Language of document :

Προσφυγή της 15ης Φεβρουαρίου 2013 - Ηνωμένο Βασίλειο κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-93/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγoν: Ηνωμένο Βασίλειο (εκπρόσωποι: K. Beal, QC, και E. Jenkinson)

Καθής: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν μέρει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 11ης Δεκεμβρίου 2012, που τροποποιεί την απόφαση ΕΚΤ/2007/7 σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις του TARGET2-EKT (ΕΚΤ/2012/31) (ΕΕ 2013 L 13, σ. 8),

να ακυρώσει εν μέρει την κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 5ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με το Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο (TARGET2) (ΕΚΤ/2012/27) (ΕΕ 2013 L 30, σ. 1), και

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακύρωσης και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη των αιτημάτων του, το προσφεύγον προβάλλει επτά λόγους ακύρωσης.

Πρώτον, ότι η ΕΚΤ ήταν αναρμόδια να εκδώσει τις προσβαλλόμενες πράξεις ή ότι έπρεπε τουλάχιστον να έχει θεσπιστεί σχετική νομοθετική ρύθμιση, όπως κανονισμός, είτε από το Συμβούλιο είτε από την ίδια την ΕΚΤ.

Δεύτερον, ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις επιβάλλουν είτε de jure είτε de facto στους οργανισμούς οι οποίοι λειτουργούν ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε χρηματοοικονομικές συναλλαγές (στο εξής: κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι) την υποχρέωση να έχουν την έδρα τους εντός της ευρωζώνης, εφόσον επιθυμούν να αναλαμβάνουν την εκκαθάριση ή τον διακανονισμό συναλλαγών που γίνονται σε ευρώ και η ημερήσια συναλλακτική τους κίνηση υπερβαίνει ορισμένα όρια. Ως πρόσθετο ή επικουρικό επιχείρημα, το προσφεύγον υποστηρίζει ότι οι πράξεις αυτές περιορίζουν το είδος και/ή τον όγκο των υπηρεσιών ή των κεφαλαίων τα οποία μπορούν να ανατεθούν σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν την έδρα τους σε κράτη μέλη εκτός της ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, οι προσβαλλόμενες πράξεις αντιβαίνουν στα άρθρα 48, 56 και 63 ΣΛΕΕ, ή τουλάχιστον σε κάποια ή κάποιες από τις εν λόγω διατάξεις, καθόσον:

οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι σε κράτη μέλη εκτός της ευρωζώνης, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, θα εξαναγκαστούν να μεταφέρουν τα διαχειριστικά και ελεγκτικά τους κέντρα σε κράτη μέλη τα οποία ανήκουν στην ευρωζώνη. Επίσης θα υποχρεωθούν να συσταθούν εκ νέου ως νομικά πρόσωπα αναγνωριζόμενα από το εθνικό δίκαιο άλλου κράτους μέλους·

σε περίπτωση που αυτοί οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι δεν μεταφέρουν την έδρα τους, όπως απαιτείται, θα αποκλειστούν εξ ολοκλήρου από την πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές των κρατών μελών της ευρωζώνης ή δεν θα έχουν πρόσβαση με τους όρους που ισχύουν για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην επικράτεια των κρατών αυτών·

οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι οι οποίοι έχουν την έδρα τους εκτός της ευρωζώνης θα αποκλειστούν ή δεν θα έχουν πρόσβαση με τους όρους που ισχύουν για τους εντός της ευρωζώνης κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στα μέσα που παρέχει η ΕΚΤ ή οι Κεντρικές Τράπεζες των κρατών μελών της ευρωζώνης·

ως εκ τούτου, η δυνατότητα τέτοιων κεντρικών αντισυμβαλλομένων να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης ή διακανονισμού για συναλλαγές σε ευρώ σε πελάτες τους στην Ένωση θα περιοριστεί ή θα εξαλειφθεί.

Τρίτον, ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι αντίθετες προς τα άρθρα 101 και/ή 102 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 106 ΣΛΕΕ και το άρθρο 13 ΣΕΕ, στο μέτρο που κατ' ουσίαν:

επιβάλλουν τη διενέργεια του συνόλου των πράξεων εκκαθάρισης για συναλλαγές που γίνονται σε ευρώ και υπερβαίνουν ένα ελάχιστο όριο από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους σε κράτος μέλος της ευρωζώνης·

επιβάλλουν στην ΕΚΤ και/ή στις Κεντρικές Τράπεζες των κρατών μελών της ευρωζώνης να μην παρέχουν αποθεματικά σε ευρώ σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι σε κράτη μέλη της ευρωζώνης, σε περίπτωση υπέρβασης των ορίων που καθορίζονται στη σχετική απόφαση της ΕΚΤ.

Τέταρτον, ότι η υποχρέωση που επιβάλλεται στους εγκατεστημένους εκτός κρατών μελών της ευρωζώνης κεντρικούς αντισυμβαλλομένους να μεταβάλουν τη νομική προσωπικότητα και την έδρα τους συνιστά άμεση ή έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω εθνικότητας. Επίσης παραβιάζει την ισχύουσα στο δίκαιο της Ένωσης γενική αρχή της ισότητας, καθόσον οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε διαφορετική μεταχείριση ανάλογα με το κράτος μέλος της εγκατάστασής τους χωρίς να συντρέχει αντικειμενικός λόγος προς τούτο.

Πέμπτον, ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις αντιβαίνουν σε σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201, σ. 1).

Έκτον, ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις αντιβαίνουν στα άρθρα ΙΙ, ΧΙ, ΧVI και XVII της Γενικής Συμφωνίας Εμπορίου και Υπηρεσιών (GATS), ή τουλάχιστον, σε κάποια ή κάποιες από τις εν λόγω διατάξεις.

Έβδομον, ότι μπορεί να υποστηριχθεί, χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο να υποχρεούται να αποδείξει ότι δεν υφίσταται λόγος δημοσίου συμφέροντος ο οποίος να δικαιολογεί τους περιορισμούς αυτούς (δεδομένου ότι η ΕΚΤ φέρει το βάρος απόδειξης όσον αφορά τη δικαιολόγηση παρέκκλισης, εφόσον την επικαλεστεί), ότι οποιαδήποτε δικαιολόγηση προβάλει τυχόν η ΕΚΤ στηριζόμενη σε εκτιμήσεις πολιτικής φύσης δεν μπορεί να είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι υφίστανται λιγότερο επαχθή μέσα για να διασφαλιστεί η εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους εντός της Ένωσης αλλά εκτός της ευρωζώνης.

____________