Language of document : ECLI:EU:T:2014:817

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 25ης Σεπτεμβρίου 2014 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου κοινοτικού σήματος – Σχήμα σφιγκτήρα – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/200»

Στην υπόθεση T‑171/12,

Peri GmbH, με έδρα το Weißenhorn (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον J. Dönch, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από την D. Walicka,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή ασκηθείσα κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 26ης Ιανουαρίου 2012 (υπόθεση R 1209/2011‑1), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού σήματος τρισδιάστατου σημείου που αποτελείται από το σχήμα σφιγκτήρα,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους Δ. Γρατσία, πρόεδρο, M. Kancheva και C. Wetter (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: S. Bukšek Tomac, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Απριλίου 2012,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 Ιουλίου 2012,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 5ης Ιουνίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 5 Οκτωβρίου 2010, η προσφεύγουσα, Peri GmbH, υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).

2        Το τρισδιάστατο σχήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως σήματος απεικονίζεται κατωτέρω:

Image not found

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 6 και 19 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 6: «Καλούπια σκυροδέματος και εξαρτήματα αυτών από μέταλλο»·

–        κλάση 19: «Καλούπια σκυροδέματος και εξαρτήματα αυτών που δεν είναι από μέταλλο».

4        Στις 21 Απριλίου 2011, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως για όλα τα οικεία προϊόντα, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

5        Στις 7 Ιουνίου 2011, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή, βάσει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009, κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

6        Με απόφαση της 26ης Ιανουαρίου 2011 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 13 Φεβρουαρίου 2012, το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή για τον λόγο ότι, όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, το τρισδιάστατο σημείο του οποίου είχε ζητηθεί η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

 Αιτήματα των διαδίκων

7        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση,

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

8        Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του αντικειμένου της διαφοράς

9        Ερωτηθείσα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση σχετικά με τις παρατηρήσεις που ενδεχομένως θα ήθελε να διατυπώσει επί της εκθέσεως ακροατηρίου, η προσφεύγουσα γνωστοποίησε στο Γενικό Δικαστήριο την επιθυμία της να τροποποιηθεί η έκθεση αυτή για να ληφθεί υπόψη ο περιορισμός της αιτήσεώς της περί καταχωρίσεως. Διευκρίνισε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ότι ο περιορισμός αυτός ήταν μεταγενέστερος της εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, καθόσον επήλθε στις 23 Μαΐου 2014, και ότι συνίστατο στην προσθήκη, όσον αφορά τα προϊόντα τα οποία αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και τα οποία περιγράφηκαν στη σκέψη 3 ανωτέρω, της ακόλουθης διευκρινίσεως: «εκτός από κλειδιά για καλούπια».

10      Το ΓΕΕΑ αντέτεινε ότι, όπως προκύπτει, κατά την άποψή του, από τη νομολογία [απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2007, Tegometall International κατά ΓΕΕΑ – Wuppermann (TEK), T‑458/05, Συλλογή, EU:T:2007:349], το αίτημα αυτό δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη από το Γενικό Δικαστήριο καθόσον συνεπάγεται μη σύννομη τροποποίηση του αντικειμένου της διαφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

11      Κατά το ΓΕΕΑ, είναι ακριβές ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι δήλωση του αιτούντος την καταχώριση του σήματος, η οποία είναι μεταγενέστερη της εκδόσεως της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών και με την οποία ο αιτών ανακαλεί την αίτησή του ως προς ορισμένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τα οποία αφορούσε η αρχική αίτηση, μπορούσε να ερμηνευθεί ως δήλωση αποσκοπούσα στην αμφισβήτηση της νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως μόνον κατά το μέρος που αφορά τα υπόλοιπα από τα εν λόγω προϊόντα και τις εν λόγω υπηρεσίες και ότι, συνεπώς, δεν τροποποιούσε το αντικείμενο της διαφοράς. Ωστόσο, τούτο δεν ισχύει εν προκειμένω, καθόσον ο περιορισμός της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος ουδεμία αφαίρεση προϊόντος περιλαμβάνει, αλλά συνίσταται σε τροποποίηση της περιγραφής των οικείων προϊόντων.

12      Παρά την αντίρρηση αυτή, η προσφεύγουσα ενέμεινε στην ανάλυσή της.

13      Πρέπει, εκ προοιμίου, να υπομνησθεί ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν δύναται να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ παρά μόνον αν, κατά τον χρόνο εκδόσεώς της, συνέτρεχε ένας εκ των λόγων ακυρώσεως ή μεταρρυθμίσεως του άρθρου 65, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 76 του εν λόγω κανονισμού, το Γενικό Δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί με βάση το πραγματικό και νομικό πλαίσιο της διαφοράς όπως αυτή υποβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών (βλ. απόφαση TEK, σκέψη 10 ανωτέρω, EU:T:2007:349, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

14      Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την εν λόγω απόφαση για λόγους που ενδέχεται να προκύψουν μετά την έκδοσή της (αποφάσεις της 11ης Μαΐου 2006, Sunrider κατά ΓΕΕΑ, C‑416/04 P, Συλλογή, EU:C:2006:310, σκέψη 55, και της 9ης Ιουλίου 2008, Reber κατά ΓΕΕΑ – Chocoladefabriken Lindt & Sprüngli (Mozart), T‑304/06, Συλλογή, EU:T:2008:268, σκέψη 24].

15      Περαιτέρω, κατά το άρθρο 26, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 207/2009, «η αίτηση για κοινοτικό σήμα πρέπει να περιλαμβάνει […] τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες ζητείται η καταχώριση».

16      Το άρθρο 43, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 προβλέπει ότι «[ο] αιτών μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την αίτηση για κοινοτικό σήμα ή να περιορίσει τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών που η αίτηση αυτή περιλαμβάνει».

17      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η προσφεύγουσα προέβη σε περιορισμό των προϊόντων τα οποία αφορούσε η αίτησή της περί καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

18      Συνεπώς, κατ’ αρχήν, περιορισμός, υπό την έννοια του άρθρου 44, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, του καταλόγου των προϊόντων ή των υπηρεσιών που περιέχονται σε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, ο οποίος πραγματοποιείται μετά την έκδοση της προσβαλλομένης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, δεν μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως, η οποία είναι η μόνη που βάλλεται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου (βλ. απόφαση Mozart, σκέψη 14 ανωτέρω, EU:T:2008:268, σκέψη 25 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

19      Ωστόσο, πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η απόφαση τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά ορισμένα μόνον από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της αιτήσεως καταχωρίσεως του οικείου κοινοτικού σήματος. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση του τμήματος προσφυγών καθίσταται απρόσβλητη για τα λοιπά προϊόντα και τις λοιπές υπηρεσίες του ίδιου καταλόγου. (απόφαση Mozart, σκέψη 14 ανωτέρω, EU:T:2008:268, σκέψη 26).

20      Λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητας αυτής, το Γενικό Δικαστήριο έχει ερμηνεύσει δήλωση του αιτούντος την καταχώριση του σήματος ενώπιον του δικαστηρίου αυτού και, συνεπώς, μεταγενέστερη της εκδόσεως της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, με την οποία ο αιτών ανακαλούσε την αίτησή του ως προς ορισμένα από τα προϊόντα τα οποία αφορούσε η αρχική αίτηση, ως δήλωση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση βάλλεται μόνον κατά το μέρος που αφορά τα υπόλοιπα από τα εν λόγω προϊόντα ή ως μερική παραίτηση, σε περίπτωση που η δήλωση αυτή έγινε σε προχωρημένο στάδιο της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασίας (βλ. απόφαση Mozart, σκέψη 14 ανωτέρω, EU:T:2008:268, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

21      Ωστόσο, αν, με τον περιορισμό του καταλόγου των προϊόντων που αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, ο αιτών την καταχώριση δεν αποσκοπεί στην αφαίρεση από τον κατάλογο ενός ή περισσότερων προϊόντων του καταλόγου αυτού, αλλά στη μεταβολή ενός ή περισσοτέρων χαρακτηριστικών των εν λόγω προϊόντων, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ότι η τροποποίηση αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει την εξέταση του κοινοτικού σήματος την οποία διενήργησαν τα όργανα του ΓΕΕΑ κατά τη διοικητική διαδικασία. Υπό τις συνθήκες αυτές, αποδοχή της τροποποιήσεως αυτής στο στάδιο της προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου θα ισοδυναμούσε με τροποποίηση του αντικειμένου της διαφοράς κατά τη διάρκεια της δίκης, την οποία απαγορεύει το άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας. Επομένως, ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Γενικό Δικαστήριο κατά την εξέταση του βασίμου της προσφυγής [αποφάσεις TEK, σκέψη 10 ανωτέρω, EU:T:2007:349, σκέψη 25, και της 20ής Φεβρουαρίου 2013, Caventa κατά ΓΕΕΑ – Anson’s Herrenhaus (B BERG), T‑631/11, EU:T:2013:85, σκέψη 23].

22      Πρέπει, συνεπώς, να καθοριστεί αν ο περιορισμός της αιτήσεως καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος που επήλθε στις 23 Μαΐου 2014 και τον οποίο η προσφεύγουσα ανέφερε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση μπορεί να ερμηνευθεί ως δήλωση της προσφεύγουσας ότι δεν αμφισβητεί την προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνον καθόσον αφορά τα προϊόντα που περιέχονται στον τροποποιηθέντα κατάλογο ή ως μερική παραίτηση.

23      Η ερμηνεία αυτή δεν είναι δυνατή εν προκειμένω. Συγκεκριμένα, με τον περιορισμό αυτό, η προσφεύγουσα δεν αφαίρεσε προϊόντα από τον κατάλογο των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του επίμαχου σήματος και τα οποία εξακολουθούν να είναι, αφενός, όσον αφορά την κλάση 6, τα καλούπια σκυροδέματος και τα εξαρτήματα αυτών από μέταλλο και, όσον αφορά την κλάση 19, τα καλούπια σκυροδέματος και τα εξαρτήματα αυτών που δεν είναι από μέταλλο, αλλά ανέφερε ότι στην περιγραφή των προϊόντων αυτών έπρεπε να προστεθεί «εκτός από κλειδιά για καλούπια». Δεν μπορεί συνεπώς να αποκλεισθεί ότι, ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, η προσφεύγουσα επέφερε τροποποίηση δυνάμενη να επηρεάσει την εξέταση του κοινοτικού σήματος που διενήργησαν τα όργανα του ΓΕΕΑ κατά τη διοικητική διαδικασία. Όπως όμως τονίστηκε στη σκέψη 21 ανωτέρω, ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Γενικό Δικαστήριο, καθόσον θα τροποποιούσε το αντικείμενο της διαφοράς.

24      Πρέπει, επομένως, να συναχθεί ότι τα προϊόντα που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής είναι αυτά που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των προϊόντων της αρχικής αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος της προσφεύγουσας (βλ. σκέψη 3 ανωτέρω).

25      Κατά συνέπεια, το αίτημα της προσφεύγουσας που αναφέρθηκε στη σκέψη 9 ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί.

 Επί της ουσίας

26      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως που αντλούνται, ο πρώτος, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 και, ο δεύτερος, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, του εν λόγω κανονισμού.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009

27      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, του επιπέδου προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού, που αποτελείται από επαγγελματίες, το οποίο είναι ανώτερο από το επίπεδο προσοχής που χαρακτηρίζει τον μέσο καταναλωτή ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, και, αφετέρου, των πολύ αναγνωρίσιμων χαρακτηριστικών του σφιγκτήρα που απεικονίζει το επίμαχο σημείο, το τμήμα προσφυγών θα έπρεπε να καταλήξει στην ύπαρξη του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

28      Ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών δεν παρέθεσε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά για να στηρίξει την ανάλυσή του, η οποία βασίζεται σε απλά αστήρικτα τεκμήρια. Προσθέτει ότι τα τεκμήρια αυτά διαψεύδονται από τα στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιον του ΓΕΕΑ, ειδικότερα από τη δημοσκόπηση που παρουσίασε η προσφεύγουσα, και ότι το τμήμα προσφυγών κακώς θεώρησε ότι το επίμαχο σημείο αφορά μόνο το γερμανόφωνο κοινό, ενώ ο σφιγκτήρας αποτελεί σημείο που μπορεί να «αναγνωσθεί» χωρίς καθόλου γλωσσικές γνώσεις.

29      Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

30      Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, δεν γίνονται δεκτά προς καταχώριση τα «σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα».

31      Ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό του προϊόντος για το οποίο έχει ζητηθεί η καταχώριση ως προερχομένου από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, τη διάκριση του προϊόντος αυτού από αντίστοιχα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων [βλ. απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2010, Wilo κατά ΓΕΕΑ (Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου), T-253/09 και T-254/09, EU:T:2010:507, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

32      Ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος πρέπει να εκτιμάται, αφενός, σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώριση του σήματος και, αφετέρου, σε σχέση με την περί αυτών αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, το οποίο αποτελείται από τον μέσο καταναλωτή των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 31 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

33      Κατά πάγια νομολογία, τα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται ο διακριτικός χαρακτήρας των σημάτων που συνίστανται στη εικόνα του ίδιου του προϊόντος δεν διαφέρουν από τα κριτήρια που ισχύουν για άλλες κατηγορίες σημάτων (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 31 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

34      Ωστόσο, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, η αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού δεν είναι κατ’ ανάγκη η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος, αποτελουμένου από την εικόνα του ίδιου του προϊόντος, απ’ ό,τι στην περίπτωση λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, αποτελούμενου από σημείο ανεξάρτητο της όψεως των προϊόντων που προσδιορίζει. Πράγματι, ο μέσος καταναλωτής δεν έχει τη συνήθεια να αναγνωρίζει την προέλευση ενός προϊόντος βάσει της μορφής του προϊόντος ή της συσκευασίας του, αν δεν υπάρχει καμία γραφική παράσταση ή κανένα κείμενο, και, κατά συνέπεια, θα μπορούσε να αποδειχθεί δυσχερέστερη η απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα ενός τέτοιου τρισδιάστατου σήματος, απ’ ό,τι αυτή του διακριτικού χαρακτήρα κάποιου λεκτικού ή εικονιστικού σήματος (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 31 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35      Περαιτέρω, κατά τη νομολογία, όσο περισσότερο ομοιάζει το σχήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση προς το πλέον σύνηθες σχήμα του επίμαχου προϊόντος, τόσο πιθανότερο είναι το εν λόγω σχήμα να στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009. Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνο το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα και, ως εκ τούτου, δύναται να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως του προϊόντος δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 31 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

36      Τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας πρέπει να εξεταστούν με βάση τα προεκτεθέντα.

37      Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι επρόκειτο για ειδικευμένο κοινό (σκέψη 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Η προσφεύγουσα, ενώ συμφωνεί με την εν λόγω ανάλυση, συνάγει από αυτήν ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αποτελείται από τους επαγγελματίες, πράγμα το οποίο είναι μόνον εν μέρει ακριβές. Η σχέση του εν λόγω κοινού με τον οικείο τομέα, δεδομένου ότι, όπως δέχεται εξάλλου και η προσφεύγουσα, δύναται να περιλαμβάνει, γενικότερα, πρόσωπα «που έχουν βασικό ενδιαφέρον για τον τομέα αυτό», μπορεί, ενδεχομένως, αντιθέτως προς την ερμηνεία που δίδει στην τελευταία αυτή έκφραση η προσφεύγουσα, να υπερβαίνει το αυστηρώς επαγγελματικό πλαίσιο.

38      Με δεδομένη τη διευκρίνιση αυτή, πρέπει να τονιστεί ότι οι διάδικοι συμφωνούν, ορθώς, με το συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί από το ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι ειδικευμένο κοινό, ήτοι με το υψηλό επίπεδο προσοχής που θα καταβάλλει το εν λόγω κοινό όσον αφορά ένα τρισδιάστατο σημείο όπως το επίμαχο, που θα εκδηλώνεται, ειδικότερα, με το ότι θα «προσέχει τα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου συστήματος κλεισίματος (όσον αφορά την ποιότητα του υλικού και της κατασκευής)» (σκέψη 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

39      Αντιθέτως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, λαμβανομένου υπόψη αυτού του υψηλού επιπέδου προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού, τα χαρακτηριστικά του σφιγκτήρα που αποδίδει το τρισδιάστατο σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος, ήτοι, ειδικότερα, η εκτιθέμενη γραμμή οδόντων και η κεντρική εγκοπή στην κάθετη ράβδο αγκυρώσεως, δεν μπορούσαν να μην επισημανθούν και συνεπώς προσέδιδαν διακριτικό χαρακτήρα στο εν λόγω σήμα, πράγμα που επιρρωννύεται από το αποτέλεσμα δημοσκοπήσεως. Προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν παρουσίασε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο ικανό να δικαιολογήσει την άρνησή του να καταχωρίσει το επίμαχο σήμα.

40      Το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι, ακριβώς λόγω του υψηλού επιπέδου προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού, που υπογραμμίστηκε στη σκέψη 38 ανωτέρω, το εν λόγω κοινό προσλαμβάνει πρωτίστως τα εν λόγω λειτουργικά στοιχεία ως τεχνικό μέσο που χρησιμεύει για τη σύνδεση ή το κλείσιμο, μεταξύ άλλων, στοιχείων τοίχου ή τεμαχίων οπλισμένου σκυροδέματος. Δεδομένου ότι αυτά τα τεχνικά στοιχεία απαντούν και σε άλλους σφιγκτήρες, οι μικρές διαφορές που παρουσιάζει ο επίμαχος σφιγκτήρας σε σχέση με τους άλλους αυτούς σφιγκτήρες δεν καθιστούσαν δυνατή, κατά το τμήμα προσφυγών, τη θεώρηση του τρισδιάστατου σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως χαρακτηριζόμενου από μοναδικό και αξιοσημείωτο σχεδιασμό.

41      Πρέπει να τονιστεί ότι, όσον αφορά τα τρισδιάστατα σήματα, σύμφωνα με τη νομολογία που υπενθυμίστηκε στη σκέψη 35 ανωτέρω, μόνο το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα και, ως εκ τούτου, δύναται να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως του προϊόντος δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα.

42      Η ανάλυση αυτή εξακολουθεί να ισχύει απολύτως και όταν το οικείο κοινό είναι ειδικευμένο κοινό [βλ., όσον αφορά περιορισμένο κύκλο καταναλωτών, σχετικά με μικρόφωνα, απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2007, Neumann κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα κεφαλής μικροφώνου), T‑358/04, Συλλογή, EU:T:2007:263, σκέψη 46, σχετικά με υπόστεγα και σκέπαστρα σκίασης, απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2008, Somm κατά ΓΕΕΑ (Στέγαστρο), T‑351/07, Συλλογή, EU:T:2008:591, σκέψη 29, και σχετικά με ωρολόγια χειρός πολυτελείας και δίσκους ωρολογίων χειρός πολυτελείας, απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2009, Lange Uhren κατά ΓΕΕΑ (Γεωμετρικά σχήματα στον δίσκο ωρολογίου χειρός), T‑152/07, Συλλογή, EU:T:2009:324, σκέψη 87].

43      Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 όταν τονίζοντας την απουσία μοναδικού και αξιοσημείωτου σχεδιασμού του απεικονιζόμενου σφιγκτήρα, καθόσον αυτός παρουσιάζει μόνο μικρές διαφορές σε σχέση με τα άλλα προϊόντα του είδους αυτού. Πράγματι, ο επίμαχος σφιγκτήρας δεν φαίνεται, εν προκειμένω, να εμφανίζει έναν τόσο ασυνήθη χαρακτήρα ώστε να μπορεί να κριθεί ότι λόγω της τρισδιάστατης απεικονίσεώς του και μόνον το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει την εγγενή ικανότητα να διακρίνει τα προϊόντα που πρόκειται να καλύψει από αυτά των ανταγωνιστών της προσφεύγουσας.

44      Καίτοι η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν παρέθεσε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο προς στήριξη του συμπεράσματος αυτού, εντούτοις το επιχείρημα αυτό δεν στηρίζεται στα πραγματικά περιστατικά. Συναφώς, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών εξέτασε τα δείγματα σφιγκτήρων που παράγουν οι ανταγωνιστές της προσφεύγουσας, σημειώνοντας ότι βάσει αυτών μπορούσε μόνον να αποδειχθεί ότι οι λαβίδες μπορούσαν να «έχουν διαφορετικούς λειτουργικούς ή και αισθητικούς σχεδιασμούς», αλλ’ ότι «οι διαφορές αυτές του προϊόντος» δεν συνεπάγονταν τη διαπίστωση «ότι προσλαμβανόμενες ως σύνολο επιτελούσαν τη λειτουργία του σήματος» (σκέψη 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Ορθώς ανέφερε στην προσφεύγουσα ότι δεν αρκούσε να μπορεί το κοινό να αναγνωρίζει τις διαφορές μεταξύ των διαφορετικών σφιγκτήρων, κάτι το οποίο είναι, πράγματι, εφικτό για ένα ειδικευμένο κοινό όπως εν προκειμένω, αλλ’ ότι έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί την παραλλαγή του σφιγκτήρα που παρουσίασε η προσφεύγουσα ως «τόσο διαφορετική [ώστε] να την αναγνωρίσει ως ένδειξη προελεύσεως» (σκέψη 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Όπως όμως ορθώς σημείωσε το τμήμα προσφυγών, οι διαφορές που παρουσιάζει ο επίμαχος σφιγκτήρας, οι οποίες βεβαίως μπορούν να προσδιοριστούν, εμφανίζονται ωστόσο ως απλές λειτουργικές παραλλαγές σφιγκτήρων. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν δύνανται συνεπώς να εξατομικεύσουν το επίμαχο προϊόν και να δηλώσουν, αυτά και μόνο, συγκεκριμένη εμπορική προέλευση.

45      Όσον αφορά, τέλος, τον αποδεικτικό χαρακτήρα της δημοσκοπήσεως που προσκόμισε η προσφεύγουσα κατά τη διαδικασία ενώπιον του ΓΕΕΑ σχετικά με τον διακριτικό χαρακτήρα του επίμαχου τρισδιάστατου σήματος, πρέπει να τονιστεί ότι ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η πραγματοποίηση της δημοσκοπήσεως αυτής αφορούσε μόνο το ειδικευμένο γερμανόφωνο κοινό και όχι το ειδικευμένο κοινό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο είναι εν προκειμένω το ενδιαφερόμενο κοινό. Συγκεκριμένα, έστω και αν πρόκειται για αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου κοινοτικού σήματος, που δεν προϋποθέτει γλωσσικές γνώσεις για την «ανάγνωσή» του, όπως ορθώς ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, γεγονός παραμένει ότι το γερμανόφωνο ειδικευμένο κοινό είναι πιο εξοικειωμένο με τα προϊόντα που εμπορεύονται γερμανικές ή αυστριακές εταιρίες, οπότε έχει φυσικά την τάση να αναφέρει συχνότερα την επωνυμία τους σε μια σφυγμομέτρηση απ’ ό,τι το ειδικευμένο κοινό της Ένωσης, συνολικά θεωρούμενο.

46      Επιπλέον, η προσφεύγουσα, αναφέροντας τα αποτελέσματα της εν λόγω δημοσκοπήσεως, είχε ισχυριστεί ενώπιον του τμήματος προσφυγών (σκέψη 6, τέταρτη περίπτωση, της προσβαλλομένης αποφάσεως) ότι «υψηλό ποσοστό του γερμανικού ειδικευμένου κοινού» είχε αναγνωρίσει τον κατασκευαστή του τρισδιάστατου σχήματος του οποίου είχε ζητηθεί η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος. Ο διακριτικός χαρακτήρας όμως πρέπει να γίνεται αντιληπτός, αυτός καθαυτόν, από το σύνολο του ενδιαφερομένου κοινού (ήτοι από το ενδιαφερόμενο κοινό της Ένωσης). Ως εκ τούτου, ορθώς το τμήμα προσφυγών απέρριψε τη δημοσκόπηση αυτή ως μη ικανή να αναιρέσει το συμπέρασμά του σχετικά με την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του επίμαχου τρισδιάστατου σημείου.

47      Αν η προσφεύγουσα επικαλούνταν τα αποτελέσματα της δημοσκοπήσεως αυτής ως αποδεικνύοντα ότι για το ενδιαφερόμενο κοινό το εν λόγω σημείο έχει διακριτικό χαρακτήρα ως προς το προϊόν το οποίο αυτή ήδη εμπορεύεται και το οποίο το σημείο αυτό απεικονίζει, θα έπρεπε να αναφερθεί ότι το επιχείρημα αυτό αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα που το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση απέκτησε διά της χρήσεως που του έχει γίνει. Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών δεν πλανήθηκε περί το δίκαιο υπενθυμίζοντας ότι ένα τέτοιο στοιχείο δεν μπορούσε να οδηγήσει στον αποκλεισμό της εκ μέρους του ΓΕΕΑ εφαρμογής ενός απόλυτου λόγου απαραδέκτου υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 [βλ. υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2002, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα φακών τσέπης), T-88/00, Συλλογή, EU:T:2002:28, σκέψη 39], και θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη μόνο στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού, το οποίο ουδέποτε επικαλέστηκε η προσφεύγουσα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

48      Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι το επίμαχο τρισδιάστατο σήμα εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα για το σύνολο των οικείων προϊόντων υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

49      Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, του κανονισμού

50      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το τμήμα προσφυγών, στη σκέψη 23 της προσβαλλομένης αποφάσεως, με την οποία ολοκληρώνεται το σκεπτικό της αποφάσεως αυτής, μόνο πλεοναστικώς ανέφερε τη δυνατότητα που είχε ο εξεταστής να απορρίψει επίσης την αίτηση καταχωρίσεως του σήματος της προσφεύγουσας βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, περιπτώσεις i και ii, του κανονισμού 207/2009, χωρίς να εφαρμόσει το άρθρο αυτό. Από τη διατύπωση της σκέψεως αυτής προκύπτει, πράγματι, ότι, για λόγους που άπτονται της όλης οικονομίας της διαδικασίας, το τμήμα προσφυγών δεν θέλησε να αναπέμψει την υπόθεση στον εξεταστή για πρόσθετη απόφαση, δεδομένου ότι η αίτηση έπρεπε «εν πάση περιπτώσει να απορριφθεί βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009», η νομιμότητα δε της εκτιμήσεως αυτής επιβεβαιώθηκε στις σκέψεις 30 έως 48 ανωτέρω.

51      Συνεπώς, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν στηρίχθηκε στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, περιπτώσεις i και ii, του κανονισμού 207/2009, όπως υπενθυμίζει το ΓΕΕΑ με το υπόμνημά του αντικρούσεως, ο λόγος ακυρώσεως που αντλείται από την παράβαση της διατάξεως αυτής δεν μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως.

52      Για τον ίδιο αυτό λόγο, δεν υπήρξε παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009, σύμφωνα με το οποίο οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ αιτιολογούνται. Δεδομένου ότι πρόκειται για στοιχείο επί του οποίου το τμήμα προσφυγών αποφάσισε οίκοθεν να μη στηρίξει την απόφασή του, προφανώς δεν απαιτούνταν η προηγούμενη διαβούλευση με την προσφεύγουσα.

53      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

54      Επομένως, χωρίς να είναι ανάγκη να αποφανθεί το Γενικό Δικαστήριο επί του παραδεκτού του εγγράφου που προσκόμισε η προσφεύγουσα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

55      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

56      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα του ΓΕΕΑ.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Peri GmbH στα δικαστικά έξοδα.

Γρατσίας

Kancheva

Wetter

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 25 Σεπτεμβρίου 2014

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.