Language of document : ECLI:EU:F:2016:155

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 19ης Ιουλίου 2016

Υπόθεση F‑149/15

HG

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Υπάλληλοι τοποθετημένοι σε τρίτη χώρα – Κατοικία που διατίθεται από τη Διοίκηση – Υποχρέωση διαμονής στην κατοικία αυτή – Πειθαρχική διαδικασία – Πειθαρχική κύρωση – Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του παραρτήματος IX του ΚΥΚ – Αναστολή προαγωγής κατά κλιμάκιο – Αποκατάσταση της ζημίας – Άρθρο 22 του ΚΥΚ»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο HG ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την οποία του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της αναστολής προαγωγής κατά κλιμάκιο για 18 μήνες και η υποχρέωση να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη η Επιτροπή ύψους 108 596,35 ευρώ.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο HG φέρει τα δικαστικά έξοδά του και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Πειθαρχικό καθεστώς – Κύρωση – Εξουσία εκτιμήσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής – Εκτίμηση του υποστατού των πραγματικών περιστατικών που αποτελούν το αντικείμενο πειθαρχικής διαδικασίας – Γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου – Περιεχόμενο – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα IX, άρθρα 18 και 22)

2.      Υπάλληλοι – Πειθαρχικό καθεστώς – Πειθαρχική διαδικασία – Παράβαση υποχρεώσεως – Παράβαση της ίδιας υποχρεώσεως από άλλον υπάλληλο – Δεν ασκεί επιρροή

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα IX, άρθρο 22)

3.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Καθήκον πίστεως – Περιεχόμενο – Διαπίστωση παραβάσεως – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 11)

1.      Κατά το άρθρο 18 του παραρτήματος IX του ΚΥΚ, το πειθαρχικό συμβούλιο εκδίδει κατά πλειοψηφία αιτιολογημένη γνώμη ως προς το υποστατό των προσαπτομένων πραγματικών περιστατικών και, ενδεχομένως, ως προς τις κυρώσεις που κρίνει ότι πρέπει να επισύρουν τα περιστατικά αυτά για τον υπάλληλο. Η εν λόγω αιτιολογημένη γνώμη δεν είναι δεσμευτική για την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ως προς το υποστατό των προσαπτομένων πραγματικών περιστατικών.

Κατά συνέπεια, ένας υπάλληλος δεν μπορεί βασίμως να προσάψει στο πειθαρχικό συμβούλιο ότι δεν εξέτασε τα διαδικαστικά ζητήματα που αυτός ήγειρε κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας, δεδομένου ότι δεν είναι απαραίτητο τέτοια ζητήματα να κρίνονται με την αιτιολογημένη γνώμη που εκδίδεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 18 του παραρτήματος IX του ΚΥΚ.

Περαιτέρω, εφόσον η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν δεσμεύεται από τη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου όσον αφορά το υποστατό των προσαπτομένων πραγματικών περιστατικών, οι αιτιάσεις σχετικά με την εξέταση των πραγματικών περιστατικών από το πειθαρχικό συμβούλιο πρέπει να απορρίπτονται ως αλυσιτελείς, δεδομένου ότι οι αιτιάσεις αυτές πρέπει ενδεχομένως να προβάλλονται κατά της τελικής αποφάσεως που λαμβάνει η εν λόγω αρχή κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 22 του παραρτήματος IX του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 78 έως 80)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: απόφαση της 3ης Ιουνίου 2015, Bedin κατά Επιτροπής, F‑128/14, EU:F:2015:51, σκέψεις 23 έως 25

2.      Στο πλαίσιο πειθαρχικής διαδικασίας, ο υπάλληλος τον οποίο αφορά δεν μπορεί να προβάλει την εκ μέρους της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής αποδοχή παράτυπης συμπεριφοράς άλλου υπαλλήλου ως πρόσχημα για την εκ μέρους του τέλεση της ίδιας παρατυπίας.

(βλ. σκέψη 122)

3.      Το καθήκον πίστεως επιβάλλει στον υπάλληλο όχι μόνο να απέχει από συμπεριφορές που θίγουν την αξιοπρέπεια του λειτουργήματος και τον σεβασμό που οφείλεται στο θεσμικό όργανο και τις αρχές του, αλλά και να επιδεικνύει, κατά μείζονα λόγο αν είναι υψηλόβαθμος, συμπεριφορά υπεράνω πάσης υποψίας, ούτως ώστε να διαφυλάσσεται η υφιστάμενη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του θεσμικού οργάνου και του ιδίου. Περαιτέρω, το εν λόγω καθήκον πίστεως συνεπάγεται ότι οι υπάλληλοι διευκολύνουν το έργο της Διοικήσεως όσον αφορά τον καθορισμό της εκτάσεως των δικαιωμάτων τους παρέχοντας σαφείς και μη διφορούμενες πληροφορίες.

Τέλος, δεδομένου ότι η τήρηση του καθήκοντος πίστεως επιβάλλεται κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό, δεν ήταν αναγκαίο, προς διακρίβωση της παραβάσεως εκ μέρους υπαλλήλου, να διαπιστώσει η τριμερής αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ή να λάβει υπόψη της τους λόγους που ώθησαν τον υπάλληλο σε παράβαση του καθήκοντος πίστεως, ακόμη και αν οι λόγοι αυτοί θεωρηθούν αποδεδειγμένοι.

(βλ. σκέψεις 147 και 151)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 8ης Νοεμβρίου 2007, Andreasen κατά Επιτροπής, F‑40/05, EU:F:2007:189, σκέψη 233· της 23ης Οκτωβρίου 2013, Gomes Moreira κατά ΕΚΠΝΤ, F‑80/11, EU:F:2013:159, σκέψη 66, και της 19ης Νοεμβρίου 2014, EH κατά Επιτροπής, F‑42/14, EU:F:2014:250, σκέψη 112