Language of document :

Προσφυγή της 1ης Σεπτεμβρίου 2015 – Izba Gospodarcza Producentów i Operatorów Urządzeń Rozrywkowych κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-514/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Izba Gospodarcza Producentów i Operatorów Urządzeń Rozrywkowych (Βαρσοβία, Πολωνία) (εκπρόσωπος: P. Hoffman, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 12ης Ιουνίου 2015, GESTDEM 2015/1291, με την οποία απορρίπτεται το αίτημα προσβάσεως της προσφεύγουσας στην εμπεριστατωμένη γνώμη που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας κοινοποιήσεως 2014/537/PL,

    να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 17ης Ιουλίου 2015, GESTDEM 2015/1291, με την οποία απορρίπτεται το αίτημα προσβάσεως της προσφεύγουσας στην εμπεριστατωμένη γνώμη που εξέδωσε η Δημοκρατία της Μάλτας στο πλαίσιο της διαδικασίας κοινοποιήσεως 2014/537/PL,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους.

Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου προβάλλεται παράβαση της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 4, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/20011 δια της απορρίψεως της αιτήσεως προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Επιτροπής.

Δεν είναι εύλογη η ερμηνεία της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001 κατά την έννοια ότι η δημοσιοποίηση εγγράφου ευρισκομένου στην κατοχή της Επιτροπής δεν επιτρέπεται, εφόσον συνεπάγεται υπονόμευση του σκοπού του επιτόπιου ελέγχου, της έρευνας ή του λογιστικού ελέγχου, ακόμη και σε περίπτωση που το έγγραφο δεν έχει καταρτιστεί στο πλαίσιο ή για τον σκοπό τέτοιας διαδικασίας επιτόπιου ελέγχου, έρευνας ή λογιστικού ελέγχου.

Δεν ισχύει γενικό τεκμήριο ότι η δημοσιοποίηση εγγράφου υπονομεύει την προστασία του σκοπού της διαδικασίας λόγω παραβάσεως, προκειμένου περί εγγράφου προσκομισθέντος στο πλαίσιο διαδικασίας κοινοποιήσεως, διότι δεν υφίσταται τέτοιο τεκμήριο όσον αφορά τέτοια διαδικασία.

Η θέση της Επιτροπής ότι η γνώμη την οποία διατύπωσε αφορά μέτρο που αποσκοπούσε στην άρση παραβάσεως της νομοθεσίας της Ένωσης και ότι περιλαμβάνει παραπομπές στην προειδοποιητική επιστολή της Επιτροπής με την οποία κινήθηκε η διαδικασία λόγω παραβάσεως και αξιολόγηση του κοινοποιηθέντος μέτρου στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, δεν αποδεικνύει την ύπαρξη γενικού τεκμηρίου ότι η εμπεριστατωμένη γνώμη δεν πρέπει να δημοσιοποιηθεί.

Η Επιτροπή αντιφάσκει, διότι στηρίζει την απόφασή της σε γενικό τεκμήριο, πλην όμως επικαλείται και τις ιδιαιτερότητας της «συγκεκριμένης περιπτώσεως».

Δεύτερο λόγος ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 6, του κανονισμού 1049/2001 και του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, δια της απορρίψεως του αιτήματος περί μερικής προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Επιτροπής

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή θα έπρεπε να δημοσιοποιήσει εν μέρει την εμπεριστατωμένη γνώμη της, δηλαδή μετά την απάλειψη τυχόν παραπομπών στην προειδοποιητική επιστολή σχετικά με τη διαδικασία λόγω παραβάσεως.

Τρίτος λόγος ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001, λόγω απορρίψεως του αιτήματος προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Επιτροπής, παρά την ύπαρξη υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος γνωστοποιήσεώς της.

Δεδομένου ότι η εμπεριστατωμένη γνώμη αφορούσε μέτρο ήδη εξετασθέντος από το Κοινοβούλιο και ότι είχε ως αποτέλεσμα την τροποποίηση του μέτρου αυτού, η δημοσιοποίησή της είναι αναγκαία προκειμένου να μέλη του Κοινοβουλίου να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση τους ζητεί να τροποποιήσουν το υποβληθέν σε αυτούς νομοσχέδιο. Επομένως, υφίσταται υπέρτερο δημόσιο συμφέρον για τη δημοσιοποίησή της. Η δημοκρατική διαδικασία δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά εάν το Κοινοβούλιο καλείται να υλοποιήσει γνώμες της Επιτροπής οι οποίες δεν έχουν δημοσιοποιηθεί.Εφόσον η νομιμότητα της διαδικασίας δημοσιοποιήσεως και, συνεπώς, η δυνατότητα εφαρμογής του ψηφισμένου νομοσχεδίου εξαρτάται ενδεχομένως από το περιεχόμενο της γνώμης της Επιτροπής, υφίσταται υπέρτερο δημόσιο συμφέρον για τη δημοσιοποίησή της, λόγω του δικαιώματος στην ασφάλεια δικαίου.Τέταρτος λόγος ακυρώσεως, σχετικά με αντίθεση της απορρίψεως της αιτήσεως προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 3 και στο άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 98/34/ΕΚ  .Η άρνηση δημοσιοποιήσεως της εμπεριστατωμένης γνώμης προσκρούει στη φύση της οδηγίας 98/34, η οποία στηρίζεται στη διαφάνεια· τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο σε περίπτωση που το οικείο κράτος μέλος δεν έχει επικαλεστεί τη ρήτρα εμπιστευτικότητας του άρθρου 8, παράγραφος 4, της οδηγίας.Πέμπτος λόγος ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση της τρίτης περιπτώσεως του άρθρου 4, παράγραφος 2, του άρθρου 4, παράγραφος 5, και του άρθρου 4, παράγραφος 6, του κανονισμού 1049/2001, λόγω απορρίψεως του αιτήματος προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Μάλτας. Η απόρριψη του αιτήματος προσβάσεως στην εν λόγω γνώμη δεν μπορεί να στηριχθεί αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι η Επιτροπή σκοπεύει να συνεκτιμήσει την εμπεριστατωμένη γνώμη της Μάλτας ενόψει της εκδόσεως της αποφάσεώς της στο πλαίσιο εκκρεμούς διαδικασίας λόγω παραβάσεως ή ότι έχει συμπεριλάβει τη γνώμη αυτή στο φάκελο της εν λόγω διαδικασίας.Έκτος λόγος ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ δια της απορρίψεως του αιτήματος προσβάσεως στην εμπεριστατωμένη γνώμη της Μάλτας. Η Επιτροπή αρχικώς αρνήθηκε να αποφασίσει επί της δημοσιοποιήσεως της γνώμης της Μάλτας, επικαλούμενη λόγους οι οποίοι μπορούν να ερμηνευθούν μόνον υπό την έννοια ότι η απόφαση θα εξαρτηθεί από το εάν η Επιτροπή θα αποδεχθεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-402/12, Carl Schlyter κατά Επιτροπής, κατά την οποία οι εμπεριστατωμένες γνώμες μπορούν να δημοσιοποιούνται, ή εάν θα την προσβάλλει με αναίρεση. Η Επιτροπή, ωστόσο, δεν άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως αυτής και αρνήθηκε τη δημοσιοποίηση, για λόγους μη σχετιζόμενους με αυτήν, τους οποίους η ίδια η Επιτροπή θεώρησε κατά πάσα πιθανότητα ανεπαρκείς, διότι, αλλιώς, θα εξέδιδε αρνητική απόφαση ακόμη και πριν την παρέλευση της προθεσμίας ασκήσεως αναιρέσεως στην υπόθεση T-402/12.

____________

1 Κανονισμός

(ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ 2001, L 145, σ. 43). Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιου

νίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (ΕΕ 1998, L 204, σ. 37).