Language of document : ECLI:EU:T:2015:926

Υπόθεση T‑343/13

CN

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Εξωσυμβατική ευθύνη — Αναφορά προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Aνάρτηση στην ιστοσελίδα του Κοινοβουλίου ορισμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — Έλλειψη κατάφωρης παραβάσεως κανόνα δικαίου ο οποίος απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 3ης Δεκεμβρίου 2015

1.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — ʹΕλλειψη νομιμότητας — Κατάφωρη παραβίαση του δικαίου της Ένωσης — Απαιτείται πρόδηλη και σοβαρή υπέρβαση από τα θεσμικά όργανα των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειaς — Παραβίαση των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων — Περιλαμβάνεται

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 8· κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

2.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — Κανονισμός 45/2001 — Δεδομένα που αφορούν την υγεία — Έννοια — Ευρεία ερμηνεία — Όρια

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 1)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — Κανονισμός 45/2001 — Ανάγκη νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων — Συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων — Έννοια — Ανάρτηση αιτήσεως περιλαμβάνουσας ευαίσθητες πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Πληροφορίες παρασχεθείσες στον αναφέροντα πριν την ανάρτηση, βάσει των οποίων μπορούσε να εκτιμήσει την προσβασιμότητα του κοινού στην αίτησή του — Νομιμότητα της επεξεργασίας

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2, στοιχείο ηʹ, 5, στοιχείο δʹ, και 10 § 2, στοιχείο aʹ)

4.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Κατάφωρη παραβίαση του δικαίου της Ένωσης — Eπίκληση παρανομίας απορρέουσας από προσβολή δικαιωμάτων τρίτων — Δεν επιτρέπεται

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

5.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — Κανονισμός 45/2001 — Δικαίωμα διαγραφής των δεδομένων — Προϋπόθεση — Παράνομη επεξεργασία των επίμαχων δεδομένων — Διαγραφή για λόγους αβροφροσύνης δεδομένων που έτυχαν νόμιμης επεξεργασίας — Τήρηση εύλογης προθεσμίας

(Κανονισμός 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 16)

6.      Θεμελιώδη δικαιώματα — Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής — Προστασία των προσωπικών δεδομένων — Δημοσιοποίηση δεδομένων κατόπιν συγκαταθέσεως του οικείου προσώπου — Επέμβαση στην ιδιωτική ζωή — Δεν υφίσταται

7.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Ζημία — Αιτιώδης συνάφεια — Σωρευτικές προϋποθέσεις — Μη συνδρομή μιας εκ των προϋποθέσεων — Απόρριψη της αγωγής αποζημιώσεως στο σύνολό της

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

8.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Πραγματική και βεβαία ζημία που προκλήθηκε από παράνομη πράξη — Υλική ζημία και ηθική βλάβη — Βάρος αποδείξεως

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

9.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Αιτιώδης συνάφεια — Ζημία συνιστάμενη στα έξοδα που συνεπάγεται η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία — Τα έξοδα προκύπτουν από την ελεύθερη επιλογή του προσφεύγοντος — Έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της ζημίας και των ενεργειών του θεσμικού οργάνου

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

1.      Η αναγνώριση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προϋποθέτει πρωτίστως την ύπαρξη κατάφωρης παραβάσεως κανόνα δικαίου ο οποίος παρέχει δικαιώματα σε ιδιώτες. Αποφασιστικό κριτήριο για να χαρακτηριστεί μια παράβαση του δικαίου της Ένωσης ως κατάφωρη είναι η εκ μέρους του θεσμικού οργάνου πρόδηλη και σοβαρή υπέρβαση των ορίων της εξουσίας του εκτιμήσεως.

Συναφώς, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, εξειδικεύτηκε με τον κανονισμό 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, όσον αφορά τις πράξεις των οργάνων και των οργανισμών της Ένωσης, και με τις εκτελεστικές διατάξεις του κανονισμού 45/2001 που έχει θεσπίσει κάθε θεσμικό όργανο. Αυτές οι διαφορετικές διατάξεις έχουν ως σκοπό την απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες. Κατά συνέπεια, δύναται να γίνει επίκλησή τους από τον ενάγοντα στο πλαίσιο της αγωγής του αποζημιώσεως.

(βλ. σκέψεις 44, 47)

2.      Η φράση «δεδομένα που παρέχουν πληροφορίες για την υγεία» του άρθρου 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, πρέπει να ερμηνευθεί ευρέως ώστε να καταλαμβάνει πληροφοριακά στοιχεία αφορώντα όλες τις πτυχές, τόσο σωματικές όσο και ψυχικές, της υγείας του ατόμου. Εντούτοις, αυτή η έννοια δεν μπορεί να ερμηνευθεί τόσο ευρέως ώστε να περιλάβει διατυπώσεις οι οποίες αποκλείουν τη δημοσιοποίηση οποιουδήποτε δεδομένου σχετικού προς την υγεία ή προς την ιατρική κατάσταση του προσώπου.

(βλ. σκέψη 50)

3.      Δεδομένου ότι το άρθρο 2, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, δεν επιβάλλει καμία προϋπόθεση όσον αφορά τη μορφή της συγκαταθέσεως προσώπου σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η υποβολή της αναφοράς δύναται να εκληφθεί ως δήλωση βουλήσεως του οικείου προσώπου.

Πράγματι, ενδελεχής μελέτη των πληροφοριών που παρέχει το Κοινοβούλιο θα είχε καταστήσει δυνατόν για κάθε ευλόγως προσεκτικό αναφέροντα να εκτιμήσει το περιεχόμενο της ενέργειάς του και τις συνέπειες αυτής. Συναφώς, όσον αφορά αναφορά η οποία αφορά το γεγονός ότι θεσμικό όργανο της Ένωσης δεν έλαβε δεόντως υπόψη την κατάσταση της υγείας του ενάγοντος και την κατάσταση της υγείας του γιού του εν συναρτήσει προς τη σταδιοδρομία του, η εν λόγω δήλωση βουλήσεως ήταν ειδική, διότι το Κοινοβούλιο ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ότι η αναφορά του θα ήταν προσπελάσιμη στο διαδίκτυο και διότι ο ενάγων παρέσχε τη ρητή του συγκατάθεση συμπληρώνοντας τα πεδία του εντύπου σχετικά με τη δημόσια εξέταση και την καταχώριση σε πρωτόκολλο προσπελάσιμο στο διαδίκτυο, χωρίς η συγκατάθεσή του να χρειάζεται να συναχθεί σιωπηρώς από οποιαδήποτε ενέργεια. Υπό τις συνθήκες αυτές, κρίνεται ότι ο ενάγων είχε παράσχει τη ρητή του συγκατάθεση στη δημοσιοποίηση των επίμαχων ευαίσθητων πληροφοριών, κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 45/2001. Τα ανωτέρω πρέπει να εφαρμοστούν mutatis mutandis στην επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων τα οποία δεν αποτελούν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα του αναφέροντος.

Εξάλλου, όσον αφορά τα προσωπικά δεδομένα τα οποία δεν περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 45/2001, όπως τα σχετικά με τη σταδιοδρομία του ενάγοντος, η επεξεργασία τους υπόκειται στο προβλεπόμενο στο άρθρο 5 του κανονισμού 45/2001 καθεστώς. Κατά το άρθρο 5, στοιχείο δʹ, του κανονισμού αυτού, η επεξεργασία δύναται να πραγματοποιηθεί, μεταξύ άλλων, όταν το οικείο πρόσωπο έχει παράσχει την αναμφισβήτητη συγκατάθεσή του. Δηλαδή, επεξεργασία χωρεί όταν το οικείο πρόσωπο έχει παράσχει τη συγκατάθεσή του μετά βεβαιότητος και σαφήνειας. Συναφώς, ενώ το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 45/2001 επιτάσσει η συγκατάθεση να είναι ρητή, το άρθρο 5, στοιχείο δʹ, του ως άνω κανονισμού προϋποθέτει συγκατάθεση η οποία έχει παρασχεθεί αναμφισβήτητα. Είναι εύλογη η σκέψη, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, ότι οι προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να συντρέχουν ώστε να υφίσταται συγκατάθεση κατά την έννοια του άρθρου 5, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 45/2001, δεν μπορούν να είναι αυστηρότερες από εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του ως άνω κανονισμού.

(βλ. σκέψεις 59, 70, 74, 76-79)

4.      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης, για να εξασφαλιστεί η πρακτική αποτελεσματικότητα της προϋποθέσεως περί παραβάσεως κανόνα απονέμοντος δικαιώματα στους ιδιώτες, επιβάλλεται η παρεχόμενη από τον κανόνα του οποίου γίνεται επίκληση προστασία να ενεργεί υπέρ του προσώπου που τον επικαλείται· πρέπει, επομένως, το πρόσωπο αυτό να συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων στα οποία ο εν λόγω κανόνας απονέμει δικαιώματα. Δεν γεννά αξίωση προς αποζημίωση κανόνας ο οποίος δεν προστατεύει τον ιδιώτη από την παρανομία την οποία επικαλείται, αλλά άλλον ιδιώτη. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι ο ενάγων δεν μπορεί να επικαλεστεί, στο πλαίσιο της αγωγής του αποζημιώσεως, παρανομίες απορρέουσες από την προβαλλόμενη προσβολή των δικαιωμάτων τρίτου, ακόμα κι αν αυτός είναι ο γιος του.

(βλ. σκέψη 86)

5.      Το άρθρο 16 του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, απονέμει το δικαίωμα διαγραφής προσωπικών δεδομένων αποκλειστικώς όταν η επεξεργασία είναι παράνομη. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της διατάξεως αυτής προς στήριξη αιτήματος διαγραφής όταν η επεξεργασία είναι νόμιμη. Το γεγονός ότι το θεσμικό όργανο της Ένωσης αποφάσισε να κάνει δεκτό το αίτημα δεν επάγεται καθεαυτό την αναγνώριση του παράνομου χαρακτήρα της αρχικής δημοσιεύσεως.

Συναφώς, το άρθρο 12, παράγραφος 3, των διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού 45/2001 που έχει θεσπίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβλέπει ότι, εφόσον το αίτημα διαγραφής προσωπικών δεδομένων γίνει δεκτό, εκτελείται αμελλητί. Η διάταξη αυτή αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες το αίτημα γίνεται δεκτό επειδή είναι βάσιμο, ήτοι επειδή η επεξεργασία είναι παράνομη. Υπό τέτοιες συνθήκες, είναι εύλογο να πρέπει να εκτελείται αμελλητί. Αντιθέτως, εάν, όπως εν προκειμένω, το αίτημα είναι αβάσιμο, αλλά γίνεται δεκτό για λόγους φιλοφροσύνης, δεν τίθεται ζήτημα επιβολής υποχρεώσεως «αμελλητί» εκτελέσεως. Στην περίπτωση αυτή, το Κοινοβούλιο είναι απλώς και μόνο υποχρεωμένο να τηρήσει τη δέσμευσή του εντός ευλόγου προθεσμίας.

(βλ. σκέψεις 90, 100)

6.      Όσον αφορά τη δημοσιοποίηση προσωπικών πληροφοριών από θεσμικό όργανο της Ένωσης, δεν είναι δυνατόν να κριθεί ότι υφίσταται «επέμβαση δημόσιας αρχής» στον ιδιωτικό βίο κατά την έννοια του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ εφόσον ο ενάγων παρέχει τη συγκατάθεσή του στη δημοσιοποίηση πληροφοριών.

(βλ. σκέψη 107)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 110)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 118, 119)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 123, 124)