Language of document :

Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2008 - CHEMK και Kuznetskie Ferrosplavy κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-190/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Chelyabinsk elektrometallurgical integrated plant OAO (CHEMK) (Chelyabinsk, Ρωσία) και Kuznetskie Ferrosplavy OAO (Novokuznetsk, Ρωσία) (εκπρόσωπος: P. Vander Schueren, δικηγόρος)

Καθών: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό στο μέτρο που αφορά τις προσφεύγουσες·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας ή

επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες προβάλλουν πέντε λόγους ακυρώσεως προς στήριξη της προσφυγής τους για την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 172/2008 1 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2008, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές σιδηροπυριτίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Αιγύπτου, Καζακστάν, Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και Ρωσίας (στο εξής: ο προσβαλλόμενος κανονισμός) στο μέτρο που αφορά τις προσφεύγουσες. Επικουρικώς, οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 28ης Φεβρουαρίου 2008, που τους κοινοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου 2008, με την οποία η Επιτροπή απέρριψε την αίτησή τους αναστολής των μέτρων αντιντάμπινγκ που θεσπίστηκαν με τον προσβαλλόμενο κανονισμό (στο εξής: η προσβαλλόμενη απόφαση).

Πρώτον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 2, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού 2 (στο εξής: ο βασικός κανονισμός) και δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση παροχής επαρκούς αιτιολογίας διότι αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει το πραγματικό περιθώριο κέρδους του σχετικού εισαγωγέα των προσφευγουσών κατά τον υπολογισμό της τιμής τους εξαγωγής.

Δεύτερον, οι προσφεύγουσες επικαλούνται ότι το Συμβούλιο προσέβαλε την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και παρέβη τα άρθρα 6, παράγραφος 7, 8, παράγραφος 4, και 20, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού, παρέχοντας εκτενή πληροφόρηση στην παραγωγό SILMAK από τη Μακεδονία.

Τρίτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 3, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού και υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καταλήγοντας ότι η βιομηχανία της Κοινότητας υπέστη σημαντική ζημία.

Τέταρτον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αντίκειται προς το άρθρο 3, παράγραφοι 6 και 7, του βασικού κανονισμού και πάσχει από νομικό σφάλμα, πολλαπλά πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως, έλλειψη της δέουσας επιμέλειας και ανεπαρκή αιτιολογία, καθόσον το Συμβούλιο, όπως ισχυρίζονται, δεν έλαβε υπόψη την επίδραση άλλων παραγόντων στην κατάσταση της βιομηχανίας στην Κοινότητα, οι οποίοι διασπούν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επίμαχων εισαγωγών και της προβαλλόμενης σημαντικής ζημίας στη βιομηχανία της Κοινότητας.

Πέμπτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο προσέβαλε τα δικαιώματά τους άμυνας, αρνούμενο να τους παράσχει τα σχετικά με την καταγγελία στοιχεία που δικαιολογούσαν την έναρξη της έρευνας αντιντάμπινγκ.

Επικουρικώς, οι προσφεύγουσες επικαλούνται έναν λόγο ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, ήτοι ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και προσέβαλε την αρχή της ίσης μεταχείρισης και της χρηστής διοίκησης απορρίπτοντας την αίτηση των προσφευγουσών για την αναστολή των μέτρων.

____________

1 - ΕΕ 2008, L 55, σ. 6.

2 - Κανονισμός (ΕΚ) 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 1996, L 56, σ.1).