Language of document :

Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2008 -Γερμανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-270/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma, επικουρούμενος από τον C. von Donat, δικηγόρο)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση C(2008) 1615 τελικό της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2008, περί μειώσεως της συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), που χορηγήθηκε με την απόφαση C(94) 1973 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 1994, για το επιχειρησιακό πρόγραμμα Βερολίνο (ανατολικό τμήμα) στόχος αριθ. 1 (1994-1999), στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή μείωσε την οικονομική ενίσχυση του ΕΤΠΑ στο επιχειρησιακό πρόγραμμα για την υπαγόμενη στον στόχο αριθ. 1 περιοχή του ομόσπονδου κράτους του Βερολίνου στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (1994-1999).

Η προσφεύγουσα προβάλλει ως πρώτο λόγο ακυρώσεως ότι η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένως τα πραγματικά περιστατικά. Η προσφεύγουσα προσάπτει, ειδικότερα, στην Επιτροπή ότι δεν έλαβε υπόψη της ορισμένα αποτελέσματα αναλύσεων και ότι θεώρησε αδικαιολογήτως ως δεδομένη την ύπαρξη συστηματικών σφαλμάτων διαχειρίσεως και ελέγχου.

Η προσφεύγουσα προβάλλει, δεύτερον, ότι η εφαρμογή γενικών και κατ' αποκοπή χρηματοοικονομικών διορθώσεων στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος για το διάστημα 1994-1999 στερείται νομικής βάσεως, διότι, κατά το διάστημα αυτό, δεν υφίστατο ρύθμιση παρόμοια με αυτή του άρθρου 39 του κανονισμού (ΕΚ) 1260/99 1. Επιπλέον, επαρκή νομική βάση δεν παρέχουν ούτε οι διατάξεις του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) 4253/88 2 ούτε οι εσωτερικές οδηγίες της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 1997, σχετικά με τις αμιγείς δημοσιονομικές διορθώσεις στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 24 του κανονισμού 4253/88 ούτε η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του άρθρου 274 ΕΚ. Επίσης, κατά την προσφεύγουσα, δεν υφίσταται μακροχρόνια και γενικά αποδεκτή διοικητική πρακτική.

Η προσφεύγουσα προβάλλει, ακόμη, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το άρθρο 24, παράγραφος 2, του κανονισμού 4253/88, καθόσον δεν υφίσταται παρατυπία κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. Προβάλλει ακόμη, στο πλαίσιο αυτό, ότι, ακόμη και αν πληρούνται οι κατά το άρθρο 24, παράγραφος 2, του κανονισμού 4253/88 προϋποθέσεις μειώσεως της χρηματοδοτικής συνδρομής, η Επιτροπή όφειλε, στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει, να εκτιμήσει αν η μείωση είναι δυσανάλογη.

Επικουρικώς, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι οι γενικές διορθώσεις είναι δυσανάλογες και ότι η Επιτροπή προέβη σε κατ' αποκοπή διορθώσεις χωρίς επαρκή στοιχεία.

Προσάπτει, ακόμη, στην καθής ότι παρέβη την υποχρέωσή της για επαρκή αιτιολόγηση της αποφάσεώς της.

Η προσφεύγουσα προβάλλει, τέλος, ότι η Επιτροπή παρέβη την αρχή της εταιρικής σχέσεως, διότι, παρά τη διενέργεια πολλών ελέγχων κατά το διάστημα 1994-1999, ουδέποτε εξέφρασε την πρόθεση να επιβάλει δημοσιονομικές κυρώσεις λόγω συστηματικών πλημμελειών.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά Ταμεία (ΕΕ L 161, σ. 1).

2 - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4253/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2052/88, όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (ΕΕ L 374, σ. 1)