Language of document :

Προσφυγή της 30ής Αυγούστου 2013 – Generics (UK) κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-469/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Generics (UK) Ltd (Potters Bar, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: I. Vandenborre και T. Goetz, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει στο σύνολό της, ή εν μέρει, την απόφαση C(2013) 3803 τελικό της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2013, στην υπόθεση COMP/39226, με την οποία διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα διέπραξε ενιαία και διαρκή παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ από τις 24 Ιανουαρίου 2002 έως την 1η Νοεμβρίου 2003 συμμετέχοντας ως συμβαλλόμενο μέρος σε δύο συμφωνίες διακανονισμού για διπλώματα ευρεσιτεχνίας·

επικουρικώς, να ακυρώσει το επιβληθέν πρόστιμο, ή να μειώσει ουσιωδώς το ποσό του, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής η προσφεύγουσα προβάλλει εννέα λόγους.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη κατά την εκτίμηση του περιεχομένου, του σκοπού και του πλαισίου των συμφωνιών διακανονισμού:

Οι διαπιστώσεις της αποφάσεως στηρίζονται σε εσφαλμένη και βασισμένη σε εικασίες ερμηνεία των συμφωνιών διακανονισμού και σε όλως επιλεκτική επιλογή αποσπασμάτων από το αρχειακό υλικό που ανάγεται στον χρόνο εκείνο. Στην απόφαση δεν λαμβάνονται υπόψη ή εκτιμώνται εσφαλμένα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν σαφώς ότι οι συμφωνίες διακανονισμού κινούνταν εντός των ορίων των, νομοτύπως χορηγηθέντων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck και συνάφθηκαν στο πλαίσιο πραγματικής αντιδικίας ως προς δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο μη λαμβάνοντας υπόψη νομοτύπως χορηγηθέντα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και εξομοιώνοντας τις συμφωνίες διακανονισμού με συμφωνίες για την κατανομή των αγορών:

Η διαπίστωση της αποφάσεως ότι οι συμφωνίες διακανονισμού αποτελούν εξ αντικειμένου περιορισμό του ανταγωνισμού δεν λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη νομοτύπως χορηγηθέντων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, των οποίων την ύπαρξη η καθής όφειλε να συνεκτιμήσει. Στην απόφαση εσφαλμένα διαπιστώνεται ότι τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας έχουν ισχύ αποκλεισμού μόνο όταν έχουν επιβεβαιωθεί στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας, ότι οι ένδικες διαδικασίες σχετικά με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι ουσιώδεις για τον ανταγωνισμό και ότι η προσφεύγουσα είχε υποχρέωση να προσφύγει σε δικαστήριο ή να εξαντλήσει όλες τις άλλες επιλογές πριν συνάψει τις συμφωνίες διακανονισμού.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και έσφαλε κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών κρίνοντας ότι οι καταβολές ποσών που προβλέπουν οι συμφωνίες διακανονισμού ήταν «καθοριστικές» για τη διαπίστωση εξ αντικειμένου παραβάσεως:

Η διαπίστωση της Επιτροπής ότι η πρόβλεψη στις συμφωνίες διακανονισμού καταβολής ποσού προς την προσφεύγουσα ήταν αρκετή για να στοιχειοθετηθεί εξ αντικειμένου παράβαση στερείται νομικής και πραγματικής βάσεως. Η Επιτροπή δεν εκπλήρωσε τις σχετικές με το βάρος αποδείξεως υποχρεώσεις που υπείχε.Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και έσφαλε κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών επειδή δεν έλαβε υπόψη το κρίσιμο πραγματικό και νομικό πλαίσιο της συνάψεως των συμφωνιών διακανονισμού:Η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη κρίσιμα στοιχεία ως προς την εκτίμηση των συμφωνιών διακανονισμού συμπεριλαμβανομένης της κρίσιμης νομοθεσίας για τις ένδικες διαδικασίες σχετικά με διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αρχειακού υλικού αναγόμενου στον χρόνο εκείνο στο οποίο αναπτύσσονται ζητήματα όσον αφορά τις ένδικες διαφορές σχετικά με διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τον κίνδυνο η προσφεύγουσα να υποστεί ζημία, καθώς και των διαπιστώσεων της ίδιας της Επιτροπής για τη μέση διάρκεια των ένδικων διαδικασιών σχετικά με διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Η Επιτροπή δεν εκπλήρωσε τις σχετικές με το βάρος αποδείξεως υποχρεώσεις που υπείχε.Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη διαπιστώνοντας ότι οι συμφωνίες διακανονισμού δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο απαλλαγής βάσει του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ:Η Επιτροπή δεν προέβη σε εξέταση των κρίσιμων, σοβαρών και αξιόπιστων επιχειρημάτων και αποδεικτικών στοιχείων της προσφεύγουσας, τα οποία καταδεικνύουν ότι οι συμφωνίες διακανονισμού κατέστησαν δυνατή για την προσφεύγουσα τη διάθεση στην αγορά προϊόντος σχεδόν 18 έτη πριν τη λήξη του κυρίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας της Lundbeck.Με τον έκτο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας:Η απόφαση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας επειδή επιβάλλει κυρώσεις για τις συμφωνίες διακανονισμού, οι οποίες αποτελούσαν το λιγότερο επαχθές μέσο για την επιδίωξη θεμιτών σκοπών.Με τον έβδομο λόγο προβάλλεται ότι η αιτιολογία της αποφάσεως είναι ελλιπής κατά παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ:Η αιτιολογία της αποφάσεως είναι ελλιπής κατά

παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ καθόσον εκλαμβάνει ως δεδομένα στοιχεία των οποίων τη συνδρομή όφειλε η Επιτροπή να αποδείξει.Με τον όγδοο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση ουσιώδους τύπου:Η απόφαση προσβάλλει το δικαίω

μα άμυνας της προσφεύγουσας επειδή εισάγει νέα επιχειρήματα και αποδεικτικά στοιχεία ως προς τα οποία δεν δόθηκε στην προσφεύγουσα η δυνατότητα να προβάλει τις απόψεις της.Με τον ένατο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η προσφεύγουσα διέπραξε την παράβαση που της προσάπτεται εκ προθέσεως ή εξ αμελείας:Τα επίμαχα πραγματικά περιστατικά εγείρουν καινοφανή και πολύπλοκα ζητήματα για τα οποία δεν υπήρχε προηγούμενο κατά τον χρόνο της συνάψεως των συμφωνιών διακανονισμού. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι η κατά την Επιτροπή παράβαση διαπράχθηκε κατά, εκ προθέσεως ή εξ α

μελείας, παραβίαση της νομοθεσίας.