Language of document : ECLI:EU:C:2024:52

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 18ης Ιανουαρίου 2024 (*)

«Αίτηση αναιρέσεως – Απόφαση κατά της οποίας ασκήθηκε ανακοπή ερημοδικίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου – Απαράδεκτο»

Στην υπόθεση C‑785/22 P,

με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2022,

Eulex Κοσσυφοπέδιο, με έδρα την Πρίστινα (Κοσσυφοπέδιο), εκπροσωπούμενη από τον L.‑G. Wigemark, επικουρούμενο από την E. Raoult, avocate,

αναιρεσείουσα,

όπου ο έτερος διάδικος είναι:

η SC, εκπροσωπούμενη από την A. Kunst, Rechtsanwältin,

προσφεύγουσα πρωτοδίκως,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους Κ. Λυκούργο, πρόεδρο τμήματος, O. Spineanu-Matei, J.‑C. Bonichot (εισηγητή), S. Rodin και L. S. Rossi, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: L. Medina

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, η Eulex Κοσσυφοπέδιο ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Οκτωβρίου 2022, SC κατά Eulex Κοσσυφοπέδιο (T‑242/17 RENV, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2022:637), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο, εκδίδοντας ερήμην απόφαση, υποχρέωσε την Eulex Κοσσυφοπέδιο να καταβάλει στην SC αποζημίωση λόγω της περιουσιακής ζημίας και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη η SC.

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο Οργανισμός του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2        Το άρθρο 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει τα εξής:

«Κατά των οριστικών αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου, καθώς και κατά των αποφάσεων που επιλύουν εν μέρει τη διαφορά ως προς την ουσία ή επιλύουν δικονομικό ζήτημα που αφορά ένσταση αναρμοδιότητας ή απαραδέκτου, μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, σε δύο μήνες από της κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως.

[…]»

 Ο Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου

3        Το άρθρο 60 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο επιγράφεται «Παρέκταση λόγω αποστάσεως», ορίζει τα εξής:

«Οι δικονομικές προθεσμίες παρεκτείνονται λόγω αποστάσεως κατά δέκα ημέρες κατ’ αποκοπή.»

4        Κατά το άρθρο 123 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο επιγράφεται «Ερήμην αποφάσεις»:

«1.      Όταν το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο καθού, που κλητεύθηκε προσηκόντως, δεν απάντησε στην προσφυγή κατά τον τύπο ή εντός της προθεσμίας του άρθρου 81, ο προσφεύγων μπορεί, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 45, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού [του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης], εντός προθεσμίας που τάσσει ο πρόεδρος, να ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο να του επιδικάσει τα αιτήματά του.

2.      Ο ερημοδικών καθού δεν μετέχει στην ερήμην διαδικασία και δεν του επιδίδεται κανένα διαδικαστικό έγγραφο πλην της αποφάσεως που περατώνει τη δίκη.

3.      Με την ερήμην απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο επιδικάζει στον προσφεύγοντα τα αιτήματά του, εκτός αν είναι προδήλως αναρμόδιο να επιληφθεί της προσφυγής ή αν η προσφυγή αυτή είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη.

4.      Η ερήμην απόφαση είναι εκτελεστή. Πάντως, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αναστείλει την εκτέλεσή της μέχρις ότου αποφανθεί επί της ανακοπής που ασκείται δυνάμει του άρθρου 166, ή να εξαρτήσει την εκτέλεση από εγγυοδοσία, το ποσό και οι όροι της οποίας καθορίζονται ανάλογα με τις περιστάσεις. Η εγγύηση αποδίδεται αν δεν ασκηθεί ανακοπή ή σε περίπτωση απορρίψεώς της.»

5        Το άρθρο 166 του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο επιγράφεται «Ανακοπή ερημοδικίας», προβλέπει τα εξής:

«1.      Κατά το άρθρο 41 του Οργανισμού [του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης], η ερήμην απόφαση υπόκειται σε ανακοπή.

2.      Η ανακοπή ασκείται από τον ερημοδικήσαντα καθού εντός μηνός από την επίδοση της ερήμην αποφάσεως. Κατατίθεται σύμφωνα με τα άρθρα 76 και 78.

3.      Μετά την επίδοση της ανακοπής, ο πρόεδρος τάσσει προθεσμία στον αντίδικο για την υποβολή των γραπτών παρατηρήσεών του.

4.      Η διαδικασία συνεχίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις, κατά περίπτωση, του τίτλου 3 ή του τίτλου 4.

5.      Το Γενικό Δικαστήριο εκδίδει απόφαση που δεν υπόκειται σε ανακοπή.

6.      Το πρωτότυπο της αποφάσεως αυτής επισυνάπτεται στο πρωτότυπο της αποφάσεως που εκδόθηκε ερήμην. Σημείωση της αποφάσεως που εκδίδεται επί της ανακοπής γίνεται στο περιθώριο του πρωτοτύπου της ερήμην αποφάσεως.»

 Το ιστορικό της διαφοράς και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

6        Το ιστορικό της διαφοράς εκτίθεται στις σκέψεις 2 έως 17 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Οι σκέψεις αυτές μπορούν να συνοψιστούν ως εξής.

7        Η SC άσκησε καθήκοντα εισαγγελέα στην αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή του κράτους δικαίου στο Κοσσυφοπέδιο, την Eulex Κοσσυφοπέδιο, με το καθεστώς που διέπει το διεθνές συμβασιούχο προσωπικό, βάσει διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, κατά την περίοδο από τις 4 Ιανουαρίου 2014 έως τις 14 Νοεμβρίου 2016.

8        Τον Απρίλιο του 2014 η προϊσταμένη της συνέταξε δυσμενή έκθεση αξιολόγησής της, κατά της οποίας η ενδιαφερόμενη υπέβαλε διοικητική ένσταση, με την οποία αμφισβήτησε τις αξιολογικές κρίσεις που περιλαμβάνονταν στην έκθεση αυτή και προέβαλε παρατυπίες της διαδικασίας αξιολόγησης.

9        Στις 12 Αυγούστου 2014 ο Αρχηγός της αποστολής Eulex Κοσσυφοπέδιο εξέδωσε απόφαση περί ακυρώσεως της εκθέσεως αυτής λόγω μη τηρήσεως εκ μέρους της προϊσταμένης της SC διαφόρων τυπικών προϋποθέσεων.

10      Το καλοκαίρι του 2014 η SC έλαβε μέρος σε εσωτερικό διαγωνισμό που διοργάνωσε η Eulex Κοσσυφοπέδιο για την πρόσληψη εισαγγελέων, στον οποίο απέτυχε, όπως την ενημέρωσε σχετικά η προϊσταμένη της στις 19 Αυγούστου 2014. Η SC αμφισβήτησε το αποτέλεσμα αυτό, ισχυριζόμενη ότι η σύνθεση της εξεταστικής επιτροπής ήταν παράνομη, διότι δύο από τα μέλη της είχαν την ίδια ιθαγένεια, αλλά και για τον λόγο ότι η παρουσία της προϊσταμένης της μπορούσε να εγείρει αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία της διαδικασίας.

11      Εκτιμώντας ότι η σύνθεση της εξεταστικής επιτροπής ήταν παράνομη, ο Αρχηγός της αποστολής Eulex Κοσσυφοπέδιο αποφάσισε να ακυρώσει τα αποτελέσματα του διαγωνισμού.

12      Κατά τη διάρκεια του 2014 η Eulex Κοσσυφοπέδιο ζήτησε επανειλημμένως από την SC να υποβληθεί σε εξέταση οδήγησης αυτοκινήτων, στην οποία η SC απέτυχε τρεις φορές. Κατά την περίοδο αυτή, η SC διαβίβασε στην αποστολή έγγραφα τα οποία πιστοποιούσαν ότι έπασχε από αναπηρία στο δεξί χέρι.

13      Το 2016 η SC έλαβε μέρος σε νέο εσωτερικό διαγωνισμό για την πρόσληψη εισαγγελέων, ο οποίος διοργανώθηκε κατόπιν της εκδόσεως αποφάσεως περί μειώσεως των θέσεων της αποστολής, λόγω της οποίας θα ήταν δυνατή μόνον η ανανέωση της σύμβασης των υποψηφίων που θα είχαν ικανοποιητικά αποτελέσματα στον εν λόγω διαγωνισμό. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2016 η SC πληροφορήθηκε ότι απέτυχε στον εν λόγω εσωτερικό διαγωνισμό και ότι, ως εκ τούτου, η σύμβασή της δεν επρόκειτο να ανανεωθεί. Η ενδιαφερόμενη υπέβαλε ένσταση κατά της αποφάσεως αυτής, προβάλλοντας «σύγκρουση συμφερόντων» στο πρόσωπο της προέδρου της εξεταστικής επιτροπής, εν προκειμένω της προϊσταμένης της, η οποία καθιστούσε παράτυπη τη διαδικασία του διαγωνισμού. Ο Αρχηγός της αποστολής απέρριψε την ένσταση, καθώς και την αίτηση διαιτησίας που υπέβαλε στη συνέχεια η SC.

14      Στις 25 Απριλίου 2017 η SC άσκησε προσφυγή-αγωγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, βάσει των άρθρων 272 και 340 ΣΛΕΕ, με την οποία ζητούσε, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση των αποτελεσμάτων του εσωτερικού διαγωνισμού του 2016 και της αποφάσεως περί μη ανανεώσεως της συμβάσεώς της, καθώς και αποζημίωση λόγω της περιουσιακής ζημίας και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που θεωρούσε ότι υπέστη από την αθέτηση εκ μέρους της Eulex Κοσσυφοπέδιο των συμβατικών υποχρεώσεών της.

15      Με χωριστό δικόγραφο της 24ης Αυγούστου 2017, η Eulex Κοσσυφοπέδιο προέβαλε κατά της ως άνω προσφυγής-αγωγής ένσταση αναρμοδιότητας και απαραδέκτου βάσει του άρθρου 130, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

16      Με διάταξη της 19ης Σεπτεμβρίου 2018, SC κατά Eulex Κοσσυφοπέδιο (T‑242/17, EU:T:2018:586), το Γενικό Δικαστήριο, χωρίς να εξετάσει την ένσταση αναρμοδιότητας και απαραδέκτου που είχε προβάλει η Eulex Κοσσυφοπέδιο, απέρριψε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 126 του Κανονισμού Διαδικασίας του, την ασκηθείσα προσφυγή-αγωγή, με το σκεπτικό ότι ήταν εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη.

17      Με την απόφαση της 25ης Ιουνίου 2020, SC κατά Eulex Κοσσυφοπέδιο (C‑730/18 P, EU:C:2020:505), το Δικαστήριο αναίρεσε τη μνημονευόμενη στην προηγούμενη σκέψη διάταξη της 19ης Σεπτεμβρίου 2018, με το σκεπτικό ότι το Γενικό Δικαστήριο είχε περιγράψει ελλιπώς το νομικό πλαίσιο που διέπει την έκδοση της αποφάσεως που αφορούσε τον εσωτερικό διαγωνισμό του 2016 και, ως εκ τούτου, δεν είχε λάβει υπόψη τους κανόνες που διέπουν τον τρόπο διοργάνωσης του διαγωνισμού αυτού, και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

18      Κατόπιν της αναπομπής αυτής, η Eulex Κοσσυφοπέδιο, με χωριστό δικόγραφο της 30ής Οκτωβρίου 2020, προέβαλε εκ νέου την αρχικώς προβληθείσα ένσταση απαραδέκτου. Αντιθέτως, δεν κατέθεσε υπόμνημα αντικρούσεως εντός της προθεσμίας που της είχε ταχθεί προς τούτο. Στις 24 Σεπτεμβρίου 2021 το Γενικό Δικαστήριο κάλεσε την SC να υποβάλει τις παρατηρήσεις της σχετικά με τη συνέχεια της διαδικασίας. Στις 12 Νοεμβρίου 2021 η SC ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να της επιδικάσει τα αιτήματά της, σύμφωνα με το άρθρο 123 του Κανονισμού Διαδικασίας του.

19      Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο, αφού εξέτασε, σύμφωνα με το άρθρο 123, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του, αν ήταν προδήλως αναρμόδιο να επιληφθεί της προσφυγής-αγωγής ή αν αυτή ήταν προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη, έκρινε ότι οι λόγοι τους οποίους είχε προβάλει η SC δεν ήταν προδήλως αβάσιμοι και υποχρέωσε την Eulex Κοσσυφοπέδιο να καταβάλει στην SC αποζημίωση λόγω της περιουσιακής ζημίας και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που η τελευταία ισχυριζόταν ότι υπέστη.

20      Στις 28 Νοεμβρίου 2022 η Eulex Κοσσυφοπέδιο άσκησε ανακοπή ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής, βάσει του άρθρου 166 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

21      Στη συνέχεια, στις 27 Δεκεμβρίου 2022, η Eulex Κοσσυφοπέδιο άσκησε την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως.

 Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

22      Με την αίτηση αναιρέσεως, η Eulex Κοσσυφοπέδιο ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση,

–        να απορρίψει το σύνολο των υποβληθέντων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αιτημάτων και

–        να καταδικάσει την SC στα δικαστικά έξοδα των διαδικασιών στις υποθέσεις T‑242/17, C‑730/18 P και T‑242/17 RENV, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας.

23      Η SC ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να επικυρώσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση,

–        να δεχθεί την προσφυγή-αγωγή που ασκήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και, κατά συνέπεια, να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως και

–        να καταδικάσει την Eulex Κοσσυφοπέδιο στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας στην υπόθεση C‑785/22 P καθώς και όλων των άλλων διαδικασιών ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων C‑785/22 P‑R, T‑242/17, C‑730/18 P, T‑242/17 RENV και T‑242/17 RENV‑OP.

24      Με απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 2023, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε ότι δεν έπρεπε να γίνει δεκτό το αίτημα αναστολής της αναιρετικής διαδικασίας μέχρις ότου εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής ερημοδικίας που είχε ασκηθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

25      Με διάταξη της 28ης Μαρτίου 2023 (C‑785/22 P‑R, EU:C:2023:262), ο Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου απέρριψε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που υπέβαλε η Eulex Κοσσυφοπέδιο με αίτημα την αναστολή εκτελέσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με το σκεπτικό ότι δεν πληρούνταν η προϋπόθεση του επείγοντος.

26      Με απόφαση της 21ης Απριλίου 2023, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, αφενός, έκρινε ότι η υποβληθείσα από την Eulex Κοσσυφοπέδιο αίτηση εκδικάσεως της υποθέσεως με την ταχεία διαδικασία έπρεπε να απορριφθεί, για τον λόγο ότι αντέβαινε στις επιταγές του άρθρου 133, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, καθώς δεν είχε υποβληθεί εμπροθέσμως και, αφετέρου, επισήμανε ότι δεν υπήρχε συμφέρον στο στάδιο αυτό για την αυτεπάγγελτη εφαρμογή της ταχείας διαδικασίας, διότι είχε ήδη πραγματοποιηθεί μια πρώτη ανταλλαγή υπομνημάτων. Αποφάσισε, ωστόσο, την εκδίκαση της υποθέσεως κατά προτεραιότητα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 53, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

 Επί του παραδεκτού της αιτήσεως αναιρέσεως

27      Η SC εκτιμά ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη λόγω της ανακοπής ερημοδικίας που άσκησε η Eulex Κοσσυφοπέδιο κατά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί επί του παρόντος ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Η SC υποστηρίζει επιπλέον ότι η Eulex Κοσσυφοπέδιο απλώς επαναλαμβάνει στην αίτηση αναιρέσεως τους λόγους και τα επιχειρήματα που προέβαλε με την ανακοπή ερημοδικίας.

28      Κατά το άρθρο 56, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου χωρεί μόνον κατά των οριστικών αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου, καθώς και κατά των αποφάσεων που επιλύουν εν μέρει διαφορά ως προς την ουσία ή επιλύουν δικονομικό ζήτημα που αφορά ένσταση αναρμοδιότητας ή απαραδέκτου. Η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να ασκηθεί εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

29      Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι παραδεκτή μόνον κατά τελεσίδικης αποφάσεως, κατά της οποίας δεν μπορεί πλέον να ασκηθεί κανένα άλλο ένδικο μέσο.

30      Δυνάμει του άρθρου 166 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ερημοδικήσας καθού μπορεί να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά των αποφάσεων που εκδόθηκαν ερήμην. Η ανακοπή πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας ενός μηνός από την επίδοση της ερήμην αποφάσεως, η δε απόφαση που εκδίδεται επί της ανακοπής ερημοδικίας δεν μπορεί να προσβληθεί στη συνέχεια με ανακοπή.

31      Δεδομένου ότι η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κινεί εκ νέου τη διαδικασία εξετάσεως της υπόθεσης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η ερήμην απόφαση κατά της οποίας ασκήθηκε ανακοπή ερημοδικίας περατώνει τη δίκη, κατά την έννοια του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

32      Επομένως, η αίτηση αναιρέσεως που ασκείται κατά ερήμην αποφάσεως, κατά της οποίας έχει ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας, είναι απαράδεκτη.

33      Διευκρινίζεται, εξάλλου, ότι η αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε πριν από την παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 166 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας είναι μεν απαράδεκτη, διότι δεν βάλλει, κατά την ημερομηνία ασκήσεώς της, κατά αποφάσεως η οποία περατώνει τη δίκη ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, πλην όμως μπορεί να ασκηθεί αναίρεση μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, εάν δεν έχει ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας. Η δυνατότητα αυτή δεν υπάρχει, αντιθέτως, στην περίπτωση που έχει ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας.

34      Εν προκειμένω, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Eulex Κοσσυφοπέδιο, καθής πρωτοδίκως, έπρεπε να θεωρηθεί ως ερημοδικασθείσα, διότι δεν είχε καταθέσει υπόμνημα αντικρούσεως. Αποφαινόμενο βάσει του άρθρου 123 του Κανονισμού Διαδικασίας του, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι λόγοι που είχε προβάλει η SC δεν ήταν προδήλως αβάσιμοι και επιδίκασε στην SC, ερήμην της Eulex Κοσσυφοπέδιο, αποζημίωση λόγω της περιουσιακής ζημίας και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που η SC ισχυριζόταν ότι υπέστη. Από τη δικογραφία προκύπτει ότι, πριν από την παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 166 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η Eulex Κοσσυφοπέδιο άσκησε, ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ανακοπή ερημοδικίας κατά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

35      Δεδομένου ότι η άσκηση εκ μέρους της Eulex Κοσσυφοπέδιο της ανακοπής ερημοδικίας κίνησε εκ νέου τη διαδικασία εξετάσεως της υπόθεσης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη, διότι δεν βάλλει κατά αποφάσεως η οποία περατώνει τη δίκη, κατά την έννοια του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

36      Εναπόκειται στους διαδίκους της δίκης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου να ασκήσουν, αν το θεωρούν βάσιμο, αναίρεση κατά της αποφάσεως που θα εκδοθεί επί της ανακοπής ερημοδικίας, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της αποφάσεως αυτής.

37      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστούν οι λόγοι που προέβαλε η Eulex Κοσσυφοπέδιο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

38      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, που εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η SC ζήτησε την καταδίκη της Eulex Κοσσυφοπέδιο στα δικαστικά έξοδα και αυτή ηττήθηκε, η Eulex Κοσσυφοπέδιο πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα μόνον όσον αφορά την αναιρετική διαδικασία.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)      Καταδικάζει την Eulex Κοσσυφοπέδιο στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.