Language of document :

Προσφυγή 9ης Ιουνίου 2011 - Cemex κ.α. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-292/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η Ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Cemex S.A.B. de C.V. (Monterrey, Μεξικό), New Sunward Holding BV (Amsterdam, Κάτω Χώρες), Cemex España, SA (Μαδρίτη, Ισπανία), CEMEX Deutschland AG (Düsseldorf, Γερμανία), Cemex UK (Egham, Ηνωμένο Βασίλειο), CEMEX Czech Operations s.r.o. (Πράγα, Τσεχία), Cemex France Gestion (Rungis, Γαλλία), CEMEX Austria AG (Langenzersdorf, Αυστρία) (εκπρόσωπος: J. Folguera Crespo, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

Να ακυρώσει το άρθρο 1 της αποφάσεως της Επιτροπής της 30ης Μαρτίου 2011. Επικουρικώς, να ακυρώσει μερικώς το εν λόγω διατακτικό, ώστε να τις απαλλάξει από την υποχρέωση παροχής των πληροφοριών στις οποίες αναφέρονται οι ερωτήσεις του Παραρτήματος Ι της αποφάσεως κατά το μέτρο που αυτή υπερβαίνει τα τιθέμενα στην Επιτροπή όρια από τους κανόνες και τις αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της αποφάσεως της Επιτροπής της 30ης Μαρτίου 2011, σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο της υποθέσεως COMP/39.520 - Τσιμέντο και συναφή προς το τσιμέντο προϊόντα.

Προς στήριξη της προσφυγής τους οι προσφεύγουσες προβάλλουν έξι λόγους.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003.

Προβάλλεται συναφώς ότι η Επιτροπή υπερέβη τα τιθέμενα από την εν λόγω διάταξη και τη νομολογία του Δικαστηρίου όρια ασκήσεως των εξουσιών της, ζητώντας μάλιστα πληροφορίες τις οποίες οι προσφεύγουσες αδυνατούν να παράσχουν. Επιπλέον, η Επιτροπή απαιτεί οι προσφεύγουσες όχι μόνο να παράσχουν, αλλά και να επεξεργαστούν εκατομμύρια δεδομένων οικονομικού περιεχομένου, επιβάλλοντας σε αυτές την υποχρέωση έρευνας η οποία την βαρύνει.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003.

Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή ζητεί την παροχή πληροφοριών οι οποίες δεν είναι αναγκαίες για την έρευνα των αναφερόμενων στην προσβαλλόμενη απόφαση εικαζομένων περιοριστικών πρακτικών: πρόκειται για πληροφορίες που δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο της έρευνας, ή είναι δημόσια διαθέσιμες, για πληροφορίες που έχουν ήδη παρασχεθεί σε απάντηση προηγούμενων αιτήσεων πληροφοριών, η πρόκειται για εργασίες επεξεργασίας δεδομένων,

Ο τρίτος λόγος αντλείται από την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

Προβάλλεται συναφώς ότι η Επιτροπή ζητεί την παροχή πληροφοριών, των οποίων η συλλογή και επεξεργασία, πέραν του ότι δεν είναι χρήσιμη σε πολλές περιπτώσεις, συνεπάγεται επίσης υπερβολική και δυσανάλογη επιβάρυνση, τάσσοντας επιπλέον υπερβολικά σύντομη προθεσμία απαντήσεως και αρνούμενη τις αιτηθείσες παρατάσεις.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, στο μέτρο που κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε επαρκώς την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα των ζητούμενων πληροφοριών.

Ο πέμπτος λόγος αντλείται από την παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου στο μέτρο που η διατύπωση της προσβαλλομένης αποφάσεως χαρακτηρίζεται από έλλειψη σαφήνειας και ακρίβειας.

Ο έκτος λόγος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1/1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος.

Προβάλλεται συναφώς ότι η Επιτροπή αρνήθηκε να κοινοποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση στις θυγατρικές προς τις οποίες απευθύνεται στη γλώσσα των κρατών μελών στων οποίων τη δικαιοδοσία υπάγονται, δυσχεραίνοντας εσκεμμένα τη διαδικασία συλλογής των δεδομένων.

____________