Language of document :

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 3ης Μαρτίου 2020 [αίτηση του Juzgado de Primera Instancia n° 38 de Barcelona (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] – Marc Gómez del Moral Guasch κατά Bankia SA

(Υπόθεση C-125/18) 1

(Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 93/13/ΕΟΚ – Καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές – Σύμβαση ενυπόθηκου δανείου – Κυμαινόμενο επιτόκιο – Δείκτης αναφοράς βασιζόμενος στα ενυπόθηκα δάνεια των ταμιευτηρίων – Δείκτης προβλεπόμενος σε κανονιστική ή διοικητική διάταξη – Μονομερής εισαγωγή ρήτρας τέτοιου είδους από τον επαγγελματία – Έλεγχος της απαιτήσεως διαφάνειας από το εθνικό δικαστήριο – Συνέπειες της διαπιστώσεως του καταχρηστικού χαρακτήρα της ρήτρας)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Juzgado de Primera Instancia n° 38 de Barcelona

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Marc Gómez del Moral Guasch

κατά

Bankia SA

Διατακτικό

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, έχει την έννοια ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής η ρήτρα συμβάσεως ενυπόθηκου δανείου συναφθείσας μεταξύ καταναλωτή και επαγγελματία η οποία προβλέπει ότι το εφαρμοστέο στο δάνειο επιτόκιο βασίζεται σε έναν από τους επίσημους δείκτες αναφοράς τους οποίους προβλέπει η εθνική ρύθμιση και μπορούν να εφαρμόζουν τα πιστωτικά ιδρύματα στα ενυπόθηκα δάνεια, όταν η ρύθμιση αυτή δεν προβλέπει ούτε την υποχρεωτική εφαρμογή του δείκτη αυτού, ανεξαρτήτως της επιλογής των εν λόγω συμβαλλομένων, ούτε τη συμπληρωματική εφαρμογή του ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας μεταξύ τους.

Η οδηγία 93/13, και ιδίως το άρθρο 4, παράγραφος 2, και το άρθρο 8 αυτής, έχει την έννοια ότι δικαστήριο κράτους μέλους οφείλει να ελέγχει τον σαφή και κατανοητό χαρακτήρα συμβατικής ρήτρας που αφορά το κύριο αντικείμενο της συμβάσεως, τούτο δε ανεξάρτητα από τη μεταφορά του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής στην έννομη τάξη του εν λόγω κράτους μέλους.

Η οδηγία 93/13, και ιδίως το άρθρο 4, παράγραφος 2, και το άρθρο 5 αυτής, έχει την έννοια ότι, προκειμένου να τηρείται η απαίτηση διαφάνειας συμβατικής ρήτρας η οποία καθορίζει κυμαινόμενο επιτόκιο στο πλαίσιο συμβάσεως ενυπόθηκου δανείου, η ρήτρα αυτή πρέπει όχι μόνο να είναι κατανοητή από τυπικής και γραμματικής απόψεως, αλλά και να παρέχει στον μέσο καταναλωτή, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως επιμελής και συνετός, τη δυνατότητα να κατανοήσει τη συγκεκριμένη λειτουργία του τρόπου υπολογισμού του εν λόγω επιτοκίου και, συνακόλουθα, να αξιολογήσει, βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων, τις δυνητικά σημαντικές οικονομικές συνέπειες μιας τέτοιας ρήτρας για τις χρηματοπιστωτικές του υποχρεώσεις. Αποτελούν στοιχεία ιδιαιτέρως κρίσιμα για την εκτίμηση στην οποία πρέπει να προβεί συναφώς το εθνικό δικαστήριο, αφενός, το γεγονός ότι τα κύρια στοιχεία σχετικά με τον υπολογισμό του επιτοκίου αυτού είναι ευχερώς προσβάσιμα για όποιον σκοπεύει να συνάψει ενυπόθηκο δάνειο, μέσω της δημοσιεύσεως του τρόπου υπολογισμού του εν λόγω επιτοκίου, καθώς και, αφετέρου, η παροχή πληροφοριών σχετικά με την παρελθούσα εξέλιξη του δείκτη βάσει του οποίου υπολογίζεται το εν λόγω επιτόκιο.

Το άρθρο 6, παράγραφος 1, και το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 έχουν την έννοια ότι επιτρέπουν στο εθνικό δικαστήριο, σε περίπτωση ακυρότητας καταχρηστικής συμβατικής ρήτρας που ορίζει δείκτη αναφοράς για τον υπολογισμό του κυμαινόμενου δανειακού επιτοκίου, να υποκαταστήσει τον δείκτη αναφοράς με δείκτη προβλεπόμενο στον νόμο και εφαρμοστέο ελλείψει αντίθετης συμφωνίας των συμβαλλομένων, εφόσον η οικεία σύμβαση ενυπόθηκου δανείου δεν μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει σε περίπτωση καταργήσεως της εν λόγω καταχρηστικής ρήτρας, και εφόσον η ακύρωση της συμβάσεως στο σύνολό της θα εξέθετε τον καταναλωτή σε ιδιαιτέρως επιζήμιες συνέπειες.

____________

1 ΕΕ C 152 της 30.04.2018.