland Housewares (Magic Butler), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 8, και της 16ης Μαΐου 2012, T‑444/09, La City κατά ΓΕΕΑ – Bücheler και Ewert (citydogs), σκέψη 12].

34      Κατά συνέπεια, παρέλκει πλέον η έκδοση αποφάσεως επί του αιτήματος της Επιτροπής να κρίνει το Γενικό Δικαστήριο την προσφυγή ως απαράδεκτη.

 II – Επί της ανταγωγής της Επιτροπής

35      Με επιστολές της 2ας και της 25ης Ιουλίου 2012, η Επιτροπή ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να εκδικάσει την ανταγωγή της ακόμη και στην περίπτωση που θα διαπίστωνε ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί ως προς την ασκηθείσα από την προσφεύγουσα προσφυγή. Με την ανταγωγή της, η Επιτροπή ζητεί να υποχρεώσει το Γενικό Δικαστήριο την προσφεύγουσα να της επιστρέψει το ποσό των 2 258 456, 31 ευρώ, που ισούται προς το άθροισμα των ποσών τα οποία είχε καταβάλει στην προσφεύγουσα στο πλαίσιο της εκτελέσεως των δώδεκα συμβάσεων που είχε συνάψει με αυτήν, εντόκως από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής που καθοριζόταν στα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009.

 A – Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

36      Πριν εξετασθεί το ζήτημα αν η παρούσα απόφαση περί καταργήσεως της δίκης ως προς την ασκηθείσα από την προσφεύγουσα προσφυγή εμποδίζει την έκδοση αποφάσεως από το Γενικό Δικαστήριο επί της ανταγωγής της Επιτροπής, πρέπει να κριθεί αν το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάσει την παρούσα διαφορά.

37      Κατά το άρθρο 238 ΕΚ, τα δικαστήρια της Ένωσης είναι αρμόδια να λαμβάνουν αποφάσεις δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται σε σύμβαση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, η οποία συνάπτεται από την Ένωση ή για λογαριασμό της.

38      Η αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου να εκδικάσει, βάσει ρήτρας διαιτησίας, διαφορές περί συμβάσεων εκτιμάται, κατά τη νομολογία, βάσει της ως άνω διατάξεως και των οριζομένων στη ρήτρα διαιτησίας (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 8ης Απριλίου 1992, C‑209/90, Επιτροπή κατά Feilhauer, Συλλογή 1992, σ. I‑2613, σκέψη 13, και του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Φεβρουαρίου 2010, T‑340/07, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 76). H αρμοδιότητα αυτή συνιστά παρέκκλιση από το κοινό δίκαιο και, επομένως, πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 18ης Δεκεμβρίου 1986, 426/85, Επιτροπή κατά Zoubek, Συλλογή 1986, σ. 4057, σκέψη 11, και του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 2010, T‑259/09, Επιτροπή κατά Arci Nuova associazione comitato di Cagliari και Gessa, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 39). Έτσι, το Γενικό Δικαστήριο, αφενός, δεν μπορεί να αποφανθεί σε διαφορά εκ συμβάσεως παρά μόνο σε περίπτωση που οι συμβαλλόμενοι έχουν εκφράσει τη βούλησή τους να του απονείμουν αυτή την αρμοδιότητα (προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Arci Nuova associazione comitato di Cagliari και Gessa, σκέψη 39) και, αφετέρου, μπορεί να αποφαίνεται μόνον επί αιτημάτων τα οποία πηγάζουν από τη σύμβαση που περιέχει τη ρήτρα διαιτησίας ή έχουν άμεση σχέση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση αυτή (προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Zoubek, σκέψη 11).

39      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι καθεμία από τις δώδεκα συμβάσεις που συνήφθησαν μεταξύ της προσφεύγουσας και της Επιτροπής περιλαμβάνει ρήτρα διαιτησίας η οποία απονέμει στο Γενικό Δικαστήριο αρμοδιότητα να εκδικάζει διαφορές σχετικές με το κύρος, την εφαρμογή και την ερμηνεία των εν λόγω συμβάσεων. Μια τέτοια ρήτρα περιλαμβάνεται στο άρθρο 13 των συμβάσεων που συνήφθησαν βάσει του έκτου προγράμματος-πλαισίου και στο άρθρο 5 των συμβάσεων που συνήφθησαν βάσει του πέμπτου προγράμματος-πλαισίου και βάσει του προγράμματος eTEN.

40      Επιπλέον, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή παρέθεσε, στο υπόμνημά της αντικρούσεως, τις συμβατικές διατάξεις επί των οποίων θεμελιώνει την ανταγωγή της, δηλαδή το άρθρο 26, παράγραφος 3, των γενικών όρων που ισχύουν για τις συμβάσεις που συνήφθησαν βάσει του πέμπτου προγράμματος-πλαισίου, το σημείο II.29, παράγραφος 1, και το σημείο II.31, παράγραφος 1, των γενικών όρων που ισχύουν για τις συμβάσεις που συνήφθησαν βάσει του έκτου προγράμματος-πλαισίου και το άρθρο 17, παράγραφος 4, των γενικών όρων που ισχύουν για τις συμβάσεις που συνήφθησαν βάσει του προγράμματος eTEN. Οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν στην Επιτροπή να ζητήσει την επιστροφή των ποσών τα οποία έλαβαν αχρεωστήτως οι αποδέκτες τους.

41      Η ανταγωγή θεμελιώνεται, συνεπώς, στις επίμαχες συμβάσεις και στα εξ αυτών απορρέοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις, κατά την έννοια της νομολογίας που υπομνήσθηκε στη σκέψη 38 ανωτέρω.

42      Εξάλλου, κατά τη νομολογία, στο κοινοτικό σύστημα μέσων έννομης προστασίας, η αρμοδιότητα για την εκδίκαση του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συνεπάγεται την ύπαρξη αρμοδιότητας για την εκδίκαση οποιασδήποτε ανταγωγής που ασκείται κατά τη διάρκεια της ίδιας δίκης και η οποία πηγάζει από την πράξη ή το γεγονός που αποτελεί αντικείμενο του κυρίου ενδίκου βοηθήματος. Η ως άνω αρμοδιότητα θεμελιώνεται σε λόγους οικονομίας της δίκης και στην προτεραιότητα που παραχωρείται στον δικαστή ο οποίος επιλαμβάνεται πρώτος, λόγοι που τυγχάνουν ευρείας αναγνωρίσεως και στα δικονομικά συστήματα των κρατών μελών (βλ. διάταξη του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 2004, C‑517/03, Επιτροπή κατά IAMA Consulting, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

43      Εξ αυτού συνάγεται ότι το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο, καταρχήν, για να εκδικάσει την ασκηθείσα από την Επιτροπή ανταγωγή.

44      Εξάλλου, διαπιστώνεται ότι η ανταγωγή της Επιτροπής, καθόσον σκοπεί στην επιβολή στην προσφεύγουσα της υποχρεώσεως να καταβάλει τα ποσά που παρατίθενται στα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009, έχει αντικείμενο διαφορετικό από την απλή απόρριψη των αιτημάτων της προσφεύγουσας, τα οποία αποβλέπουν κυρίως την ακύρωση των χρεωστικών σημειωμάτων.

45      Η κατάργηση όμως της δίκης ως προς την ασκηθείσα από την προσφεύγουσα προσφυγή δεν δύναται να ικανοποιήσει το αίτημα της Επιτροπής, εφόσον δεν συνεπάγεται την επιβολή υποχρεώσεως στην προσφεύγουσα να καταβάλει τα ποσά που παρατίθενται στα χρεωστικά σημειώματα.

46      Εξ αυτού συνάγεται, αφενός, ότι η ανταγωγή της Επιτροπής εξακολουθεί να έχει αντικείμενο έστω και αν η ασκηθείσα από την προσφεύγουσα προσφυγή στερείται αντικειμένου και, αφετέρου, ότι η Επιτροπή εξακολουθεί να έχει συμφέρον να γίνει δεκτή η ανταγωγή της.

47      Επιπλέον, επισημαίνεται ότι η εκδίκαση της ανταγωγής της Επιτροπής την απαλλάσσει από την υποχρέωση ασκήσεως νέου ενδίκου βοηθήματος, ενώ, όπως υποστήριξε η Επιτροπή στην επιστολή της της 25ης Ιουλίου 2012, οι διάδικοι είχαν ήδη τη δυνατότητα να εκθέσουν όλα τα επιχειρήματα τα οποία προτίθεντο να προβάλουν στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως. Η λύση αυτή δικαιολογείται κατά συνέπεια από λόγους οικονομίας της δίκης.

48      Επιπλέον, όπως επισήμανε ορθώς η Επιτροπή στην προαναφερθείσα επιστολή, η εκδίκαση της ανταγωγής της δεν θίγει τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας. Ειδικότερα, κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο επήλθε ο λόγος καταργήσεως της δίκης όσον αφορά την προσφυγή, δηλαδή ο μη διορισμός νέων εκπροσώπων εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η γραπτή διαδικασία είχε περατωθεί. Η προσφεύγουσα είχε επομένως τη δυνατότητα να παρουσιάσει στο υπόμνημα απαντήσεως επιχειρήματα προς αντίκρουση της ανταγωγής της Επιτροπής, όπως και έπραξε. Επιπλέον, η προσφεύγουσα ενημερώθηκε, διά των εκπροσώπων της, για την έναρξη της προφορικής διαδικασίας και για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως στις 13 Δεκεμβρίου 2012.

49      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η ανταγωγή της Επιτροπής πρέπει να εκδικασθεί.

 B – Επί της βασιμότητας της ανταγωγής

50      Με την ανταγωγή της, η Επιτροπή ζητεί να υποχρεωθεί η προσφεύγουσα, αφενός, να της επιστρέψει όλα τα ποσά που αχρεωστήτως έλαβε στο πλαίσιο της εκτελέσεως των δώδεκα συμβάσεων που είχε συνάψει με την Επιτροπή και, αφετέρου, να καταβάλει στην Επιτροπή τόκους υπερημερίας επί των ποσών αυτών υπολογιζόμενους από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής που καθορίσθηκε στα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009.

51      Τα επιμέρους ποσά που παρατίθενται στα χρεωστικά σημειώματα για το κάθε ένα από τα επίμαχα σχέδια είναι τα ακόλουθα:

–        Lensis: 257 598,49 ευρώ·

–        E-Pharm Up: 153 227,00 ευρώ·

–        Liric: 36 694,12 ευρώ·

–        Grace: 493 735,91 ευρώ·

–        Cocoon: 201 387,39 ευρώ·

–        Secure-Justice: 217 564,26 ευρώ·

–        Qualeg: 291 371,53 ευρώ·

–        Care Paths: 144 352,41 ευρώ·

–        Highway: 76 000,00 ευρώ·

–        J WeB: 70 807,45 ευρώ·

–        E2SP: 120 717,75 ευρώ·

–        Clinic: 195 000,00 ευρώ.

 1. Επί της αξιώσεως αδικαιολογήτου πλουτισμού

[παραλείπονται]

148    Επομένως, πρέπει να θεωρηθεί ότι κατά τήρηση των συμβάσεων τις οποίες είχε συνάψει με την προσφεύγουσα ζήτησε η Επιτροπή, με τα δώδεκα χρεωστικά σημειώματα τα οποία απέστειλε στην προσφεύγουσα στις 7 Αυγούστου 2009, την επιστροφή του ποσού των 2 258 456,31 ευρώ, που ισούται προς το άθροισμα των ποσών τα οποία είχε καταβάλει στην προσφεύγουσα δυνάμει των συμβάσεων αυτών.

149    Εφόσον άλλωστε η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί τα ποσά που παρατίθενται στα χρεωστικά σημειώματα, πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα της Επιτροπής να υποχρεωθεί η προσφεύγουσα να της επιστρέψει το ποσό των 2 258 456,31 ευρώ το οποίο έλαβε αχρεωστήτως.

 2. Επί των τόκων υπερημερίας

150    Η Επιτροπή ζητεί να υποχρεωθεί η προσφεύγουσα να της καταβάλει τόκους υπερημερίας επί των ποσών που παρατίθενται στα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009, υπολογιζόμενους από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής που καθορίστηκε στα εν λόγω χρεωστικά σημειώματα.

[παραλείπονται]

155    Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλει τους τόκους που προβλέπονται, κατά τις οικείες συμβάσεις, από τις διατάξεις που υπομνήσθηκαν στις σκέψεις 152, 153 και 154 ανωτέρω, υπολογιζόμενους από της λήξεως των προθεσμιών που τάσσονται στα αντίστοιχα χρεωστικά σημειώματα.

[παραλείπονται]

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Καταργεί τη δίκη ως προς την προσφυγή της GL2006 Europe Ltd.

2)      Υποχρεώνει την GL2006 Europe να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το ποσό των 2 258 456,31 ευρώ εντόκως από της λήξεως των προθεσμιών που τάσσονται στα χρεωστικά σημειώματα της 7ης Αυγούστου 2009.

3)      Καταδικάζει την GL2006 Europe στα δικαστικά έξοδα.

Truchot

Martins Ribeiro

Popescu

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 16 Σεπτεμβρίου 2013.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.


1 – Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.