Language of document : ECLI:EU:T:2022:15

Υπόθεση T610/19

Deutsche Telekom AG

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έβδομο πενταμελές τμήμα)
της 19ης Ιανουαρίου 2022

«Προσφυγή ακυρώσεως και αγωγή αποζημιώσεως – Ανταγωνισμός – Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως – Σλοβακική αγορά ευρυζωνικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών – Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 102 ΣΛΕΕ και του άρθρου 54 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου με την οποία ακυρώνεται εν μέρει η απόφαση της Επιτροπής και μειώνεται το ποσό του επιβληθέντος προστίμου – Άρνηση της Επιτροπής να καταβάλει τόκους υπερημερίας – Άρθρο 266 ΣΛΕΕ – Άρθρο 90, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 1268/2012 – Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες – Στέρηση της δυνατότητας αποκόμισης οφέλους από το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό του προστίμου – Διαφυγόν κέρδος – Τόκοι υπερημερίας – Επιτόκιο – Ζημία»

1.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Ζημία – Αιτιώδης συνάφεια – Μη συνδρομή μιας εκ των προϋποθέσεων – Απόρριψη της αγωγής αποζημιώσεως στο σύνολό της

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 30-32)

2.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Πραγματική και βέβαιη ζημία – Βάρος αποδείξεως – Επιστροφή από την Επιτροπή προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Διαφυγόν κέρδος της οικείας εταιρίας σε σχέση με το επιστραφέν ποσό – Απουσία στοιχείων που αποδεικνύουν τη δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων ικανών να παραγάγουν απόδοση ισοδύναμη με την απόδοση του δεσμευμένου κεφαλαίου ή με το μέσο σταθμισμένο κόστος του κεφαλαίου – Απουσία πραγματικής και βέβαιης ζημίας

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 39-48, 51, 52)

3.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Παράβαση της υποχρέωσης της Επιτροπής να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του επιστραφέντος ποσού προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Παράβαση του άρθρου 266 ΣΛΕΕ – Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες

(Άρθρα 261, 263, 266, εδ. 1, και 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 31)

(βλ. σκέψεις 71-76, 95, 111-113)

4.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Επιστροφή από την Επιτροπή προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Άρνηση της Επιτροπής να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του επιστραφέντος ποσού – Αποτελέσματα ex tunc της ακύρωσης και της μείωσης του προστίμου από τον δικαστή της Ένωσης – Τόκοι υπερημερίας προσδιορισμένοι ή προσδιορίσιμοι βάσει αποδεδειγμένων αντικειμενικών στοιχείων κατά τον χρόνο προσωρινής καταβολής του προστίμου

[Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· κανονισμός 1268/2012 της Επιτροπής, άρθρα 83 και 90· απόφαση C(2013) 2488 final της Επιτροπής, άρθρο 24 § 2]

(βλ. σκέψεις 78-87, 95)

5.      Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καταβολή οφειλής της Επιτροπής – Οφειλόμενοι τόκοι – Επιστροφή από την Επιτροπή προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί του επιστραφέντος ποσού από την ημερομηνία καταβολής του προστίμου – Παράβαση της αποτρεπτικής λειτουργίας των προστίμων – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 266, εδ. 1, ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 91-94)

6.      Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καταβολή οφειλής της Επιτροπής – Οφειλόμενοι τόκοι – Μερική επιστροφή εκ μέρους της Επιτροπής προστίμου που μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Αρμοδιότητα της Επιτροπής να καθορίσει τους όρους με ατομική απόφαση – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 266, εδ. 1, ΣΛΕΕ· κανονισμός 1268/2012 της Επιτροπής, άρθρο 90 § 4)

(βλ. σκέψεις 96-105)

7.      Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καταβολή οφειλής της Επιτροπής – Οφειλόμενοι τόκοι – Αντισταθμιστικοί τόκοι – Τόκοι υπερημερίας – Διάκριση – Μέτρο εκτέλεσης απόφασης του δικαστή της Ένωσης περί μερικής ακύρωσης προστίμου και μείωσης του ύψους του προστίμου

(Άρθρο 266, εδ. 1, ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 107-110)

8.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Αιτιώδης συνάφεια – Επιστροφή από την Επιτροπή προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Άρνηση της Επιτροπής να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του επιστραφέντος ποσού – Ζημία απορρέουσα από την εν λόγω άρνηση – Ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας

(Άρθρα 266, εδ. 1, και 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 116-118)

9.      Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Καταβολή οφειλής της Επιτροπής – Οφειλόμενοι τόκοι – Επιστροφή από την Επιτροπή προστίμου που ακυρώθηκε και μειώθηκε από τον δικαστή της Ένωσης – Καθορισμός του επιτοκίου των οφειλόμενων τόκων – Άμεση καταβολή του προστίμου – Αναστολή καταβολής συνοδευόμενη από σύσταση τραπεζικής εγγύησης – Διάκριση

(Κανονισμός 1268/2012 της Επιτροπής, άρθρα 83 και 111)

(βλ. σκέψεις 120-123, 127-137)

Σύνοψη

Το Γενικό Δικαστήριο επιδικάζει στην Deutsche Telekom αποζημίωση ύψους 1,8 εκατομμυρίων ευρώ προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω της άρνησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να της καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του ποσού του προστίμου το οποίο η Deutsche Telekom κατέβαλε αχρεωστήτως στο πλαίσιο παράβασης των κανόνων του ανταγωνισμού.

Με απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2014 (1), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε στην εταιρία Deutsche Telekom AG (στο εξής: Deutsche Telekom) πρόστιμο ύψους 31 070 000 ευρώ για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στη σλοβακική αγορά των ευρυζωνικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, κατά παράβαση του άρθρου 102 ΣΛΕΕ και του άρθρου 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ.

Η Deutsche Telekom άσκησε προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής, καταβάλλοντας συγχρόνως το πρόστιμο στις 16 Ιανουαρίου 2015. Με απόφασή του της 13ης Δεκεμβρίου 2018 (2), το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή της Deutsche Telekom και, ασκώντας την πλήρη δικαιοδοσία του, μείωσε το ποσό του προστίμου κατά 12 039 019 ευρώ. Στις 19 Φεβρουαρίου 2019 η Επιτροπή επέστρεψε το ποσό αυτό στη Deutsche Telekom.

Με έγγραφο της 28ης Ιουνίου 2019 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η Επιτροπή αρνήθηκε, αντιθέτως, να καταβάλει στην Deutsche Telekom τόκους υπερημερίας για το διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας καταβολής του προστίμου και της ημερομηνίας επιστροφής του μέρους του προστίμου που κρίθηκε μη οφειλόμενο (στο εξής: επίμαχο χρονικό διάστημα).

Ως εκ τούτου, η Deutsche Telekom άσκησε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως και την καταδίκη της Επιτροπής να καταβάλει αποζημίωση για διαφυγόν κέρδος λόγω στερήσεως της δυνατότητας εκμεταλλεύσεως, κατά τη διάρκεια της επίμαχης περιόδου, του κύριου μέρους του αχρεωστήτως καταβληθέντος προστίμου ή, επικουρικώς, την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω της αρνήσεως της Επιτροπής να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του ποσού αυτού.

Με την απόφασή του, το έβδομο πενταμελές τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου δέχεται εν μέρει την προσφυγή ακυρώσεως και την αγωγή αποζημιώσεως της Deutsche Telekom. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχει διευκρινίσεις όσον αφορά την υποχρέωση της Επιτροπής να καταβάλλει τόκους υπερημερίας επί του μέρους του ποσού προστίμου το οποίο, κατόπιν αποφάσεως του δικαστή της Ένωσης, πρέπει να επιστραφεί στην οικεία επιχείρηση.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει το αίτημα της Deutsche Telekom περί αποζημιώσεως, λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης της Ένωσης, του φερόμενου διαφυγόντος κέρδους της λόγω της στερήσεως, κατά τη διάρκεια της επίμαχης περιόδου, του μέρους του αχρεωστήτως καταβληθέντος προστίμου που αντιστοιχεί στην ετήσια απόδοση των δεσμευμένων κεφαλαίων της ή στο μέσο σταθμισμένο κόστος του κεφαλαίου της.

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης εξαρτάται από τη συνδρομή ενός συνόλου σωρευτικών προϋποθέσεων, ήτοι την ύπαρξη κατάφωρης παραβάσεως κανόνα δικαίου που απονέμει δικαιώματα στους ιδιώτες, το υποστατό της ζημίας, καθώς και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παραβάσεως και της προκληθείσας ζημίας, πράγμα το οποίο εναπόκειται στον ενάγοντα να αποδείξει.

Εν προκειμένω, όμως, η Deutsche Telekom δεν προσκόμισε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον πραγματικό και βέβαιο χαρακτήρα της προβαλλόμενης ζημίας. Ειδικότερα, η Deutsche Telekom ούτε απέδειξε ότι επένδυσε κατ’ ανάγκην το ποσό του αχρεωστήτως καταβληθέντος προστίμου στις δραστηριότητές της ούτε ότι η στέρηση της δυνατότητας χρήσεως του εν λόγω ποσού την οδήγησε να παραιτηθεί από συγκεκριμένα και απτά σχέδια. Στο πλαίσιο αυτό, η Deutsche Telekom δεν απέδειξε ούτε ότι δεν διέθετε τους αναγκαίους πόρους για να αντιληφθεί τη σκοπιμότητα της επενδύσεως.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει το αίτημα αποζημιώσεως που υπέβαλε επικουρικώς η Deutsche Telekom λόγω παραβάσεως του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, του οποίου το πρώτο εδάφιο προβλέπει την υποχρέωση των θεσμικών οργάνων των οποίων μια πράξη ακυρώνεται με απόφαση του δικαστή της Ένωσης να λαμβάνουν όλα τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως αυτής.

Το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί, αφενός, ότι το άρθρο 266, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, επιβάλλοντας στα θεσμικά όργανα την υποχρέωση να λαμβάνουν όλα τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση των αποφάσεων του δικαστή της Ένωσης, απονέμει δικαιώματα στους ιδιώτες που δικαιώθηκαν ενώπιον του δικαστή αυτού. Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι οι τόκοι υπερημερίας αποτελούν απαραίτητο συστατικό στοιχείο της υποχρεώσεως αποκαταστάσεως που υπέχουν τα θεσμικά όργανα δυνάμει της διατάξεως αυτής. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση ακυρώσεως και μειώσεως προστίμου που επιβάλλεται σε επιχείρηση λόγω παραβάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού, από τη διάταξη αυτή απορρέει υποχρέωση της Επιτροπής να επιστρέψει το ποσό του αχρεωστήτως καταβληθέντος προστίμου, προσαυξημένο με τόκους υπερημερίας.

Το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι, δεδομένου αφενός ότι η εφαρμοστέα δημοσιονομική νομοθεσία (3) προβλέπει απαίτηση επιστροφής υπέρ της εταιρίας που κατέβαλε προσωρινά πρόστιμο το οποίο αργότερα ακυρώθηκε και μειώθηκε και αφετέρου ότι η εκ μέρους του δικαστή της Ένωσης ακύρωση και μείωση του ποσού του προστίμου έχει αναδρομικό αποτέλεσμα, η απαίτηση της Deutsche Telekom υφίστατο και ήταν βεβαία ως προς το ανώτατο ύψος της κατά την ημερομηνία της προσωρινής πληρωμής του προστίμου. Επομένως, η Επιτροπή όφειλε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 266, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του μέρους του ποσού του προστίμου που κρίθηκε από το Γενικό Δικαστήριο ως αχρεωστήτως καταβληθέν, για όλη την επίμαχη περίοδο. Η υποχρέωση αυτή σκοπό έχει να αποζημιώσει κατ’ αποκοπήν τη στέρηση της ικανοποιήσεως απαιτήσεως συνδεόμενης με αντικειμενική καθυστέρηση και να παρακινήσει την Επιτροπή να επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή κατά την έκδοση αποφάσεως που συνεπάγεται την καταβολή προστίμου.

Το Γενικό Δικαστήριο προσθέτει ότι, αντιθέτως προς όσα προέβαλε η Επιτροπή, η υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας δεν προσκρούει στην αποτρεπτική λειτουργία των προστίμων στις υποθέσεις ανταγωνισμού, στο μέτρο που αυτή η αποτρεπτική λειτουργία λαμβάνεται κατ’ ανάγκην υπόψη από τον δικαστή της Ένωσης όταν ασκεί την πλήρη δικαιοδοσία του προκειμένου να μειώσει, αναδρομικώς, το ποσό του προστίμου. Εξάλλου, η αποτρεπτική λειτουργία των προστίμων πρέπει να συμβιβάζεται με την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η τήρηση του οποίου διασφαλίζεται μέσω του ελέγχου νομιμότητας τον οποίο προβλέπει το άρθρο 263 ΣΛΕΕ και συμπληρώνεται από την πλήρη δικαιοδοσία όσον αφορά το ύψος του προστίμου.

Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει επίσης τα λοιπά επιχειρήματα της Επιτροπής.

Αφενός, ακόμη και αν το ποσό του προστίμου που κατέβαλε η ενάγουσα δεν απέφερε τόκους ενόσω βρισκόταν στην κατοχή της Επιτροπής, η τελευταία ήταν υποχρεωμένη, κατόπιν της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 13 Δεκεμβρίου 2018, να επιστρέψει στην προσφεύγουσα το μέρος του ποσού του προστίμου που κρίθηκε μη οφειλόμενο πλέον τόκων υπερημερίας, χωρίς τούτο να προσκρούει στο άρθρο 90 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012, το οποίο αφορά την είσπραξη των προστίμων. Επιπλέον, η υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας απορρέει ευθέως από το άρθρο 266, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ και η Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να καθορίζει, με ατομική απόφαση, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα καταβάλει τόκους υπερημερίας σε περίπτωση ακυρώσεως της αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο και μειώσεως του ποσού του.

Αφετέρου, οι τόκοι που οφείλονται εν προκειμένω είναι τόκοι υπερημερίας και όχι αντισταθμιστικοί τόκοι. Συγκεκριμένα, η κύρια απαίτηση της Deutsche Telekom ήταν απαίτηση επιστροφής συνδεόμενη με την καταβολή προστίμου που είχε προσωρινό χαρακτήρα. Η απαίτηση αυτή υφίστατο και ήταν βεβαία ως προς το ανώτατο ποσό της ή, τουλάχιστον, μπορούσε να προσδιοριστεί βάσει αντικειμενικών στοιχείων που είχαν αποδειχθεί κατά την ημερομηνία της εν λόγω πληρωμής.

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η Επιτροπή όφειλε να επιστρέψει στην Deutsche Telekom το αχρεωστήτως καταβληθέν μέρος του προστίμου πλέον τόκων υπερημερίας και ότι η Επιτροπή δεν διέθετε συναφώς κανένα περιθώριο εκτιμήσεως, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η άρνηση καταβολής των εν λόγω τόκων στην Deutsche Telekom συνιστά αρκούντως κατάφωρη παράβαση του άρθρου 266, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η οποία στοιχειοθετεί εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης. Λαμβανομένης υπόψη της άμεσης συνάφειας μεταξύ της διαπιστωθείσας παράβασης και της ζημίας που συνίσταται στην απώλεια, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, των τόκων υπερημερίας επί του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού, το Γενικό Δικαστήριο επιδικάζει στην Deutsche Telekom αποζημίωση ύψους 1 750 522,38 ευρώ, υπολογιζόμενη με κατ’ αναλογίαν εφαρμογή του επιτοκίου που προβλέπεται στο άρθρο 83, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 1268/2012, δηλαδή του επιτοκίου που εφάρμοζε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης τον Ιανουάριο του 2015, ήτοι 0,05 %, προσαυξημένο κατά τρεισήμισι εκατοστιαίες μονάδες.


1      Απόφαση C(2014) 7465 final της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 102 ΣΛΕΕ και του άρθρου 54 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση AT.39523 – Slovak Telekom), όπως διορθώθηκε με την απόφαση C(2014) 10119 final της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2014, καθώς και με την απόφαση C(2015) 2484 final της Επιτροπής, της 17ης Απριλίου 2015.


2      Απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Deutsche Telekom κατά Επιτροπής (T‑827/14, EU:T:2018:930).


3      Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ 2012, L 362, σ. 1), και κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ 2012, L 298, σ. 1).