Language of document : ECLI:EU:T:2013:129

Υπόθεση T‑587/08

Fresh Del Monte Produce, Inc.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά της μπανάνας — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών — Έννοια του όρου “εναρμονισμένη πρακτική με σκοπό τη νόθευση του ανταγωνισμού” — Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συνεννοήσεως και της εμπορικής πολιτικής των επιχειρήσεων — Ενιαία παράβαση — Καταλογισμός της παραβάσεως — Δικαιώματα άμυνας — Πρόστιμα — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Συνεργασία — Ελαφρυντικές περιστάσεις»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα)
της 14ης Μαρτίου 2013

1.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Τεκμήριο ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών που της ανήκουν εξ ολοκλήρου — Μαχητό τεκμήριο — Βάρος αποδείξεως

(Άρθρα 81 EΚ και 82 EΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

2.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση — Περιεχόμενο — Απόφαση εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού — Απόφαση αφορώσα πολλούς αποδέκτες — Υποχρέωση επαρκούς αιτιολογήσεως όσον αφορά την οντότητα που υφίσταται τις συνέπειες της παραβάσεως

(Άρθρα 81 ΕΚ, 82 ΕΚ και 253 ΕΚ)

3.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση — Η Επιτροπή φέρει το βάρος αποδείξεως της παραβάσεως και της διάρκειάς της — Αποδεικτική αξία των δηλώσεων στις οποίες προέβη οικειοθελώς επιχείρηση μετέχουσα σε σύμπραξη, απαντώντας σε αίτημα παροχής πληροφοριών της Επιτροπής — Δηλώσεις αντίθετες προς τα συμφέροντα της εν λόγω επιχειρήσεως — Αυξημένη αποδεικτική αξία

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

4.      Ένδικη διαδικασία — Εισαγωγικό δικόγραφο — Υπόμνημα παρεμβάσεως — Τυπικά στοιχεία — Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών — Απαιτήσεις ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τις αιτιάσεις που προβάλλονται προς στήριξη λόγου ακυρώσεως — Γενική παραπομπή σε άλλα έγγραφα συνημμένα στο δικόγραφο — Απαράδεκτο — Ασαφής διατύπωση αιτιάσεως — Απαράδεκτο — Δημοσίας τάξεως λόγος απαραδέκτου — Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον δικαστή

(Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 44 § 1, στοιχείο β΄, και 113)

5.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Αντίφαση — Αποτελέσματα

(Άρθρο 253 ΕΚ)

6.      Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Συντονισμός και συνεργασία που δεν συνάδουν με την υποχρέωση εκάστης επιχειρήσεως να καθορίζει αυτοτελώς τη συμπεριφορά της στην αγορά — Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών — Τεκμήριο — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

7.      Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Νόθευση του ανταγωνισμού — Κριτήρια εκτιμήσεως — Αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες ανταγωνισμού — Επαρκής διαπίστωση — Απουσία επιπτώσεων για τον ανταγωνισμό στην αγορά — Δεν ασκεί επιρροή — Διάκριση μεταξύ παραβάσεων εξ αντικειμένου και παραβάσεων εκ του αποτελέσματος

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

8.      Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών — Νόθευση του ανταγωνισμού — Εκτίμηση με γνώμονα τη φύση της παραβάσεως — Συζήτηση μεταξύ ανταγωνιστών σχετικά με τις παραμέτρους διαμορφώσεως και εξελίξεως των τιμών πριν τον καθορισμό των τιμών αναφοράς — Παράβαση εξ αντικειμένου

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

9.      Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών — Νόθευση του ανταγωνισμού — Εκτίμηση με βάση το χρονοδιάγραμμα και τη συχνότητα των επαφών — Περιστάσεις που προσιδιάζουν στην αγορά και στο αντικείμενο της συνεννοήσεως — Κριτήρια εκτιμήσεως — Απαιτείται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ συνεννοήσεως και της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων στην αγορά — Τεκμήριο περί υπάρξεως της συνάφειας αυτής

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

10.    Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών — Νόθευση του ανταγωνισμού — Εκτίμηση με γνώμονα τις κανονικές συνθήκες της οικείας αγοράς — Αγορά που διέπεται από ειδικό κανονιστικό πλαίσιο και λειτουργεί σε εβδομαδιαίους κύκλους — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

11.    Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες ανταγωνισμού — Κριτήρια εκτιμήσεως — Απουσία άμεσης συνάφειας μεταξύ εναρμονισμένης πρακτικής και λιανικής τιμής — Δεν ασκεί επιρροή

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

12.    Ένδικη διαδικασία — Παρέμβαση — Λόγοι ακυρώσεως διαφορετικοί από αυτούς του υποστηριζόμενου κυρίου διαδίκου — Παραδεκτό — Προϋποθέσεις — Σύνδεση προς το αντικείμενο της διαφοράς

(Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 40, εδ. 4· κανονισμός διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 116 § 4)

13.    Συμπράξεις — Απαγορεύεται — Παραβάσεις — Συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές που συνιστούν ενιαία παράβαση — Επιχειρήσεις στις οποίες μπορεί να καταλογιστεί παράβαση συνιστάμενη σε συμμετοχή σε συνολική σύμπραξη — Κριτήρια — Καταλογισμός παραβάσεως σε επιχείρηση λόγω συμμετοχής στην παράβαση, συνολικά εξεταζόμενης, παρά τον περιορισμένο ρόλο της — Επιτρέπεται — Συνεκτίμηση κατά την εξέταση της σοβαρότητας της παραβάσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

14.    Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας — Πρόσβαση στον φάκελο — Περιεχόμενο — Γνωστοποίηση των απαντήσεων στην ανακοίνωση αιτιάσεων — Άρνηση κοινοποιήσεως εγγράφου — Συνέπειες — Απαραίτητη η διάκριση μεταξύ εγγράφων με επιβαρυντικά στοιχεία και εγγράφων με ελαφρυντικά στοιχεία, ως προς το βάρος αποδείξεως

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2· ανακοίνωση 2005/C 325/C της Επιτροπής, σημεία 8 και 27)

15.    Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Πρόσβαση στον φάκελο — Έγγραφα τα οποία δεν περιλαμβάνονται στον φάκελο έρευνας της υποθέσεως και δεν έγιναν δεκτά από την Επιτροπή ως ενοχοποιητικά έγγραφα — Έγγραφα δυνάμενα να χρησιμοποιηθούν για την άμυνα των διαδίκων — Υποχρέωση της Επιτροπής να επιτρέψει, με ιδία πρωτοβουλία, την πρόσβαση των διαδίκων στα έγγραφα αυτά — Δεν υφίσταται — Υποχρέωση των διαδίκων να ζητήσουν τη γνωστοποίηση των εγγράφων

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2· ανακοίνωση 2005/C 325/C της Επιτροπής, σημεία 8 και 27)

16.    Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Ανακοίνωση των αιτιάσεων — Υποχρεωτικό περιεχόμενο — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση — Απόφαση που δεν συμπίπτει με την ανακοίνωση αιτιάσεων — Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας — Προϋπόθεση — Απόδειξη, από τη θιγόμενη επιχείρηση, του καταλογισμού νέων αιτιάσεων

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 1)

17.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Μη δεσμευτική ή εξαντλητική απαρίθμηση των κριτηρίων

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

18.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων — Νομική φύση

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

19.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Αρχή της εξατομικεύσεως των κυρώσεων

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

20.    Ένδικη διαδικασία — Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας — Προϋποθέσεις — Νέος ισχυρισμός — Έννοια — Λύση αντίστοιχη με αυτή που δίδεται για τις αιτιάσεις που προβάλλονται προς στήριξη λόγου ακυρώσεως

(Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 48 § 2)

21.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Επιχείρηση που επέδειξε παθητική συμπεριφορά ή μιμήθηκε άλλες επιχειρήσεις — Κριτήρια εκτιμήσεως — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Πλήρης δικαιοδοσία

(Άρθρο 229 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής, σημείο 29, τρίτη περίπτωση)

22.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κατευθυντήριες γραμμές που έχει θεσπίσει η Επιτροπή — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Ύπαρξη εύλογης αμφιβολίας όσον αφορά τον παραβατικό χαρακτήρα της συμπεριφοράς για την οποία επιβάλλονται κυρώσεις — Δεν χωρεί — Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοινώσεις της Επιτροπής 98/C 9/03 και 2006/C 210/02)

23.    Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Αίτηση παροχής πληροφοριών — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα αρνήσεως παροχής απαντήσεως συνεπαγόμενης αναγνώριση της παραβάσεως

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 23 και άρθρο 18)

24.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Μείωση του προστίμου έναντι της συνεργασίας που παρέσχε η επιχείρηση κατά της οποίας κινήθηκε η διαδικασία — Προϋποθέσεις — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Πλήρης δικαιοδοσία

(Άρθρο 229 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 21 και 22)

25.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Συνεκτίμηση της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως με την Επιτροπή — Μείωση λόγω μη αμφισβητήσεως των πραγματικών περιστατικών — Προϋποθέσεις — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Πλήρης δικαιοδοσία

(Άρθρο 229 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 21 και 22)

26.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Συνεκτίμηση της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως με την Επιτροπή — Περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής — Προγενέστερες αποφάσεις — Ενδεικτική σημασία — Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Περιεχόμενο — Δεν μπορεί η επιχείρηση να επικαλεστεί την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως προκειμένου να τύχει παράνομης μειώσεως του προστίμου

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 21 και 22)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 50-58, 67, 260, 281)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 61-63, 250)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 104, 364)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 268-271, 273, 394, 541, 542)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 278, 279)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 296-299, 301-303, 565, 566)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 304-306, 400, 546, 547)

8.      Στον τομέα του ανταγωνισμού, είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός των ανταγωνιστών οι οποίοι συγκεντρώνουν πληροφοριακά στοιχεία από ανεξάρτητες πηγές ή συζητούν τις τιμές που πρόκειται να ορίσουν με πελάτες και τρίτους από εκείνους οι οποίοι, ενόψει του καθορισμού της τιμής αναφοράς, συζητούν τις παραμέτρους που επηρεάζουν την τιμολόγηση και την εξέλιξη των τιμών με άλλους ανταγωνιστές. Ενώ η συμπεριφορά των πρώτων δεν προκαλεί κανένα περιορισμό στον ελεύθερο και ανόθευτο ανταγωνισμό, δεν ισχύει το ίδιο για τη συμπεριφορά των δεύτερων, καθώς αυτή δεν συμβαδίζει με την υποχρέωση του επιχειρηματία να καθορίζει κατά τρόπο αυτοτελή την πολιτική που σκέπτεται να ακολουθήσει στην κοινή αγορά, απαίτηση η οποία εμποδίζει αυστηρά κάθε άμεση ή έμμεση επαφή μεταξύ των επιχειρηματιών που έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα είτε να επηρεάσει τη συμπεριφορά ενός υπάρχοντος ή δυνητικού ανταγωνιστή στην αγορά είτε να αποκαλύψει σ’ έναν τέτοιο ανταγωνιστή τη συμπεριφορά που ένας επιχειρηματίας έχει αποφασίσει ή σχεδιάζει να ακολουθήσει ο ίδιος στην αγορά.

Μολονότι ορισμένα από τα ανταλλαχθέντα στοιχεία μπορούσαν να εξευρεθούν και από άλλες πηγές, το σύστημα ανταλλαγής παρείχε στις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να λαμβάνουν γνώση των εν λόγω στοιχείων ευχερέστερα, ταχύτερα και αμεσότερα, και να τα αξιολογούν από κοινού, με συνέπεια τη δημιουργία κλίματος αμοιβαίας βεβαιότητας ως προς τις μελλοντικές πολιτικές τους περί καθορισμού τιμών.

Μέσω των επαφών με αντικείμενο τον προκαθορισμό των τιμών, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις δύνανται να αποκαλύψουν την τακτική που σκοπεύουν να ακολουθήσουν ή, τουλάχιστον, παρέχουν στους μετέχοντες τη δυνατότητα να αξιολογούν τη συμπεριφορά των ανταγωνιστών τους, όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών αναφοράς, και να καθορίζουν αναλόγως τη συμπεριφορά τους. Συνεπώς, οι επαφές αυτές περιορίζουν την αβεβαιότητα ως προς τις μελλοντικές αποφάσεις των ανταγωνιστών όσον αφορά τις τιμές αναφοράς, με συνέπεια τον περιορισμό του ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων.

Συναφώς, το πρώτο παράδειγμα συμπράξεως που παρατίθεται στο άρθρο 81, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, ΕΚ, η οποία χαρακτηρίζεται ρητώς ως μη συμβατή με την κοινή αγορά, είναι ακριβώς η παράβαση που συνίσταται «στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής». Πάντως, οι επαφές με αντικείμενο τον προκαθορισμό των τιμών αποσκοπούν στον καθορισμό των τιμών. Συνιστούν εναρμονισμένη πρακτική με σκοπό τον περιορισμό του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ.

(βλ. σκέψεις 344, 345, 368, 369, 584, 585, 765, 768)

9.      Στον τομέα του ανταγωνισμού, όσον αφορά τις προϋποθέσεις διαπιστώσεως παράνομης συνεννοήσεως με κριτήριο τον αριθμό και τη συχνότητα των επαφών μεταξύ των ανταγωνιστών, τόσο το αντικείμενο της συνεννοήσεως όσο και οι προσιδιάζουσες στην αγορά περιστάσεις αποτελούν τα στοιχεία που εξηγούν τη συχνότητα, τον τρόπο και τις χρονικές αποστάσεις μεταξύ των επαφών που πραγματοποιούν οι ανταγωνιστές, προς εναρμόνιση της συμπεριφοράς τους στην αγορά. Συγκεκριμένα, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις που συνάπτουν συμφωνία στηριζόμενη σε ένα σύνθετο σύστημα συνεννοήσεως επί πολλών πτυχών της συμπεριφοράς τους στην αγορά χρειάζονται τακτικές επαφές επί μακρόν. Αντιθέτως, αν η συνεννόηση έχει στιγμιαίο χαρακτήρα και σκοπεί αποκλειστικά σε εναρμόνιση της συμπεριφοράς στην αγορά σχετικά με μεμονωμένη παράμετρο του ανταγωνισμού, τυχόν επαφή απλώς και μόνον αρκεί ενδεχομένως για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τις οικείες επιχειρήσεις σκοπού που είναι αντίθετος προς τους κανόνες του ανταγωνισμού.

Εκείνο που προέχει δεν είναι τόσο ο αριθμός των συσκέψεων μεταξύ των εμπλεκομένων επιχειρήσεων όσο το αν χάρη στις πραγματοποιηθείσες επαφές οι επιχειρήσεις είχαν τη δυνατότητα να λάβουν υπόψη τις ανταλλαγείσες με τους ανταγωνιστές τους πληροφορίες προκειμένου να καθορίσουν τη συμπεριφορά τους στην οικεία αγορά και να υποκαταστήσουν συνειδητά με πρακτική συνεργασία μεταξύ τους τους κινδύνους του ανταγωνισμού. Εφόσον αποδεικνύεται ότι οι επιχειρήσεις αυτές κατέληξαν σε συνεννόηση και παρέμειναν ενεργές στην αγορά, δικαιολογείται να απαιτείται να αποδείξουν αυτές ότι η εν λόγω συνεννόηση δεν είχε ως συνέπεια τον επηρεασμό της συμπεριφοράς τους στην εν λόγω αγορά.

(βλ. σκέψεις 351, 352)

10.    Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών αντίκειται ενδεχομένως στους κανόνες περί ανταγωνισμού εφόσον μετριάζει ή εξαλείφει τον βαθμό αβεβαιότητας ως προς τη λειτουργία της αγοράς με αποτέλεσμα περιορισμό του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Οι κανόνες αυτοί απαγορεύουν αυστηρώς κάθε άμεση ή έμμεση επαφή μεταξύ των επιχειρηματιών αυτών, οσάκις οι εν λόγω επαφές έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού μη ανταποκρινόμενων στις κανονικές συνθήκες της οικείας αγοράς, λαμβανομένων υπόψη της φύσεως των προϊόντων ή των παρεχόμενων υπηρεσιών, της σπουδαιότητας και του αριθμού των επιχειρήσεων και του μεγέθους της συγκεκριμένης αγοράς.

Αν η προσφορά σε μια αγορά παρουσιάζει υψηλό βαθμό συγκεντρώσεως, η ανταλλαγή ορισμένων πληροφοριακών στοιχείων μπορεί, ανάλογα ιδίως με το είδος των ανταλλασσομένων στοιχείων, να παράσχει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να γνωρίζουν τη θέση και την εμπορική στρατηγική των ανταγωνιστών τους στην αγορά, νοθεύοντας έτσι τον ανταγωνισμό στην αγορά αυτή και αυξάνοντας την πιθανότητα συμπράξεως ή και διευκολύνοντάς την. Αντιθέτως, αν η προσφορά πραγματοποιείται υπό συνθήκες ελεύθερης αγοράς, η διάδοση και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών μπορούν να είναι ουδέτερες ή και θετικές για την ανταγωνιστική φύση της αγοράς. Ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μπορεί να συνιστά παράβαση των κανόνων περί ανταγωνισμού ακόμη και αν η επίδικη αγορά δεν είναι μια ολιγοπωλιακή αγορά, με υψηλό βαθμό συγκεντρώσεως.

Η τακτική και συνεκτική ανταλλαγή πληροφοριακών στοιχείων η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της διαφάνειας σε μια αγορά όπου ο ανταγωνισμός είναι ήδη πολύ εξασθενημένος, λόγω του ειδικού κανονιστικού πλαισίου και της εκ των προτέρων ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων, ιδίως σε μια αγορά που λειτουργεί σε εβδομαδιαίους κύκλους, συνιστά παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψεις 371, 430-432, 548)

11.    Στον τομέα του ανταγωνισμού, όσον αφορά τη δυνατότητα να θεωρηθεί ότι μια εναρμονισμένη πρακτική έχει αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, μολονότι δεν συνδέεται ευθέως με τις τιμές καταναλωτή, η διατύπωση του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ δεν επιτρέπει να εκληφθεί ότι απαγορεύονται μόνον οι εναρμονισμένες πρακτικές που έχουν άμεσο αποτέλεσμα επί της τιμής που καταβάλλουν οι τελικοί καταναλωτές. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από το άρθρο 81, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, ΕΚ, μια εναρμονισμένη πρακτική μπορεί να έχει αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, εφόσον συνίσταται στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής.

Το άρθρο 81 ΕΚ σκοπεί, όπως και οι λοιποί κανόνες ανταγωνισμού της Συνθήκης, στην προστασία όχι μόνον των άμεσων συμφερόντων των ανταγωνιστών ή των καταναλωτών, αλλά και της δομής της αγοράς και, με τον τρόπο αυτό, του ίδιου του ανταγωνισμού. Ειδικότερα, το γεγονός ότι μια εναρμονισμένη πρακτική δεν έχει άμεση επίπτωση στο επίπεδο των τιμών δεν εμποδίζει τη διαπίστωση ότι περιόρισε τον ανταγωνισμό μεταξύ των οικείων επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια, η διαπίστωση ότι μια πρακτική έχει σκοπό αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού δεν προϋποθέτει άμεση σχέση της πρακτικής αυτής με τις τιμές που καταβάλλουν οι καταναλωτές.

(βλ. σκέψεις 459, 460, 548, 549, 769)

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 536-538, 717, 718)

13.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 587, 588, 590, 591, 637-639, 648)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 655, 656, 662-668, 670, 688-690, 724)

15.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 657, 659)

16.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 706, 707)

17.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 749)

18.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 751)

19.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 754, 755)

20.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 792)

21.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 799-803)

22.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 824-827)

23.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 834-837)

24.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 841-844, 851, 854)

25.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 857-859)

26.    Στον τομέα του ανταγωνισμού, η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ως νομικό πλαίσιο για τα πρόστιμα, οι δε αποφάσεις που αφορούν άλλες υποθέσεις έχουν ενδεικτικό χαρακτήρα όταν εξετάζεται η ύπαρξη δυσμενών διακρίσεων. Η Επιτροπή διαθέτει στον τομέα αυτό ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν δεσμεύεται από τις προγενέστερες εκτιμήσεις της. Το γεγονός και μόνον ότι, στο πλαίσιο της προηγούμενης πρακτικής λήψεως των αποφάσεών της, η Επιτροπή προέβη σε ορισμένη μείωση λόγω συγκεκριμένης συμπεριφοράς δεν σημαίνει ότι υποχρεούται να προβεί στην ίδια αναλογική μείωση και κατά την εκτίμηση παρόμοιας συμπεριφοράς στο πλαίσιο μεταγενέστερης διοικητικής διαδικασίας.

Η γενικόλογη και ασαφής θέση ότι οι επιχειρήσεις που αμύνονται νομίμως, αρνούμενες ότι οι διαπιστωθείσες από την Επιτροπή πρακτικές παραβαίνουν το άρθρο 81 ΕΚ, βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από τις επιχειρήσεις οι οποίες εμπλέκονται σε πρακτικές οι οποίες συνιστούν προδήλως σοβαρές παραβάσεις δεν πείθει ότι έχει παραβιαστεί κάποια διάταξη, και ειδικότερα το άρθρο 23 του κανονισμού 1/2003, ούτε κάποια αρχή του δικαίου, ώστε να διαπιστωθεί έλλειψη νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως και να μειωθεί το πρόστιμο. Η μόνη σύγκριση που έχει νόημα, στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, είναι η σύγκριση μεταξύ επιχειρήσεων που συνεργάζονται οικειοθελώς και επιχειρήσεων οι οποίες αρνούνται κάθε συνεργασία και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να παραπονούνται για δυσμενέστερη μεταχείριση σε σχέση με τις πρώτες.

Η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως πρέπει να συνδυάζεται με την τήρηση της αρχής της νομιμότητας, σύμφωνα με την οποία ουδείς μπορεί να επικαλείται υπέρ αυτού παρανομία που διαπράχθηκε προς όφελος τρίτου. Η επιχείρηση που με τη συμπεριφορά της παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ δεν μπορεί να αποφύγει την επιβολή κυρώσεων, επικαλούμενη το γεγονός ότι δεν επιβλήθηκε πρόστιμο σε έναν ή δύο άλλους επιχειρηματίες, και μάλιστα χωρίς το Γενικό Δικαστήριο να έχει επιληφθεί της περιπτώσεως των εν λόγω επιχειρηματιών.

(βλ. σκέψεις 862, 863, 865, 866, 869, 870)