Language of document : ECLI:EU:F:2007:122

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 5ης Ιουλίου 2007

Υπόθεση F-25/06

Béatrice Ider κ.λπ.

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Συμβασιούχοι υπάλληλοι – Κατάταξη και αποδοχές – Γραφείο υποδομών και διοικητικής υποστήριξης στις Βρυξέλλες (OIB) – Υπάλληλοι επιφορτισμένοι με εκτελεστικά καθήκοντα – Πρώην μισθωτοί εργαζόμενοι υπό καθεστώς βελγικού δικαίου – Μεταβολή εφαρμοστέου καθεστώτος – Ίση μεταχείριση»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία η B. Ider, η M.-C. Desorbay και ο L. Noschese, συμβασιούχοι υπάλληλοι της Επιτροπής, ζητούν την ακύρωση των αποφάσεων της αρμόδιας για τη σύναψη των συμβάσεων, με τις οποίες καθορίστηκε η κατάταξη και οι αποδοχές αυτών επί τη βάσει συμβάσεων προσλήψεως συμβασιούχων υπαλλήλων που συνήφθησαν τον Απρίλιο του 2005 και άρχισαν να ισχύουν από την 1η Μαΐου 2005, καθώς και την ακύρωση των αποφάσεων της ίδιας αρχής, της 21ης Νοεμβρίου 2005, με τις οποίες απορρίφθηκαν οι διοικητικές ενστάσεις που ασκήθηκαν κατά των προαναφερθεισών αποφάσεων.

Απόφαση: Η απόφαση με την οποία η Επιτροπή καθόρισε τις αποδοχές της B. Ider επί τη βάσει συμβάσεως προσλήψεως συμβασιούχου υπαλλήλου η οποία συνήφθη τον Απρίλιο του 2005, ακυρώνεται. Η προσφυγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Επιτροπή φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της B. Ider. H B. Ider φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της. Η M.-C. Desorbay και ο L. Noschese φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Συμβασιούχοι υπάλληλοι – Αποδοχές

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, παράρτημα, άρθρο 2 § 2)

2.      Υπάλληλοι – Συμβασιούχοι υπάλληλοι – Αποδοχές

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, παράρτημα, άρθρο 2 § 2)

1. Όπως σαφώς προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, όταν το όργανο προσλαμβάνει συμβασιούχο υπάλληλο, με τον οποίο συνδεόταν προ της προσλήψεως με σύμβαση εργασίας διεπόμενη από το εθνικό δίκαιο, η χορήγηση συμπληρωματικής αμοιβής σε περίπτωση μειώσεως των αποδοχών που αυτός ελάμβανε υπό την προηγούμενη ιδιότητά του είναι απλώς προαιρετική για το όργανο. Επιπροσθέτως, κατά το εν λόγω άρθρο 2, παράγραφος 2, για τον καθορισμό του συμπληρωματικού ποσού, το όργανο διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια, κατά το μέτρο που οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις διαφορές μεταξύ, αφενός, της εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας, κοινωνικής ασφαλίσεως και συντάξεων και, αφετέρου, των κανόνων που εφαρμόζονται στους συμβασιούχους υπαλλήλους.

Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, η Επιτροπή θέσπισε τα άρθρα 7 και 8 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων περί μεταβατικών μέτρων που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους του Γραφείου υποδομών στις Βρυξέλλες οι οποίοι απασχολούνται σε βρεφονηπιακούς σταθμούς στις Βρυξέλλες, καθώς και τα παραρτήματα Ι έως ΙΙΙ των εν λόγω γενικών εκτελεστικών διατάξεων. Δυνάμει των τελευταίων αυτών διατάξεων, η Επιτροπή δεσμεύτηκε όντως να χορηγήσει συμπληρωματικό ποσό σε διάφορες κατηγορίες συμβασιούχων υπαλλήλων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές. Εντούτοις, οι ως άνω όροι εφαρμογής του άρθρου 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού δεν πρέπει να αντίκεινται στους υπερκείμενους κανόνες του δικαίου των δημοσίων υπαλλήλων.

(βλ. σκέψεις 92, 93 και 95)

2. Για να ελεγχθεί εάν ο συνυπολογισμός των οικογενειακών επιδομάτων κατά τον καθορισμό των καθαρών αποδοχών ενός συμβασιούχου υπαλλήλου, αφενός, και ενός μισθωτού υπό καθεστώς εθνικού δικαίου, αφετέρου, ευνοεί τους συμβασιούχους οι οποίοι, κατά τον χρόνο που αναφέρεται στα άρθρα 7 και 8 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων περί μεταβατικών μέτρων που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους του Γραφείου υποδομών στις Βρυξέλλες, οι οποίοι απασχολούνται σε βρεφονηπιακούς σταθμούς στις Βρυξέλλες, δεν είχαν συντηρούμενα τέκνα, σε σχέση με εκείνους, οι οποίοι κατά τον ίδιο χρόνο, είχαν συντηρούμενα τέκνα, επιβάλλεται, κατ’ αρχάς, η διαπίστωση ότι οι δυο κατηγορίες συμβασιούχων υπαλλήλων τελούν σε όμοιες καταστάσεις λαμβανόμενου υπόψη του σκοπού του άρθρου 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, που συνίσταται στην αντιστάθμιση της ενδεχόμενης μειώσεως των αποδοχών που συνεπάγεται η πρόσληψη των ενδιαφερομένων ως συμβασιούχων υπαλλήλων.

Δεύτερον, ο συνυπολογισμός των οικογενειακών επιδομάτων κατά τον καθορισμό των καθαρών αποδοχών ενός συμβασιούχου υπαλλήλου, αφενός, και ενός μισθωτού υπό καθεστώς εθνικού δικαίου, αφετέρου, ασκεί ευθεία επιρροή στον καθορισμό της συμπληρωματικής αμοιβής που προκύπτει από τη σύγκριση των εν λόγω καθαρών αποδοχών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα I των ως άνω γενικών εκτελεστικών διατάξεων. Σε περίπτωση που το ενσωματωμένο στην πρώτη παράμετρο συγκρίσεως ποσό των κοινοτικών οικογενειακών επιδομάτων είναι υψηλότερο του ενσωματωμένου στη δεύτερη παράμετρο συγκρίσεως ποσού των επιδομάτων που χορηγούνται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους απασχολήσεως, η συμπληρωματική αμοιβή των προσώπων με ένα ή περισσότερα συντηρούμενα τέκνα κατά το χρόνο της προσλήψεώς τους ως συμβασιούχων υπαλλήλων μειώνεται αντιστοίχως.

Ως εκ τούτου, ο συνυπολογισμός των οικογενειακών επιδομάτων κατά τον καθορισμό των αποδοχών συνεπάγεται διαφορετική μεταχείριση από απόψεως αποδοχών ανάλογα με το αν, κατά το χρόνο που αναφέρεται στα άρθρα 7 και 8 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων, ο συμβασιούχος υπάλληλος είχε ή δεν είχε συντηρούμενα τέκνα, η διαφορά δε αυτή αποβαίνει εις βάρος του υπαλλήλου που είχε ένα ή περισσότερα συντηρούμενα τέκνα κατά τον εν λόγω χρόνο. Συναφώς, το γεγονός ότι τα οικογενειακά επιδόματα αποτελούν μέρος των αποδοχών που οι Κοινότητες οφείλουν να καταβάλλουν στους υπαλλήλους ή μέλη του λοιπού προσωπικού δεν πρέπει να αποτελεί λόγο διαφορετικής μεταχειρίσεως μεταξύ των συμβασιούχων υπαλλήλων, όταν σκοπούμενο αποτέλεσμα είναι αποκλειστικώς η χορήγηση στους υπαλλήλους αυτούς συμπληρωματικής αμοιβής προς αντιστάθμιση της μειώσεως των αποδοχών που συνεπάγεται η μετάβαση από καθεστώς εθνικού δικαίου σε καθεστώς κοινοτικού δικαίου.

Συνεπώς, ελλείψει αντικειμενικής δικαιολογίας, το παράρτημα Ι, σημεία Α και Β, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων περί μεταβατικών μέτρων που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους του Γραφείου υποδομών στις Βρυξέλλες οι οποίοι απασχολούνται σε βρεφονηπιακούς σταθμούς στις Βρυξέλλες, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 7 των εν λόγων γενικών εκτελεστικών διατάξεων, αντίκειται στην γενική αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 96 έως 101)