Language of document :

Προσφυγή της Ουγγρικής Δημοκρατίας κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ασκήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2011

(Υπόθεση T-37/11)

Γλώσσα της διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Ουγγαρίας (εκπρόσωποι: M.Z. Fehér, K. Szíjjártó y G. Koós)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση υπ' αριθ. 3.241.011.280 της Επιτροπής η οποία περιλαμβάνει εντολή εισπράξεως καθόσον, όσον αφορά τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, χαρακτηρίζονται ως μη επιλέξιμες για επιδότηση σύμφωνα με τη διευκόλυνση Σένγκεν, ορισμένες δαπάνες σχετικά με τα μέτρα 1, 3, 4, 5 και 6 του σκοπού III/A, με τον τελωνειακό σκοπό III/B και, στο πλαίσιο του σκοπού I/C, με τη θέσπιση ελέγχου των υδάτινων συνόρων του Mohács και τον εμπορευματικό σιδηροδρομικό σταθμό του Eperjeske.

επικουρικώς, να ακυρώσει εν μέρει την απόφαση υπ' αριθ. 3.241.011.280 της Επιτροπής η οποία περιλαμβάνει εντολή εισπράξεως, καθόσον, όσον αφορά τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, χαρακτηρίζονται ως μη επιλέξιμες για επιδότηση ή μόνον εν μέρει επιλέξιμες για επιδότηση, σύμφωνα με τη διευκόλυνση Σένγκεν, ορισμένες δαπάνες σχετικά με τα μέτρα 1, 3, 4, 5 και 6 του σκοπού III/A και τον τελωνειακό σκοπό III/B.

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους:

Κύρια αιτίαση: προσβολή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και των δικαιολογημένων προσδοκιών και παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου

Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ασάφεια του νομοθετικού πλαισίου και του σημαντικού ποσού της χορηγηθείσας ενισχύσεως στο πλαίσιο της διευκολύνσεως Σένγκεν, είναι προφανώς εύλογο να βασίζεται, κατά τη διάρκεια της εκτελέσεως του προγράμματος, στις πληροφορίες τις οποίες παρέχει η Επιτροπή σε απάντηση στις ρητές αιτήσεις για τη λήψη θέσης και τις πολυάριθμες εκθέσεις που εκδίδονται σε σχέση με το ενδεικτικό πρόγραμμα.

Κατά την προσφεύγουσα, η έγκριση του ενδεικτικού προγράμματος, μέσω προηγουμένης άδειας, οι έλεγχοι τους οποίους πραγματοποιεί η Επιτροπή, κατά την εκτέλεση του προγράμματος και η συνεργασία με τα κράτη μέλη συνεπάγονται ότι ο ex post έλεγχος τον οποίο μπορεί να διεξαγάγει η Επιτροπή ως προς τη δυνατότητα των σχεδίων να κάνουν χρήση της ενισχύσεως δεν επιτρέπει να τίθεται ουσιαστικώς εν αμφιβόλω η επιλεξιμότητα των σχεδίων, η οποία έχει ήδη εξετασθεί με πλείονες ευκαιρίες, χωρίς τα σχέδια αυτά να έχουν αμφισβητηθεί. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή έδωσε "εγγυήσεις" με τις περί χρηματοδοτήσεως αποφάσεις οι οποίες της δημιούργησαν δικαιολογημένη προσδοκία ότι τα απαριθμούμενα στο ενδεικτικό πρόγραμμα μέτρα είναι επιλέξιμα για επιδότηση.

Η αρχή της καλής πίστης επιβάλλει επίσης στα θεσμικά όργανα της Ένωσης αμοιβαίες υποχρεώσεις συνεργασίας με τα κράτη μέλη.

Κατά την προσφεύγουσα, αν, σε τόσο ασαφές νομοθετικό πλαίσιο δεν είναι καν δυνατό να προσδοκάται ότι η Επιτροπή θα παράσχει εκ των προτέρων σαφείς πληροφορίες ως προς την επιλεξιμότητα κάποιου σχεδίου για επιδότηση, θίγεται επίσης σοβαρώς η αρχή της ασφάλειας δικαίου.

Επικουρική αιτίαση: εσφαλμένη ερμηνεία της έννοιας του εξαντλητικού ελέγχου και έλλειψη βάσης της καθορισθείσας δημοσιονομικής διορθώσεως

Η προσφεύγουσα φρονεί ότι, με την προσβαλλομένη απόφαση, η Επιτροπή έκρινε ότι οι δαπάνες, για τις οποίες γίνεται λόγος στο επικουρικό αίτημα, δεν είναι επιλέξιμες ή είναι εν μέρει επιλέξιμες για τον λόγο ότι δεν ανταποκρίνονται ή ανταποκρίνονται μόνον εν μέρει στον σκοπό εξαντλητικού ελέγχου των συνόρων. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό λόγω εσφαλμένης ερμηνείας της έννοιας του εξαντλητικού ελέγχου.

Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι η Επιτροπή, παρά τις πληροφορίες τις οποίες διέθετε, δεν ολοκλήρωσε τους απαραίτητους ελέγχους για τον καθορισμό του ακριβούς ποσού το οποίο πρέπει να επιστραφεί όσον αφορά όλα τα μέτρα και, όσον αφορά ορισμένα εξ αυτών, καθόρισε εσφαλμένως τα ποσά στη συμφωνηθείσα τιμή. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή καθόρισε τα ποσά αυτά με βάση την εικαζομένη αναλογία μεταξύ των δραστηριοτήτων τις οποίες πραγματοποίησαν οι αρμόδιες σε θέματα συνοριακού ελέγχου αρχές και των λοιπών συναφών δραστηριοτήτων, αντί να βασισθεί στις διατάξεις του άρθρου 22, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, της αποφάσεως C(2004) 248 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2004,σχετικά με τη διαχείριση και τον έλεγχο της διευκολύνσεως Σένγκεν, και συνεπώς, στη σοβαρότητα των διαπιστωθεισών παραβάσεων της νομοθεσίας ή στη σημασία των διαπιστωθεισών ελλείψεων του συστήματος διαχειρίσεως και ελέγχου, οι οποίες, με τις συνακόλουθες δημοσιονομικές επιπτώσεις τους, προκάλεσαν τις επισημανθείσες παρατυπίες.

____________