Language of document : ECLI:EU:T:1998:9

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πέμπτο πενταμελές τμήμα)

της 29ης Ιανουαρίου 1998 (1)

«Αντιντάμπινγκ — Φουρφουραλδεΐδη — Στοιχεία δικαιολογούντα την κίνηση έρευνας — Αρχή της αναλογικότητας — Ζημία — Μη αποδοχή δεσμεύσεως — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2423/88»

Στην υπόθεση T-97/95,

Sinochem National Chemicals Import & Export Corporation, εταιρία κινεζικού δικαίου, με έδρα το Πεκίνο, εκπροσωπούμενη από τον Jean-François Bellis, δικηγόρο Βρυξελλών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο το δικηγορικό γραφείο των Loesch & Wolter, 11, rue Goethe,

προσφεύγουσα,

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εκπροσωπούμενου, αρχικώς, από τους Yves Cretien, νομικό σύμβουλο, και Antonio Tanca, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, και, στη συνέχεια, μόνον από τον Tanca, επικουρούμενους από τους Hans-Jürgen Rabe και Georg M. Berrisch, δικηγόρους Αμβούργου και Βρυξελλών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Alessandro Morbilli, γενικό διευθυντή της διευθύνσεως νομικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, 100, boulevard Konrad Adenauer, Kirchberg,

καθού,

υποστηριζομένου από την

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Nicholas Khan, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Carlos Gómez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

και την

Furfural Espaρol SA, εταιρία ισπανικού δικαίου, με έδρα την Alcantarilla (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον José Rivas de Andrés, δικηγόρο Μαδρίτης, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Arsène Kronshagen, 12, rue Marie-Adélaïde,

παρεμβαίνουσες,

που έχει ως αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως του κανονισμού (ΕΚ) 95/95 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 1995, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 15, σ. 11),

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

(πέμπτο πενταμελές τμήμα),

συγκείμενο από τους R. García-Valdecasas, Πρόεδρο, τη V. Tiili και τους J. Azizi, R. M. Moura Ramos και M. Jaeger, δικαστές,

γραμματέας: A. Mair, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 18ης Σεπτεμβρίου 1997,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Το ιστορικό της διαφοράς

1.
    Η προσφεύγουσα, Sinochem National Chemicals Import & Export Corporation (στο εξής: Sinochem), είναι κρατική επιχείρηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας η οποία ασχολείται με την εισαγωγή χημικών προϊόντων στην Κίνα καθώς και με την εξαγωγή χημικών προϊόντων καταγομένων από την ίδια αυτή χώρα. Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1993, η Sinochem ήταν ο αποκλειστικός εξαγωγέας φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας. Ύστερα από την ημερομηνία αυτή, οι

εξαγωγές φουρφουραλδεΐδης είναι ελεύθερες λόγω της φιλελευθεροποιήσεως του καθεστώτος των κινεζικών εμπορικών συναλλαγών. Κατά τον κρίσιμο χρόνο, η Sinochem εξήγε το μεγαλύτερο μέρος της φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας.

2.
    Το επίμαχο στην παρούσα διαδικασία προϊόν, η φουρφουραλδεΐδη, είναι ένα υγρό χημικό προϊόν προκύπτον από την επεξεργασία γεωργικών αποβλήτων. Το εν λόγω προϊόν έχει δύο βασικές, εντελώς διαφορετικές, εφαρμογές: πρώτον, χρησιμοποιείται ως επιλεκτικό διαλυτικό στη διύλιση πετρελαίου για τον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως και, δεύτερον, χρησιμεύει ως πρώτη ύλη για την παραγωγή φουρφουραλικής αλκοόλης.

3.
    Τον Ιανουάριο του 1993 υποβλήθηκε στην Επιτροπή καταγγελία από τη Furfural Espaρol SA (στο εξής: Furfural Espaρol). Με την καταγγελία αυτή, η εν λόγω εταιρία γνωστοποίησε στην Επιτροπή την ύπαρξη ντάμπινγκ έχοντος ως αντικείμενο τη φουρφουραλδεΐδη καταγωγής Κίνας επισημαίνοντας την εντεύθεν προκύπτουσα σημαντική ζημία.

4.
    Εν όψει των στοιχείων αυτών, η Επιτροπή δημοσίευσε, κατ' εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) 2423/88 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 1988, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ L 209, σ. 1, στο εξής: βασικός κανονισμός), στις 31 Ιουλίου 1993, ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ C 208, σ. 8) και άρχισε έρευνα.

5.
    Η έρευνα διήρκεσε από την 1η Ιουλίου 1992 μέχρι τις 30 Ιουνίου 1993. Η Επιτροπή διενήργησε επιτόπιους ελέγχους και έρευνες επί του κοινοτικού παραγωγού Furfural Espaρol, επί ορισμένων εισαγωγέων της Κοινότητας, όπως της Quaker Oats Chemicals Inc. (στο εξής: QO Chemicals), η οποία είναι αμερικανική εταιρία με έδρα την Αμβέρσα (Βέλγιο) και θυγατρική μιας άλλης αμερικανικής εταιρίας, της Great Lakes Chemicals Corporation. Η Επιτροπή ενήργησε επίσης έρευνες επί δύο άλλων αργεντινών παραγωγών φουρφουραλδεΐδης, και τούτο διότι θεώρησε την Αργεντινή ως μια ανάλογη για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας χώρα.

6.
    Η Furfural Espaρol είναι μια εταιρία με έδρα την Alcantarilla (Ισπανία). Η εταιρία αυτή αποτελούσε, κατά τον χρόνο της έρευνας, τον μοναδικό παραγωγό φουρφουραλδεΐδης στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, αποτελούσε «κλάδο παραγωγής της Κοινότητας» κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού.

7.
    Η προσφεύγουσα και η Furfural Espaρol προμήθευαν αμφότερες φουρφουραλδεΐδη τόσο για τον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως όσο και για την παραγωγή φουρφουραλικής αλκοόλης. Κύριος παραγωγός φουρφουραλικής

αλκοόλης στην Κοινότητα είναι η QO Chemicals. Μέχρι το 1992 υφίστατο και ένας άλλος κοινοτικός παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης, η γαλλική εταιρία Agrifurane. Το 1994 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία μια νέα παραγωγός της αλκοόλης αυτής εταιρία, η Indofurane Europe. Το 1989 η Furfural Espaρol προμήθευσε φουρφουραλδεΐδη στην QO Chemicals. Η ίδια εταιρία προμήθευε επίσης το εν λόγω προϊόν, μέχρι το 1992, στην Agrifurane και, μέχρι το 1995, στην Indofurane Europe. Οι πωλήσεις γίνονταν κατά κύριο λόγο για τον καθαρισμο ελαίων λιπάνσεως.

8.
    Η QO Chemicals είναι ο πρώτος παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης στον κόσμο. Επομένως, είναι στην πραγματικότητα ο σημαντικότερος αγοραστής φουρφουραλδεΐδης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Κατά τον χρόνο της έρευνας, ήταν ο μόνος κοινοτικός παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης και αντιπροσώπευε, όπως ήταν επόμενο, το σύνολο της κοινοτικής αγοράς φουρφουραλικής αλκοόλης.

9.
    Ο προμηθευτής φουρφουραλδεΐδης που ικανοποιεί άνω του 80 % των αναγκών της QO Chemicals είναι εγκατεστημένος στη Δομινικανή Δημοκρατία. Είναι επίσης ο πρώτος παραγωγός φουρφουραλδεΐδης στον κόσμο. Υφίσταται, από τη δεκαετία του '60, μια μακράς διαρκείας συμφωνία προμηθείας μεταξύ αυτού και της QO Chemicals — μέσω μιας συνδεόμενης προς αυτήν αμερικανικής εταιρίας. Η συμφωνία προβλέπει ότι η QO Chemicals αγοράζει σχεδόν όλη τη φουρφουραλδεΐδη του παραγωγού της Δομινικανής Δημοκρατίας και ότι ο τελευταίος πωλεί στην QO Chemicals σχεδόν όλη τη φουρφουραλδεΐδη που παράγει.

10.
    Με τον κανονισμό (ΕΚ) 1783/94, της 18ης Ιουλίου 1994, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 186, σ. 11, στο εξής: προσωρινός κανονισμός), η Επιτροπή επέβαλε επί του επιμάχου προϊόντος, που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2932 12 00 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ 352 ECU ανά τόνο.

11.
    Η Επιτροπή καθόρισε περιθώριο ντάμπινγκ 62,6 % που αντιστοιχούσε στον σταθμισμένο μέσον όρο των περιθωρίων ντάμπινγκ που είχαν επιτευχθεί τόσον όσον αφορά τους εξαγωγείς που είχαν συνεργαστεί όσο και αυτούς που δεν είχαν συνεργαστεί (αιτιολογική σκέψη 21 του προσωρινού κανονισμού). Το εν λόγω κοινοτικό όργανο διαπίστωσε ότι αυτό το περιθώριο ντάμπινγκ υπερέβαινε το κατώτατο όριο της ζημίας, που είχε υπολογισθεί βάσει της διαφοράς μεταξύ του σταθμισμένου μέσου όρου της τιμής εισαγωγής cif (κόστος, ασφάλιση, ναύλος) και του κόστους παραγωγής του κοινοτικού παραγωγού, συν ένα περιθώριο κέρδους 5 % (αιτιολογική σκέψη 50 του προσωρινού κανονισμού).

12.
    Στις 28 Ιουλίου 1994 η Sinochem προέτεινε στην Επιτροπή να αναλάβει δέσμευση σχετικά με τον ποσοτικό περιορισμό της εξαγομένης απ' αυτήν προς την Κοινότητα φουρφουραλδεΐδης.

13.
    Με τον κανονισμό (ΕΚ) 95/95, της 16ης Ιανουαρίου 1995, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 15, σ. 11, στο εξής: οριστικός κανονισμός), το Συμβούλιο επικύρωσε τον επιβληθέντα με τον προσωρινό κανονισμό δασμό αντιντάμπινγκ των 352 ECU ανά τόνο. Απέρριψε (αιτιολογική σκέψη 29 του οριστικού κανονισμού) την προταθείσα από τη Sinochem ανάληψη δεσμεύσεως για τον λόγον ότι αυτή η κρατική επιχείρηση δεν πληρούσε τις προς τούτο προβλεπόμενες προϋποθέσεις για την περίπτωση χώρας μη διαθέτουσας οικονομία της αγοράς. Εξάλλου, το Συμβούλιο επισήμανε πλείστες όσες αθετήσεις δεσμεύσεων που είχαν αναληφθεί από Κινέζους εξαγωγείς, ιδίως από την ίδια τη Sinochem.

Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

14.
    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 6 Απριλίου 1995, η προσφεύγουσα άσκησε την υπό κρίση προσφυγή, κατά του οριστικού κανονισμού.

15.
    Στις 8 Σεπτεμβρίου 1995 η Επιτροπή ζήτησε να παρέμβει υπέρ του καθού. Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή με διάταξη της 2ας Οκτωβρίου 1995 του προέδρου του πέμπτου πενταμελούς τμήματος.

16.
    Στις 3 Οκτωβρίου 1995 η Furfural Espaρol ζήτησε να παρέμβει υπέρ του καθού. Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή με διάταξη της 18ης Δεκεμβρίου 1995 του προέδρου του πέμπτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου.

17.
    Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Πρωτοδικείο (πέμπτο πενταμελές τμήμα) αποφάσισε, αφενός, τη λήψη βάσει το άρθρου 64 του Κανονισμού Διαδικασίας μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας, τα οποία συνίσταντο σε γραπτές ερωτήσεις προς τους διαδίκους, και, αφετέρου, την έναρξη της προφορικής διαδικασίας.

18.
    Οι διάδικοι απάντησαν στις γραπτές ερωτήσεις τον Αύγουστο του 1997. Κατά τη συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1997 ανέπτυξαν προφορικώς τις θέσεις τους και έδωσαν απαντήσεις στις προφορικές ερωτήσεις του Πρωτοδικείου.

19.
    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

—    να ακυρώσει τον επιβληθέντα με τον οριστικό κανονισμό δασμό αντιντάμπινγκ·

—    να ακυρώσει την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο απέρριψε την προταθείσα από την προσφεύγουσα ανάληψη δεσμεύσεως·

—    να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

20.
    Το Συμβούλιο ζητεί από το Πρωτοδικείο:

—    να απορρίψει την προσφυγή·

—    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

21.
    Η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol ζητεί από το Πρωτοδικείο:

—    να απορρίψει την προσφυγή·

—    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων και αυτών της παρεμβαίνουσας.

22.
    Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η προσφεύγουσα ζητεί, εν πάση περιπτώσει, να φέρει η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol τα δικαστικά της έξοδα.

Επί της ουσίας

23.
    Προς στήριξη των αιτημάτων της για ακύρωση του επιβληθέντος με τον οριστικό κανονισμό δασμού αντιντάμπινγκ, η προσφεύγουσα προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως. Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού. Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού και της αρχής της αναλογικότητας. Ο τρίτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Ο τέταρτος και πέμπτος λόγος αντλούνται από παράβαση του άρθρου 190 της Συνθήκης ΕΚ και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την άρνηση αποδοχής της προταθείσας από την προσφεύγουσα αναλήψεως δεσμεύσεως, άρνηση που προβλήθηκε με τον οριστικό κανονισμό.

24.
    Εν όψει της σχέσεως που υφίσταται μεταξύ του πρώτου και δευτέρου λόγου, σ' αυτούς πρέπει να δοθεί κοινή απάντηση.

Όσον αφορά τον πρώτο και δεύτερο λόγο που αντλούνται, αφενός, από παράβαση των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού και, αφετέρου, από παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού καθώς και της αρχής της αναλογικότητας

Επιχειρήματα των διαδίκων

— Πρώτος λόγος ακυρώσεως

25.
    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι ο οριστικός κανονισμός συνιστά παράβαση των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού κατά το μέτρο που η διαδικασία αφορά αδιακρίτως όλες τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας, ασχέτως του αν αυτή χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό

ελαίων λιπάνσεως ή για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης, και τούτο μολονότι τα προταθέντα με την καταγγελία αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη ζημία και η ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας αφορούν αποκλειστικώς τη χρησιμοποιούμενη για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδη.

26.
    Σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, «η καταγγελία πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη ντάμπινγκ ή επιδότησης και ως προς τη ζημία που προκύπτει από αυτά». Κατά συνέπεια, η Επιτροπή υποχρεούται, πριν από την έναρξη της διαδικασίας, να εξετάσει αν τα περιλαμβανόμενα στην καταγγελία αποδεικτικά στοιχεία, όσοναφορά ιδίως την προβαλλομένη ζημία, είναι επαρκή. Η υποχρέωση αυτή αποτελεί ουσιώδη τύπο η παράβαση του οποίου συνεπάγεται το παράνομο της διαδικασίας (απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Δεκεμβρίου 1993, C-216/91, Rima Eletrometalurgia κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1993, σ. Ι-6303).

27.
    Η Επιτροπή έχει επίσης, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, παραβεί το άρθρο 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού, κατά το οποίο μπορεί αυτή να κινήσει διαδικασία και συνακόλουθη έρευνα μόνον όταν προκύπτει ότι υφίστανται επαρκή αποδεικτικά στοιχεία δικαιολογούντα την κίνηση διαδικασίας. Τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία αναφέρεται το άρθρο 7, παράγραφος 1, είναι τα ίδια με αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 6, δηλαδή στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ και την εντεύθεν προκύπτουσα ζημία.

28.
    Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή έκανε δεκτή μια καταγγελία σχετικά με το σύνολο των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας, και τούτο μολονότι η καταγγελία αυτή περιελάμβανε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με ζημία που είχε σχέση με μία από τις δύο εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης, συγκεκριμένα τον καθαρισμο ελαίων λιπάνσεως. Όμως, τα στοιχεία αυτά είναι προδήλως ανεπαρκή εφόσον η χρησιμοποιούμενη για την εφαρμογή αυτή φουρφουραλδεΐδη δεν αποτελεί παρά το ένα τρίτο της συνολικής καταναλώσεως φουρφουραλδεΐδης στην Κοινότητα, πράγμα που η ίδια η καταγγέλλουσα έχει αναγνωρίσει στην καταγγελία της. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή είτε όφειλε να ζητήσει από την καταγγέλλουσα να συμπληρώσει τα αποδεικτικά στοιχεία είτε υποχρεούνταν να περιορίσει την έκταση της διαδικασίας μόνο στις εισαγωγές της χρησιμοποιουμένης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης.

29.
    Στην πραγματικότητα, οι δύο εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης αντιστοιχούν σε δυό όλως διαφορετικές αγορές, κατάσταση η οποία, εξάλλου, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι πελάτες για τις δύο αυτές εφαρμογές είναι επίσης τελείως διαφορετικοί.

30.
    Στον ορισμό του προϊόντος που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας γίνεται αναφορά στις δύο εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης, ενώ τα

σχετικά με τα μερίδια της αγοράς αριθμητικά στοιχεία που μνημονεύονται στο μέρος «Ισχυρισμός περί ζημίας» της ίδιας ανακοινώσεως αναφέρονται μόνο στην χρησιμοποιούμενη για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδη.

31.
    Έτσι, η Επιτροπή κίνησε μια διαδικασία μη σύμφωνη προς τα άρθρα 5 και 7 του βασικού κανονισμού. Μέτρα αντιντάμπινγκ που λαμβάνονται κατόπιν διαδικασίας της οποίας η κίνηση στερείται νομιμότητας είναι επίσης παράνομα και πρέπει, κατά συνέπεια, να ακυρώνονται.

32.
    Το Συμβούλιο αμφισβητεί την ύπαρξη δύο χωριστών αγορών. Το προϊόν που προορίζεται για τις δύο διαφορετικές χρήσεις είναι ένα και το αυτό και, κατά την εισαγωγή ή την πώλησή του εντός της Κοινότητας, δεν υφίστανται αντικειμενικά κριτήρια επιτρέποντα τον προσδιορισμό της προβλεπόμενης για τον προϊόν αυτό χρήσεως ή τον τελικό του προορισμό.

33.
    Η καταγγελία εξετάζει, κατά το Συμβούλιο, όλους τους παράγοντες οι οποίοι, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση της ζημίας και παρέχει όλα τα στοιχεία που την αποδεικνύουν.

34.
    Το Συμβούλιο κατέληξε στο ότι ορθώς η Επιτροπή έκρινε ότι η καταγγελία περιελάμβανε επαρκή αρχή αποδείξεως ως προς την ύπαρξη ζημίας και ότι έπρεπε να κινηθεί διαδικασία αντιντάμπινγκ.

35.
    Η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol ισχυρίζεται ότι η προσφεύγουσα προσπαθεί να δημιουργήσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι το μοναδικό σχετικό με ζημία αποδεικτικό στοιχείο που περιλαμβανόταν στην καταγγελία ήταν το σχετικό με την κατανάλωση αριθμητικό στοιχείο και ότι τούτο αφορούσε μόνον τις πωλήσεις της φουρφουραλδεΐδης που προοριζόταν για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως. Η ίδια παρατηρεί ότι 25 σελίδες της καταγγελίας αφορούν την ανάλυση του ζητήματος της ζημίας και ότι σ' αυτές εξετάζονται όλοι οι απαριθμούμενοι στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού παράγοντες. Με την καταγγελία αυτή παρέχονται, όσον αφορά καθέναν από τους παράγοντες αυτούς, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη ζημία. Η Furfural Espaρol επισημαίνει ότι όλα, γενικώς, τα δεδομένα και όλα τα προβληθέντα με την καταγγελία αποδεικτικά στοιχεία καλύπτουν την περίοδο από 1987 έως 1992 (πρώτο τρίμηνο), περίοδο κατά την οποία η Agrifurane, ο μοναδικός έτερος κοινοτικός παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης, ασκούσε δραστηριότητες. Κατά συνέπεια, είναι αναμφισβήτητο ότι η καταγγελία περιελάμβανε στοιχεία σχετικά με την προοριζόμενη για την παραγωγή φουρφουραλικής αλκοόλης φουρφουραλδεΐδη. Εξάλλου, τα αριθμητικά στοιχεία τα σχετικά με τον όγκο και την τιμή των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης προελεύσεως Κίνας και άλλων τρίτων χωρών μνημονεύθηκαν στην καταγγελία ασχέτως του αν το προϊόν χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως ή για την παραγωγή φουρφουραλικής αλκοόλης.

36.
    Όσον αφορά τα μνημονευόμενα στην καταγγελία στοιχεία σχετικά με την εντός της Κοινότητας κατανάλωση, η Furfural Espaρol αναγνωρίζει ότι αυτά είναι περισσότερο ακριβή όσον αφορά τις πωλήσεις της προοριζόμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι, εφόσον υφίσταται προστασία του απορρήτου όσον αφορά όλα τα στοιχεία τα σχετικά με τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης στο Βέλγιο και εφόσον ο κύριος κοινοτικός παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης είναι εγκατεστημένος στο Βέλγιο, θα ήταν άδικο να απαιτείται από την καταγγέλλουσα να παράσχει στοιχεία περισσότερο λεπτομερή όσον αφορά τον τομέα της φουρφουραλικής αλκοόλης. Πράγματι, κάτι τέτοιο θα κατέληγε στο να στερηθεί αυτή του δικαιώματός της έννομης προστασίας που ο βασικός κανονισμός παρέχει στην κοινοτική βιομηχανία.

37.
    Όσον αφορά τα επιχειρήματα του Συμβουλίου και της παρεμβαίνουσας σχετικά με τα παρεχόμενα με την καταγγελία, εκτός από τα αριθμητικά στοιχεία τα σχετικά με τα μερίδια της αγοράς, αποδεικτικά στοιχεία, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι αφ' ης στιγμής η Furfural Espaρol προμήθευε φουρφουραλδεΐδη αποκλειστικώς για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως, όλα τα οικονομικά δεδομένα που αφορούν την επίπτωση των εισαγωγών στην κατάσταση της επιχειρήσεως αυτής δεν μπορούν, εξ ορισμού, παρά να αφορούν την αγορά αυτή. Κατά συνέπεια, οι παράγοντες που επικαλείται η καταγγέλλουσα προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη ζημίας αφορούν μόνο τη φουρφουραλδεΐδη που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως.

38.
    Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, στο υπόμνημά της απαντήσεως, ότι την εκπλήσσει το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έκρινε χρήσιμο να συμβουλευθεί δικό της φάκελο σχετικά με διαδικασία που είχε κινηθεί το 1981 αναφορικά με το ίδιο προϊόν, τις ίδιες χώρες εξαγωγής και τον ίδιο εισαγωγέα, την QO Chemicals. Κατά τη διαδικασία εκείνη, στο πλαίσιο της οποίας η Furfural Espaρol είχε επίσης κατηγορηθεί ότι επιδιδόταν σε ντάμπινγκ εντός της Κοινότητας, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα, υπό πραγματικά περιστατικά λίαν παραπλήσια προς αυτά της υπό κρίση υποθέσεως, ότι οι εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας, καθώς δεν είχαν αποτελέσει το αντικείμενο ντάμπινγκ, ήσαν η κύρια αιτία της ζημίας που είχε υποστεί η κοινοτική βιομηχανία και ότι, όσον αφορά τις εισαγωγές προελεύσεως Κίνας (και Ισπανίας), τα συμφέροντα της Κοινότητας δεν απαιτούσαν μέτρα προστασίας.

39.
    Στο υπόμνημά του ανταπαντήσεως, το Συμβούλιο ισχυρίζεται ότι η κινηθείσα το 1981 διαδικασία δεν μπορεί να συσχετισθεί με την υπό κρίση υπόθεση, και τούτο εν όψει των σημαντικών μεταβολών που έχουν εν τω μεταξύ επέλθει στην κοινοτική αγορά φουρφουραλδεΐδης. Πρώτον, όλοι οι υφιστάμενοι το 1981 κοινοτικοί παραγωγοί έχουν σταματήσει τις δραστηριότητές τους. Δεύτερον, η Furfural Espaρol, που είναι πλέον ο μόνος, ύστερα από την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας στην Κοινότητα το 1986, κοινοτικός παραγωγός, ήταν, το 1981, εξαγωγέας. Τρίτον, αναφορικά με τους δύο σημαντικούς εισαγωγείς

φουρφουραλδεΐδης που υφίσταντο το 1981 (QO Chemicals και Rhône-Poulenc), μόνον η QO Chemicals συνεχίζει τις δραστηριότητές της. Τέταρτον, η προσφεύγουσα ήταν, το 1981, ο μόνος εξαγωγέας της Κίνας, και τούτο ενώ, όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση, είναι πρόδηλον ότι ένας σημαντικός αριθμός ανεξαρτήτων εξαγωγέων από τη χώρα αυτή πωλούσε το προϊόν σε πολύ χαμηλές τιμές. Τέλος, αντίθετα προς ό,τι συμβαίνει εν προκειμένω, κατά τη διαδικασία του 1981 η καταγγελία στρεφόταν, κυρίως, κατά της Δομινικανής Δημοκρατίας, οπότε είχε χρειαστεί να εξεταστούν οι εισαγωγές από την τελευταία αυτή χώρα σ' ένα όλως διαφορετικό πλαίσιο.

— Δεύτερος λόγος ακυρώσεως

40.
    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η επιβολή του δασμού αντιντάμπινγκ συνιστά παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού καθώς και της αρχής της αναλογικότητας. Πράγματι, ο δασμός αυτός καλύπτει, κατ' αυτή, όλες αδιακρίτως τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης, ενώ η αποτίμηση της ζημίας στηρίζεται στη διαπίστωση ότι κάτι τέτοιο συνέβη μόνον όσον αφορά τη φουρφουραλδεΐδη που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως. Όμως, το κατ' αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιούμενο προϊόν αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο μόνο ποσοστό της συνολικής καταναλώσεως φουρφουραλδεΐδης εντός της Κοινότητας.

41.
    Η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, μπορεί να επιβάλλεται δασμός αντιντάμπινγκ για κάθε προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ όταν η θέση του σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία. Κατ' αυτήν, το άρθρο αυτό σημαίνει ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ δικαιολογείται μόνον όταν επιβάλλεται προς εξάλειψη της προκληθείσας από το ντάμπινγκ ζημίας.

42.
    Κατ' αυτήν, το επιβληθέν από τα κοινοτικά όργανα μέτρο αντιντάμπινγκ υπερβαίνει τα όρια αυτού που ήταν αναγκαίο προς εξάλειψη της ζημίας, εφόσον το εν λόγω μέτρο εφαρμόζεται στο σύνολο των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης και όχι μόνον επί της χρησιμοποιουμένης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης η οποία και αποτελεί το αντικείμενο της καταγγελίας. Συνεπώς, το μέτρο αντιντάμπινγκ συνιστά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

43.
    Εξάλλου, τα κοινοτικά όργανα έχουν στον προσωρινό κανονισμό (εικοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη) επιβεβαιώσει ότι δεν υφίστατο κανένας ανταγωνισμός μεταξύ των πωλήσεων που πραγματοποιούνταν σε κάθε μία από τις δύο αγορές της φουρφουραλδεΐδης.

44.
    Στο υπόμνημά της απαντήσεως, η προσφεύγουσα δέχεται ότι το προοριζόμενο για τις δύο διαφορετικές εφαρμογές προϊόν είναι το ίδιο. Ωστόσο, βάσει διαφόρων παραδειγμάτων, ισχυρίζεται ότι η κοινοτική τελωνειακή νομοθεσία περιλαμβάνει διατάξεις επιτρέπουσες, όσον αφορά την επιβολή δασμών, να τυγχάνουν

διαφορετικής μεταχειρίσεως προϊόντα φυσικώς όμοια, ανάλογα με την τελική τους χρήση. Επομένως, το Συμβούλιο μπορούσε, κατ' αυτήν, να περιορίσει την επιβολή του δασμού αντιντάμπινγκ στη φουρφουραλδεΐδη που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως, μόνη χρήση ως προς την οποία γινόταν στην καταγγελία λόγος περί ζημίας.

45.
    Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι, εν όψει της περιορισμένης δυνατότητας παραγωγής της Furfural Espaρol, οι κινεζικές εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης που προορίζονταν για την QO Chemicals δεν μπορούσαν να προκαλέσουν ζημία στην κοινοτική βιομηχανία. Για τον λόγο αυτό, ο δασμός αντιντάμπινγκ έπρεπε να επιβληθεί αποκλειστικώς επί της φουρφουραλδεΐδης που προοριζόταν για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως, ενώ η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ επί της προοριζομένης για τους εκτός της QO Chemicals πελάτες φουρφουραλδεΐδης θα αρκούσε για να εξαλειφθεί η ζημία. Η προσφεύγουσα προσέθεσε ότι, ακόμα και ύστερα από την επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, η Furfural Espaρol δεν προμήθευσε φουρφουραλδεΐδη στην QO Chemicals.

46.
    Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι όλες οι εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας, ανεξαρτήτως της πραγματικής ή προβλεπομένης χρήσεώς της, προξένησαν ζημία στην κοινοτική παραγωγή. Εξάλλου, η διενεργηθείσα από τα κοινοτικά όργανα έρευνα σχετικά με την προκληθείσα ζημία αφορούσε το σύνολο των εισαγωγών και όχι μόνον τις εισαγωγές της χρησιμοποιούμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης.

47.
    Το Συμβούλιο εκτιμά ότι η αναφορά της προσφεύγουσας στην αιτιολογική σκέψη 24 του προσωρινού κανονισμού είναι όλως ανακριβής. Στην αιτιολογική εκείνη σκέψη, τα κοινοτικά όργανα δεν ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούσε να υφίσταται κανένας ανταγωνισμός μεταξύ των πωλήσεων που πραγματοποιούνταν στην αγορά της χρησιμοποιουμένης για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης φουρφουραλδεΐδης και αυτών που πραγματοποιούνταν στην αγορά της προοριζομένης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης. Αντιθέτως, στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη 24 γίνεται διάκριση μεταξύ μιας «δεσμευμένης αγοράς» και μιας «ελεύθερης αγοράς». Εξάλλου, στον οριστικό κανονισμό διαπιστώνεται, όσον αφορά την ύπαρξη μιας «δεσμευμένης αγοράς», μια αλλαγή προσεγγίσεως της Επιτροπής σε σχέση με τον προσωρινό κανονισμό, αναφορικά με την έρευνα επί της ζημίας.

48.
    Τέλος, προκειμένου περί του αντλουμένου από την τελωνειακή νομοθεσία επιχειρήματος ότι είναι δυνατό να τυγχάνει διαφορετικής μεταχειρίσεως ένα προϊόν ανάλογα με την τελική του χρήση, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι στερείται εν προκειμένω ενδιαφέροντος ο προβληματισμός σχετικά με το εάν κάτι τέτοιο θα ήταν θεωρητικώς δυνατό, και τούτο εφόσον αυτό δεν στήριξε τον επίδικο κανονισμό επί του ότι ήταν από τεχνική άποψη αδύνατος ο περιορισμός της

επιβολής ενός δασμού αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τον υποδεικνυόμενο από την προσφεύγουσα τρόπο.

49.
    Όσον αφορά την παραπομπή της προσφεύγουσας στην εικοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη του προσωρινού κανονισμού, η Furfural Espaρol προσθέτει ότι υφίστατο επίσης ανταγωνισμός μεταξύ αυτής και των παραγωγών Κίνας όσον αφορά τη λήψη των παραγγελιών της Agrifurane για την προοριζομένη για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης φουρφουραλδεΐδη, μέχρι τη στιγμή που η εταιρία αυτή σταμάτησε τις δραστηριότητές της. Η ίδια προσθέτει ότι εξακολουθεί να υφίσταται πάντοτε ανταγωνισμός σχετικά με τις παραγγελίες της Indofurane Europe για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης.

50.
    Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η ίδια εταιρία δέχθηκε ότι είχε παύσει να πωλεί φουρφουραλδεΐδη στην QO Chemicals ύστερα από την επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ. Ωστόσο, επικαλέστηκε το νόμιμο δικαίωμά της να μην αποκλειστεί ως δυνητικός προμηθευτής οποιουδήποτε πελάτη στο πλαίσιο μιας αγοράς που θαπληρούσε τους όρους θεμιτού ανταγωνισμού, ιδίως σχετικά με τις τιμές.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

— Όσον αφορά την ύπαρξη μιας ή δύο αγορών φουρφουραλδεΐδης

51.
    Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν ορθώς τα κοινοτικά όργανα κατέληξαν ότι δεν υφίσταντο δύο χωριστές αγορές φουρφουραλδεΐδης, συνδεόμενες, αντιστοίχως, με τις δύο εφαρμογές του προϊόντος αυτού, ληφθέντος υπόψη ότι τα κοινοτικά όργανα διαθέτουν, όσον αφορά τον τομέα της λήψεως μέτρων εμπορικής άμυνας, ευρεία διακριτική εξουσία και του ότι ο δικαστικός έλεγχος πρέπει να περιορίζεται στη διερεύνηση του αν τα εν λόγω όργανα έχουν υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή έχουν ενεργήσει κατά κατάχρηση εξουσίας (απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Ιουλίου 1988, 188/85, Fediol κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 4193, σκέψη 6).

52.
    Πρέπει, πρώτον, να σημειωθεί ότι η φουρφουραλδεΐδη, ασχέτως του αν χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως ή για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης, είναι ένα και το αυτό προϊόν, πράγμα που και η ίδια η προσφεύγουσα παραδέχεται. Επομένως, το εν λόγω προϊόν μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να προορίζεται για οποιαδήποτε από τις δύο εφαρμογές. Όπως η Επιτροπή διαπίστωσε κατά την έρευνα, χωρίς να διαψευστεί, ούτε κατά τη διοικητική διαδικασία ούτε κατά τη διάρκεια της παρούσας ένδικης διαδικασίας από την προσφεύγουσα, η παραγόμενη από τον κοινοτικό παραγωγό φουρφουραλδεΐδη καθώς και αυτή που παράγεται στην Κίνα έχουν τις ίδιες προδιαγραφές και, όπως αποδείχθηκε, είναι εναλλάξιμες όσον αφορά τις εφαρμογές τους (ενδέκατη αιτιολογική σκέψη του προσωρινού κανονισμού, που έχει επιβεβαιωθεί από την τέταρτη αιτιολογική σκέψη του οριστικού κανονισμού).

53.
    Δεύτερον, διαπιστώνεται ότι καμιά διάταξη του βασικού κανονισμού δεν υποχρεώνει τα κοινοτικά όργανα να αντιμετωπίζουν διαφορετικά ένα και το αυτό προϊόν ανάλογα με τις διαφορετικές του εφαρμογές. Όπως ορθώς επισημαίνει το Συμβούλιο, δεν υφίσταται αντικειμενικό κριτήριο επιτρέπον να προσδιορίζεται η προβλεπόμενη για το προϊόν χρήση ή ο τελικός, κατά την εισαγωγή του ή την πώλησή του εντός της Κοινότητας, προορισμός.

54.
    Τρίτον, επιβάλλεται να διασαφηνιστεί ότι κάθε εταιρία που προμηθεύει φουρφουραλδεΐδη σε πελάτες που τη χρησιμοποιούν για τον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως είναι και δυνητικός προμηθευτής αγοραστών που χρησιμοποιούν το ίδιο προϊόν για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης, πράγμα που καταδεικνύεται από τις πωλήσεις της Furfural Espaρol προς τις εταιρίες Agrifurane, Indofurane και QO Chemicals, καθώς και από τις μεταπωλήσεις φουρφουραλδεΐδης της τελευταίας αυτής εταιρίας προς άλλους εμπόρους για τον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως.

55.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, τα κοινοτικά όργανα δεν υπερέβησαν τα όρια της ευρείας εξουσίας τους εκτιμήσεως όταν έκριναν ότι δεν υφίσταντο δύο χωριστές, άσχετες μεταξύ τους, αγορές και όταν, κατά συνέπεια, αποφάσισαν να μην αντιμετωπίσουν κατά τρόπο διαφορετικό τη φουρφουραλδεΐδη ανάλογα με τις δύο εφαρμογές της.

— Όσον αφορά την ύπαρξη, στην καταγγελία, επαρκών στοιχείων δικαιολογούντων την έναρξη έρευνας επί του συνόλου των κινεζικών εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης

56.
    Η αντλούμενη από την παράβαση των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας, με την οποία σκοπείται η στήριξη της θέσεως ότι η έρευνα έπρεπε να αφορά μόνον τις εισαγωγές της προοριζόμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης, στηρίζεται στην προϋπόθεση της υπάρξεως δύο χωριστών αγορών φουρφουραλδεΐδης.

57.
    Εφόσον το Πρωτοδικείο έχει κρίνει ότι υφίστατο μία και μόνη αγορά, η επιχειρηματολογία αυτή στερείται βάσεως.

58.
    Επομένως, ως εκ του περισσού, θα εξεταστούν τα κύρια στοιχεία της εν λόγω επιχειρηματολογίας.

59.
    Η προσφεύγουσα δεν μπορεί να αντλήσει επιχείρημα από το περιεχόμενο της ανακοινώσεως περί ενάρξεως της διαδικασίας. Έστω και αν τα σχετικά με τα μερίδια της αγοράς αριθμητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο τμήμα «Ισχυρισμός περί ζημίας» αναφέρονται πράγματι στη φουρφουραλδεΐδη που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως, στον ορισμό του προϊόντος καθώς και στα αριθμητικά στοιχεία τα σχετικά με άλλα δεδομένα, όπως

τον όγκο των εισαγωγών, που περιλαμβάνονται στην ίδια ανακοίνωση γίνεται αναφορά στις δύο εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί η προσφεύγουσα να διατείνεται ότι το γεγονός και μόνον ότι ένα από τα στοιχεία της ανακοινώσεως περί ενάρξεως της διαδικασίας αφορά τη μία μόνο από τις δύο εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης υποχρέωνε την Επιτροπή να περιορίσει τη σχετική διαδικασία σ' αυτήν και μόνον την εφαρμογή του προϊόντος.

60.
    Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθώς υποστηρίζει η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol, η εξάρτηση του βασίμου μιας καταγγελίας από την προσκόμιση στοιχείων σχετικών με τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης στο Βέλγιο, στοιχείων στα οποία ο καταγγέλλων δεν μπορεί, εν όψει του σχετικού απορρήτου, να έχει πρόσβαση, και τούτο ενώ στην καταγγελία του υφίστανται άλλα επαρκή στοιχεία ως προς την επενεχθείσα ζημία και ενώ το προϊόν που αυτός παρασκευάζει καθώς και αυτό που αποτελεί το αντικείμενο ντάμπινγκ είναι απολύτως εναλλάξιμα, θα κατέληγε στο να στερηθεί του δικαιώματός του έννομης προστασίας που ο βασικός κανονισμός παρέχει στην κοινοτική βιομηχανία.

61.
    Η προσφεύγουσα αβασίμως υποστηρίζει ότι, στο μέτρο που η Furfural Espaρol παρείχε φουρφουραλδεΐδη μόνο για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως, όλα τα οικονομικά δεδομένα που μνημονεύονται στην καταγγελία αναφορικά με την επίπτωση των εισαγωγών επί της καταγγέλλουσας δεν μπορούν, εξ ορισμού, να αφορούν παρά μόνον την αγορά φουρφουραλδεΐδης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως. Πράγματι, η Furfural Espaρol προμήθευε επίσης φουρφουραλδεΐδη στους παραγωγούς φουρφουραλικής αλκοόλης.

62.
    Ούτε εξάλλου μπορεί η προσφεύγουσα να επικαλείται την προπαρατεθείσα στην ανωτέρω σκέψη 26 απόφαση Rima Eletrometalurgia κατά Συμβουλίου. Στην υπόθεση εκείνη, το Δικαστήριο ακύρωσε τον κανονισμό αντιντάμπινγκ λόγω παραβάσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού με το σκεπτικό ότι τα όργανα είχαν, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας επανεξετάσεως, κινήσει νέα έρευνα κατά της Rima Eletrometalurgia, και τούτο ενώ τα προϊόντα της είχαν αποκλειστεί, ύστερα από την πρώτη έρευνα, της εφαρμογής του δασμού αντιντάμπινγκ και ενώ τα όργανα δεν διέθεταν κανένα αποδεικτικό στοιχείο ως προς την ύπαρξη ντάμπινγκ εφαρμοζομένου από την επιχείρηση εκείνη. Στην αλληλουχία εκείνη, το Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 16 της αποφάσεως, ότι «η κίνηση έρευνας, είτε κατά την έναρξη μιας διαδικασίας αντιντάμπινγκ είτε στο πλαίσιο της επανεξετάσεως ενός κανονισμού επιβάλλοντος δασμούς αντιντάμπινγκ, εξαρτάται πάντοτε από την ύπαρξη επαρκών αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη ντάμπινγκ και της εντεύθεν ζημίας». Επομένως, αντίθετα προς ό,τι διατείνεται η προσφεύγουσα, δεν μπορεί από τη σκέψη αυτή να συναχθεί ότι πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθούν ως ανεπαρκή αποδεικτικά στοιχεία της ζημίας σχετικά με μία και μόνη εφαρμογή συγκεκριμένου προϊόντος. Δεδομένου ότι η καταγγελία περιελάμβανε αποδεικτικά στοιχεία περί της ζημίας που είχε υποστεί ο κοινοτικός παραγωγός, η Επιτροπή βασίμως τα θεώρησε επαρκή μολονότι αυτά αφορούσαν μόνον τη μία από τις δύο εφαρμογές, αφού το προϊόν ήταν το ίδιο.

63.
    Τέλος, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να επικαλεστεί λυσιτελώς την κινηθείσα το 1981 διαδικασία αντιντάμπινγκ, εφόσον η νέα έρευνα που αποτελεί και την απαρχή της παρούσας διαδικασίας κινήθηκε βάσει επαρκών αποδεικτικών στοιχείων. Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθώς επισημαίνει το Συμβούλιο (βλ. ανωτέρω σκέψη 39), το επιχείρημα της προσφεύγουσας δεν ευσταθεί εν όψει των ουσιωδών και καταφανών αλλαγών που έχουν εν τω μεταξύ επέλθει.

64.
    Εξ όλων των ανωτέρω προκύπτει ότι δικαιολογημένως η Επιτροπή δεν περιόρισε τη διαδικασία μόνο στις εξαγωγές της φουρφουραλδεΐδης που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως και ότι, αποφασίζοντας να προβεί στην κίνηση της διαδικασίας επί του συνόλου των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης, η Επιτροπή δεν παρέβη το άρθρο 5, παράγραφος 2, ούτε το άρθρο 7, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού.

— Όσον αφορά τη ζημία

65.
    Σ' αυτό το στάδιο της συλλογιστικής, πρέπει να αναλυθούν τα προβληθέντα από την προσφεύγουσα, στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου, επιχειρήματα σχετικά με τη ζημία που έχει υποστεί η κοινοτική βιομηχανία. Σύμφωνα με τα επιχειρήματα αυτά, το επιβληθέν από τα κοινοτικά όργανα μέτρο αντιντάμπινγκ υπερβαίνει τα όρια αυτού που ήταν αναγκαίο για την εξάλειψη της ζημίας, εφόσον το εν λόγω μέτρο εφαρμόζεται επί του συνόλου των εισαγωγών και όχι μόνον επί της χρησιμοποιουμένης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης, και τούτο ενώ θα ήταν αρκετό για την εξάλειψη της ζημίας ένα μέτρο περιοριζόμενο στις εισαγωγές της προοριζόμενης για την τελευταία αυτή εφαρμογή φουρφουραλδεΐδης.

66.
    Η άποψη αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή, εφόσον έχει κριθεί (βλ. ανωτέρω σκέψη 55) ότι οι δύο διαφορετικές εφαρμογές της φουρφουραλδεΐδης δεν αντιστοιχούσαν σε δύο χωριστές αγορές και ότι το προϊόν ήταν το ίδιο.

67.
    Εξάλλου, πρέπει να υπομνηστεί ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού ορίζει: «Δασμός αντιντάμπινγκ μπορεί να επιβάλλεται σε κάθε προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η θέση του σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία». Η διάταξη αυτή ουδόλως εμποδίζει τα κοινοτικά όργανα να επιβάλλουν δασμούς αντιντάμπινγκ μόνον επί της μιας από τις εφαρμογές του συγκεκριμένου προϊόντος. Η μόνη προϋπόθεση που αυτή θέτει για την επιβολή δασμών είναι ότι το προϊόν πρέπει να έχει προκαλέσει ζημία, πράγμα που δεν αμφισβητείται εν προκειμένω.

68.
    Ελλείψει εμποδίων στη χρησιμοποίηση της φουρφουραλδεΐδης για οποιαδήποτε από τις δύο εφαρμογές της και δεδομένης της υπάρξεως πραγματικού ή δυνητικού ανταγωνισμού τόσο από πλευράς ζητήσεως όσο και από πλευράς προσφοράς, η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ επί μόνης της φουρφουραλδεΐδης που προορίζεται

για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως δεν θα μπορούσε να διασφαλίσει την εξάλειψη της ζημίας.

69.
    Πράγματι, θα ήταν δυνατό η αγοραζόμενη για τη μία από τις δύο εφαρμογές φουρφουραλδεΐδη να εκτραπεί χωρίς την παραμικρή δυσκολία του αρχικού προορισμού της προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την έτερη εφαρμογή, πράγμα που καταδεικνύει το γεγονός, όπως έχουν αναγνωρίσει οι διάδικοι, ότι η QO Chemicals, κύριος παραγωγός φουρφουραλικής αλκοόλης στην Κοινότητα, μεταπωλεί τα πλεονάσματα της αγοραζομένης για την παραγωγή της φουρφουραλδεΐδης σε επιχειρήσεις ασχολούμενες με τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως.

70.
    Κατά συνέπεια, ο σκοπός της επιβολής των δασμών αντιντάμπινγκ θα ματαιωνόταν εν προκειμένω αν επιβάλλονταν δασμοί μόνον επί της εισαγωγής της προοριζόμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης.

71.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, τα κοινοτικά όργανα, επιβάλλοντας δασμούς αντιντάμπινγκ επί του συνόλου των κινεζικών εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης, δεν υπερέβησαν τα όρια αυτού που ήταν αναγκαίου για την εξάλειψη της ζημίας.

72.
    Το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αντλείται από τη δυνατότητα αντιμετωπίσεως ενός προϊόντος, όσον αφορά την επιβολή δασμών, κατά τρόπο διαφορετικό, ανάλογα με την τελική του χρήση, δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Το γεγονός ότι τέτοια δυνατότητα είναι δυνατό να προβλέπεται από την τελωνειακή νομοθεσία δεν συνεπάγεται ότι το Συμβούλιο ήταν υποχρεωμένο, εν όψει των προεκτεθέντων, να την υιοθετήσει. Εν πάση περιπτώσει, τα κοινοτικά όργανα ενήργησαν σύμφωνα προς τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, χωρίς να υπερβούν τα όρια, όπως έχει ανωτέρω κριθεί, της ευρείας εξουσίας τους εκτιμήσεως.

73.
    Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol ορθώς προέβαλε το δικαίωμα της κοινοτικής βιομηχανίας να μην αποκλείεται, πραγματικώς ή δυνητικώς, από μια ορισμένη αγορά λόγω πρακτικών ντάμπινγκ.

74.
    Επομένως, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα κοινοτικά όργανα δεν παρέβησαν το άρθρο 2, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού ούτε παραβίασαν την αρχή της αναλογικότητας επιβάλλοντας δασμούς αντιντάμπινγκ επί όλων των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης, ανεξαρτήτως της τελικής χρήσεως του σχετικού προϊόντος.

75.
    Εν όψει των προεκτεθέντων, ο πρώτος και δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθούν.

Όσον αφορά τον τρίτο λόγο ακυρώσεως που αντλείται από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού καθώς και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως

Επιχειρήματα των διαδίκων

76.
    Σύμφωνα με την προσφεύγουσα υφίστανται, όσον αφορά το συμπέρασμα των κοινοτικών οργάνων κατά το οποίο η ζημία προκλήθηκε από τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας στην αγορά της χρησιμοποιούμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως φουρφουραλδεΐδης, πλάνη εκτιμήσεως των πραγματικών στοιχείων και ουσιώδεις αντιφάσεις.

77.
    Τα κοινοτικά όργανα δεν έλαβαν υπόψη, κατά την ανάλυση της ζημίας στην οποία προέβησαν, τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Δομινικανής Δημοκρατίας για τον λόγο ότι των εισαγωγών αυτών επωφελούνταν ένας και μόνον κοινοτικός εισαγωγέας, η QO Chemicals, καθώς και για τον λόγο ότι ο τελευταίος δεν είχε στην πραγματικότητα σχέσεις με τον κοινοτικό παραγωγό.

78.
    Ωστόσο, η προσφεύγουσα φρονεί ότι, στο μέτρο που το 84 % των κινεζικών εισαγωγών προορίζονταν για την QO Chemicals, έπρεπε να τύχει επ' αυτών εφαρμογής η ίδια συλλογιστική και ότι, όπως είναι επόμενο, αυτές οι εισαγωγές μπορούσαν να προκαλέσουν ζημία στον κοινοτικό παραγωγό μόνον εντός των ορίων του εναπομένοντος 16 %.

79.
    Ούτε άλλωστε τα κοινοτικά όργανα έλαβαν υπόψη τις μεταπωλήσεις φουρφουραλδεΐδης από την QO Chemicals σε επιχειρήσεις που προέβαιναν στον καθαρισμό ελαίων λιπάνσεως, και τούτο για τον λόγο ότι οι πωλήσεις αυτές δεν ζημίωναν τον κοινοτικό παραγωγό φουρφουραλδεΐδης, εφόσον οι τιμές μεταπωλήσεως ήταν πράγματι υψηλότερες αυτών των κινέζων εξαγωγέων και όχι χαμηλότερες αυτών του κοινοτικού παραγωγού.

80.
    Κακώς τα κοινοτικά όργανα θεώρησαν ότι οι εισαγωγές προελεύσεως άλλων χωρών δεν μπορούσαν να αποτελούν την αιτία της ζημίας για τον λόγο ότι το μερίδιό τους στην αγορά ήταν ασήμαντο σε σχέση με τις εισαγωγές καταγωγής Κίνας. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, αν αφαιρεθεί από το σύνολο των κινεζικών εισαγωγών το 84 % που προορίζονταν για την QO Chemicals, ο όγκος των κινεζικών εισαγωγών δεν είναι πολύ μεγαλύτερος αυτού των εισαγωγών προελεύσεως από άλλες χώρες εξαγωγής. Ισχυρίζεται ότι οι πωλήσεις φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας σε πελάτες εκτός της QO Chemicals εντός της Κοινότητας ανήλθαν στην πραγματικότητα σε 1 050 τόνους. Υπογραμμίζει ότι το Συμβούλιο αναποδείκτως ισχυρίζεται ότι αυτές οι πωλήσεις έφθασαν, κατά την περίοδο της έρευνας, τους 2 500 περίπου τόνους και προσθέτει ότι, έστω και αν τούτο είναι αληθές, αυτός ο όγκος δεν είναι πράγματι τόσο μεγάλος όσο αυτός που, κατά την περίοδο της έρευνας, εξαγόταν από άλλες χώρες με προορισμό την Κοινότητα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο συνολικός όγκος εισαγωγών καταγωγής Αργεντινής, Νοτίου Αφρικής, Ινδονησίας και Σλοβενίας ανερχόταν, κατά την περίοδο εκείνη, σε 2 116 τόνους.

81.
    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το ίδιο το Συμβούλιο παραδέχεται ότι το προϊόν καταγωγής Δομινικανής Δημοκρατίας πωλήθηκε σε τιμές εξαγωγής πολύ χαμηλότερες αυτών οποιασδήποτε άλλης χώρας εξαγωγής και ότι ο όγκος των εξαγωγών αυτών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερος αυτού που εξάγεται από την Κίνα.

82.
    Τέλος, η προσφεύγουσα αντικρούει τον ισχυρισμό του Συμβουλίου ότι οι εισαγωγές καταγωγής Κίνας αυξήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας. Ισχυρίζεται ότι, αντιθέτως, οι εξαγωγές αυτές μειώθηκαν σημαντικώς μεταξύ 1990 και 1992.

83.
    Το Συμβούλιο διατείνεται ότι το ουσιώδες ζήτημα έγκειται στο αν είναι ορθό το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές προελεύσεως Κίνας που αποτελούσαν το αντικείμενο του ντάμπινγκ προξένησαν ζημία στον κοινοτικό παραγωγό, ενώ κάτι τέτοιο δεν συνέβη όσον αφορά τις εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας.

84.
    Υποστηρίζει ότι οι εισαγωγές προελεύσεως Κίνας είναι όλως διαφορετικές απ' ό,τι οι εισαγωγές από τη Δομινικανή Δημοκρατία, εφόσον ουδέποτε υπήρξαν ιδιαίτεροι δεσμοί μεταξύ της προσφεύγουσας και της QO Chemicals, η QO Chemicals δεν εξαρτάται από την προσφεύγουσα όπως συμβαίνει με τον Δομινικανό παραγωγό και, όπως είναι επόμενο, η προσφεύγουσα και άλλοι Κινέζοι εξαγωγείς βρίσκονται σε ανταγωνισμό, όσον αφορά το μέρος της ζητήσεως της QO Chemicals που δεν ικανοποιείται από τον Δομινικανό παραγωγό, με τον κοινοτικό παραγωγό και τους εξαγωγείς άλλων τρίτων χωρών. Εξάλλου, το Συμβούλιο υπενθυμίζει ότι η διαδικασία δεν αφορούσε τις εισαγωγές της φουρφουραλδεΐδης που πωλείται από την προσφεύγουσα αλλά τις εισαγωγές της φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας.

85.
    Όσον αφορά την προβαλλομένη μείωση των εισαγωγών προελεύσεως Κίνας κατά την περίοδο της έρευνας, το Συμβούλιο επισημαίνει ότι η προσφεύγουσα στηρίζεται σ' έναν πίνακα με τίτλο «Εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης από κοινοτικούς εκτός της QO Chemicals εισαγωγείς (φουρφουραλδεΐδη προοριζόμενη για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως) (σε τόνους)», ο οποίος περιλαμβάνει μόνον τα αριθμητικά στοιχεία των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης με προορισμό κράτη μέλη εκτός του Βελγίου.

86.
    Τέλος, το Συμβούλιο ισχυρίζεται ότι η προσφεύγουσα ουδόλως εξηγεί κατά ποιο τρόπο, παρά τις εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας, είχε μπορέσει ο κοινοτικός παραγωγός, κατά το παρελθόν, να διατηρήσει το επίπεδο των τιμών του και το μερίδιό του στην αγορά εξακολουθώντας ταυτόχρονα να επιτυγχάνει σημαντικά κέρδη, διαπίστωση η οποία επιβεβαιώνει, κατά τη γνώμη του, το γεγονός ότι οι εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας δεν είχαν προξενήσει ζημίες στον κοινοτικό παραγωγό.

87.
    Με το υπόμνημά της παρεμβάσεως, η Furfural Espaρol υπενθυμίζει ότι ο οριστικός κανονισμός (δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη) έλαβε υπόψη, κατά την ανάλυση της ζημίας, τις εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας και ότι, μολονότι τα σχετικά με την κατανάλωση, τα μερίδια της αγοράς, τις πωλήσεις κ.λπ. αριθμητικά στοιχεία έχουν μεταβληθεί, οι τάσεις που διαφαίνονται από τα στοιχεία αυτά παραμένουν οι ίδιες, διαπίστωση που επιβεβαιώνει το γεγονός ότι οι εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας δεν αποτελούσαν την αιτία της επενεχθείσας στον κοινοτικό παραγωγό ζημίας.

88.
    Η παρεμβαίνουσα παραδέχεται ότι είναι ακριβές ότι η Επιτροπή ενήργησε ως εάν το 100 % των εισαγωγών προελεύσεως Κίνας είχαν πωληθεί στην αγορά σε ανταγωνισμό με τη Furfural Espaρol, και τούτο εφόσον υφίστατο πράγματι ανταγωνισμός μεταξύ των εισαγωγών αυτών και της Furfural Espaρol. Υποστηρίζει ότι οι μόνες πωλήσεις ως προς τις οποίες δεν υφίστατο ανταγωνισμός με τη Furfural Espaρol ήσαν αυτές που γίνονταν προς την QO Chemicals από τον προμηθευτή της της Δομινικανής Δημοκρατίας στο πλαίσιο της ειδικής τους συμφωνίας.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

89.
    Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού ορίζει:

«Ζημία καθορίζεται μόνο αν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων προκαλούν ζημία, δηλαδή προκαλούν ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν, μέσω των επιπτώσεων του ντάμπινγκ ή της επιδότησης, σημαντική ζημία σε υφιστάμενο κλάδο παραγωγής της Κοινότητας ή καθυστερούν αισθητά τη δημιουργία αυτής της παραγωγής. Οι ζημίες που προκαλούνται από άλλους παράγοντες, όπως είναι ο όγκος και οι τιμές εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, ή η μείωση της ζήτησης και οι οποίες, μόνες τους ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, ασκούν ομοίως δυσμενή επίδραση επί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν πρέπει να αποδίδονται στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων.»

90.
    Πρέπει να εξακριβωθεί εάν συντρέχουν εν προκειμένω οι προβλεπόμενες από τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις.

91.
    Πρώτον, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ότι οι εισαγωγές της πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ και ότι το διαπιστωθέν περιθώριο ντάμπινγκ αποτελούσε το 62,6 % κατά μέσο σταθμισμένο όρο των περιθωρίων ντάμπινγκ που είχαν επιτευχθεί για όλους τους Κινέζους εξαγωγείς.

92.
    Δεύτερον, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί επίσης το γεγονός ότι οι εισαγωγές της προξένησαν ζημία στον κοινοτικό παραγωγό. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι μόνο το 16 % των κινεζικών εισαγωγών μπορούσε να προκαλέσει τέτοια ζημία, και τούτο εφόσον το εναπομένον 84 % προοριζόταν για την παραγωγή

φουρφουραλικής αλκοόλης, εφαρμογή που ο κοινοτικός παραγωγός δεν τροφοδοτούσε. Κατά συνέπεια, το 16 % είχε την ίδια σημασία με αυτή των εισαγωγών προελεύσεως τρίτων εκτός της Δομινικανής Δημοκρατίας χωρών.

93.
    Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι η χρησιμοποιούμενη στις δύο εφαρμογές φουρφουραλδεΐδη αποτελεί ένα και το αυτό προϊόν, δυνάμενο να χρησιμοποιείται, ανά πάσα στιγμή, για τη μια ή την έτερη από τις εφαρμογές αυτές (βλ. ανωτέρω σκέψη 52). Ως εκ τούτου, το 100 % των κινεζικών εισαγωγών μπορούν να προκαλέσουν ζημία στον κοινοτικό παραγωγό.

94.
    Τρίτον, ο οριστικός κανονισμός (εικοστή πέμπτη αιτιολογική σκέψη) ορίζει:

«Όσον αφορά τις εισαγωγές [από τη Δομινικανή Δημοκρατία], αυτές εξασφάλισαν κατά τα τελευταία τριάντα έτη το μεγαλύτερο ποσοστό φουρφουραλδεΐδης που καταναλώθηκε στην Κοινότητα (...). Παρά την κατάσταση αυτή ο κοινοτικός παραγωγός μπόρεσε να διατηρήσει τις τιμές του, το μερίδιο του στην αγορά και οι επιχειρήσεις του ήταν σε μεγάλο βαθμο επικερδείς ως το 1991. Μόνο από το 1992, όταν η τιμή της φουρφουραλδεΐδης που εισάγετο από την Κίνα σημείωσε απότομη πτώση, ο κοινοτικός παραγωγός αναγκάστηκε να περικόψει τις τιμές των εγχωρίων πωλήσεών του και να ακολουθήσει αυτή την καθοδική τάση για να διατηρήσει το μερίδιό του στην αγορά (...).»

95.
    Συναφώς, από τον προσωρινό και τον οριστικό κανονισμό προκύπτει ότι, αφενός, μολονότι οι τιμές του κοινοτικού παραγωγού αυξήθηκαν κατά 23,7 % μεταξύ 1988 και 1991, μειώθηκαν κατά 36,4 % μεταξύ 1991 και της περιόδου έρευνας και ότι, αφετέρου, ο ισολογισμός του, που ήταν οπωσδήποτε θετικός το 1991, κατέστη όλο και περισσότερο αρνητικός κατά τα επόμενα έτη, δεδομένου ότι το 1992 εμφανίστηκαν ζημίες οι οποίες κατέστησαν σημαντικές κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας (μεταξύ 10 και 20 % του κύκλου εργασιών).

96.
    Κατά συνέπεια, ο οικονομικός μαρασμός του κοινοτικού παραγωγού το 1992 πρέπει να αποδοθεί όχι σε μια κατάσταση που παρέμεινε στάσιμη επί τριάντα και πλέον έτη, αλλά στην αλλαγή που επήλθε στην αγορά το 1992, δηλαδή μια απότομη πτώση των τιμών των κινεζικών εισαγωγών. Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι οι δομινικανές εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης δεν εμπόδισαν τον κοινοτικό παραγωγό να επιτυγχάνει σημαντικά κέρδη μέχρι τη στιγμή που η τιμή της φουρφουραλδεΐδης Κίνας μειώθηκε απότομα.

97.
    Τέλος, στην αιτιολογική σκέψη 18 του οριστικού κανονισμού υπογραμμίζεται ότι, μολονότι το μερίδιο στην αγορά των εισαγωγών προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας αυξήθηκε μεταξύ 1989 και 1992, η τάση αυτή αντιστράφηκε μεταξύ του 1992 και του τέλους της περιόδου έρευνας, καθώς το μερίδιο των κινεζικών εισαγωγών αυξήθηκε από 13,7 σε 15,2 %.

98.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, τα κοινοτικά όργανα δεν υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως θεωρώντας ότι οι εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης προελεύσεως

Δομινικανής Δημοκρατίας, επί των οποίων καμία πρακτική ντάμπινγκ δεν είχε καταλογιστεί, δεν μπορούσαν να διαρρήξουν τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ του ντάμπινγκ που εφαρμοζόταν επί των εισαγωγών φουρφουραλδεΐδης προελεύσεως Κίνας και της επενεχθείσας στην κοινοτική βιομηχανία ζημίας.

99.
    Εν πάση περιπτώσει, κατά πάγια νομολογία, η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί για τον λόγο ότι οι δασμοί αυτοί αφήνουν άλυτα τα προβλήματα που δημιουργεί στην κοινοτική βιομηχανία ο ανταγωνισμός από προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες χωρίς να αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ.

100.
    Πράγματι, το γεγονός ότι ένας κοινοτικός παραγωγός συναντά δυσχέρειες οφειλόμενες και σε αίτια άλλα εκτός του ντάμπινγκ δεν είναι λόγος για να στερηθεί οποιασδήποτε προστασίας έναντι της προκαλουμένης από το ντάμπινγκ ζημίας, πράγμα που έχει δεχτεί το Δικαστήριο με την απόφασή του της 5ης Οκτωβρίου 1988, 250/85, Brother Industries κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1988, σ. 5683, σκέψη 42).

101.
    Στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση εκείνη, η Brother Industries είχε ισχυριστεί (σκέψη 40 της αποφάσεως) ότι η επιβολή σ' αυτήν οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ δεν είχε καμία χρησιμότητα για την προστασία των συμφερόντων της Κοινότητας, δεδομένου ότι άλλες εξωκοινοτικές επιχειρήσεις εξακολουθούσαν να πωλούν στην κοινοτική αγορά σε τιμές ίσες ή χαμηλότερες των δικών της.

102.
    Το Δικαστήριο διαπίστωσε (σκέψη 41) ότι η Brother Industries δεν ισχυριζόταν ότι οι προμνημονευθείσες επιχειρήσεις πωλούσαν στην αγορά σε τιμές ντάμπινγκ και ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, τα συμφέροντα της Κοινότητας διασφαλίζονταν αποτελεσματικά με μέτρα προστασίας έναντι των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, έστω και αν η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ δεν απαλλάσσει την κοινοτική βιομηχανία από τον ανταγωνισμό των προϊόντων καταγωγής άλλων τρίτων χωρών τα οποία όμως δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

103.
    Ομοίως, με την απόφασή του της 5ης Οκτωβρίου 1988, 277/85 και 300/85, Canon κ.λπ. κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1988, σ. 5731, σκέψη 63), το Δικαστήριο, απαντώντας στο επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι ένα μέρος των ζημιών που είχε υποστεί ο κοινοτικός παραγωγός οφειλόταν στην ανεπάρκειά του, έκρινε ότι το γεγονός ότι ένας κοινοτικός παραγωγός αντιμετωπίζει δυσκολίες που οφείλονται και σε αιτίες άσχετες προς το ντάμπινγκ δεν αποτελεί λόγο για να στερηθεί οποιασδήποτε προστασίας έναντι της προκαλουμένης από το ντάμπινγκ ζημίας.

104.
    Εν όψει των ανωτέρω, εφόσον, αφενός, διαπιστώθηκε η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ στο πλαίσιο των κινεζικών εισαγωγών καθώς και ζημία προκληθείσα

από τις εν λόγω εισαγωγές και εφόσον, αφετέρου, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η επενεχθείσα στην κοινοτική βιομηχανία ζημία, όπως αυτή διαπιστώθηκε στον προσωρινό και στον οριστικό κανονισμό, έπρεπε να αποδοθεί σε άλλους παράγοντες, μεταξύ άλλων στις εισαγωγές προελεύσεως Δομινικανής Δημοκρατίας, πρέπει να συναχθεί ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι επιβαλλόμενες από το άρθρο 4, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού προϋποθέσεις.

105.
    Το επιχείρημα της προσφεύγουσας σχετικά με την επίπτωση στη ζημία των εισαγωγών προελεύσεως τρίτων χωρών εκτός της Δομινικανής Δημοκρατίας (βλ. ανωτέρω σκέψη 80) στηρίζεται στην αρχή ότι είναι δυνατή η διάκριση μεταξύ μιας αγοράς φουρφουραλδεΐδης προοριζόμενης για τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως και μιας αγοράς φουρφουραλδεΐδης προοριζομένης για την παρασκευή φουρφουραλικής αλκοόλης. Πράγματι, η προσφεύγουσα αφαιρεί από το σύνολο των κινεζικών εισαγωγών το 84 % που προορίζονταν για την QO Chemicals προκειμένου να συγκρίνει το εναπομένον μέρος των εν λόγω εισαγωγών προς αυτές προελεύσεως τρίτων εκτός της Δομινικανής Δημοκρατίας χωρών.

106.
    Όμως, έχει κριθεί (βλ. ανωτέρω σκέψη 93) ότι το 100 % των κινεζικών εισαγωγών είναι δυνατό να προκαλέσει ζημία στην κοινοτική βιομηχανία. Κατά συνέπεια, προκειμένου να εκτιμηθεί η σχετική σημασία των κινεζικών εισαγωγών σε σχέση με τις εισαγωγές προελεύσεως τρίτων εκτός της Δομινικανής Δημοκρατίας χωρών, η σύγκριση πρέπει να γίνει μεταξύ του 100 % των κινεζικών εισαγωγών και των εισαγωγών προελεύσεως από κάθε μία από τις άλλες τρίτες χώρες και όχι μεταξύ του 16 % των κινεζικών εισαγωγών και του συνολικού όγκου των εισαγωγών προελεύσεως απ' όλες τις άλλες τρίτες χώρες. Υπό τις συνθήκες αυτές, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι οι κινεζικές εισαγωγές ήσαν εξίσου σημαντικές με αυτές που προέρχονταν από τρίτες εκτός της Δομινικανής Δημοκρατίας χώρες δεν μπορεί να γίνει δεκτό.

107.
    Όσον αφορά τον αμφισβητούμενο από το Συμβούλιο ισχυρισμό της προσφεύγουσας ότι ο όγκος των κινεζικών εισαγωγών είχε μειωθεί κατά την περίοδο της έρευνας, ο ισχυρισμός αυτός στηρίζεται σε αριθμητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται σε πίνακα με τίτλο «Εισαγωγές φουρφουραλδεΐδης από τους κοινοτικούς εκτός της QO Chemicals εισαγωγείς (φουρφουραλδεΐδη προοριζομένηγια τον καθαρισμό των ελαίων λιπάνσεως) (σε τόνους)», στοιχεία στα οποία μνημονεύονται μόνο οι προοριζόμενες για άλλες εκτός του Βελγίου χώρες εισαγωγές. Όμως, το 84 % των κινεζικών εισαγωγών προορίζονταν για την QO Chemicals, εταιρία εγκατεστημένη στο Βέλγιο. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε, κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, ότι προμήθευε παραδοσιακώς 10 000 περίπου τόνους, ετησίως, φουρφουραλδεΐδης στην QO Chemicals, αριθμό σαφώς ανώτερο αυτών που περιλαμβάνονται σε άλλον περιεχόμενο στο δικόγραφο της προσφυγής πίνακα με τίτλο «Εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας». Κατά συνέπεια, τα παρασχεθέντα από την προσφεύγουσα αριθμητικά στοιχεία δεν αρκούν προς στήριξη της θέσεώς της.

108.
    Εν πάση περιπτώσει, κατά πάγια νομολογία, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, η εξέταση της ζημίας πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύνολο παραγόντων από τους οποίους κανένας δεν θα μπορούσε, από μόνος του, να αποτελέσει έρεισμα καθοριστικής κρίσεως. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο η μείωση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ δεν εμποδίζει τη διαπίστωση της σημαντικής ζημίας που έχει προκληθεί από αυτές, εφόσον η διαπίστωση αυτή στηρίζεται επί διαφόρων παραγόντων των οποίων τον συνυπολογισμό προβλέπει η εν λόγω διάταξη (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 1990, C-305/86 και C-160/87, Neotype Techmashexport κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, Συλλογή 1990, σ. Ι-2945, σκέψεις 50 έως 52, C-320/86 και C-188/87, Stanko France κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, Συλλογή 1990, σ. Ι-3013 — συνοπτική δημοσίευση —, σκέψεις 60 και 61, και C-157/87, Electroimpex κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1990, σ. Ι-3021, — συνοπτική δημοσίευση —, σκέψεις 41 και 42).

109.
    Εν προκειμένω, ο οριστικός κανονισμός (αιτιολογικές σκέψεις 19 και 21) έχει λάβει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία σχετικά με την επενεχθείσα στην κοινοτική βιομηχανία ζημία:

—    οι τιμές εισαγωγής φουρφουραλδεΐδης καταγωγής Κίνας ήσαν κατά 24,4 % χαμηλότερες αυτών του κοινοτικού παραγωγού και μειώθηκαν κατά την περίοδο έρευνας άνω του 30 %·

—    η παραγωγή φουρφουραλδεΐδης από τη Furfural Espaρol μειώθηκε μεταξύ 1989 και της περιόδου έρευνας κατά 17,7 %·

—    οι πωλήσεις της στην αγορά της Κοινότητας σημείωσαν μεταξύ 1989 και περιόδου έρευνας πτώση κατά 28,5 %·

—    το ποσοστό χρησιμοποιήσεως των δυνατοτήτων της μειώθηκε από 85 σε 70 %·

—    οι τιμές της μειώθηκαν μεταξύ 1991 και περιόδου έρευνας κατά 36,4 %, ενώ η μείωση ήταν, μεταξύ 1992 και της ίδιας αυτής περιόδου, 22,4 %·

—    τα αποθέματά της αυξήθηκαν, κατά τη διάρκεια της οικείας περιόδου, άνω του 31,6 %.

110.
    Εν όψει των στοιχείων αυτών, τα κοινοτικά όργανα, παρά την τυχόν μείωση των κινεζικών εισαγωγών, κατέληξαν χωρίς να έχουν υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, ότι οι πραγματοποιηθείσες σε τιμές ντάμπινγκ κινεζικές εισαγωγές είχαν προκαλέσει ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

111.
    Κατά συνέπεια, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

Όσον αφορά τον τέταρτο και πέμπτο λόγο ακυρώσεως που αντλούνται από παράβαση του άρθρου 190 της Συνθήκης και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την άρνηση του Συμβουλίου να κάνει δεκτή την προταθείσα από την προσφεύγουσα ανάληψη δεσμεύσεως

Επιχειρήματα των διαδίκων

112.
    Καίτοι η προσφεύγουσα αναγνωρίζει ότι τα κοινοτικά όργανα διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτιμήσεως προκειμένου να αποφασίζουν εάν πρέπει να γίνονται δεκτές ή όχι οι προτεινόμενες αναλήψεις δεσμεύσεων, ωστόσο αυτή η εξουσία εκτιμήσεως υπόκειται στην προβλεπομένη στο άρθρο 190 της Συνθήκης υποχρέωση αιτιολογήσεως των αποφάσεων. Όμως, η απόφαση περί απορρίψεως της προταθείσας από την προσφεύγουσα αναλήψεως δεσμεύσεως δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, δεν είναι έγκυρη.

113.
    Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η προταθείσα ανάληψη δεσμεύσεως θα επέτρεπε τον περιορισμό των μέτρων στο μέτρο που θα ήταν απολύτως αναγκαίο για την εξάλειψη της προβαλλομένης από την καταγγέλλουσα ζημίας. Οι δύο λόγοι που προέβαλαν τα κοινοτικά όργανα, αρνούμενα να αποδεχθούν την προταθείσα ανάληψη δεσμεύσεως, είναι ανίσχυροι. Κατά συνέπεια, η απόφαση περί αρνήσεως αποδοχής της δεσμεύσεως πρέπει να ακυρωθεί.

114.
    Ο πρώτος λόγος αρνήσεως (εικοστή ένατη αιτιολογική σκέψη του οριστικού κανονισμού) στηρίζεται στην αδυναμία ατομικής αντιμετωπίσεως της προσφεύγουσας εφόσον, σύμφωνα με τα κοινοτικά όργανα, αυτή δεν πληρούσε τις προς τούτο προβλεπόμενες για την περίπτωση χώρας μη έχουσας οικονομία της αγοράς προϋποθέσεις. Αυτός ο λόγος αρνήσεως εντάσσεται στο πλαίσιο παλαιότερης πολιτικής της Επιτροπής γνωστής ως «ατομικής αντιμετώπισης», πολιτικής η οποία έχει, στη συνέχεια, σε σημαντικό βαθμό αναθεωρηθεί. Συναφώς, η προσφεύγουσα παραπέμπει σε παλαιότερες υποθέσεις.

115.
    Ο δεύτερος λόγος αρνήσεως (εικοστή ένατη αιτιολογική σκέψη του οριστικού κανονισμού) στηρίζεται στο γεγονός της αθετήσεως, κατά τα τελευταία έτη, αναληφθεισών δεσμεύσεων από Κινέζους εξαγωγείς και, ιδίως, από την ίδια την προσφεύγουσα. Η τελευταία ισχυρίζεται ότι η αθέτηση παλαιότερης δεσμεύσεως στην υπόθεση του υπερμαγγανικού καλίου [κανονισμός (ΕΟΚ) 1531/88 του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 1988, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υπερμαγγανικού καλίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που έχει επιβληθεί στις εισαγωγές αυτές (ΕΕ L 138, σ. 1)], που της προσάπτει το Συμβούλιο, δεν έγινε από την ίδια, αλλά από ορισμένες θυγατρικές της. Ως εκ τούτου, η αθέτηση αυτή δεν είναι δυνατό να αποτελέσει έγκυρο λόγο απορρίψεως της προτάσεώς της για ανάληψη δεσμεύσεως. Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι δεν είναι σπάνιο στη διοικητική πρακτική των κοινοτικών οργάνων να γίνονται δεκτές αναλήψεις δεσμεύσεων, μολονότι αυτές προτείνονται από

επιχειρήσεις που έχουν αθετήσει προγενέστερες δεσμεύσεις. Κατά συνέπεια, η απόρριψη της προτάσεώς της περί αναλήψεως δεσμεύσεως είναι αυθαίρετη.

116.
    Το Συμβούλιο υπενθυμίζει ότι τα κοινοτικά όργανα δεν είναι υποχρεωμένα να κάνουν δεκτές αναλήψεις δεσμεύσεων. Εν πάση περιπτώσει, τα περιστατικά της συγκεκριμένης υποθέσεως εμπόδιζαν τα κοινοτικά όργανα να δεχθούν την προταθείσα από την προσφεύγουσα ανάληψη δεσμεύσεως η οποία, καθώς αφορούσε ποσότητες και όχι τιμές, θα της παρείχε πραγματικό μονοπώλιο όσον αφορά τις εξαγωγές φουρφουραλδεΐδης προελεύσεως Κίνας.

117.
    Εξάλλου, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι η προσφεύγουσα έχει αθετήσει προηγούμενη ανάληψη δεσμεύσεως. Παρατηρεί ότι στην υπόθεση του υπερμαγγανικού καλίου, η Sinochem είχε προτείνει να αναλάβει δέσμευση καλύπτουσα όλες τις εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων αυτών των θυγατρικών της, οπότε είχε αναλάβει την ευθύνη και για τις δραστηριότητες των τελευταίων.

118.
    Στο υπόμνημά της παρεμβάσεως, η Furfural Espaρol προσθέτει ότι η προσφεύγουσα δεν προέβαλε καμία πειστική δικαιολογία προς στήριξη της θέσεώς της ότι η προταθείσα ανάληψη δεσμεύσεως θα αρκούσε για την εξάλειψη της ζημίας που είχε υποστεί η παραγωγή της Κοινότητας και ότι, κατά συνέπεια, θα έπρεπε να γίνει δεκτή.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

119.
    Καμία διάταξη του βασικού κανονισμού δεν υποχρεώνει τα κοινοτικά όργανα να δέχονται προτάσεις αναλήψεως δεσμεύσεων από τους επιχειρηματίες που αφορά προγενέστερη της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ έρευνα. Αντιθέτως, από το άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι η δυνατότητα αποδοχής τέτοιων δεσμεύσεων έχει αφεθεί στην εκτίμηση των κοινοτικών οργάνων. Η απόρριψη προτάσεως αναλήψεως δεσμεύσεων, που γίνεται ύστερα από ατομική εξέταση και συνοδεύεται από αιτιολογία ικανοποιούσα τις επιταγές του άρθρου 190 της Συνθήκης, δεν μπορεί να κολαστεί από τον δικαστή εφόσον οι λόγοι επί των οποίων αυτή στηρίζεται δεν υπερβαίνουν τα όρια του αναγνωριζομένου στα κοινοτικά όργανα περιθωρίου εκτιμήσεως (απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Μαΐου 1987, 240/84, NTN Toyo Bearing κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1987, σ. 1809, σκέψεις 30 έως 34).

120.
    Η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. Ωστόσο, στην αιτιολογική σκέψη 29 του οριστικού κανονισμού εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους το Συμβούλιο αρνήθηκε να δεχθεί την προταθείσα από την προσφεύγουσα ανάληψη δεσμεύσεως. Η αιτιολογία αυτή επέτρεπε στην προσφεύγουσα να λάβει γνώση των λόγων για τους οποίους η πρότασή της αναλήψεως δεσμεύσεως είχε απορριφθεί και στο Πρωτοδικείο να ασκήσει τον έλεγχό του.

121.
    Κατ' αυτόν τον τρόπο, όπως ορθώς υποστηρίζει το Συμβούλιο, η προσφεύγουσα προέτεινε όχι να αναλάβει τη δέσμευση να εξάγει σε ορισμένη ελαχίστη τιμή αλλά να περιορίσει, επί ετησίας βάσεως, τον όγκο φουρφουραλδεΐδης που εξάγει στην Κοινότητα. Αποδοχή της προταθείσας αναλήψεως δεσμεύσεως θα είχε ως συνέπεια την επιβολή υψηλού δασμού αντιντάμπινγκ επί όλων των άλλων εισαγωγών προελεύσεως Κίνας, η δε προσφεύγουσα θα αποκτούσε το μονοπώλιο των κινεζικών εξαγωγών φουρφουραλδεΐδης στην Κοινότητα. Επομένως, μια τέτοια αποδοχή θα συνεπαγόταν ατομική αντιμετώπιση της προσφεύγουσας χωρίς εξάλειψη της ζημίας.

122.
    Προκειμένου περί των προβαλλομένων από την προσφεύγουσα προγενεστέρων υποθέσεων, όπου τα κοινοτικά όργανα αποδέχθηκαν προταθείσα ανάληψη δεσμεύσεως, οι υποθέσεις αυτές δεν είναι συγκρίσιμες με την υπό κρίση, εφόσον στη χώρα εξαγωγής υφίστατο μία μόνο δημόσια επιχείρηση παραγωγής. Κατά συνέπεια, η δέσμευση είχε στην πραγματικότητα προταθεί από το ίδιο το κράτος και όχι από συγκεκριμένο εξαγωγέα και αφορούσε το σύνολο των εξαγωγών της χώρας. Επομένως, η αποδοχή δεν είχε ως αποτέλεσμα την ατομική αντιμετώπιση συγκεκριμένου εξαγωγέα.

123.
    Τέλος, όσον αφορά την απόρριψη της προταθείσας δεσμεύσεως που στηρίζεται στην εκ μέρους της προσφεύγουσας αθέτηση προηγουμένης αναλήψεως δεσμεύσεως, η εν λόγω επιχείρηση δεν μπορεί να επικαλείται το γεγονός ότι η αθέτηση της αναληφθείσας στο πλαίσιο της υποθέσεως του υπερμαγγανικού καλίου δεσμεύσεως είχε καταλογιστεί μόνο στις θυγατρικές της. Πράγματι, στην υπόθεση εκείνη, η δέσμευσή της κάλυπτε, όπως ισχυρίστηκε το Συμβούλιο χωρίς να διαψευστεί επί του σημείου αυτού, όλες τις εξαγωγές της, συμπεριλαμβανομένων αυτών των θυγατρικών της. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφεύγουσα ήταν επίσης υπεύθυνη για τις δραστηριότητες των θυγατρικών της.

124.
    Η αθέτηση προηγουμένης αναλήψεως δεσμεύσεως αποτελεί στοιχείο που τα κοινοτικά όργανα μπορούσαν εγκύρως να λάβουν υπόψη σε σχέση με τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, αποφασίζοντας να δεχθούν ή να απορρίψουν την προταθείσα ανάληψη δεσμεύσεως. Το γεγονός ότι, σε παλαιότερες υποθέσεις, αποδέχθηκαν ενίοτε αναλήψεις δεσμεύσεων εξαγωγέων οι οποίοι είχαν αθετήσει προηγούμενες δεσμεύσεις τους δεν μπορεί να περιορίσει την ευρεία εξουσία εκτιμήσεως που διαθέτουν στον οικείο τομέα.

125.
    Επομένως, το Συμβούλιο δεν υπερέβη, εν προκειμένω, τα όρια της ευρείας εξουσίας του εκτιμήσεως, στηρίζοντας την απόρριψη της προταθείσας αναλήψεως δεσμεύσεων στην αθέτηση προηγούμενης αναλήψεως δεσμεύσεως.

126.
    Εν όψει των ανωτέρω, συνάγεται ότι η αιτιολογία της πράξεως ικανοποιεί τις επιταγές του άρθρου 190 της Συνθήκης όσον αφορά την αμφισβητουμένη άρνηση αποδοχής δεσμεύσεως και δεν μπορεί να κολαστεί εφόσον τα στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η άρνηση αυτή δεν βαίνουν πέραν των ορίων του περιθωρίου εκτιμήσεως που διέθετε το Συμβούλιο.

127.
    Κατά συνέπεια, ο τέταρτος και πέμπτος λόγος ακυρώσεως δεν είναι βάσιμοι.

128.
    Εν όψει των ανωτέρω, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

Επί των δικαστικών εξόδων

129.
    Σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του νικήσαντος αντιδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε και το Συμβούλιο ζήτησε την καταδίκη της στα δικαστικά έξοδα, πρέπει αυτή να καταδικαστεί στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο. Δεδομένου ότι η παρεμβαίνουσα Furfural Espaρol ζήτησε την καταδίκη της προσφεύγουσας στα σχετικά με την παρέμβασή της έξοδα, πρέπει, εν όψει των προκειμένων περιστάσεων, να καταδικαστεί αυτή και στα έξοδα της Furfural Espaρol.

130.
    Σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, τα κοινοτικά όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πέμπτο πενταμελές τμήμα)

αποφασίζει:

1)    Απορρίπτει την προσφυγή.

2)    Η προσφεύγουσα φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα καθώς και αυτά του Συμβουλίου και της παρεμβαίνουσας Furfural Espaρol.

3)    Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα.

García-Valdecasas

Tiili
Azizi

Moura Ramos Jaeger

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 29 Ιανουαρίου 1998.

Ο Γραμματέας

Ο Πρόεδρος

H. Jung

R. García-Valdecasas


1: Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.