Language of document : ECLI:EU:C:2024:436

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 30ής Μαΐου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των καταναλωτών – Οδηγία 2011/83/ΕΕ – Άρθρο 8, παράγραφος 2 – Συμβάσεις εξ αποστάσεως συναπτόμενες με ηλεκτρονικό μέσο – Υποχρεώσεις του εμπόρου προς ενημέρωση – Παραγγελία η οποία συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής – Παραγγελία που υποβάλλεται με το πάτημα ενός πλήκτρου ή με ενεργοποίηση ανάλογης λειτουργίας σε ιστοσελίδα – Υποχρέωση του εμπόρου να μεριμνά ώστε το εν λόγω πλήκτρο ή η ανάλογη λειτουργία να φέρει σήμανση που να αναγράφει τις λέξεις “παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής” ή μια ανάλογη διατύπωση – Υποχρέωση πληρωμής υπό όρους»

Στην υπόθεση C‑400/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Landgericht Berlin (πρωτοδικείο Βερολίνου, Γερμανία) με απόφαση της 2ας Ιουνίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Ιουνίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

VT,

UR

κατά

Conny GmbH,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, Z. Csehi, M. Ilešič (εισηγητή), I. Jarukaitis και Δ. Γρατσία, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella

γραμματέας: K. Hötzel, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2023,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι VT και UR, εκπροσωπούμενοι από την N. Meise, Rechtsanwältin,

–        η Conny GmbH, εκπροσωπούμενη από την C. Heber, Rechtsanwältin,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις I. Rubene και E. Schmidt καθώς και από τον G. von Rintelen,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 14ης Νοεμβρίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2011, L 304, σ. 64).

2        Η αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των VT και UR, εκμισθωτών μιας κατοικίας (στο εξής, από κοινού: εκμισθωτές) και, αφετέρου, της Conny GmbH, σχετικά με τα δικαιώματα ενός μισθωτή (στο εξής: επίμαχος μισθωτής) που ο ίδιος είχε εκχωρήσει στην Conny, η οποία, υπό την ιδιότητα του εκδοχέα των δικαιωμάτων του επίμαχου μισθωτή, ζητεί από τους εκμισθωτές την επιστροφή του υπερβάλλοντος ποσού που εισέπραξαν αχρεωστήτως ως μίσθωμα.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 4, 5, 7 και 39 της οδηγίας 2011/83 διαλαμβάνουν τα εξής:

«(4)      Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 της [Συνθήκης ΛΕΕ], η εσωτερική αγορά οφείλει να αποτελεί χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα στον οποίο εξασφαλίζονται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών και η ελευθερία εγκατάστασης. Η εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των εξ αποστάσεως και εκτός καταστήματος συναπτόμενων συμβάσεων είναι αναγκαία για την προαγωγή μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς των καταναλωτών που επιτυγχάνει τη σωστή ισορροπία μεταξύ υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, εξασφαλίζοντας παράλληλα την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας.

(5)      […] [Η] πλήρης εναρμόνιση της ενημέρωσης του καταναλωτή και το δικαίωμα υπαναχώρησης σε εξ αποστάσεως συμβάσεις και συμβάσεις εκτός εμπορικών καταστημάτων θα συμβάλουν σε ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών.

[…]

(7)      Η πλήρης εναρμόνιση ορισμένων βασικών ρυθμιστικών πτυχών θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά την ασφάλεια δικαίου τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους εμπόρους. Τόσο οι καταναλωτές όσο και οι έμποροι θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο βάσει σαφώς καθορισμένων νομικών εννοιών που θα διέπουν ορισμένες πτυχές των συμβάσεων μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών σε ολόκληρη την [Ευρωπαϊκή] Ένωση. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας εναρμόνισης θα πρέπει να είναι να εξαλειφθούν οι φραγμοί που προκύπτουν από τον κατακερματισμό των κανόνων και να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά σε αυτόν τον τομέα. Οι φραγμοί αυτοί μπορούν να εξαλειφθούν μόνο με τη θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων σε επίπεδο Ένωσης. Περαιτέρω, οι καταναλωτές θα πρέπει να απολαύουν υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση.

[…]

(39)      Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί για τις εξ αποστάσεως συμβάσεις που συνάπτονται μέσω ιστοσελίδων ότι ο καταναλωτής θα μπορεί να διαβάσει και να κατανοήσει πλήρως τα βασικά στοιχεία της σύμβασης προτού κάνει την παραγγελία του. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να προβλεφθεί διάταξη στην παρούσα οδηγία βάσει της οποίας τα εν λόγω στοιχεία θα εμφανίζονται πολύ κοντά στην επιβεβαίωση που απαιτείται για την υποβολή της παραγγελίας. Επίσης είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι, σε τέτοιες καταστάσεις, ο καταναλωτής θα μπορεί να προσδιορίσει από ποια χρονική στιγμή αναλαμβάνει την υποχρέωση να πληρώσει τον έμπορο. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να επισημαίνεται συγκεκριμένα στον καταναλωτή μέσω μιας ξεκάθαρης διατύπωσης ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται για αυτόν την υποχρέωση να πληρώσει τον έμπορο.»

4        Το άρθρο 1 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Αντικείμενο», ορίζει τα εξής:

«Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι, μέσω της επίτευξης ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, να συμβάλει στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την προσέγγιση ορισμένων πτυχών των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών για τις συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και εμπόρων.»

5        Το άρθρο 2 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», έχει ως ακολούθως:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

7)      “εξ αποστάσεως σύμβαση”: κάθε σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ του εμπόρου και του καταναλωτή στο πλαίσιο ενός οργανωμένου συστήματος πωλήσεων εξ αποστάσεως ή παροχής υπηρεσιών χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του εμπόρου και του καταναλωτή, με αποκλειστική χρήση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως μέχρι και τη στιγμή σύναψης της σύμβασης·

[…]».

6        Το άρθρο 3 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Πεδίο εφαρμογής», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 5 τα εξής:

«1.      Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, βάσει των όρων και στον βαθμό που ορίζεται στις διατάξεις της, σε οποιαδήποτε σύμβαση συνάπτεται μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή. […]

[…]

5.      Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το εθνικό γενικό δίκαιο περί συμβάσεων, όπως τους κανόνες εγκυρότητας, διαμόρφωσης ή αποτελέσματος μιας σύμβασης, στον βαθμό που στην παρούσα οδηγία δεν ρυθμίζονται γενικές έννοιες του δικαίου των συμβάσεων.»

7        Κατά το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/83, το οποίο φέρει τον τίτλο «Επίπεδο εναρμόνισης»:

«Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε εισάγουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις που παρεκκλίνουν από αυτές που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.»

8        Το άρθρο 6 της οδηγίας, το οποίο τιτλοφορείται «Απαιτήσεις ενημέρωσης για συμβάσεις εξ αποστάσεως και συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Πριν δεσμευθεί ο καταναλωτής με σύμβαση συναπτόμενη εξ αποστάσεως ή εκτός εμπορικού καταστήματος ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά, ο έμπορος παρέχει στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες με ευκρινή και κατανοητό τρόπο:

α)      τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών ή των υπηρεσιών, στον βαθμό που ενδείκνυται σε σχέση με το μέσο και τα αγαθά ή τις υπηρεσίες·

[…]

ε)      τη συνολική τιμή των αγαθών ή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των φόρων, ή αν, λόγω της φύσεως των αγαθών ή των υπηρεσιών, η τιμή δεν μπορεί ευλόγως να καθοριστεί εκ των προτέρων, τον τρόπο με τον οποίο πρόκειται να υπολογιστεί η τιμή, […]

[…]

ιε)      τη διάρκεια της σύμβασης, κατά περίπτωση, ή, εάν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου ή αυτόματης παράτασης, τους όρους για τη λήξη της σύμβασης·

ιστ)      κατά περίπτωση, την ελάχιστη διάρκεια των υποχρεώσεων του καταναλωτή βάσει της σύμβασης·

[…]».

9        Το άρθρο 8 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Τυπικές απαιτήσεις για συμβάσεις εξ αποστάσεως», προβλέπει στην παράγραφο 2 τα εξής:

«Εάν μια εξ αποστάσεως σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί με ηλεκτρονικό μέσο επιβάλλει στον καταναλωτή την υποχρέωση να πληρώσει, ο έμπορος οφείλει να παράσχει στον καταναλωτή με σαφή και ευκρινή τρόπο και αμέσως προτού ο καταναλωτής υποβάλει την παραγγελία του τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α), ε), ιε) και ιστ).

Ο έμπορος οφείλει να μεριμνήσει ώστε ο καταναλωτής, υποβάλλοντας την παραγγελία του, να αναγνωρίσει ρητώς ότι η παραγγελία συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής. Εάν η υποβολή παραγγελίας απαιτεί την ενεργοποίηση ενός διακόπτη ή ανάλογη λειτουργία, ο διακόπτης ή η ανάλογη λειτουργία πρέπει να φέρουν ευανάγνωστη σήμανση που να αναγράφει τις λέξεις “παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής” ή μια ανάλογη σαφή διατύπωση που να δείχνει ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής στον έμπορο. Εάν ο έμπορος δεν συμμορφωθεί με το παρόν εδάφιο, ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη σύμβαση ή την παραγγελία.»

 Το γερμανικό δίκαιο

10      Το άρθρο 312j του Bürgerliches Gesetzbuch (αστικού κώδικα), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: BGB), προβλέπει στις παραγράφους 3 και 4 τα ακόλουθα:

«(3)      Στις περιπτώσεις [καταναλωτικών συμβάσεων οι οποίες συνάπτονται με ηλεκτρονικό μέσο και αφορούν παροχή εξ επαχθούς αιτίας από τον έμπορο], ο έμπορος οφείλει να σχεδιάζει τη διαδικασία παραγγελίας κατά τέτοιον τρόπο ώστε ο καταναλωτής, κατά την υποβολή της παραγγελίας του, να αναγνωρίζει ρητώς ότι αναλαμβάνει υποχρέωση πληρωμής. Όταν η παραγγελία πραγματοποιείται μέσω του πατήματος ενός πλήκτρου, η υποχρέωση που υπέχει ο έμπορος δυνάμει της πρώτης περιόδου τηρείται μόνο στην περίπτωση που το πλήκτρο φέρει την ευανάγνωστη σήμανση “παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής” ή ανάλογη σαφή διατύπωση.

(4)      Οι [καταναλωτικές συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται με ηλεκτρονικό μέσο και αφορούν παροχή εξ επαχθούς αιτίας από τον έμπορο] καταρτίζονται μόνον εφόσον ο έμπορος τηρεί την υποχρέωση που προβλέπει η παράγραφος 3.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

11      Οι εκμισθωτές και ο επίμαχος μισθωτής συνήψαν σύμβαση μίσθωσης κατοικίας η οποία, με βάση το εθνικό δίκαιο, υπόκειται σε ανώτατα όρια μισθωμάτων ούτως ώστε, σε περίπτωση υπέρβασης των εν λόγω ορίων, ο μισθωτής δικαιούται να ζητήσει να του επιστραφεί το υπερβάλλον ποσό που κατέβαλε αχρεωστήτως ως μίσθωμα.

12      Η Conny, εταιρία περιορισμένης ευθύνης γερμανικού δικαίου, η οποία είναι καταχωρισμένη ως εταιρία δραστηριοποιούμενη στον τομέα της παροχής υπηρεσιών είσπραξης απαιτήσεων, προτείνει στους μισθωτές διαμερισμάτων, μέσω της ιστοσελίδας της, να συνάψουν μαζί της σύμβαση εντολής διαχείρισης υποθέσεων βάσει της οποίας εκείνη θα μπορεί να ενεργεί ως εκδοχέας του συνόλου των δικαιωμάτων των εν λόγω μισθωτών έναντι των εκμισθωτών τους σε περίπτωση υπέρβασης του ποσού που έχει καθοριστεί ως ανώτατο όριο για το μίσθωμα.

13      Προκειμένου να συνάψουν μια τέτοια σύμβαση μέσω της ιστοσελίδας της εταιρίας, οι μισθωτές πρέπει να αποδεχτούν τους γενικούς όρους της σύμβασης, στους οποίους αναφέρεται ότι πρόκειται για σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας, και εν συνεχεία να πατήσουν ένα πλήκτρο για να υποβάλουν την παραγγελία τους. Οι μισθωτές πρέπει να καταβάλουν, ως αντιπαροχή, αμοιβή ύψους ίσου με το ένα τρίτο του εξοικονομούμενου ετήσιου μισθώματος εάν στεφθούν με επιτυχία οι προσπάθειες της Conny που αποσκοπούν στην άσκηση των δικαιωμάτων τους και, μόλις σταλεί στον εκμισθωτή έγγραφο όχλησης, αμοιβή ύψους ίσου με τη νόμιμη αμοιβή δικηγόρου βάσει των διατάξεων του νόμου για τις αμοιβές των δικηγόρων.

14      Εν προκειμένω, δεδομένου ότι το μηνιαίο μίσθωμα υπερέβαινε το καθορισθέν με την εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρεπόμενο ανώτατο όριο, ο επίμαχος μισθωτής συνήψε με την Conny μια τέτοια σύμβαση εντολής διαχείρισης υποθέσεων με σκοπό την άσκηση των δικαιωμάτων του έναντι των εκμισθωτών του. Προς τούτο, ο επίμαχος μισθωτής εγγράφηκε στην ιστοσελίδα της Conny, επέλεξε ένα τετραγωνίδιο προκειμένου να αποδεχτεί τους γενικούς όρους και επιβεβαίωσε την παραγγελία του πατώντας το αντίστοιχο πλήκτρο. Ακολούθως, ο εν λόγω μισθωτής υπέγραψε έντυπο, με τίτλο «Επιβεβαίωση, παροχή πληρεξουσιότητας και εκχώρηση, έγκριση», το οποίο του παρέσχε η Conny και το οποίο δεν περιείχε καμία πληροφορία περί οιασδήποτε υποχρέωσης πληρωμής που να βαρύνει τον μισθωτή.

15      Με επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2020, η Conny προέβαλε έναντι των εκμισθωτών τα δικαιώματα του επίμαχου μισθωτή που απέρρεαν από τη σχετική με το ύψος των μισθωμάτων εθνική κανονιστική ρύθμιση, υποστηρίζοντας για τον σκοπό αυτόν ότι το μίσθωμα που είχε οριστεί στη συναφθείσα μεταξύ του εν λόγω μισθωτή και των εκμισθωτών σύμβαση υπερέβαινε το καθορισθέν από την εθνική ρύθμιση ανώτατο όριο.

16      Καθόσον στην επιστολή αυτή δεν δόθηκε κάποια συνέχεια, η Conny άσκησε αγωγή κατά των εκμισθωτών ενώπιον του Amtsgericht Berlin-Mitte (ειρηνοδικείου κεντρικού Βερολίνου, Γερμανία), βάσει των εκχωρηθέντων σε αυτή δικαιωμάτων.

17      Το Amtsgericht Berlin-Mitte (ειρηνοδικείο κεντρικού Βερολίνου) έκανε δεκτή την ασκηθείσα αγωγή με το σκεπτικό, μεταξύ άλλων, ότι το μίσθωμα που απαίτησαν οι εκμισθωτές υπερέβαινε το μίσθωμα που τους επιτρεπόταν να ζητήσουν, και δη κατά το ύψος του προβαλλόμενου από την Conny ποσού.

18      Οι εκμισθωτές άσκησαν έφεση κατά της αποφάσεως του ως άνω δικαστηρίου ενώπιον του Landgericht Berlin (πρωτοδικείου Βερολίνου, Γερμανία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου. Υποστήριξαν, μεταξύ άλλων, ότι η Conny δεν νομιμοποιούνταν να προβάλει τα δικαιώματα του επίμαχου μισθωτή αφ’ ης στιγμής η σύμβαση εντολής διαχείρισης υποθέσεων με την οποία της είχαν εκχωρηθεί τα εν λόγω δικαιώματα ήταν άκυρη λόγω του ότι δεν είχαν τηρηθεί οι απαιτήσεις του άρθρου 312j, παράγραφος 3, δεύτερη περίοδος, του BGB, το οποίο μεταφέρει στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/83.

19      Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει, κατ’ αρχάς, ότι το αν θα γίνει δεκτή η έφεση εξαρτάται αποκλειστικώς από την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83. Συναφώς, διερωτάται, μεταξύ άλλων, εάν η απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/83, σε συνδυασμό με το άρθρο 312j, παράγραφοι 3 και 4, του BGB, σύμφωνα με την οποία το πλήκτρο υποβολής παραγγελίας πρέπει να περιέχει ρητή μνεία περί της υποχρέωσης πληρωμής με την οποία συνδέεται η παραγγελία ή μια ανάλογη διατύπωση, έχει εφαρμογή σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.

20      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, εν προκειμένω, η υποχρέωση πληρωμής για τον επίμαχο μισθωτή δεν γεννάται εκ μόνης της υποβολής της παραγγελίας εκ μέρους του μέσω της ιστοσελίδας της Conny, αλλά απαιτεί και τη συνδρομή μεταγενέστερων όρων, όπως είναι η επιτυχής διεκδίκηση των δικαιωμάτων του μισθωτή ή η αποστολή έγγραφου όχλησης στον εκμισθωτή.

21      Συνεπώς, κατά το αιτούν δικαστήριο, ανακύπτει το ζήτημα αν το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εξ αποστάσεως σύμβαση συναπτόμενη με ηλεκτρονικό μέσο συνεπάγεται «υποχρέωση πληρωμής», κατά την έννοια της διάταξης αυτής, και όταν δεν οφείλεται ως αντάλλαγμα αντιπαροχή παρά μόνον σε περίπτωση συνδρομής ορισμένων μεταγενέστερων όρων, παραδείγματος χάριν μόνο σε περίπτωση τυχόν επιτυχούς έκβασης ή μεταγενέστερης όχλησης τρίτου.

22      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η εθνική νομοθετική ρύθμιση με την οποία μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 δεν τυγχάνει ομοιόμορφης ερμηνείας στη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων.

23      Αφενός, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) έχει κρίνει ότι, σε τέτοια περίπτωση, «κατ’ εξαίρεση δεν θίγεται» ο προστατευτικός σκοπός τον οποίο επιδιώκει το άρθρο 312j, παράγραφοι 3 και 4, του BGB, αφού ο καταναλωτής ζητεί την είσπραξη μιας ενδεχομένως υφιστάμενης απαίτησης και οφείλεται αμοιβή στον έμπορο μόνον υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ήτοι μόνο σε περίπτωση επιτυχούς έκβασης.

24      Αφετέρου, τα κατώτερα εθνικά δικαστήρια καθώς και η εθνική νομική θεωρία προσδίδουν στο άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, καθώς και στο άρθρο 312j, παράγραφοι 3 και 4, του BGB, σημαντικά ευρύτερο πεδίο εφαρμογής. Εκτιμούν, συγκεκριμένα, ότι στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών εμπίπτουν και οι νομικές πράξεις ο επαχθής χαρακτήρας των οποίων μόνον εμμέσως συνάγεται από τη σύναψη της σύμβασης ή συνδέεται με την πλήρωση περαιτέρω προϋποθέσεων ή με ενέργειες εκ μέρους του καταναλωτή.

25      Το αιτούν δικαστήριο κλίνει προς την τελευταία ως άνω ερμηνεία. Κατ’ αυτό, υπέρ της ερμηνείας αυτής συνηγορεί, πρώτον, το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, από το οποίο προκύπτει ότι η υποχρέωση χρησιμοποίησης πλήκτρου υφίσταται οσάκις η παραγγελία «συνεπάγεται» για τον καταναλωτή υποχρέωση πληρωμής. Πλην όμως, η σύναψη σύμβασης διά της ηλεκτρονικής οδού συνεπάγεται ήδη, αυτή καθεαυτήν, υποχρέωση πληρωμής και σε περιπτώσεις όπου η υποχρέωση αυτή δεν γεννάται άνευ ετέρου τινός, αλλά η γένεσή της είναι απλώς δυνατή ή δεν αποκλείεται εντελώς.

26      Δεύτερον, το πνεύμα και ο σκοπός του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 συνηγορούν υπέρ μιας ευρείας ερμηνείας, καθώς καλύπτουν και τις συμβάσεις στις οποίες ο μισθωτής θα οφείλει ως αντάλλαγμα αντιπαροχή μόνον εφόσον πληρωθούν και άλλες ειδικές προϋποθέσεις, εν προκειμένω μόνο σε περίπτωση επιτυχούς διεκδίκησης των δικαιωμάτων του μισθωτή ή σε περίπτωση αποστολής οχλήσεως. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 1 της οδηγίας 2011/83, καθώς και από τις αιτιολογικές σκέψεις 4, 5 και 7 αυτής, προκύπτει ότι σκοπός της είναι να διασφαλίσει ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, εξασφαλίζοντάς τους ενημέρωση και ασφάλεια στις συναλλαγές τους με τους εμπόρους.

27      Εντούτοις, δεν θα ήταν συμβατό προς τον ανωτέρω σκοπό το να απολαμβάνουν της προστασίας της οδηγίας 2011/83 μόνον οι καταναλωτές των οποίων η μεταγενέστερη υποχρέωση πληρωμής υφίσταται ήδη κατά τον χρόνο συνάψεως της σύμβασης και να στερούνται την προστασία αυτή οι καταναλωτές των οποίων η υποχρέωση πληρωμής δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί κατά τον χρόνο συνάψεως της σύμβασης, αλλά εξαρτάται από τη συνδρομή, σε μεταγενέστερο χρόνο, άλλων προϋποθέσεων, επί των οποίων οι καταναλωτές δεν μπορούν να ασκήσουν κανενός είδους επιρροή.

28      Τυχόν ερμηνεία αντίθετη προς την εκτιθέμενη στις σκέψεις 24 έως 27 της παρούσας αποφάσεως θα επέφερε σημαντική υποβάθμιση του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη της Ένωσης επιπέδου προστασίας του καταναλωτή, ή ακόμη και θα καθιστούσε, υπό περιστάσεις όπως εκείνες της υποθέσεως που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, την οδηγία 2011/83 εν όλω ή εν μέρει κενή περιεχομένου. Πράγματι, δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι έμποροι να εισάγουν στο μέλλον στους γενικούς τους όρους ρήτρες που να εξαρτούν την υποχρέωση πληρωμής του καταναλωτή από τη συνδρομή άλλων προϋποθέσεων προκειμένου να απαλλαγούν από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/83 υποχρεώσεις που βαρύνουν τους εμπόρους.

29      Τρίτον, το αιτούν δικαστήριο θεωρεί ότι, εάν βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν να περιορίσει την υποχρέωση ενημέρωσης μόνο στην περίπτωση υποχρέωσης πληρωμής απαλλαγμένης από όρους, θα το είχε εκφράσει ρητώς, αναφέροντας, στις αιτιολογικές σκέψεις ή στις διατάξεις της ίδιας της οδηγίας 2011/83, ότι το επίπεδο προστασίας του καταναλωτή που η οδηγία αυτή διασφαλίζει δεν εκτείνεται σε συμβάσεις στις οποίες δεν έχει ακόμη γεννηθεί, κατά τον χρόνο συνάψεώς τους, υποχρέωση πληρωμής εκ μέρους του καταναλωτή. Τούτο, όμως, ουδόλως αναφέρεται στην οδηγία.

30      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Landgericht Berlin (πρωτοδικείο Βερολίνου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνάδει με το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας [2011/83] η ερμηνεία εθνικής διάταξης (εν προκειμένω, του άρθρου 312j, παράγραφος 3, δεύτερη περίοδος, και παράγραφος 4, του BGB, όπως ίσχυε από τις 13 Ιουνίου 2014 έως τις 27 Μαΐου 2022) υπό την έννοια ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, όπως και του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας [2011/83], ακόμη και η περίπτωση κατά την οποία, κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης με ηλεκτρονικό μέσο, ο καταναλωτής δεν υπέχει απαλλαγμένη από όρους υποχρέωση πληρωμής έναντι του εμπόρου, αλλά υπέχει τέτοια υποχρέωση μόνον υπό ορισμένες περαιτέρω προϋποθέσεις, όπως, για παράδειγμα, αποκλειστικά και μόνο σε περίπτωση μεταγενέστερης ευδοκίμησης μιας ανατεθείσας νομικής διεκδίκησης ή σε περίπτωση μεταγενέστερης αποστολής όχλησης σε τρίτο πρόσωπο;»

 Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

31      Η Conny αμφισβητεί τη λυσιτέλεια του υποβληθέντος από το αιτούν δικαστήριο ερωτήματος αντιτείνοντας, μεταξύ άλλων, ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ένας τρίτος, όπως οι εκμισθωτές στην υπόθεση της κύριας δίκης, δύναται να προβάλει τυχόν ελάττωμα που ενέχει η έννομη σχέση μεταξύ καταναλωτή (εκχωρητή) και εμπόρου (εκδοχέα). Συγκεκριμένα, κατά την Conny, τούτο θα κατέληγε σε δυνατότητα ενός τρίτου να καταστήσει ανίσχυρη μια σύμβαση την οποία ο μισθωτής συνήψε με έμπορο με σκοπό ακριβώς την άσκηση των δικαιωμάτων του ως καταναλωτή έναντι του εν λόγω τρίτου.

32      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της καθιερούμενης με το άρθρο 267 ΣΛΕΕ συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, το εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς της κύριας δίκης και φέρει την ευθύνη για τη δικαστική απόφαση που πρόκειται να εκδοθεί, είναι αποκλειστικώς αρμόδιο να εκτιμήσει, με γνώμονα τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο αν η προδικαστική απόφαση είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και αν τα ερωτήματα που υποβάλλει στο Δικαστήριο είναι λυσιτελή. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία ή το κύρος κανόνα του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται κατ’ αρχήν να απαντήσει (απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2023, KBC Verzekeringen, C‑286/22, EU:C:2023:767, σκέψη 21 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

33      Επομένως, τα ερωτήματα που αφορούν το δίκαιο της Ένωσης θεωρούνται κατά τεκμήριο λυσιτελή. Το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να αποφανθεί επί προδικαστικού ερωτήματος που έχει υποβληθεί από εθνικό δικαστήριο μόνον όταν είναι πρόδηλο ότι η ζητούμενη ερμηνεία ή εκτίμηση του κύρους κανόνα δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή, ακόμη, όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2023, KBC Verzekeringen, C‑286/22, EU:C:2023:767, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

34      Εν προκειμένω, τα ζητήματα που θέτει το αιτούν δικαστήριο αφορούν, ιδίως, τη σύμφωνη προς το δίκαιο της Ένωσης ερμηνεία του άρθρου 312j, παράγραφοι 3 και 4, του BGB, το οποίο μεταφέρει στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, προβλέποντας, εν συνόψει, ότι μια καταναλωτική σύμβαση που έχει συναφθεί με ηλεκτρονικό μέσο και αφορά παροχή εξ επαχθούς αιτίας από τον έμπορο δεν μπορεί να θεωρηθεί καταρτισθείσα παρά μόνον εάν ο έμπορος τηρεί την υποχρέωση ενημέρωσης που έγκειται στο να διασφαλίζει ότι, όταν ο καταναλωτής υποβάλλει την παραγγελία του, αναγνωρίζει ρητώς ότι αναλαμβάνει υποχρέωση πληρωμής. Όμως, το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 ορίζει μόνον ότι, σε περίπτωση μη τήρησης, εκ μέρους του εμπόρου, της υποχρεώσεως που προβλέπεται στη διάταξη αυτή, ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη σύμβαση ή την παραγγελία.

35      Τούτου λεχθέντος, από την απάντηση που έδωσε το αιτούν δικαστήριο στο αίτημα παροχής πληροφοριών που του απηύθυνε το Δικαστήριο προκύπτει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία επιτρέπει σε τρίτον να αμφισβητήσει το κύρος συμβάσεως εντολής διαχείρισης υποθέσεων η οποία έχει συναφθεί μεταξύ καταναλωτή και εμπόρου οσάκις, επί τη βάσει της συμβάσεως αυτής, ο έμπορος έχει κινήσει, επ’ ονόματος του εν λόγω καταναλωτή, ένδικη διαδικασία κατά του τρίτου. Μάλιστα, μπορεί να γίνει χρήση της δυνατότητας αυτής έστω και αν ο κανόνας δικαίου του οποίου έγινε επίκληση προς στήριξη του ασκηθέντος ενδίκου βοηθήματος αποσκοπεί αποκλειστικώς στην προστασία του καταναλωτή, δεδομένου ότι, μετά τη διαπίστωση της παράβασης του εν λόγω κανόνα, ο καταναλωτής διατηρεί τη δυνατότητα να επικυρώσει τη σύμβαση ή να συνάψει νέα σύμβαση με τον έμπορο.

36      Πάντως, λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως αυτής, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει προδήλως ότι η ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 την οποία ζητεί το αιτούν δικαστήριο ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή ακόμη ότι το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως.

37      Εξάλλου, δοθέντος ότι το Δικαστήριο έχει στη διάθεσή του το σύνολο των πραγματικών και νομικών στοιχείων που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στο ερώτημα που του υποβλήθηκε, διαπιστώνεται ότι η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

38      Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 έχει την έννοια ότι, στις περιπτώσεις εξ αποστάσεως συμβάσεων οι οποίες συνάπτονται μέσω ιστοσελίδας, η υποχρέωση την οποία υπέχει ο έμπορος να μεριμνά ώστε ο καταναλωτής, όταν υποβάλλει την παραγγελία του, να αποδέχεται ρητώς την ανάληψη υποχρέωσης πληρωμής, έχει εφαρμογή ακόμη και στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή στον έμπορο παρά μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος.

39      Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι ως εξ αποστάσεως σύμβαση ορίζεται, δυνάμει του άρθρου 2, σημείο 7, της οδηγίας 2011/83, «κάθε σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ του εμπόρου και του καταναλωτή στο πλαίσιο ενός οργανωμένου συστήματος πωλήσεων εξ αποστάσεως ή παροχής υπηρεσιών χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του εμπόρου και του καταναλωτή, με αποκλειστική χρήση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως μέχρι και τη στιγμή σύναψης της σύμβασης». Εξ αυτού συνάγεται ότι μια σύμβαση εντολής διαχείρισης υποθέσεων η οποία έχει ως σκοπό την άσκηση των δικαιωμάτων ενός μισθωτή έναντι του εκμισθωτή του και η οποία έχει συναφθεί με τον έμπορο μέσω της ιστοσελίδας του τελευταίου, όπως είναι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, εμπίπτει στην έννοια της «εξ αποστάσεως σύμβασης» και, ως εκ τούτου, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2011/83, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, αυτής.

40      Στο μέτρο που, δυνάμει του άρθρου της 4, η οδηγία 2011/83 προβαίνει σε κατ’ αρχήν πλήρη εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά τις διατάξεις τις οποίες περιέχει, το περιεχόμενο της υποχρέωσης ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας καθορίζει, εντός των ορίων της σύμφωνης προς το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας, το περιεχόμενο του δικαιώματος των καταναλωτών που προβλέπεται στην εθνική ρύθμιση με την οποία η διάταξη αυτή μεταφέρθηκε στην έννομη τάξη των κρατών μελών (πρβλ. απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2023, Sofatutor, C‑565/22, EU:C:2023:735, σκέψη 38).

41      Για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της συγκεκριμένης διάταξης, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2023, KBC Verzekeringen, C‑286/22, EU:C:2023:767, σκέψη 32).

42      Όσον αφορά, πρώτον, το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/83, υπενθυμίζεται ότι η διάταξη αυτή ορίζει, στο πρώτο εδάφιο, ότι, εάν μια εξ αποστάσεως σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί με ηλεκτρονικό μέσο επιβάλλει στον καταναλωτή την υποχρέωση να πληρώσει, ο έμπορος οφείλει να παράσχει στον καταναλωτή με σαφή και ευκρινή τρόπο και αμέσως προτού ο καταναλωτής υποβάλει την παραγγελία του πλείονες προβλεπόμενες στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας πληροφορίες οι οποίες αφορούν, κατ’ ουσίαν, τα κύρια χαρακτηριστικά των αγαθών ή των υπηρεσιών, τη συνολική τιμή, τη διάρκεια της σύμβασης καθώς και, κατά περίπτωση, την ελάχιστη διάρκεια των υποχρεώσεων που βαρύνουν τον καταναλωτή βάσει της σύμβασης.

43      Το δε άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 προβλέπει ότι ο έμπορος οφείλει να μεριμνήσει ώστε ο καταναλωτής, υποβάλλοντας την παραγγελία του, να αναγνωρίσει ρητώς ότι η παραγγελία συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής. Η διάταξη αυτή διευκρινίζει ότι στις περιπτώσεις που η υποβολή παραγγελίας απαιτεί το πάτημα ενός πλήκτρου ή την ενεργοποίηση ανάλογης λειτουργίας, το πλήκτρο ή η ανάλογη λειτουργία πρέπει να φέρουν ευανάγνωστη σήμανση που να αναγράφει τις λέξεις «παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής» ή μια ανάλογη σαφή διατύπωση που να δείχνει ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής στον έμπορο, σήμανση ελλείψει της οποίας ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από τη σύμβαση ή την παραγγελία.

44      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, όταν μια εξ αποστάσεως σύμβαση συνάπτεται ηλεκτρονικώς μέσω διαδικασίας παραγγελίας και συνοδεύεται από υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει πληρωμή, ο έμπορος οφείλει, αφενός, να παράσχει στον εν λόγω καταναλωτή, αμέσως πριν από τη σύναψη της παραγγελίας, τις ουσιώδεις πληροφορίες σχετικά με τη σύμβαση και, αφετέρου, να ενημερώσει ρητώς τον εν λόγω καταναλωτή ότι, υποβάλλοντας την παραγγελία, αυτός αναλαμβάνει υποχρέωση πληρωμής (απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Fuhrmann-2, C‑249/21, EU:C:2022:269, σκέψη 25).

45      Όσον αφορά την τελευταία ως άνω υποχρέωση, από το σαφές γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 προκύπτει ότι το πλήκτρο παραγγελίας ή η ανάλογη λειτουργία πρέπει να φέρουν ευανάγνωστη και σαφή σήμανση ότι η υποβολή της παραγγελίας συνεπάγεται υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει πληρωμή στον έμπορο και ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον η σήμανση που φέρει το εν λόγω πλήκτρο ή η ανάλογη λειτουργία προκειμένου να κριθεί εάν ο έμπορος έχει τηρήσει την υποχρέωσή του να μεριμνά ώστε ο καταναλωτής, όταν υποβάλλει την παραγγελία του, να αναγνωρίζει ρητώς ότι αυτή συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής (πρβλ. απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Fuhrmann-2, C‑249/21, EU:C:2022:269, σκέψεις 26 και 28).

46      Πάντως, το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, το οποίο επιβάλλει στον έμπορο, όταν συνάπτει εξ αποστάσεως σύμβαση ηλεκτρονικώς μέσω διαδικασίας παραγγελίας η οποία συνοδεύεται από υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει πληρωμή, να ενημερώσει ρητώς τον καταναλωτή για την υποχρέωσή του αυτή προτού ο τελευταίος υποβάλει την παραγγελία του, δεν διακρίνει μεταξύ υποχρεώσεων πληρωμής υπό όρους και υποχρεώσεων πληρωμής απαλλαγμένων από όρους.

47      Τουναντίον, από το γράμμα της διάταξης προκύπτει ότι η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται σε αυτήν εφαρμόζεται αφ’ ης στιγμής η υποβληθείσα παραγγελία «συνεπάγεται» υποχρέωση πληρωμής. Κατά συνέπεια, εξ αυτού μπορεί να συναχθεί ότι η υποχρέωση του εμπόρου να ενημερώσει τον καταναλωτή γεννάται τη στιγμή που ο καταναλωτής αποδέχεται, κατά τρόπο αμετάκλητο, να δεσμεύεται από υποχρέωση πληρωμής σε περίπτωση που πληρωθεί ένας όρος ανεξάρτητος από τη βούλησή του, ακόμη και αν ο όρος αυτός δεν έχει ακόμη πληρωθεί.

48      Συναφώς, το Δικαστήριο έχει άλλωστε διευκρινίσει ότι η ολοκλήρωση μιας διαδικασίας παραγγελίας που συνεπάγεται υποχρέωση πληρωμής για τον καταναλωτή αποτελεί θεμελιώδες στάδιο, καθόσον συνεπάγεται ότι ο καταναλωτής δέχεται όχι μόνο να δεσμευθεί δυνάμει της συμβάσεως εξ αποστάσεως, αλλά και να αναλάβει την υποχρέωση πληρωμής (απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Fuhrmann-2, C‑249/21, EU:C:2022:269, σκέψη 30). Συγκεκριμένα, το πάτημα ενός πλήκτρου ή η ενεργοποίηση μιας ανάλογης λειτουργίας προς οριστικοποίηση της υποβολής παραγγελίας είναι εκείνα που συνεπάγονται δήλωση του καταναλωτή υπό την έννοια ότι αποδέχεται, κατά τρόπο αμετάκλητο, να δεσμεύεται από υποχρέωση πληρωμής.

49      Όσον αφορά, δεύτερον, το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/83 και τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκει, επισημαίνεται ότι η διάταξη αυτή αποτελεί μέρος ενός μηχανισμού που στηρίζεται σε ένα σύνολο διατάξεων που έχουν ως σκοπό, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 της οδηγίας, σε συνδυασμό με τις αιτιολογικές της σκέψεις 4, 5 και 7, να επιτύχουν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, εξασφαλίζοντάς τους ενημέρωση και ασφάλεια στις συναλλαγές τους με τους εμπόρους και διασφαλίζοντας συγχρόνως μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων (πρβλ. αποφάσεις της 7ης Απριλίου 2022, Fuhrmann-2, C‑249/21, EU:C:2022:269, σκέψη 21, και της 5ης Μαΐου 2022, Victorinox, C‑179/21, EU:C:2022:353, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

50      Ειδικότερα, η αιτιολογική σκέψη 39 της οδηγίας 2011/83 υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι, προς τον σκοπό αυτόν, να διασφαλίζεται ότι, στις περιπτώσεις εξ αποστάσεως συμβάσεων που συνάπτονται μέσω ιστοσελίδων, ο καταναλωτής θα είναι σε θέση να προσδιορίσει από ποιο χρονικό σημείο αναλαμβάνει την υποχρέωση να πληρώσει τον έμπορο, και να επισημαίνεται συγκεκριμένα στον καταναλωτή μέσω μιας ξεκάθαρης διατύπωσης ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται για αυτόν την υποχρέωση να πληρώσει τον έμπορο.

51      Όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 45 των προτάσεών του, τυχόν ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 υπό την έννοια ότι η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή όταν ο καταναλωτής δεν φέρει απαλλαγμένη από όρους υποχρέωση να καταβάλει πληρωμή στον έμπορο, αλλά απλώς δεσμεύεται να καταβάλει στον εν λόγω έμπορο ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος, θα ερχόταν σε αντίθεση με τους επιδιωκόμενους από την οδηγία σκοπούς, όπως αυτοί διατυπώθηκαν στις σκέψεις 49 και 50 της παρούσας αποφάσεως και έγκεινται στο να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, καθώς και, πιο συγκεκριμένα, στο να επισημαίνεται συγκεκριμένα στον καταναλωτή ότι η υποβολή παραγγελίας συνεπάγεται για αυτόν την υποχρέωση να πληρώσει τον έμπορο.

52      Πράγματι, μια τέτοια ερμηνεία θα κατέληγε στο να μην υποχρεούται ο έμπορος να συμμορφώνεται προς τη διαλαμβανόμενη στη διάταξη αυτή υποχρέωσή του ενημέρωσης προκειμένου να διαφωτίσει τον καταναλωτή ως προς τις χρηματικής φύσεως συνέπειες της παραγγελίας του, σε χρόνο κατά τον οποίο ο καταναλωτής δύναται ακόμη να απόσχει από την παραγγελία, αλλά μόνο σε μεταγενέστερο χρόνο, όταν η καταβολή καθίσταται απαιτητή.

53      Κατά συνέπεια, όπως υπογράμμισε κατ’ ουσίαν το αιτούν δικαστήριο, μια τέτοια ερμηνεία θα παρείχε στους εμπόρους τη δυνατότητα να απαλλάσσονται από την υποχρέωση ενημέρωσης του άρθρου 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83, ακριβώς κατά το χρονικό εκείνο σημείο που η ενημέρωση αυτή μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη για τον καταναλωτή, απλώς και μόνον εντάσσοντας στους γενικούς τους όρους ρήτρες οι οποίες εξαρτούν την υποχρέωση πληρωμής του καταναλωτή από τη συνδρομή αντικειμενικών προϋποθέσεων οι οποίες δεν εξαρτώνται από δήλωση βουλήσεως του καταναλωτή.

54      Τούτου λεχθέντος, υπογραμμίζεται ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 απλώς προβλέπει, σε παρόμοιες περιπτώσεις, ότι ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από την οικεία σύμβαση. Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 5, η οδηγία 2011/83 δεν θίγει το εθνικό γενικό δίκαιο περί συμβάσεων, όπως τους κανόνες που αφορούν την εγκυρότητα, τη διαμόρφωση ή τα αποτελέσματα μιας σύμβασης, στον βαθμό που στην ίδια την οδηγία δεν ρυθμίζονται γενικές έννοιες του δικαίου των συμβάσεων.

55      Συνεπώς, η ερμηνεία που προκρίθηκε στις σκέψεις 49 έως 53 της παρούσας απόφασης δεν θίγει τη δυνατότητα του καταναλωτή, αφού λάβει μεταγενέστερη πληροφόρηση σχετικά με την υποχρέωση πληρωμής, να αποφασίσει να διατηρήσει τα αποτελέσματα σύμβασης ή παραγγελίας η οποία, μέχρι τότε, δεν τον δέσμευε λόγω της μη τήρησης, εκ μέρους του εμπόρου, κατά τη σύναψή της, της προβλεπόμενης στο άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 υποχρέωσης.

56      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83 έχει την έννοια ότι, στις περιπτώσεις εξ αποστάσεως συμβάσεων οι οποίες συνάπτονται μέσω ιστοσελίδας, η υποχρέωση την οποία υπέχει ο έμπορος να μεριμνά ώστε ο καταναλωτής, όταν υποβάλλει την παραγγελία του, να αποδέχεται ρητώς την ανάληψη υποχρέωσης πληρωμής, έχει εφαρμογή ακόμη και στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή στον έμπορο παρά μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος.

 Επί των δικαστικών εξόδων

57      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,

έχει την έννοια ότι:

στις περιπτώσεις εξ αποστάσεως συμβάσεων οι οποίες συνάπτονται μέσω ιστοσελίδας, η υποχρέωση την οποία υπέχει ο έμπορος να μεριμνά ώστε ο καταναλωτής, όταν υποβάλλει την παραγγελία του, να αποδέχεται ρητώς την ανάληψη υποχρέωσης πληρωμής, έχει εφαρμογή ακόμη και στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει ως αντάλλαγμα την αντιπαροχή στον έμπορο παρά μόνον αφού πληρωθεί ένας μεταγενέστερος όρος.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.