Language of document : ECLI:EU:T:2014:89

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 27ης Φεβρουαρίου 2014 (*)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος TEEN VOGUE — Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα VOGUE — Παραδεκτό — Χαρακτηρισμός των αιτημάτων — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Ταυτότητα ή ομοιότητα των προϊόντων — Ομοιότητα των σημείων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Μερική απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως»

Στην υπόθεση T‑509/12,

Advance Magazine Publishers, Inc., με έδρα τη Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη (Ηνωμένες Πολιτείες), εκπροσωπούμενη από τον C. Aikens, barrister,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπουμένου από τη V. Melgar,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Nanso Group Oy, με έδρα τη Nokia (Φινλανδία), εκπροσωπούμενη από τον M. Tuominen, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 17ης Σεπτεμβρίου 2012 (υπόθεση R 147/2011-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Nanso Group Oy και της Advance Magazine Publishers, Inc.,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους Δ. Γρατσία, πρόεδρο, M. Kancheva και C. Wetter (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 16 Νοεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 28 Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 15 Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 14 Μαΐου 2013,

έχοντας υπόψη την τροποποίηση της συνθέσεως των τμημάτων του Γενικού Δικαστηρίου,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν, εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας, αίτημα διεξαγωγής επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 31 Οκτωβρίου 2003 η προσφεύγουσα εταιρία, Advance Magazine Publishers, Inc., υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), δυνάμει του κανονισμού (EK) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (EK) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο TEEN VOGUE.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται ιδίως στην κλάση 25, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και υπηρεσιών ενόψει καταχωρίσεως των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Ενδύματα· υποδήματα· είδη πιλοποιίας· μέρη και εξαρτήματα για όλα τα ανωτέρω προϊόντα».

4        Η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 52/2006 της 25ης Δεκεμβρίου 2006.

5        Στις 23 Μαρτίου 2007, η παρεμβαίνουσα, Nanso Group Oy, άσκησε ανακοπή, δυνάμει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 41 του κανονισμού 207/2009), κατά της αιτήσεως με την οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος για τα προϊόντα που περιγράφονται στη σκέψη 3 ανωτέρω.

6        Η ανακοπή στηριζόταν στα ακόλουθα προγενέστερα σήματα:

–        στο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE, το οποίο καταχωρίστηκε στις 24 Ιανουαρίου 1969 υπ’ αριθ. 126124, για προϊόντα της κλάσεως 25 που αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Ενδύματα καθώς και μπότες, υποδήματα και παντόφλες»·

–        στο εικονιστικό σουηδικό σήμα, το οποίο καταχωρίστηκε στις 27 Αυγούστου 1934 υπ’ αριθ. 43934, για προϊόντα της κλάσεως 25, και το οποίο έχει ως εξής:

Image not found

–        στην αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού φινλανδικού σήματος VOGUE, το οποίο κατατέθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1998 υπ’ αριθ. T 199803628, για προϊόντα της κλάσεως 25·

–        στην καταχωρισθείσα δευτερεύουσα εμπορική επωνυμία VO Gue.

7        Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της ανακοπής ήταν ο προβλεπόμενος στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009).

8        Στις 7 Απριλίου 2008, η προσφεύγουσα, με δικόγραφο που κατέθεσε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανακοπής, ζήτησε να αποδείξει η παρεμβαίνουσα την ουσιαστική χρήση των προγενέστερων σημάτων που προέβαλε προς στήριξη της ανακοπής, κατά την έννοια του άρθρου 43, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009), και στη συνέχεια το τμήμα ανακοπών κάλεσε την παρεμβαίνουσα να προσκομίσει τις εν λόγω αποδείξεις.

9        Στις 9 Οκτωβρίου 2008, η παρεμβαίνουσα προσκόμισε διάφορα έγγραφα για να αποδείξει ότι τα προγενέστερα σήματα είχαν αποτελέσει αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως.

10      Στις 16 Νοεμβρίου 2010, το τμήμα ανακοπών δέχθηκε την ανακοπή, απορρίπτοντας την αίτηση καταχωρίσεως του σήματος για το σύνολο των οικείων προϊόντων.

11      Στις 14 Ιανουαρίου 2011 η προσφεύγουσα άσκησε ενώπιον του ΓΕΕΑ προσφυγή, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009, κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

12      Με απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2012 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τέταρτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή και υποχρέωσε την προσφεύγουσα να καταβάλει στην παρεμβαίνουσα το ποσό των 1 200 ευρώ για τις δαπάνες στις οποίες είχε υποβληθεί στο πλαίσιο των διαδικασιών ανακοπής και προσφυγής. Έκρινε δε ότι το τμήμα ανακοπών είχε δεχθεί ορθώς την ανακοπή, καθόσον δεν μπορούσε να αποκλεισθεί ο κίνδυνος συγχύσεως λόγω του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων τα οποία αφορούσε το σήμα του οποίου εζητείτο η καταχώριση, δηλαδή των ενδυμάτων, υποδημάτων και ειδών πιλοποιίας, και των προϊόντων που προστατεύονταν από το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE, του οποίου άλλωστε η χρήση είχε αποδειχθεί επαρκώς κατά την κρίση του, αλλά μόνο για τα είδη καλτσοποιίας, καθώς και λόγω της μεσαίου βαθμού ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

 Αιτήματα των διαδίκων

13      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την ανακοπή στο μέτρο που αφορά τα είδη πιλοποιίας καθώς και τα υποδήματα, μπότες, σανδάλια, ανδρικά και γυναικεία πουκάμισα, φορέματα, φούστες, σακάκια, πουλόβερ, κοστούμια, γιλέκα, παντελόνια, κοντά παντελόνια, μαγιό, παλτά, γραβάτες, σάλια, φουλάρια, τιράντες και ζώνες·

–        να καταδικάσει την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα.

14      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του παραδεκτού της προσφυγής

15      Πρέπει να διευκρινιστεί ότι με την προσφυγή, με την οποία ζητείται η απόρριψη της ανακοπής για ορισμένα προϊόντα, η προσφεύγουσα επιδιώκει στην πραγματικότητα να λάβει το Γενικό Δικαστήριο την απόφαση που, κατά την άποψή της, έπρεπε να είχε λάβει το τμήμα προσφυγών όταν επιλήφθηκε της υποθέσεως. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 64, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών δύναται, αφού ακυρώσει την ενώπιόν του προσβαλλόμενη απόφαση, να ασκήσει τις αρμοδιότητες του τμήματος του ΓΕΕΑ που εξέδωσε την απόφαση αυτή, δηλαδή εν προκειμένω να αποφανθεί επί της ανακοπής και να την απορρίψει. Κατά συνέπεια, το μέτρο αυτό συγκαταλέγεται μεταξύ των μέτρων που δύναται να λάβει το Γενικό Δικαστήριο δυνάμει της εξουσίας του μεταρρυθμίσεως, κατά το άρθρο 65, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 2004, T‑334/01, MFE Marienfelde κατά ΓΕΕΑ — Vétoquinol (HIPOVITON), Συλλογή 2004, σ. II‑2787, σκέψη 19, της 12ης Σεπτεμβρίου 2007, T‑363/04, Koipe κατά ΓΕΕΑ — Aceites del Sur (La Española), Συλλογή 2007, σ. II‑3355, σκέψεις 29 και 30, και της 6ης Σεπτεμβρίου 2013, T‑599/10, Eurocool Logistik κατά ΓΕΕΑ — Lenger (EUROCOOL), σκέψη 25 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

16      Εντούτοις, καθόσον η εν λόγω προσφυγή περιέχει, εκτός από το αίτημα να καταδικαστεί η παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα, ένα μόνον αίτημα, πρέπει να κριθεί ότι, με το αίτημα αυτό, η προσφεύγουσα ζητεί λογικώς όχι μόνον τη μεταρρύθμιση της προσβαλλομένης αποφάσεως, αλλά και την ακύρωσή της [βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Νοεμβρίου 2013, T‑666/11, Budziewska κατά ΓΕΕΑ — Puma (Félin bondissant), σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία], γεγονός το οποίο, εξάλλου, συνάγεται από την προβολή εκ μέρους της προσφεύγουσας ενός μόνο λόγου ακυρώσεως που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

17      Η ούτως οριζόμενη προσφυγή είναι συνεπώς παραδεκτή.

 Προκριματικές σκέψεις

18      Πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών, όπως και το τμήμα ανακοπών, στήριξε την απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως του συγκεκριμένου σήματος για τα ενδύματα, τα υποδήματα και τα είδη πιλοποιίας της κλάσεως 25 στην ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και του προγενέστερου λεκτικού σουηδικού σήματος VOGUE, ενώ τα άλλα προγενέστερα σήματα δεν ελήφθησαν υπόψη ως βάση για την εν λόγω απόρριψη.

19      Κατά συνέπεια, η παρούσα προσφυγή πρέπει να εξεταστεί λαμβανομένου υπόψη μόνον του προγενέστερου λεκτικού σουηδικού σήματος VOGUE.

 Επί της παραβάσεως του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009

20      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, στο πλαίσιο του μοναδικού λόγου ακυρώσεως που προβάλλει, ότι ο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και του προγενέστερου λεκτικού σουηδικού σήματος VOGUE δεν εκτείνεται σε άλλα προϊόντα, αλλά αφορά μόνον τα είδη καλτσοποιίας. Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη συγκρίνοντας τη συνολική εντύπωση που προκαλούν, αφενός, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση και, αφετέρου, το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE, χωρίς να εκτιμήσει επαρκώς το στοιχείο «teen», μολονότι πρόκειται για το λεκτικό στοιχείο που βρίσκεται στην αρχή του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και μολονότι το αρχικό μέρος ενός σήματος έχει ιδιαίτερη σημασία για τη συνολική εντύπωση που προκαλεί το σήμα αυτό. Κατά την άποψη της προσφεύγουσας, το στοιχείο αυτό διαφοροποιεί σημαντικά οπτικώς το εν λόγω σήμα από το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE και το διακρίνει, από φωνητικής απόψεως, από το προγενέστερο σήμα με μια πρόσθετη συλλαβή. Δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι το στοιχείο «vogue» είναι το μόνο κυρίαρχο στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, για τον πρόσθετο λόγο ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα δεν μπορούν να θεωρηθούν παρόμοια από εννοιολογικής απόψεως, καθόσον κανένα από αυτά δεν έχει οποιαδήποτε σημασία στη σουηδική γλώσσα. Στο μέτρο που το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE έχει, όπως επισημαίνει το ίδιο το τμήμα προσφυγών, συνήθη διακριτική δύναμη, δεν υφίσταται κανένας πρόσθετος κίνδυνος συγχύσεως από τυχόν εντονότερο του συνήθους διακριτικό χαρακτήρα του στοιχείου «vogue». Όσον αφορά τη σύγκριση των επίμαχων προϊόντων, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη όλους τους ασκούντες επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι τα είδη καλτσοποιίας διαφέρουν από τα είδη πιλοποιίας λόγω των διακριτών λειτουργιών τους καθώς και των διαφορετικών υφασμάτων και υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους. Είναι, επίσης, διαφορετικά τα σημεία πωλήσεως ή τα τμήματα των πολυκαταστημάτων στα οποία αυτά διατίθενται προς πώληση. Τα προϊόντα αυτά δεν μπορούν να είναι συμπληρωματικά, καθόσον τα μεν δεν είναι σημαντικά ή απαραίτητα για τη χρήση των δε, ούτε ανταγωνιστικά, καθόσον τα μεν δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τα δε. Όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας και των υποδημάτων, η προσφεύγουσα παραδέχεται ότι τα είδη αυτά είναι εν μέρει πανομοιότυπα στο μέτρο που στα πρώτα περιλαμβάνονται οι κάλτσες και άλλα εσώρουχα που φοριούνται στα πόδια, αλλά παρατηρεί ότι τούτο δεν ισχύει και για τα υποδήματα, τις μπότες και τα σανδάλια. Επιπροσθέτως, τα χρησιμοποιούμενα υλικά, όπως τα πλεκτά υφάσματα στην πρώτη περίπτωση και το δέρμα ή το συνθετικό δέρμα στη δεύτερη περίπτωση, είναι διαφορετικά και, εδώ επίσης, τα εν λόγω προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά. Ακόμη κι αν πωλούνται στο ίδιο κατάστημα, διατίθενται προς πώληση σε διαφορετικά τμήματα. Τα προϊόντα αυτά δεν είναι ανταγωνιστικά, όπως δεν είναι ανταγωνιστικά τα είδη καλτσοποιίας με όλα τα άλλα είδη ενδυμάτων της κλάσεως 25.

21      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

22      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση εάν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητάς του με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως στην αντίληψη του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος συγχύσεως περιλαμβάνει τον κίνδυνο συσχετίσεως με το προγενέστερο σήμα.

23      Κατά πάγια νομολογία, κίνδυνος συγχύσεως υφίσταται όταν το κοινό ενδέχεται να σχηματίσει την πεποίθηση ότι τα επίμαχα προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Κατά τη νομολογία αυτή, ο κίνδυνος συγχύσεως πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, βάσει του τρόπου με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τα επίμαχα σημεία και τα επίμαχα προϊόντα ή υπηρεσίες, συνεκτιμωμένων όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, και ιδίως της αμφίδρομης σχέσεως μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Ιουλίου 2003, T‑162/01, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ — Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), Συλλογή 2003, σ. II‑2821, σκέψεις 30 έως 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

24      Στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, ο κίνδυνος συγχύσεως προϋποθέτει ότι τόσο τα αντιπαρατιθέμενα σήματα όσο και τα προσδιοριζόμενα από αυτά προϊόντα ή υπηρεσίες είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι σωρευτικές [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Ιανουαρίου 2009, T‑316/07, Commercy κατά ΓΕΕΑ — easyGroup IP Licensing (easyHotel), Συλλογή 2009, σ. II‑43, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

25      Εν προκειμένω πρέπει, κατ’ αρχάς, να γίνει δεκτή η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, την οποία εξάλλου δεν αμφισβήτησε η προσφεύγουσα, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό, ως προς το οποίο πρέπει να εξεταστεί ο κίνδυνος συγχύσεως, είναι το ευρύ κοινό στη Σουηδία.

 Σύγκριση των προϊόντων

26      Πρέπει να επισημανθεί ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ορθώς, με τη σκέψη 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα προϊόντα που προστατεύει το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE, του οποίου η ουσιαστική χρήση είχε αποδειχθεί για τα είδη καλτσοποιίας, ήταν ενδύματα, τα οποία ήταν, συνεπώς, πανομοιότυπα με τα «ενδύματα» που αφορούσε το σήμα του οποίου εζητείτο η καταχώριση.

27      Το τμήμα προσφυγών έκρινε, εξάλλου, ότι τα είδη καλτσοποιίας, τα υποδήματα και τα είδη πιλοποιίας ήταν παρόμοια, γεγονός το οποίο αμφισβητεί η προσφεύγουσα.

28      Κατά πάγια νομολογία, για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων προϊόντων, επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη μεταξύ τους σχέση. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται, ειδικότερα, η φύση τους, ο προορισμός τους, η χρήση τους καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους. Μπορούν, επίσης, να λαμβάνονται υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως τα δίκτυα διανομής των οικείων προϊόντων [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 2007, T‑443/05, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ — Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños), Συλλογή 2007, σ. II‑2579, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

29      Για να στηρίξει το συμπέρασμά του σχετικά με την ομοιότητα μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας, αφενός, και των υποδημάτων και των ειδών πιλοποιίας, αφετέρου, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι «η φύση και ο σκοπός χρήσεως [των ειδών αυτών] που συνίσταται στην κάλυψη και προστασία μερών του ανθρωπίνου σώματος» είναι κατά κανόνα κοινοί. Επισήμανε, επίσης, ομοιότητες στα δίκτυα διανομής των προϊόντων αυτών, το γεγονός ότι επηρεάζονται από τη μόδα και ότι το ενδιαφερόμενο κοινό έχει την τάση να τα συνδυάζει, γεγονός που καταδεικνύει τον συμπληρωματικό χαρακτήρα τους (σκέψη 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

30      Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την ομοιότητα μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας και των ειδών πιλοποιίας, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, καίτοι τα διαφορετικά επίμαχα προϊόντα δεν απευθύνονται στο σύνολό τους στο ίδιο κοινό, έχουν εντούτοις ως κοινό σκοπό την ένδυση των προσώπων σύμφωνα με τη μόδα. Ειδικότερα, τα επίμαχα προϊόντα ανήκουν, κατά την εκτίμηση του ενδιαφερομένου κοινού, στην ίδια κατηγορία προϊόντων, δηλαδή στα είδη ενδύσεως και μόδας. Καθόσον πολλές επιχειρήσεις στον τομέα της μόδας εμπορεύονται με το ίδιο σήμα είδη ενδύσεως διαφόρων τύπων, δεν αποκλείεται το ενδιαφερόμενο κοινό να αντιλαμβάνεται τα διαφορετικά επίμαχα προϊόντα ως προερχόμενα από την ίδια επιχείρηση [βλ., συναφώς, όσον αφορά τα γυναικεία εξωτερικά ενδύματα και εσώρουχα, αφενός, και, ιδίως, τα είδη πιλοποιίας για αγόρια και εφήβους, αφετέρου, την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Νοεμβρίου 2011, T‑323/10, Chabou κατά ΓΕΕΑ — Chalou (CHABOU), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 34].

31      Κατόπιν των προεκτεθέντων, ο παρόμοιος σκοπός για τον οποίο προορίζονται τα οικεία προϊόντα και το γεγονός ότι ανήκουν στην ίδια κατηγορία προϊόντων ενισχύει το ενδεχόμενο διανομής τους από τα ίδια δίκτυα και πωλήσεώς τους στα ίδια καταστήματα. Καίτοι είναι ακριβές, όπως υπογραμμίζει η προσφεύγουσα, ότι τα προϊόντα αυτά δεν διατίθενται προς πώληση απαραιτήτως στα ίδια καταστήματα ή σε πανομοιότυπα τμήματα πολυκαταστημάτων, εντούτοις διανέμονται από χονδρεμπόρους του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας και πωλούνται σε καταστήματα ενδυμάτων καθώς και σε πολυκαταστήματα που διαθέτουν προς πώληση είδη ενδύσεως και μόδας. Υπό την επιφύλαξη της αναλύσεως του κινδύνου συγχύσεως που γίνεται στις σκέψεις 48 και 49 κατωτέρω, πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι περιστάσεις αυτές δύνανται, επίσης, να ενισχύσουν την αίσθηση του ενδιαφερομένου κοινού ότι τα οικεία προϊόντα προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις (προπαρατεθείσα απόφαση CHABOU, σκέψη 37).

32      Όσον αφορά, ακολούθως, την ομοιότητα μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας και των υποδημάτων, πρέπει, κατ’ αρχάς, να επισημανθεί ότι υπάρχει σαφής συμπληρωματικότητα μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας που προορίζονται για να καλύπτουν τις γάμπες και τα πόδια, όπως ειδικότερα οι κάλτσες, τα καλσόν και τα κολάν, και των υποδημάτων, καθόσον ο μέσος καταναλωτής των εν λόγω ειδών καλτσοποιίας συχνά συνδέει την επιλογή τους με την επιλογή παπουτσιών, τα οποία ενδέχεται να συνδυάσει με τα επίμαχα ενδύματα. Συνεπώς, ορθώς το τμήμα προσφυγών υπογράμμισε, με τη σκέψη 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως, την επιθυμία του ενδιαφερομένου κοινού να συνδυάζει τα προϊόντα αυτά. Από τη νομολογία που αφορά την ομοιότητα μεταξύ ενδυμάτων εν γένει και υποδημάτων προκύπτει, επίσης, ότι από τους αρκούντως στενούς δεσμούς που υφίστανται μεταξύ της αντίστοιχης χρησιμότητας των προϊόντων αυτών, οι οποίοι προκύπτουν ιδίως από το γεγονός ότι αυτά υπάγονται στην ίδια κλάση, και από το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να έχουν παραχθεί από τους ίδιους επιχειρηματίες ή να διατίθενται μαζί προς πώληση ευλόγως συνάγεται ότι τα εν λόγω προϊόντα μπορούν να συσχετισθούν στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού [απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Ιουλίου 2004, T‑115/02, AVEX κατά ΓΕΕΑ — Ahlers (a), Συλλογή 2004, σ. II‑2907, σκέψη 26]. Για τους λόγους που εκτίθενται στην αρχή της σκέψεως, η εκτίμηση αυτή ισχύει κατά μείζονα λόγο για τα είδη καλτσοποιίας.

33      Όσον αφορά, τέλος, γενικότερα, την ομοιότητα μεταξύ των ειδών καλτσοποιίας, αφενός, και των ειδών πιλοποιίας και των υποδημάτων συνολικώς εξεταζομένων, αφετέρου, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, τα ενδύματα, τα υποδήματα και τα είδη πιλοποιίας που υπάγονται στην κλάση 25 έχουν κοινό σκοπό, διότι κατασκευάζονται για να καλύψουν, να κρύψουν, να προστατεύσουν και να στολίσουν το ανθρώπινο σώμα [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 10ης Σεπτεμβρίου 2008, T‑96/06, Τσακίρης — Μαλλάς κατά ΓΕΕΑ — Late Editions (exé), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 30, και της 24ης Μαρτίου 2010, T‑364/08, 2nine κατά ΓΕΕΑ — Pacific Sunwear of California (nollie), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 33].

34      Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι τα προϊόντα αυτά κατασκευάζονται από διαφορετικά υφάσματα και υλικά και ενίοτε διατίθενται προς πώληση σε διαφορετικά σημεία πωλήσεως, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι είναι παρόμοια κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

35      Τα επίμαχα προϊόντα είναι, συνεπώς, εν μέρει πανομοιότυπα και εν μέρει παρόμοια.

 Σύγκριση των σημείων

36      Τα αντιπαρατιθέμενα σημεία είναι λεκτικά σήματα, εκ των οποίων το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα απαρτίζεται μόνον από τη λέξη «vogue», ενώ το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση απαρτίζεται από τις λέξεις «teen» και «vogue».

37      Επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως πρέπει, όσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που αυτά προκαλούν, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Ο τρόπος με τον οποίο προσλαμβάνει τα σήματα ο μέσος καταναλωτής των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών έχει καθοριστική σημασία για τη σφαιρική εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου. Συναφώς, ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται συνήθως το σήμα ως ένα όλον και δεν επιδίδεται στην εξέταση των διαφόρων λεπτομερειών του (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Ιουνίου 2007, C‑334/05 P, ΓΕΕΑ κατά Shaker, Συλλογή 2007, σ. I‑4529, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

38      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε μεσαίου βαθμού οπτική και φωνητική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων, αποκλείοντας την εννοιολογική ομοιότητα για τον λόγο ότι κανένας από τους επίμαχους όρους δεν είχε οποιαδήποτε σημασία στη σουηδική γλώσσα.

–       Οπτική σύγκριση

39      Πρώτον, πρέπει να διαπιστωθεί, όπως έπραξε το τμήμα προσφυγών με τη σκέψη 29 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, καίτοι είναι αληθές ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση απαρτίζεται από δύο λέξεις, αντιθέτως προς το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα το οποίο αποτελείται μόνον από μία, εντούτοις το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα περιλαμβάνεται πλήρως στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση. Η λέξη «vogue» που υπάρχει στα αντιπαρατιθέμενα σημεία είναι, στην περίπτωση του προγενέστερου λεκτικού σουηδικού σήματος, η μόνη την οποία μπορεί να διαβάσει το ενδιαφερόμενο κοινό και, στην περίπτωση του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, η τελευταία λέξη που θα διαβάσει το εν λόγω κοινό. Επιπροσθέτως, ενώ η λέξη «teen» έχει τέσσερα γράμματα, η λέξη «vogue» αποτελείται από πέντε γράμματα. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι, όσον αφορά το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, στο πλαίσιο της οπτικής συγκρίσεως, το στοιχείο «teen» δεν είναι πιο σημαντικό από το στοιχείο «vogue».

40      Δεύτερον, όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το αρχικό τμήμα ενός σημείου είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για τη συνολική εντύπωση που προκαλεί το σημείο αυτό [αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Μαρτίου 2005, T‑112/03, L’Oréal κατά ΓΕΕΑ — Revlon (FLEXI AIR), Συλλογή 2005, σ. II‑949, σκέψεις 64 και 65, και της 16ης Δεκεμβρίου 2008, T‑357/07, Focus Magazin Verlag κατά ΓΕΕΑ — Editorial Planeta (FOCUS Radio), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 36], πρέπει να υπομνησθεί ότι η εκτίμηση αυτή δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις και ότι εν πάση περιπτώσει δεν αναιρεί την αρχή ότι, κατά την εξέταση της ομοιότητας των σημάτων, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνολική εντύπωση που προκαλούν τα σήματα αυτά, δεδομένου ότι ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται συνήθως το σήμα ως ένα όλον και δεν επιδίδεται στην εξέταση των διαφόρων λεπτομερειών του [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Μαΐου 2007, T‑158/05, Trek Bicycle κατά ΓΕΕΑ — Audi (ALLTREK), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 70 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Συνεπώς, παρά την ύπαρξη ενός πρώτου στοιχείου που διαφοροποιεί το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση από το προγενέστερο σήμα, μπορεί να υφίσταται ορισμένη οπτική ομοιότητα μεταξύ των σημάτων αυτών λόγω της υπάρξεως ενός κοινού στοιχείου [αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 25ης Νοεμβρίου 2003, T‑286/02, Oriental Kitchen κατά ΓΕΕΑ — Mou Dybfrost (KIAP MOU), Συλλογή 2003, σ. II‑4953, σκέψεις 39 έως 44, της 8ης Μαρτίου 2005, T‑32/03, Leder & Schuh κατά ΓΕΕΑ — Schuhpark Fascies (JELLO Schuhpark), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 38 έως 47, και της 14ης Απριλίου 2011, T‑466/08, Lancôme κατά ΓΕΕΑ — Focus Magazin Verlag (ACNO FOCUS), Συλλογή 2011, σ. II‑1831, σκέψεις 56 έως 63].

41      Συνεπώς, ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα περί μεσαίου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των σημείων από οπτικής απόψεως λόγω της υπάρξεως του κοινού στοιχείου «vogue» στα εν λόγω σημεία.

–       Φωνητική σύγκριση

42      Το τμήμα προσφυγών κατέληξε, επίσης, στο συμπέρασμα περί μεσαίου βαθμού φωνητικής ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων, καθώς το κοινό στοιχείο τους «vogue» προφέρεται πανομοιότυπα και στις δύο περιπτώσεις.

43      Πρέπει, κατ’ αρχάς, να επισημανθεί ότι η παρουσία του στοιχείου «teen» στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση συμβάλλει αναμφισβήτητα στη φωνητική διαφοροποίηση των δύο αντιπαρατιθέμενων σημείων, όπως υπογραμμίζει η προσφεύγουσα. Εντούτοις, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι το στοιχείο «teen», λαμβανομένης υπόψη της συντομίας του, υπερισχύει συναφώς του κοινού στοιχείου «vogue» των δύο σημείων. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτό ότι υπάρχει ορισμένη φωνητική ομοιότητα μεταξύ των δύο σημείων συνολικώς εξεταζομένων [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Δεκεμβρίου 2008, T‑90/06, Tomorrow Focus κατά ΓΕΕΑ — Information Builders (Tomorrow Focus), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 34, και ACNO FOCUS, προπαρατεθείσα, σκέψη 64]. Συνεπώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει εσφαλμένως ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως κρίνοντας ότι, από φωνητικής απόψεως, υπάρχει μεσαίου βαθμού ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

–       Εννοιολογική σύγκριση

44      Το τμήμα προσφυγών υπενθύμισε, με τη σκέψη 31 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι κανένα από τα δύο επίμαχα στοιχεία («teen» και «vogue») δεν έχει κάποια σημασία στη σουηδική γλώσσα, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητήθηκε. Εντούτοις, το τμήμα προσφυγών όφειλε, επίσης, να διακριβώσει εάν το ευρύ κοινό στη Σουηδία, σε μεγάλο βαθμό αγγλόφωνο, ήταν σε θέση να διακρίνει την έννοια αυτών των δύο στοιχείων, κάτι το οποίο δεν έπραξε. Τα επιχειρήματα που ανέπτυξε το ΓΕΕΑ επί του ζητήματος αυτού με το υπόμνημά του αντικρούσεως δεν μπορούν να καλύψουν την παράλειψη του τμήματος προσφυγών να εξετάσει το ζήτημα της γνώσεως της αγγλικής γλώσσας από το ευρύ κοινό στη Σουηδία. Πρέπει, συνεπώς, να διακριβωθεί εάν αυτή η ελλιπής εξέταση εκ μέρους του τμήματος προσφυγών, η οποία δεν συνιστά ανεπαρκή αιτιολογία, διότι το τμήμα προσφυγών επισήμανε σαφώς τους λόγους για τους οποίους έκρινε ότι δεν μπορούσε να γίνει σύγκριση των σημείων από εννοιολογικής απόψεως, αλλά συνιστά μερικώς εσφαλμένη εκτίμηση των ικανοτήτων του ενδιαφερομένου κοινού, μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως.

45      Εν προκειμένω, το μέρος του εν λόγω ευρέος κοινού που χειρίζεται την αγγλική γλώσσα θα είχε αντιληφθεί τη μεν λέξη «vogue» ως όρο που αφορά τη μόδα, τη δε λέξη «teen» ως όρο που προσδιορίζει σαφώς τους εφήβους. Εξάλλου, η λέξη «teenager» μεταφράζεται στη σουηδική γλώσσα με την παρόμοια λέξη «tonåring». Εκ των ανωτέρω πρέπει να συναχθεί ότι η φράση «teen vogue» θα είχε εκληφθεί ως απλή παραλλαγή της λέξεως «vogue», καθόσον η έννοια «αυτού που είναι της μόδας για τους εφήβους» προέρχεται φυσικά από «αυτό που είναι της μόδας». Αυτή η προφανής εννοιολογική ομοιότητα θα μπορούσε, συνεπώς, μόνο να ενισχύσει το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών σχετικά, κατ’ αρχάς, με την ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων και, ακολούθως, με τον κίνδυνο συγχύσεως. Κατόπιν τούτου, το σφάλμα αυτό σχετικά με τις γνώσεις του ενδιαφερομένου κοινού δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως, λαμβανομένου υπόψη ότι το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών ότι η εννοιολογική σύγκριση είναι άνευ σημασίας για την εκτίμηση της ομοιότητας των σημείων εξακολουθεί να είναι ακριβές για το μη αγγλόφωνο ενδιαφερόμενο κοινό [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2013, T‑569/11, Gitana κατά ΓΕΕΑ — Teddy (GITANA), σκέψη 67 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

–       Συμπέρασμα επί της συγκρίσεως των σημείων

46      Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι, για το ενδιαφερόμενο κοινό, υπάρχει οπτική και ακουστική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων. Αντιθέτως, η εκτίμηση ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί καμία εννοιολογική διαφορά μεταξύ του προγενέστερου λεκτικού σουηδικού σήματος και του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, δεδομένου ότι τα στοιχεία που συνθέτουν τα εν λόγω σήματα δεν έχουν καμία σημασία στη σουηδική γλώσσα, ισχύει μόνον για το μη αγγλόφωνο ενδιαφερόμενο κοινό. Εντούτοις, η συνεκτίμηση του αγγλόφωνου ενδιαφερομένου κοινού θα μπορούσε να οδηγήσει μόνο στο συμπέρασμα ότι υπάρχει εννοιολογική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

47      Συνεπώς, η προσφεύγουσα δεν μπορεί βασίμως να υποστηρίζει ότι εσφαλμένως κρίθηκε ότι τα αντιπαρατιθέμενα σημεία ήταν παρόμοια. Πράγματι, κατά πάγια νομολογία, δύο σήματα είναι παρόμοια εφόσον, κατά την εκτίμηση του ενδιαφερομένου κοινού, είναι μεταξύ τους τουλάχιστον εν μέρει ισοδύναμα από οπτικής, φωνητικής ή εννοιολογικής απόψεως [βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2002, T‑6/01, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ — Hukla Germany (MATRATZEN), Συλλογή 2002, σ. II‑4335, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

 Επί του κινδύνου συγχύσεως

48      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως γίνεται με δεδομένο ότι υφίσταται αμφίδρομη σχέση μεταξύ των συνεκτιμώμενων παραγόντων και, ιδίως, μεταξύ της ομοιότητας των σημάτων και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν. Ειδικότερα, τυχόν μικρή ομοιότητα μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών μπορεί να αντισταθμίζεται από την έντονη ομοιότητα μεταξύ των σημάτων και αντιστρόφως [απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, C‑39/97, Canon, Συλλογή 1998, σ. I‑5507, σκέψη 17, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2006, T‑81/03, T‑82/03 και T‑103/03, Mast-Jägermeister κατά ΓΕΕΑ — Licorera Zacapaneca (VENADO με πλαίσιο κ.λπ.), Συλλογή 2006, σ. II‑5409, σκέψη 74].

49      Λαμβανομένης υπόψη της οπτικής και φωνητικής ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημείων και δεδομένου του γεγονότος ότι τα προϊόντα που προσδιορίζει το προγενέστερο λεκτικό σουηδικό σήμα VOGUE, αφενός, και το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, αφετέρου, είναι, εν μέρει, πανομοιότυπα και, εν μέρει, παρόμοια, το τμήμα προσφυγών συμπέρανε, χωρίς να υποπέσει σε πλάνη εκτιμήσεως, ότι υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των προϊόντων αυτών και, συνεπώς, επικύρωσε την απόφαση του τμήματος ανακοπών απορρίπτοντας την αίτηση καταχωρίσεως του συγκεκριμένου σήματος για «ενδύματα· υποδήματα· είδη πιλοποιίας· μέρη και εξαρτήματα για όλα τα ανωτέρω προϊόντα» που υπάγονται στην κλάση 25.

50      Καθόσον ο μοναδικός λόγος που προέβαλε η προσφεύγουσα, περί παραβάσεως του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, προς στήριξη των αιτημάτων της περί ακυρώσεως και μεταρρυθμίσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, δεν είναι βάσιμος, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

51      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, αν υπάρχει σχετικό αίτημα.

52      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τα αιτήματα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Advance Magazine Publishers, Inc. στα δικαστικά έξοδα.

Γρατσίας

Kancheva

Wetter

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 27 Φεβρουαρίου 2014.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.