Language of document : ECLI:EU:T:2016:727

Υπόθεση T‑713/14

Organisation des salariés auprès des institutions européennes et internationales en République fédérale d’Allemagne (IPSO)

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

«ΕΚΤ – Προσωπικό της ΕΚΤ – Προσωρινώς απασχολούμενοι – Περιορισμός της μέγιστης διάρκειας παροχής υπηρεσιών από έναν και τον αυτό προσωρινώς απασχολούμενο υπάλληλο – Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξη υποκείμενη σε προσφυγή – Άμεσος και ατομικός επηρεασμός – Έννομο συμφέρον – Προθεσμία ασκήσεως προσφυγής – Παραδεκτό – Παράλειψη ενημερώσεως και διαβουλεύσεως με την προσφεύγουσα συνδικαλιστική οργάνωση – Εξωσυμβατική ευθύνη»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 13ης Δεκεμβρίου 2016

1.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις υποκείμενες σε προσφυγή – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Εκτίμηση βάσει αντικειμενικών κριτηρίων – Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που περιορίζει τη μέγιστη διάρκεια παροχής υπηρεσιών από έναν και τον αυτό προσωρινώς απασχολούμενο υπάλληλο – Εμπίπτει

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις υποκείμενες σε προσφυγή – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Πράξη απηχούσα την πρόθεση ενός θεσμικού οργάνου να ακολουθήσει συγκεκριμένη γραμμή συμπεριφοράς σε ορισμένο τομέα – Δεν εμπίπτει

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

3.      Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Προσφυγή επαγγελματικής ενώσεως για την προάσπιση και την εκπροσώπηση των μελών της – Παραδεκτό – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

4.      Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που περιορίζει τη μέγιστη διάρκεια παροχής υπηρεσιών από έναν και τον αυτό προσωρινώς απασχολούμενο υπάλληλο – Προσφυγή συνδικαλιστικής οργανώσεως που δραστηριοποιείται για την προάσπιση των συμφερόντων του προσωπικού της Τράπεζας – Παραδεκτό

(Άρθρο 263, εδ. 6, ΣΛΕΕ)

5.      Προσφυγή ακυρώσεως – Έννομο συμφέρον – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Προσφυγή δυνάμενη να προσπορίσει όφελος στον προσφεύγοντα – Παραδεκτό

(Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ)

6.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως

(Άρθρο 263, εδ. 6, ΣΛΕΕ)

7.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Έναρξη – Πράξη που δεν δημοσιεύτηκε ούτε κοινοποιήθηκε στον προσφεύγοντα – Ακριβής γνώση του περιεχομένου και των αιτιολογικών σκέψεων – Υποχρέωση να ζητηθεί το πλήρες κείμενο της πράξεως εντός εύλογης προθεσμίας αφότου έγινε γνωστή η ύπαρξή της

(Άρθρο 263, εδ. 6, ΣΛΕΕ)

8.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα των εργαζομένων στην ενημέρωση και τη διαβούλευση στο πλαίσιο της επιχειρήσεως – Δυνατότητα αυτοτελούς επικλήσεως διατάξεως της οδηγίας 2002/14 – Αποκλείεται

(Άρθρο 6, παράγραφος 1, εδ. 3, ΣΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 27 και 52 § 7· οδηγία 2002/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

9.      Κοινωνική πολιτική – Ενημέρωση και διαβούλευση με τους εργαζομένους – Οδηγία 2002/14 – Πεδίο εφαρμογής – Εργαζόμενος – Έννοια – Ύπαρξη σχέσεως εργασίας – Κριτήρια εκτιμήσεως – Προσωρινά απασχολούμενοι που τίθενται στη διάθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Εμπίπτουν

(Οδηγία 2002/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2, στοιχείο γʹ)

10.    Πράξεις των οργάνων – Οδηγίες – Απευθείας επιβολή υποχρεώσεων στα θεσμικά όργανα της Ένωσης στις σχέσεις τους με το προσωπικό τους – Αποκλείεται – Δυνατότητα επικλήσεως – Περιεχόμενο

(Άρθρο 288 ΣΛΕΕ · οδηγία 2002/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

11.    Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Συνθήκες απασχολήσεως – Συμμόρφωση προς τις οδηγίες της Ένωσης στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής – Ιδιαίτερες υποχρεώσεις που βαρύνουν την Τράπεζα – Δεν υφίστανται

(Όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 9, στοιχείο γʹ· οδηγία 2002/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

12.    Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εκπροσώπηση – Συνδικαλιστική οργάνωση που έχει δικαίωμα στην ενημέρωση και τη διαβούλευση – Υποχρεωτική διαβούλευση – Περιεχόμενο

13.    Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εκπροσώπηση – Συνδικαλιστική οργάνωση που έχει δικαίωμα στην ενημέρωση και τη διαβούλευση – Έλλειψη διαβουλεύσεως προ της εκδόσεως αποφάσεως περί ζητημάτων που άπτονται της προσωρινής απασχολήσεως – Δεν επιτρέπεται

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 27· οδηγία 2002/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

14.    Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Ζημία – Αιτιώδης συνάφεια

(Άρθρο 340, εδ. 2 και 3, ΣΛΕΕ)

1.      Μόνον τα επαγόμενα υποχρεωτικά έννομα αποτελέσματα, ικανά να θίξουν τα συμφέροντα των τρίτων μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική κατάστασή τους, μέτρα συνιστούν πράξεις δυνάμενες να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως. Προκειμένου να καθοριστεί εάν μια πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση επάγεται τέτοια αποτελέσματα, σημασία έχει η ουσία της πράξεως, το πλαίσιο εντός του οποίου καταρτίστηκε καθώς και η βούληση του συντάκτη της για τον χαρακτηρισμό της πράξεως αυτής. Αντιθέτως, η μορφή των πράξεων είναι κατ’ αρχήν αδιάφορη όσον αφορά το παραδεκτό της προσφυγής ακυρώσεως. Εντούτοις, δεν μπορεί να αποκλειστεί η συνεκτίμηση από το Γενικό Δικαστήριο του τύπου υπό τον οποίο εκδόθηκαν οι πράξεις των οποίων ζητείται η ακύρωση, καθό μέτρο παρέχει ενδεχομένως τη δυνατότητα προσδιορισμού της φύσεως της πράξεως.

Συνεπώς, μόνον η πράξη διά της οποίας ο συντάκτης της καθορίζει τη θέση του κατά τρόπο οριστικό και μη αμφιλεγόμενο, υπό μορφή επιτρέπουσα την εξακρίβωση της φύσεώς της, συνιστά απόφαση δυνάμενη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως.

Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση αποφάσεως της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θέτουσας κανόνες γενικής εφαρμογής οι οποίοι καθορίζουν κατά τρόπο οριστικό ορισμένα κριτήρια που πρέπει να ισχύουν στο πλαίσιο της προσλήψεως προσωρινώς απασχολουμένων εντός αυτού του θεσμικού οργάνου, ήτοι τη μέγιστη διάρκεια της απασχολήσεως ενός και του αυτού προσωρινώς απασχολούμενου υπαλλήλου στον οποίον ανατίθενται καθήκοντα γραμματειακής και διοικητικής φύσεως.

Μια τέτοια πράξη παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα, στον βαθμό που η Τράπεζα δεν μπορεί, ενόσω ο κανόνας αυτός δεν έχει τύποις τροποποιηθεί ή καταργηθεί, να μην τον εφαρμόζει κατά την εκτίμηση προσφορών από επιχειρήσεις προσωρινής απασχολήσεως στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεων σε σχέση με την εκ μέρους του θεσμικού οργάνου πρόσληψη προσωρινώς απασχολουμένων.

(βλ. σκέψεις 17, 18, 20, 22, 23)

2.      Δεν αποτελεί πράξη υποκείμενη σε προσφυγή, κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, μέτρο θεσμικού οργάνου που εκφράζει μόνον την πρόθεσή του, ή την πρόθεση κάποιας υπηρεσίας του, να ενεργήσει με ορισμένο τρόπο σε έναν συγκεκριμένο τομέα. Τέτοιες εσωτερικές υποδείξεις, που εκθέτουν τις γενικές γραμμές βάσει των οποίων το θεσμικό όργανο προτίθεται να εκδώσει, κατ’ εφαρμογήν των εφαρμοστέων διατάξεων, αργότερα ατομικές αποφάσεις, η νομιμότητα των οποίων θα μπορεί να αμφισβητηθεί με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 263 ΣΛΕΕ, παράγουν έννομα αποτελέσματα μόνον εντός της εσωτερικής σφαίρας της διοικήσεως και δεν δημιουργούν δικαιώματα ή υποχρεώσεις σε σχέση με τρίτους. Τέτοιες πράξεις δεν συνιστούν επομένως βλαπτικές πράξεις, δυνάμενες, ως τέτοιες, να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ.

(βλ. σκέψη 19)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 44, 46-49)

4.      Το γεγονός και μόνον ότι μια συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί το προσωπικό συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στην έκδοση πράξεως δεν αρκεί για να μεταβάλει τη φύση του δικαιώματος προσφυγής το οποίο, στο πλαίσιο του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, μπορεί να έχει κατά της πράξεως αυτής. Εντούτοις, η προσφυγή ενώσεως μπορεί να κριθεί παραδεκτή, όταν προασπίζεται τα δικά της συμφέροντα τα οποία διαφέρουν από αυτά των μελών της, ιδίως όταν εθίγη η θέση της ως διαπραγματεύτριας από την προσβαλλόμενη πράξη, και τούτο σε ιδιαίτερες καταστάσεις, στις οποίες είχε θέση διαπραγματευτή σαφώς καθορισμένη και στενά συνδεόμενη με αυτό τούτο το αντικείμενο της αποφάσεως, γεγονός που την έθετε σε πραγματική κατάσταση η οποία τη διαφοροποιούσε σε σχέση προς κάθε άλλο πρόσωπο.

Όσον αφορά την άσκηση προσφυγής από συνδικαλιστική οργάνωση κατά αποφάσεως της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με την οποία επιβάλλεται περιορισμός στη μέγιστη διάρκεια απασχολήσεως ενός προσωρινώς απασχολουμένου, η θέση του κοινωνικού συνομιλητή της εν λόγω οργανώσεως στο πλαίσιο των συζητήσεων σχετικά με τους προσωρινώς απασχολουμένους, που αφορούσε, μεταξύ άλλων, το ζήτημα της διάρκειας της απασχολήσεώς τους στην Τράπεζα, αρκεί για να αποδειχθεί ότι η προσβαλλόμενη πράξη την αφορά ατομικά κατά την έννοια του άρθρου 263, έκτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Η ιδιότητα αυτή, πράγματι, τη χαρακτηρίζει στον βαθμό που, μεταξύ των διαφόρων συνδικαλιστικών οργανώσεων που ενδεχομένως δραστηριοποιούνται για την προάσπιση των συμφερόντων των απασχολουμένων από ή των εργαζομένων για την Τράπεζα, αυτή συμμετείχε στις συζητήσεις με την Τράπεζα ακριβώς για ζητήματα που καλύπτει η προσβαλλόμενη πράξη, πράγμα που την εξατομικεύει σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη συνδικαλιστική οργάνωση.

Ομοίως, η προσβαλλόμενη πράξη αφορά άμεσα την εν λόγω οργάνωση, στον βαθμό που αυτή είχε ως άμεση συνέπεια τον επηρεασμό της θέσεώς της ως κοινωνικού συνομιλητή την οποία είχε στο πλαίσιο των συζητήσεων σχετικά με τα ζητήματα των προσωρινώς απασχολουμένων, καθώς της στέρησε τη δυνατότητα να συμμετάσχει στη λήψη της αποφάσεως και να την επηρεάσει.

(βλ. σκέψεις 52, 53, 58, 59)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 63, 64)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 68)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 69-72)

8.      Το άρθρο 27 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιερώνει το δικαίωμα στη διαβούλευση και την ενημέρωση των εργαζομένων στην επιχείρηση. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να τυγχάνουν εφαρμογής στις σχέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του προσωπικού τους.

Εντούτοις, κατά το ίδιο το γράμμα των διατάξεων του άρθρου 27 του Χάρτη, η άσκηση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνουν περιορίζεται στις περιπτώσεις και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές.

Επομένως, το άρθρο 27 του Χάρτη, το οποίο δεν θέτει κανένα κανόνα δικαίου άμεσης ισχύος, δεν είναι αφ’ εαυτού ικανό να απονείμει στους ιδιώτες δικαίωμα στη διαβούλευση και στην ενημέρωση δυνάμενο να προβληθεί ως τέτοιο.

Πράγματι, κατά τις επεξηγήσεις σχετικά με το άρθρο 27 του Χάρτη, οι οποίες, συμφώνως προς το άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, ΣΕΕ και το άρθρο 52, παράγραφος 7, του Χάρτη, πρέπει να συνεκτιμώνται για την ερμηνεία του, το κεκτημένο της Ένωσης στον τομέα που ορίζει το άρθρο 27 του Χάρτη, το οποίο διευκρινίζει τις προϋποθέσεις εφαρμογής του, αποτελείται, μεταξύ άλλων, από την οδηγία 2002/14, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(βλ. σκέψεις 84-86, 88)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 97, 99, 101)

10.    Δεδομένου ότι αποδέκτες των οδηγιών είναι τα κράτη μέλη και όχι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι διατάξεις της οδηγίας 2002/14, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, επιβάλλουν αυτές καθ’ εαυτές υποχρεώσεις στα θεσμικά όργανα στο πλαίσιο των σχέσεών τους με το προσωπικό τους.

Εντούτοις, όπως έχει ήδη κριθεί, το γεγονός ότι μια οδηγία δεν δεσμεύει, αυτή καθ’ εαυτήν, τα θεσμικά όργανα δεν μπορεί να αποκλείσει τη δυνατότητα επικλήσεως των κανόνων ή των αρχών που θεσπίζει η οδηγία κατά των θεσμικών οργάνων όταν αυτοί οι κανόνες και αυτές οι αρχές αποτελούν απλώς ειδική έκφραση θεμελιωδών κανόνων της Συνθήκης και γενικών αρχών η τήρηση των οποίων επιβάλλεται ευθέως στα εν λόγω θεσμικά όργανα. Συγκεκριμένα, σε μια κοινότητα δικαίου, η ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου αποτελεί θεμελιώδη επιταγή και κάθε υποκείμενο δικαίου υπόκειται στην αρχή του σεβασμού της νομιμότητας. Έτσι, τα θεσμικά όργανα οφείλουν να τηρούν τους κανόνες της Συνθήκης ΛΕΕ και τις γενικές αρχές του δικαίου που έχουν εφαρμογή επ’ αυτών, όπως κάθε άλλο υποκείμενο δικαίου.

Ομοίως, μια οδηγία μπορεί να δεσμεύει ένα θεσμικό όργανο, όταν το όργανο αυτό, ιδίως στο πλαίσιο της οργανωτικής αυτονομίας του, επιδίωξε να εκπληρώσει ορισμένη υποχρέωση που προβλέπει η οδηγία ή ακόμη στην περίπτωση που μια εσωτερική πράξη γενικής εφαρμογής παραπέμπει η ίδια ρητώς σε μέτρα που έχει λάβει ο νομοθέτης της Ένωσης κατ’ εφαρμογήν των Συνθηκών. Τέλος, τα θεσμικά όργανα οφείλουν, σύμφωνα με το καθήκον καλόπιστης συνεργασίας που υπέχουν, να λαμβάνουν υπ’ όψιν στη συμπεριφορά τους ως εργοδοτών νομοθετικές διατάξεις που έχουν εκδοθεί σε επίπεδο Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 104-106)

11.    Έστω και εάν το άρθρο 9, στοιχείο γʹ, των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας απηχεί τη γενική αρχή κατά την οποία η ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου απαιτεί να τηρούν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης τους κανόνες δικαίου της Ένωσης, περιλαμβανομένων των οδηγιών, και μολονότι μια πράξη της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με το σύνολο του πρωτογενούς δικαίου, εντούτοις δεν κάνει λόγο για δέσμευση της Τράπεζας να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση, ιδίως την υποχρέωση να ενημερώνει και να διαβουλεύεται με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, όπως είναι αυτή την οποία προβλέπει η οδηγία 2002/14, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(βλ. σκέψη 111)

12.    Όσον αφορά το δικαίωμα στη διαβούλευση και την ενημέρωση που αναγνωρίζεται σε συνδικαλιστική οργάνωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δυνάμει συμφωνίας-πλαίσιο κατά το οποίο το δικαίωμα αυτό αφορά την παροχή στη συνδικαλιστική οργάνωση της δυνατότητας να επηρεάζει τη λήψη αποφάσεων, πρόκειται για περιορισμένης εκτάσεως συμμετοχή στη λήψη αποφάσεως, στον βαθμό που δεν συνεπάγεται καμία υποχρέωση της διοικήσεως να δώσει συνέχεια στις παρατηρήσεις που διατυπώνονται, αλλά να παράσχει τη δυνατότητα στους ενδιαφερομένους, με τη διαμεσολάβηση εκπροσώπου των συμφερόντων τους, να εκφράσουν τη γνώμη τους προ της εκδόσεως ή της τροποποιήσεως πράξεων γενικής ισχύος που τους αφορούν, και τούτο, μεταξύ άλλων, έχοντας πρόσβαση σε οποιαδήποτε κρίσιμη πληροφορία καθ’ όλη τη διαδικασία εκδόσεως τέτοιων πράξεων, καθώς το ζητούμενο είναι να παρέχεται η δυνατότητα σε συνδικαλιστική οργάνωση να συμμετέχει στη διαδικασία διαβουλεύσεως με τον κατά το δυνατόν πληρέστερο και αποτελεσματικότερο τρόπο.

Έτσι, για να μην αναιρείται η πρακτική αποτελεσματικότητα της υποχρεώσεως διαβουλεύσεως, η διοίκηση πρέπει να τηρεί την υποχρέωση αυτή οσάκις η διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων ενδέχεται να επηρεάσει το περιεχόμενο της θεσπιζομένης πράξεως.

(βλ. σκέψεις 146, 147)

13.    Εκδίδοντας απόφαση η οποία καθορίζει κατά τρόπο οριστικό ορισμένα κριτήρια που πρέπει να ισχύουν στο πλαίσιο της προσλήψεως προσωρινώς απασχολουμένων εντός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας χωρίς την προηγούμενη συμμετοχή συνδικαλιστικής οργανώσεως που διαθέτει δικαίωμα στην ενημέρωση και τη διαβούλευση, μολονότι το αντικείμενό της ενέπιπτε στις συζητήσεις που διεξάγονταν εντός της ομάδας εργασίας στην οποία η εν λόγω οργάνωση συμμετείχε, και χωρίς να αναμείνει την έκθεση αυτής της ομάδας εργασίας, η Τράπεζα δεν σεβάστηκε τα δικαιώματα της συνδικαλιστικής οργανώσεως στην ενημέρωση και τη διαβούλευση, όπως αυτά αποτελούν μέρος των προνομιών της ως συνδικαλιστικής οργανώσεως εκπροσωπούσας τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων προσώπων, κατά παράβαση του άρθρου 27 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτό έχει διευκρινιστεί από την οδηγία 2002/14, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, τεθείσα σε εφαρμογή από τη συμφωνία-πλαίσιο, όπως επεκτάθηκε στους προσωρινώς απασχολουμένους με τη δημιουργία της ομάδας εργασίας.

(βλ. σκέψη 148)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 155)