Language of document : ECLI:EU:F:2013:35

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 13ης Μαρτίου 2013

Υπόθεση F‑125/11

Isabel Mendes

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Γενικός διαγωνισμός — Αποκλεισμός από τις δοκιμασίες αξιολογήσεως — Καθήκον της Διοικήσεως να ερμηνεύει τις διοικητικές ενστάσεις με ανοικτό πνεύμα — Τροποποίηση της προκηρύξεως κενής θέσεως μετά τη διεξαγωγή των προκριματικών εξετάσεων — Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Ασφάλεια δικαίου»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία η I. Mendes ζητεί, αφενός, να ακυρωθεί η απόφαση της εξεταστικής επιτροπής του γενικού διαγωνισμού EPSO/AST/111/10 περί αποκλεισμού της από τις δοκιμασίες αξιολογήσεως και, αφετέρου, να υποχρεωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποκαταστήσει τη ζημία που αυτή ισχυρίζεται ότι υπέστη εξαιτίας της αποφάσεως αυτής.

Απόφαση: Η απόφαση της εξεταστικής επιτροπής του γενικού διαγωνισμού EPSO/AST/111/10 της 7ης Απριλίου 2011, περί αποκλεισμού της προσφεύγουσας-ενάγουσας από τις δοκιμασίες αξιολογήσεως, ακυρώνεται. Η Επιτροπή υποχρεώνεται να καταβάλει στην προσφεύγουσα-ενάγουσα το ποσό των 2 000 ευρώ. Η προσφυγή‑αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές — Προηγούμενη διοικητική ένσταση — Έννοια — Χαρακτηρισμός εμπίπτων στη εκτίμηση του δικαστή

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 § 2)

2.      Υπαλληλικές προσφυγές — Προηγούμενη διοικητική ένσταση — Ταυτότητα αντικειμένου και υποθέσεως — Καθήκον της Διοικήσεως να ερμηνεύει τις διοικητικές ενστάσεις με ανοικτό πνεύμα

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

3.      Υπάλληλοι — Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων — Όροι επιτυχίας — Καθορισμός με την προκήρυξη του διαγωνισμού — Τροποποίηση της προκηρύξεως του διαγωνισμού μετά τη διεξαγωγή των προκριματικών εξετάσεων, έχουσα ως αποτέλεσμα τη μείωση των πιθανοτήτων επιτυχίας των υποψηφίων στις εξετάσεις αυτές — Παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III, άρθρο 1 § 1, στοιχείο ε΄)

4.      Υπάλληλοι — Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων — Όροι επιτυχίας — Καθορισμός με την προκήρυξη του διαγωνισμού — Τροποποίηση της προκηρύξεως του διαγωνισμού μετά τη διεξαγωγή των προκριματικών εξετάσεων, έχουσα ως αποτέλεσμα τη μείωση των πιθανοτήτων επιτυχίας των υποψηφίων στις εξετάσεις αυτές — Παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III, άρθρο 1 § 1, στοιχείο ε΄)

5.      Υπάλληλοι — Αρχές — Αναλογικότητα — Περιεχόμενο — Επίκληση προς δικαιολόγηση μέτρου αντίθετου προς την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Δεν χωρεί

1.      Ο ακριβής νομικός χαρακτηρισμός ενός εγγράφου ή σημειώματος εμπίπτει αποκλειστικώς στη σφαίρα εκτιμήσεως του δικαστή και δεν εξαρτάται από τη βούληση των διαδίκων. Συνιστά ένσταση, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ, το έγγραφο με το οποίο ο υπάλληλος, χωρίς να ζητεί ρητώς την ανάκληση της επίμαχης αποφάσεως, εκδηλώνει με σαφήνεια τη βούλησή του να αμφισβητήσει τη βλαπτική για τον ίδιο απόφαση. Συναφώς, το περιεχόμενο της πράξεως κατισχύει του τύπου.

(βλ. σκέψεις 33 και 34)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 29 Ιουνίου 2000, C‑154/99 P, Politi κατά Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως, σκέψη 16

ΓΔΕΕ: 14 Ιουλίου 1998, T‑219/97, Brems κατά Συμβουλίου, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 16 Φεβρουαρίου 2005, T‑354/03, Reggimenti κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 43

2.      Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ενεργούν άνευ της συνδρομής δικηγόρου, έχει άτυπο χαρακτήρα και, συνεπώς, η Διοίκηση δεν πρέπει να ερμηνεύει τις ενστάσεις κατά τρόπο αυστηρό, αλλά πρέπει, αντιθέτως, να τις εξετάζει με ανοικτό πνεύμα.

(βλ. σκέψη 35)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 14 Μαρτίου 1989, 133/88, Del Amo Martinez κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 11

ΓΔΕΕ: 21 Οκτωβρίου 2004, T‑49/03, Schumann κατά Επιτροπής, σκέψη 39

3.      Η τροποποίηση των προβλεπόμενων από την προκήρυξη του διαγωνισμού κανόνων βαθμολογήσεως των εξετάσεων είναι φύσεως τέτοιας ώστε να έχει αντίκτυπο στις πιθανότητες ενός ενδιαφερομένου να περιληφθεί στον πίνακα των αποδεκτών στις δοκιμασίες αξιολογήσεως υποψηφίων, καθόσον αυτή δύναται να έχει ως αποτέλεσμα αύξηση του αριθμού των υποψηφίων που έχουν συγκεντρώσει τη βαθμολογική βάση στις εξετάσεις, περιορίζοντας, ως εκ τούτου, τις πιθανότητές του να περιλαμβάνεται μεταξύ των καλύτερων υποψηφίων. Συναφώς, με την εφαρμογή του διορθωτικού της προκηρύξεως του διαγωνισμού μετά τη διεξαγωγή των προκριματικών εξετάσεων ανατρέπονται οι διαβεβαιώσεις που του έχουν παρασχεθεί με την προκήρυξη του διαγωνισμού και, ως εκ τούτου, παραβιάζεται η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Πράγματι, οι δοκιμασίες συγκριτικής φύσεως είναι, εξ ορισμού, δοκιμασίες στις οποίες οι επιδόσεις εκάστου των υποψηφίων αξιολογούνται σε συνάρτηση με τις επιδόσεις των λοιπών και, ως εκ τούτου, ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί στις εν λόγω δοκιμασίες δύναται να επηρεάζει τις εκ μέρους της εξεταστικής επιτροπής αξιολογήσεις των υποψηφίων. Οι αξιολογήσεις αυτές αποτυπώνουν την κρίση που διαμορφώνει η επιτροπή ως προς την επίδοση ενός υποψηφίου σε σχέση με εκείνη των λοιπών. Εξ αυτού συνάγεται ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των υποψηφίων που μετέχουν σε τέτοιου είδους δοκιμασίες τόσο υψηλότερο είναι το επίπεδο των απαιτήσεων της εξεταστικής επιτροπής έναντι των υποψηφίων.

(βλ. σκέψεις 64, 65, 70 και 84)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 5 Μαρτίου 2003, T‑24/01, Staelen κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 57

4.      Η αρχή της ασφάλειας δικαίου σκοπεί στην εξασφάλιση της προβλεψιμότητας των εννόμων καταστάσεων και σχέσεων που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης. Μολονότι, όμως, κατά κανόνα, η εν λόγω αρχή δεν επιτρέπει τη χρονική αναγωγή της ενάρξεως των αποτελεσμάτων μιας πράξεως των θεσμικών οργάνων της Ένωσης σε ημερομηνία προγενέστερη της δημοσιεύσεώς της, χωρεί εξαίρεση οσάκις τούτο απαιτείται από τον επιδιωκόμενο σκοπό και εφόσον η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων προστατεύεται δεόντως. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούνται σε περίπτωση διορθωτικού της προκηρύξεως διαγωνισμού το οποίο τροποποιεί τους κανόνες βαθμολογήσεως των προκριματικών εξετάσεων για τη συμμετοχή στον εν λόγω διαγωνισμό μετά τη διεξαγωγή τους.

Ασφαλώς, οσάκις, μετά τη δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή διαπιστώνει ότι οι απαιτούμενοι όροι είναι αυστηρότεροι εκείνων που υπαγορεύονταν από τις υπηρεσιακές ανάγκες, έχει την ευχέρεια είτε να συνεχίσει τη διαδικασία, προσλαμβάνοντας, ενδεχομένως, αριθμό υποψηφίων χαμηλότερο του αρχικώς προβλεπόμενου, είτε να επαναπροκηρύξει τον διαγωνισμό, ανακαλώντας την αρχική προκήρυξη και αντικαθιστώντας την με διορθωμένη. Εντούτοις, η έκδοση διορθωτικού της προκηρύξεως διαγωνισμού μετά τη διεξαγωγή ορισμένων δοκιμασιών δεν δύναται να θεωρηθεί λύση ισοδύναμη με κάποια από τις λύσεις αυτές.

(βλ. σκέψεις 71 έως 73, 76 και 77)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 15 Σεπτεμβρίου 2005, C‑199/03, Ιρλανδία κατά Επιτροπής, σκέψη 69

ΠΕΚ: 2 Οκτωβρίου 1996, T‑356/94, Vecchi κατά Επιτροπής, σκέψη 56

ΓΔΕΕ: 10 Νοεμβρίου 2010, T‑260/09 P, ΓΕΕΑ κατά Simões Dos Santos, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

5.      Κατ’ επιταγήν της αρχής της αναλογικότητας, η οποία καταλέγεται μεταξύ των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης, η νομιμότητα μέτρου που λαμβάνεται από θεσμικό όργανο της Ένωσης προϋποθέτει ότι, οσάκις υφίσταται δυνατότητα επιλογής μεταξύ πλειόνων πρόσφορων μέτρων, προκρίνεται το λιγότερο επαχθές, καθώς και ότι οι προκαλούμενες επιπτώσεις δεν είναι δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Εντούτοις, εκτιμήσεις συνδεόμενες με την αναλογικότητα μέτρου δεν δύνανται να δικαιολογήσουν την έκδοση πράξεως η οποία παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, όπως η τροποποίηση της προκηρύξεως διαγωνισμού μετά τη διεξαγωγή των προκριματικών εξετάσεων, δεδομένου ότι η αρχή της αναλογικότητας τυγχάνει εφαρμογής μόνον όταν υφίσταται δυνατότητα επιλογής μεταξύ πλειόνων πρόσφορων μέτρων.

(βλ. σκέψη 83)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: Schumann κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 52

ΔΔΔΕΕ: 30 Σεπτεμβρίου 2010, F‑76/05, Torijano Montero κατά Συμβουλίου, σκέψη 81 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία