Language of document : ECLI:EU:T:2004:268

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Ανακοπή – Έκταση της υποχρεώσεως εξετάσεως – Μετατροπή σε αίτηση εθνικού σήματος – Άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T-342/02,

Metro-Goldwyn-Mayer Lion Corp., με έδρα την Santa Monica, Καλιφόρνια (Ηνωμένες Πολιτείες), εκπροσωπούμενη από τους F. de Visscher, E. Cornu, E. De Gryse και D. Moreau, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από την S. Laitinen και τον D. Botis,

καθού,

όπου έτερος διάδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) ήταν η:

Moser Grupo Media, SL, εδρεύουσα στην Santa Eulalia del Rio (Ισπανία),

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τρίτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 (υπόθεση R 437/2001-3), με την οποία κρίθηκε απαράδεκτη η προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών σχετικά με τη διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Moser Grupo Media, SL, και της Metro-Goldwyn-Mayer Lion Corp.,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ     (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους H. Legal, πρόεδρο, V. Tiili και Μ. Βηλαρά, δικαστές,

γραμματέας: J. Plingers, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 8 Νοεμβρίου 2002,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 7 Μαΐου 2003,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 28ης Απριλίου 2004,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 7 Νοεμβρίου 1996, η εταιρία Moser Grupo Media SL υπέβαλε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί, αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (στο εξής: ΓΕΕΑ).

2        Το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι το ακόλουθο εικονικό σήμα:

Image not found

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 9, 16, 38, 39 και 41 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών ενόψει καταχωρίσεως των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί και αντιστοιχούν για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές στην ακόλουθη περιγραφή:

–        «φωτοεκτεθειμένα φίλμ· σύμπυκνοι δίσκοι (ήχου και εικόνας)· συσκευές και όργανα κινηματογραφικά, οπτικά και φωτογραφικά» της κλάσεως 9·

–        «περιοδικά, φωτογραφίες, αφίσες, έντυπο υλικό και εκδόσεις» της κλάσεως 16·

–        «υπηρεσίες εκπομπής ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων» της κλάσεως 38·

–        «υπηρεσίες διανομής κάθε είδους εκδόσεων, βιντεοταινιών και κινηματογραφικών ταινιών» της κλάσεως 39·

–        «υπηρεσίες παραγωγής ταινιών· υπηρεσίες παραγωγής βιντεοταινιών· υπηρεσίες παρεχόμενες από εταιρίες ειδικευμένες στη μίσθωση βιντεοταινιών και κινηματογραφικών ταινιών· συρραφή (μοντάζ) ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων· υπηρεσίες παρεχόμενες από κινηματογραφικά στούντιο» της κλάσεως 41.

4        Στις 9 Μαρτίου 1998, η αίτηση αυτή δημοσιεύθηκε στο Δελτίο των κοινοτικών σημάτων τεύχος 16/1998.

5        Στις 9 Ιουνίου 1998, η εταιρία Metro-Goldwyn-Mayer Lion Corp. (στο εξής: προσφεύγουσα) άσκησε ανακοπή βάσει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94 κατά της ζητηθείσας καταχώρισης για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες που αφορά η αίτηση. Η ανακοπή στηρίχθηκε στο προγενέστερο εθνικό σήμα MGM που έχει καταχωρισθεί στη Δανία (κλάσεις 9, 16 και 41), στη Φινλανδία (κλάσεις 9 και 41), στη Γαλλία (κλάσεις 9, 15, 16, 35, 38 και 41), στη Γερμανία (κλάση 9), στην Ιταλία (κλάσεις 9, 15, 16, 35, 38 και 41), στην Πορτογαλία (κλάση 9), στην Ισπανία (κλάση 9), στη Σουηδία (κλάση 9), στις Χώρες Benelux (κλάσεις 9, 15, 16, 20 και 41), στην Ελλάδα (κλάσεις 9, 15 και 16), στο Ηνωμένο Βασίλειο (κλάσεις 9, 35 και 41) και στην Αυστρία (κλάσεις 9, 16 και 41), καθώς και στην αίτηση κοινοτικού σήματος 141820, που κατατέθηκε την Απριλίου 1996 και κάλυπτε προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 38 και 41.

6        Με απόφαση της 19ης Φεβρουαρίου 2001 (στο εξής: απόφαση του τμήματος ανακοπών), το τμήμα ανακοπών δέχθηκε την ανακοπή για όλα τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες. Κατά την εξέταση της υπόθεσης, το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη ορισμένα προγενέστερα εθνικά σήματα, δικαιώματα που διεκδικούνται στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο ούτε την αίτηση κοινοτικού σήματος. Τα προαναφερθέντα εθνικά σήματα αποκλείστηκαν για τους ακόλουθους λόγους. Πρώτον το έγγραφο που προσκομίσθηκε για να αποδειχθεί η εθνική καταχώριση στην Αυστρία έδειχνε ότι ο φορέας του οικείου δικαιώματος δεν ήταν η προσφεύγουσα αλλά η Metro-Goldwyn-Mayer Film Corp. Δεύτερον, η μετάφραση η αφορώσα στην εθνική καταχώριση στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε ορθή ούτε επαρκής και για τον λόγο αυτό δεν ελήφθη υπόψη. Τρίτον η απόδειξη της κυριότητας εθνικών καταχωρίσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο στηρίχθηκε αποκλειστικά σε ενδείξεις προερχόμενες από ιδιωτική βάση δεδομένων και για τον λόγο αυτό ήταν ανεπαρκής.

7        Η απόφαση του τμήματος ανακοπών στηρίχθηκε στον κίνδυνο συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 και διευκρίνισε ότι, αφού η ανακοπή έγινε δεκτή βάσει της διάταξης αυτής, η εξέταση των επιχειρημάτων που στηρίζονται σε άλλους λόγους ανακοπής προβλεπόμενους στο άρθρο 8, παράγραφοι 4 και 5, ήταν περιττή.

8        Στις 4 Απριλίου 2001, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή στο ΓΕΕΑ βάσει του άρθρου 59 του κανονισμού 40/94, κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών. Ισχυρίστηκε ότι το τμήμα ανακοπών όφειλε να λάβει υπόψη τα προγενέστερα εθνικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος και να απορρίψει την αίτηση κοινοτικού σήματος για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να εμποδίσει ενδεχόμενη τροποποίηση της αιτήσεως κοινοτικού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος, βάσει του άρθρου 108 του κανονισμού 40/94.

9        Με απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 (στο εξής: προσβαλλομένη απόφαση), το τρίτο τμήμα προσφυγών έκρινε την προσφυγή απαράδεκτη για τον λόγο ότι το τμήμα ανακοπών είχε δεχθεί τα αιτήματα της προσφεύγουσας κατά την έννοια του άρθρου 58 του κανονισμού 40/94. Η προσφεύγουσα δεν ζήτησε ούτε ρητά ούτε σιωπηρά να εκδοθεί απόφαση που να μην επιτρέπει στην Moser Grupo Media SL να μετατρέψει την αίτηση κοινοτικού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού 40/94, ο σκοπός της διαδικασίας ανακοπής δεν είναι να διευθετήσει τις συγκρούσεις στο εθνικό επίπεδο αλλά να εμποδίσει την καταχώριση κοινοτικού σήματος που αντιστρατεύεται προγενέστερα δικαιώματα. Κατά το τμήμα προσφυγών, η υποχρέωση εξετάσεως της ανακοπής πέρα του ζητήματος της καταχώρισης του κοινοτικού σήματος δεν ανταποκρίνεται στον κύριο σκοπό της διαδικασίας ανακοπής ούτε στις αρχές της οικονομίας της διαδικασίας.

10      Το λεκτικό σήμα MGM καταχωρίσθηκε ως κοινοτικό σήμα για την προσφεύγουσα στις 7 Οκτωβρίου 2002.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

11      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 8 Νοεμβρίου 2002, η προσφεύγουσα άσκησε την παρούσα προσφυγή.

12      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση·

–        να επικυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών κατά το μέρος που δέχθηκε την ανακοπή για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση της Moser Grupo Media, SL, και να απορρίψει την αίτηση καταχωρίσεως στο σύνολό της με βάση τα σήματα MGM που έχουν καταχωρισθεί σε εθνικό επίπεδο·

–        να ακυρώσει εν μέρει την απόφαση του τμήματος ανακοπών κυρίως καθόσον δεν λαμβάνει υπόψη την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος της προσφεύγουσας και επικουρικώς καθόσον δεν λαμβάνει προγενέστερα εθνικά σήματα καταχωρισμένα στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

13      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

14      Η προσφεύγουσα επικαλείται κατά τα ουσιώδη ένα μόνο λόγο ακυρώσεως, την παράβαση του άρθρου 42, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και του 8, παράγραφος 2, καθώς και του άρθρου 58 του κανονισμού 40/94.

 Επιχειρήματα των διαδίκων

15      Η προσφεύγουσα φρονεί ότι το τμήμα προσφυγών έσφαλε κρίνοντας ότι η απόφαση του τμήματος ανακοπών δεν θίγει τα συμφέροντά της. Υπογραμμίζει ότι η απόφαση του τμήματος ανακοπών δεν δέχθηκε όλα τα αιτήματά της και της στέρησε το δικαίωμά της για λεπτομερή εξέταση της υπόθεσής της. Συναφώς υποστηρίζει ότι δεδομένου ότι το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη ούτε τα προγενέστερα εθνικά σήματα που καταχωρίσθηκαν στην Αυστρία, στην Ελλάδα ή στο Ηνωμένο Βασίλειο ούτε την αίτησή της περί καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος η οποία εξεταζόταν κατά τον χρόνο εκείνο, η Moser Grupo Media, SL, μπορεί πάντα να μετατρέψει την αίτησή της για κοινοτικό σήμα σε αίτηση καταχωρίσεως ενικού σήματος στα κράτη μέλη σε σχέση με τα οποία το τμήμα ανακοπών δεν απέρριψε την οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος λόγω προγενεστέρων δικαιωμάτων της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το άρθρο 108 του κανονισμού 40/94. Η πιθανότητα αυτή θα είχε αποκλεισθεί αν το τμήμα ανακοπών είχε στηριχθεί, όπως όφειλε, είτε σε όλα τα προγενέστερα εθνικά δικαιώματα της προσφεύγουσας είτε στην οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος. Συνεπώς οι λόγοι που στηρίζουν την απόφαση του τμήματος ανακοπών περιορίζουν τις συνέπειες της απόρριψης της αιτήσεως της Moser Grupo Media, SL.

16      Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η προσφεύγουσα δεν ζήτησε ρητά να έχει η απόρριψη τα ευρύτερα δυνατά αποτελέσματα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τέτοιου είδους αίτημα ούτε αναγκαίο είναι ούτε το επιβάλλει ο κανονισμός 40/94. Η προσφεύγουσα φρονεί ότι δεδομένου ότι στήριξε την ανακοπή της σε πλείονα προγενέστερα εθνικά δικαιώματα και στην οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος, σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 2 του κανονισμού 40/94, η αίτησή της είχε ως αντικείμενο την ευρύτερη δυνατή απόρριψη της αιτήσεως κοινοτικού σήματος.

17      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι κατ’ εφαρμογή του κανόνα 20, παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (ΕΕ L 303, σ. 1), το τμήμα ανακοπών όφειλε να αναστείλει τη διαδικασία ανακοπής μέχρις ότου χωρήσει οριστική καταχώριση του κοινοτικού σήματος MGM και στη συνέχεια να στηρίξει την απόφασή του επί του καταχωρισμένου σήματος.

18      Εξάλλου, η απόφαση του τμήματος ανακοπών να μη λάβει υπόψη τα προγενέστερα εθνικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν στηρίζεται σε κανένα βάσιμο λόγο.

19      Η απόδειξη καταχωρίσεως του σήματος MGM στην Αυστρία απορρίφθηκε διότι προσκομίσθηκε υπό το όνομα της εταιρίας Metro-Goldwyn-Mayer Film Corp. και όχι στο όνομα της προσφεύγουσας. Ωστόσο πρόκειται για το ίδιο νομικό πρόσωπο. Συναφώς η προσφεύγουσα επικαλείται τον κατάλογο των θυγατρικών και των αδελφών εταιριών της, που προσκομίζει στο παράρτημα  6 της προσφυγής.

20      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν ελήφθη υπόψη η καταχώριση του ελληνικού σήματος, διότι ο αριθμός που μνημονεύεται στη μετάφραση δεν είναι ο ίδιος με τον αριθμό του πιστοποιητικού καταχωρίσεως. Πρόκειται για παρεξήγηση διότι η μετάφραση που επισυνήφθη στις πρώτες παρατηρήσεις στο πλαίσιο της ανακοπής δεν αναφέρει καν τον επίδικο αριθμό.

21      Τέλος, τα σήματα που κατατέθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν ελήφθησαν υπόψη διότι τα προσκομισθέντα έγγραφα ήταν αντίγραφα προερχόμενα από ιδιωτικές βάσεις δεδομένων. Όμως τα έγγραφα που προσκόμισαν στις 20 Φεβρουαρίου 2000 οι δικηγόροι της προσφεύγουσας όταν το ΓΕΕΑ ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες (πιστοποιητικά ανανέωσης) προέρχονται από τη βάση δεδομένων του γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας του Ηνωμένου Βασιλείου και γίνονται δεκτά από τα τοπικά γραφεία σημάτων.

22      Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η διαδικασία ανακοπής δεν έχει σκοπό να άρει τις συγκρούσεις σημάτων στο εθνικό επίπεδο, το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η διαδικασία μετατροπής προκύπτει από τον ίδιο τον κανονισμό 40/94 και ιδίως από το άρθρο 108.

23      Για τον λόγο αυτό το τμήμα προσφυγών καθώς και το τμήμα ανακοπών όφειλαν να λάβουν υπόψη τη δυνατότητα που έχει η Moser Grupo Media, SL, να μετατρέψει την αίτηση κοινοτικού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος και συνεπώς όφειλαν να στηρίζουν την απόρριψη της ζητουμένης καταχωρίσεως σε όλα τα προβληθέντα προγενέστερα εθνικά σήματα και στο κοινοτικό σήμα της προσφεύγουσας.

24      Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι εφόσον το σήμα MGM καταχωρίσθηκε τελικά στις 7 Οκτωβρίου 2002, η διαδικασία δεν χρειάζεται πλέον να ανασταλεί και το Πρωτοδικείο μπορεί να λάβει υπόψη την καταχώριση. Δεδομένου ότι το τμήμα ανακοπών έκρινε, ορθώς κατά την προσφεύγουσα, ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος της προσφεύγουσας MGM και του εικονικού σήματος Moser Grupo Media, SL, ο ίδιος συλλογισμός ισχύει και για το κοινοτικό σήμα MGM που έχει πλέον καταχωρισθεί.

25      Κατά το ΓΕΕΑ, η προσφεύγουσα δεν ζήτησε ούτε σιωπηρά ούτε ρητά να εκδοθεί απόφαση που θα εμποδίζει τον αιτούντα καταχώριση κοινοτικού σήματος να μετατρέψει την αίτησή του σε αίτηση καταχωρίσεως εθνικού σήματος.

26      Όσον αφορά το ζήτημα αν το ΓΕΕΑ όφειλε να εξετάσει την ανακοπή στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση, το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι ο κύριος σκοπός της διαδικασίας ανακοπής είναι να παράσχει ένα μέσο στους κατόχους προγενεστέρων δικαιωμάτων προκειμένου να εμποδίζουν την καταχώριση κοινοτικών σημάτων που έρχονται σε σύγκρουση με τα δικά τους προγενέστερα δικαιώματα και όχι να προστατεύσουν τα δικαιώματα επί των σημάτων ή να άρουν τις συγκρούσεις σημάτων στο εθνικό επίπεδο.

27      Το ΓΕΕΑ φρονεί ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 σημαίνει απλώς ότι δεν μπορεί να στηρίξει την απόρριψη της ανακοπής στο γεγονός ότι ένα σήμα δεν έχει ακόμη καταχωρισθεί. Σε καμιά περίπτωση ο κανόνας 20, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 δεν υποχρεώνει το ΓΕΕΑ να αναστείλει τη διαδικασία ανακοπής.

28      Επί πλέον, τα άρθρα 108 έως 110 του κανονισμού 40/94, που διατυπώνουν τους κανόνες σχετικά με τη μετατροπή των αιτήσεων κοινοτικού σήματος σε αιτήσεις εθνικού σήματος, δεν θεμελιώνουν έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος να απαιτήσει να επιλυθούν στο στάδιο της ανακοπής τα ζητήματα τα σχετικά με τη μετατροπή σε εθνικό σήμα. Κατά το ΓΕΕΑ, το έννομο συμφέρον που επικαλείται η προσφεύγουσα έπρεπε να είναι παρόν και άμεσο κατά τον χρόνο της διαδικασίας ανακοπής

29      Το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι στην πράξη το τμήμα ανακοπών προσπαθεί να λάβει υπόψη τα περισσότερα δυνατά προγενέστερα δικαιώματα ή επικουρικώς να εκδώσει αποφάσεις με τη μεγαλύτερη δυνατή εδαφική έκταση εφαρμογής υπό τον όρο ότι δεν επιβαρύνεται η διαδικασία.

30      Τέλος, όσον αφορά το γεγονός ότι το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη εθνικά σήματα της προσφεύγουσας καταχωρισμένα στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι το αυστριακό σήμα δεν το έχει η προσφεύγουσα αλλά μια εταιρία του ιδίου ομίλου που αποτελεί χωριστό νομικό πρόσωπο. Όσον αφορά το ελληνικό σήμα, ο αριθμός καταχωρίσεως που εμφαίνεται στο πιστοποιητικό καταχωρίσεως δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που φέρει η μετάφρασή του. Όσον αφορά τα βρετανικά σήματα, τα αποδεικτικά στοιχεία που μαρτυρούν ότι αυτά ανήκουν στην προσφεύγουσα προέρχονται από ιδιωτική βάση δεδομένων. Συνεπώς δεν υπάρχει εγγύηση ότι τα στοιχεία αυτά είναι ακριβή και ενημερωμένα. Φρονεί για τον λόγο αυτό ότι ορθώς το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη τα εν λόγω εθνικά σήματα.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

31      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο ΓΕΕΑ, κατά τα ουσιώδη, το γεγονός ότι η Moser Grupo Media, SL μπορεί πάντα να μετατρέψει την αίτηση κοινοτικού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος στα κράτη μέλη σε σχέση με τα οποία το τμήμα ανακοπών δεν απέρριψε την οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος βάσει των προγενεστέρων σημάτων της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το άρθρο 108 του κανονισμού 40/94, δεδομένου ότι το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη ούτε τα προγενέστερα εθνικά σήματα της προσφεύγουσας, στην Αυστρία, στην Ελλάδα ή στο Ηνωμένο Βασίλειο ούτε την οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος που εξεταζόταν κατά τον χρόνο εκείνο.

32      Συναφώς, υπενθυμίζεται εξαρχής ότι το άρθρο 58 του κανονισμού 40/94 προβλέπει ότι «[κ]άθε διάδικος σε διαδικασία για την οποία εκδόθηκε απόφαση μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά το μέρος που η απόφαση αυτή δεν τον δικαιώνει».

33      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η προσβαλλομένη απόφαση έκρινε απαράδεκτη την προσφυγή ενώπιον του τμήματος προσφυγών για τον λόγο ότι το τμήμα ανακοπών είχε δεχθεί τα αιτήματα της προσφεύγουσας κατά την έννοια του άρθρου 58 του κανονισμού 40/94.

34      Συναφώς, διαπιστώνεται ότι η διαδικασία ανακοπής έχει σκοπό να αποτρέψει την καταχώριση κοινοτικών σημάτων που έρχονται σε σύγκρουση με προγενέστερα σήματα ή δικαιώματα. Η ερμηνεία αυτή είναι η μόνη που είναι πλήρως ικανή να επιτύχει τους στόχους του κανονισμού 40/94. Συγκεκριμένα υπενθυμίζεται ότι κατά τη  δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 40/94, το κοινοτικό καθεστώς σημάτων παρέχει στις επιχειρήσεις το δικαίωμα να αποκτούν σύμφωνα με ενιαία διαδικασία κοινοτικά σήματα τα οποία θα προστατεύονται κατά τρόπο ενιαίο και θα παράγουν τα αποτελέσματά τους σε όλο το έδαφος της Κοινότητας, η δε αρχή του ενιαίου χαρακτήρα του κοινοτικού σήματος που διατυπώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο ισχύει εφόσον ο κανονισμός αυτός δεν προβλέπει άλλως.

35      Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι η σκοπιμότητα της διαδικασίας ανακοπής είναι να δώσει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να αντιτάσσονται, σύμφωνα με ενιαία διαδικασία, στις αιτήσεις κοινοτικών σημάτων που μπορούν να δημιουργήσουν κίνδυνο συγχύσεως με τα δικά τους προγενέστερα σήματα ή δικαιώματα και όχι να διευθετούν εκ των προτέρων ενδεχόμενες συγκρούσεις σε εθνικό επίπεδο.

36      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η ανακοπή της προσφεύγουσας έγινε δεκτή για όλα τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες και ότι η ζητουμένη καταχώριση του κοινοτικού σήματος Moser Grupo Media, SL, απορρίφθηκε. Η απόφαση του τμήματος ανακοπών, δηλαδή, δέχθηκε την αίτηση της προσφεύγουσας.

37      Πρέπει ακόμα να εξεταστεί το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το γεγονός ότι το τμήμα ανακοπών δεν έλαβε υπόψη ούτε τα προγενέστερα εθνικά σήματά της στην Αυστρία, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο ούτε την οικεία αίτηση κοινοτικού σήματος είχε αρνητικές έννομες συνέπειες γι’ αυτήν και μάλιστα ανεξάρτητα από την έκβαση της υπόθεσης.

38      Συναφώς υπενθυμίζεται ότι ναι μεν ο κανόνας 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95 ορίζει ότι «[α]νακοπή ασκείται βάσει ένός ή περισσοτέρων προγενεστέρων σημάτων κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (προγενέστερα σήματα) ή ενός ή περισσοτέρων λοιπών προγενεστέρων δικαιωμάτων κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού (προγενέστερα δικαιώματα».

39      Επί πλέον από τον κανονισμό 40/94 και ειδικότερα κατά το άρθρο 108/1, στοιχείο α΄, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της παρούσας διαφοράς, «[ο] καταθέτης ή ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος δικαιούται να ζητήσει τη μετατροπή της αίτησής του ή του κοινοτικού του σήματος […] εφόσον η αίτηση εθνικού σήματος απορριφθεί ή ανακληθεί ή θεωρηθεί ότι ανακλήθηκε»

40      Βεβαίως οι λόγοι απορρίψεως της αιτήσεως κοινοτικού σήματος καθορίζουν το αν η αίτηση κοινοτικού σήματος μπορεί να καταχωρισθεί σε εθνικό επίπεδο. Συγκεκριμένα το άρθρο 108, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 προβλέπει ότι δεν χωρεί μετατροπή ενόψει προστασίας σε κράτος μέλος στο οποίο, σύμφωνα με απόφαση του ΓΕΕΑ ή του εθνικού δικαστηρίου συντρέχει λόγος απαραδέκτου της καταχώρισης, ανάκλησης ή ακυρότητας του κοινοτικού σήματος.

41      Δεν αμφισβητείται όμως ότι η διαδικασία μετατροπής της αιτήσεως κοινοτικού σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος αποτελεί απλώς ευχέρεια του καταθέτη κοινοτικού σήματος. Επί πλέον η διαδικασία αυτή ουδόλως παρέχει στους αιτούντες το δικαίωμα να επιτύχουν την αποδοχή των αιτήσεών τους από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Αντιθέτως η απόφαση επί της ενδεχομένης εθνικής καταχώρισης ανήκει στις αρμόδιες εθνικές αρχές. Επί πλέον οι ανακόπτοντες έχουν τη δυνατότητα να επικαλεστούν τα δικαιώματά τους ενώπιον των εν λόγω εθνικών αρχών.

42      Εξάλλου τίποτα δεν εμποδίζει τον αιτούντα, του οποίου η αίτηση κοινοτικού σήματος απορρίφθηκε κατόπιν διαδικασίας ανακοπής, να καταθέσει παρόμοιες αιτήσεις ενώπιον των εθνικών αρχών χωρίς να ακολουθήσει τη διαδικασία μετατροπής.

43      Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι το συμφέρον που επικαλείται η προσφεύγουσα αφορά μέλλουσα και αβέβαιη έννομη κατάσταση.

44      Συναφώς υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η προσφυγή ακυρώσεως που ασκείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο είναι παραδεκτή μόνο εφόσον ο προσφεύγων έχει συμφέρον στην ακύρωση της προσβαλλομένης πράξης (αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 14ης Σεπτεμβρίου 1995, T-480/93 και T-483/93, Antillean Rice Mills κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. II-2305, σκέψη 59· της 25ης Μαρτίου 1999, T-102/96, Gencor κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-753, σκέψη 40, και της 30ής Ιανουαρίου 2002, T-212/00, Nuove Industrie Molisane κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. II-347, σκέψη 33). Το συμφέρον αυτό πρέπει να είναι γεγενημένο και ενεστώς (απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Σεπτεμβρίου 1992, T-138/89, NBV και NVB κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. II-2181, σκέψη 33) και εκτιμάται κατά την ημέρα ασκήσεως της προσφυγής (απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 1963, 14/63, Forges de Clabecq κατά Ανωτάτης Αρχής, Συλλογή τόμος 1954-1964, σ. 1015, και του Πρωτοδικείου της 24ης Απριλίου 2001, T-159/98, Torre κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I-A-83 και II-395, σκέψη 28). Αν το συμφέρον που επικαλείται ο προσφεύγων αφορά μέλλουσα έννομη κατάσταση ο προσφεύγων πρέπει να αποδείξει ότι η προσβολή της κατάστασης αυτής είναι πλέον βέβαιη. Συνεπώς ο προσφεύγων δεν μπορεί να επικαλεσθεί μέλλουσες και αβέβαιες νομικές καταστάσεις για να δικαιολογήσει το συμφέρον του στην ακύρωση της προσβαλλομένης πράξης (απόφαση NBV και NBV κατά Επιτροπής, όπ.π., σκέψη 33).

45      Συνεπώς διαπιστώνεται ότι η απόφαση του τμήματος ανακοπών ικανοποιεί τα αιτήματα της προσφεύγουσας δεδομένου ότι δέχθηκε την ανακοπή της για όλα τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες ακόμη και αν η ανακοπή δεν έγινε δεκτή βάσει όλων των σημάτων που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα ως λόγο της ανακοπής.

46      Όσον αφορά το επιχείρημα ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η αίτηση κοινοτικού σήματος της προσφεύγουσας, ορθώς το ΓΕΕΑ προβάλλει λόγους οικονομίας της διαδικασίας του. Δεδομένου ότι η ανακοπή μπορεί να γίνει βάσει πλειόνων προγενεστέρων εθνικών σημάτων, δεν ήταν αναγκαίο να παραταθεί περισσότερο η διαδικασία με την αναστολή της, δυνάμει του κανόνα 20, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 μέχρι την καταχώριση του κοινοτικού σήματος. Πράγματι ο κανόνας 20, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 προβλέπει ότι «Το Γραφείο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία ανακοπής εφόσον η ανακοπή βασίζεται σε αίτηση καταχώρισης βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού μέχρις ότου ληφθεί οριστική απόφαση στη σχετική διαδικασία ή εφόσον άλλες περιστάσεις υπαγορεύουν την εν λόγω αναστολή». Συνεπώς η αναστολή αποτελεί ευχέρεια του ΓΕΕΑ το οποίο την αποφασίζει εφόσον τη θέλει δικαιολογημένη.

47      Συγκεκριμένα αν γίνει δεκτή η άποψη της προσφεύγουσας ότι το ΓΕΕΑ υποχρεούται να αναστείλει τη διαδικασία ανακοπής που στηρίζεται σε αίτηση καταχωρίσεως, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, μέχρι την οριστική απόφαση επί της αιτήσεως αυτής, υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί αλυσιδωτή αντίδραση. Συγκεκριμένα είναι δυνατόν να ασκηθεί κατά της αιτήσεως καταχωρίσεως, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού ανακοπή σε σχέση με άλλη αίτηση καταχωρίσεως, η οποία θα έπρεπε με τη σειρά της και σύμφωνα με την άποψη της προσφεύγουσας να ανασταλεί.

48      Όσον αφορά το ζήτημα αν η προσφεύγουσα ζήτησε ή όχι, ρητά ή σιωπηρά, απόφαση επί της ανακοπής με τις ευρύτερες δυνατές συνέπειες, δηλαδή απόφαση που θα κάλυπτε όλα τα προγενέστερα εθνικά σήματα επί των οποίων στήριξε την ανακοπή της καθώς επίσης και την αίτηση κοινοτικού σήματος, τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας δεν πρέπει να γίνουν δεκτά. Πράγματι, δεδομένου ότι το τμήμα ανακοπών δεν έχει εν πάση περιπτώσει την υποχρέωση να εξετάσει το σύνολο των προγενεστέρων σημάτων ή δικαιωμάτων για τους προεκτεθέντες λόγους, το ζήτημα κατά πόσον επηρεάζει την υποχρέωση αυτή η έκταση της αιτήσεως ανακοπής είναι άνευ σημασίας

49      Για τους ίδιους λόγους δεν απαιτείται να εξετασθεί το ζήτημα αν η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος MGM στο κοινοτικό επίπεδο και η ύπαρξη του αυστριακού, του ελληνικού και του βρετανικού σήματος ήταν έγκυρη βάσει της αιτήσεως ανακοπής.

50      Κατόπιν των ανωτέρω η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

51      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του ηττηθέντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα του καθού.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (τέταρτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Legal

Tiili

Βηλαράς

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο, στις 16 Σεπτεμβρίου 2004.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

H. Jung

 

      H. Legal


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.