Language of document :

Προσφυγή της 7ης Οκτωβρίου 2014 – Arcofin κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-711/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Arcofin SCRL (Schaerbeek, Βέλγιο), Arcopar SCRL (Schaerbeek), και Arcoplus (Schaerbeek) (εκπρόσωποι: R. B. Martens, A. Verlinden και C. Maczkovics, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της,

επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της, καθόσον κηρύσσει ασύμβατο προς την εσωτερική αγορά το μέτρο ενισχύσεως, διατάσσει το βελγικό δημόσιο να ανακτήσει την ενίσχυση και να απόσχει από κάθε καταβολή εγγυήσεως στα φυσικά πρόσωπα τα οποία κατέχουν μερίδια στις προσφεύγουσες,

έτι πιο επικουρικώς, να ακυρώσει τα άρθρα 2, 3 και 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως καθόσον με τα άρθρα αυτά διατάσσεται το βελγικό δημόσιο να ανακτήσει την ενίσχυση και να απόσχει από κάθε καταβολή εγγυήσεως στα φυσικά πρόσωπα τα οποία κατέχουν μερίδια στις προσφεύγουσες,

εν πάση περιπτώσει, να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως 2014/686/ΕE της Επιτροπής, της 3ης Ιουλίου 2014 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 1021 τελικό], σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.33927 (12/C) (πρώην 11/NN) που εφάρμοσε το Βέλγιο – Σύστημα εγγύησης για την προστασία των μεριδίων φυσικών προσώπων που είναι μέλη χρηματοπιστωτικών συνεταιρισμών (ΕΕ L 284, σ. 53).

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγουσες προβάλλουν πέντε λόγους ακυρώσεως.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, 108 και 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) 659/19991 , από παραβίαση της αρχής της αιτιολογήσεως των νομικών πράξεων και από παράβαση των διαδικαστικών κανόνων που διέπουν το βάρος αποδείξεως και τη διεξαγωγή των αποδείξεων, καθόσον η Επιτροπή διαπίστωσε εσφαλμένως και χωρίς να αιτιολογήσει την κρίση της ότι οι προσφεύγουσες ήταν οι μόνες πραγματικές δικαιούχοι της ενισχύσεως.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, και 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ και από παραβίαση της αρχής της αιτιολογήσεως των νομικών πράξεων, καθώς και από πλάνη εκτιμήσεως περί τα πραγματικά περιστατικά, καθόσον η Επιτροπή διαπίστωσε εσφαλμένως και χωρίς να αιτιολογήσει την κρίση της ότι το καθεστώς εγγυήσεως ήταν ικανό να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό άλλων χρηματοπιστωτικών συνεταιρισμών και παρόχων επενδυτικών προϊόντων, καθώς και να επηρεάσει τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές.Ο τρίτος λόγος, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, αντλείται από παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή εσφαλμένως απεφάνθη ότι το καθεστώς εγγυήσεως ήταν ασύμβατο προς την εσωτερική αγορά.Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι, μολονότι υφίσταται κρατική ενίσχυση, αυτή θα έπρεπε να είχε κριθεί συμβατή προς την εσωτερική αγορά ως ενίσχυση προοριζόμενη να αποκαταστήσει σοβαρή διαταραχή της βελγικής οικονομίας υπό την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ.Ο τέταρτος λόγος, ο οποίος προβάλλεται έτι πιο επικουρικώς, αντλείται από παράβαση του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, του άρθρου 14, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 και από παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθόσον η εμπιστοσύνη την οποία οι προσφεύγουσες ευλόγως μπορούσαν να διατηρούν όσον αφορά τη νομιμότητα του μέτρου αντιτίθεται στην απαίτηση της Επιτροπής περί ανακτήσεως της ενισχύσεως. Ο πέμπτος λόγος, ο οποίος προβάλλεται έτι πιο επικουρικώς, αντλείται από παράβαση των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ και από τον κανονισμό (ΕΚ) 659/1999, από υπέρβαση εξουσίας ή, τουλάχιστον, από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, καθόσον η απόφαση με την οποία η Επιτροπή διατάσσει κράτος μ

έλος να λάβει ιδιαίτερο μέτρο για την κατάργηση της ενισχύσεως, όπως εν προκειμένω την αποχή από κάθε πληρωμή στα φυσικά πρόσωπα τα οποία κατέχουν μερίδια στις προσφεύγουσες, υπερβαίνει προδήλως τις εξουσίες της Επιτροπής ή είναι, τουλάχιστον, προδήλως δυσανάλογη.

____________

____________

1 Κανονισμός (ΕΚ)